«Να τι μπορεί να κατορθώσει μια γυναίκα που κρύβει στο στήθος της την ψυχή του Καίσαρα»! Τα λόγια αυτά ανήκουν στην Αρτεμισία Τζεντιλέσκι. Το όνομα της παρέμεινε στις πίσω γραμμές της ιστορίας για πάρα πολλά χρόνια. Αυτό, ωστόσο, πλέον έχει αλλάξει και έχει γίνει συνώνυμο ενός φεμινισμού που από τα λόγια περνάει στις πράξεις.
Στις αιματοβαμμένες πράξεις. Στον φεμινισμό που παίρνει με το μαχαίρι όσα του στερεί η κυριαρχούσα πατριαρχική κοινωνία. Μαθήτρια του σκληρού Καραβάτζιο, έγινε ακόμα πιο σκληρή ξεπερνώντας και εύκολα, μάλιστα, τον δάσκαλό της που δημιούργησε μια ολόκληρη σχολή.
Για να φτάσει σε αυτό το σημείο, ωστόσο, η Αρτεμισία Τζεντιλέσκι έπρεπε να ζήσει τη δική της κόλαση. Να περάσει από το μαρτύριο της σεξουαλικής κακοποίησης, της κοινωνικής απόρριψης και του εξευτελισμού. Και μπορεί ποτέ στην πραγματικότητα να μην πήρε το σπαθί για να κόψει το λαιμό του βιαστή της, αλλά με το πινέλο της… «έσφαξε» με τρόπο πιο αποτελεσματικό.
Όποιος σταθεί άλλωστε μπροστά στον διασημότερό της πίνακα, νιώθει την ανάσα του να κόβεται. Διότι ο περίφημος πίνακας με τίτλο: «Η Ιουδήθ αποκεφαλίζει τον Ολοφέρνη», δεν είναι ένας απλός πίνακας. Είναι μια κραυγή που αντηχεί μέσα στην αιωνιότητα.
Η Ιουδήθ αποκεφαλίζει τον Ολοφέρνη
Θα ξεκινήσουμε αυτό το αφιέρωμα… από το τέλος. Όπως, μάλλον, εύκολα είναι κατανοητό η ιστορία της Ιουδήθ είναι μια βιβλική ιστορία. Είναι μια ιστορία της παλαιάς διαθήκης που έχει αφαιρεθεί από την Εβραϊκή βίβλο ενώ για τους προτεστάντες θεωρείται απόκρυφη ιστορία.
Για πολλούς ιστορικούς είναι μια παραβολή, ένας μύθος. Για άλλους είναι ένα ιστορικό γεγονός και συνδέεται με τη Σαλώμη Αλεξάνδρα, τη μοναδική γυναίκα ηγεμόνα της Ιουδαίας (την τελευταία που δεν γνώρισε τη κατάκτηση της Ιουδαίας). Το όνομα Ιουδίθ σημαίνει «τιμημένη» ή «γυναίκα της Ιουδαίας». Είναι το θηλυκό όνομα του Ιούδας.
Η εντιμότητα, η αγνότητα και η μαχητικότητα της Ιουδήθ την μετέτρεψε σε ένα φεμινιστικό σύμβολο. Για πολλούς αυτή είναι η βασική αιτία που αποκλείστηκε από την εβραϊκή βίβλο.
Σύμφωνα με την παράδοση, λοιπόν, η ατρόμητη Ιουδίθ αποφασίζει να επέμβει προκειμένου να σώσει τους συμπατριώτες της Ισραηλίτες από τους Ασσύριους κατακτητές. Μαζί με την υπηρέτριά της πηγαίνει στο στρατόπεδο του εχθρού στρατηγού Ολοφέρνη και, υποσχόμενη πληροφορίες για τους Ισραηλίτες, κερδίζει την εμπιστοσύνη του. Κάποιο βράδυ που ο Ολοφέρνης την προσκαλεί στην σκηνή του με σκοπό να την αποπλανήσει εκείνη τον μεθά και όταν εκείνος αποκοιμιέται τον αποκεφαλίζει. Μετά επιστρέφει θριαμβευτικά στον λαό της με το κεφάλι του Ολοφέρνη ενώ οι Ασσύριοι, έχοντας χάσει τον ηγέτη τους, διαλύονται και το Ισραήλ σώζεται. Αν και πολλοί εκδηλώνουν την επιθυμία να την παντρευτούν, η Ιουδίθ επιλέγει να μην παντρευτεί κανέναν και επιστρέφει στην καθημερινότητά της.
Η σεξουαλική κακοποίηση της Αρτεμισία Τζεντιλέσκι
Η Αρτεμισία Τζεντιλέσκι (Artemisia Gentileschi) γεννήθηκε στις 8 Ιουλίου 1593 και έμελλε να μείνει στην ιστορία ως μια από τις σημαντικότερες ζωγράφους του πρώιμου ρωμαϊκού μπαρόκ.
Ο επιφανής ζωγράφος Οράτιος Τζεντιλέσκι, πατέρας της Αρτεμισίας, είναι στενός συνεργάτης και πιστός ακόλουθος του σπουδαίου Μικελάντζελο Μερίζι ντα Καραβάτζιο ο οποίος είχε δημιουργήσει σχολή μεταφέροντας τον τρόπο ζωής του στον καμβά: ασωτίες, καβγάδες, μαχαιρώματα, πόρνες και μέθυσοι.
Η Αρτεμισία «εισβάλει» μέσα σε αυτή τη σχολή και προσπαθεί να ρίξει ένα ολότελα αντρικό κάστρο. Σπουδάζει δίπλα στον πατέρα της και άλλους σπουδαίους ζωγράφους της εποχής. Ορφανή από μητέρα ήδη από τα 12 της χρόνια είναι αναγκασμένη να ζει μέσα σε αντρικό κόσμο. Στα 18 της πέφτει θύμα βιασμού από τον Αγκοστίνο Τάσσι, συνεργάτη του πατέρα της αλλά και δάσκαλό της.
Ο 30χρονος ζωγράφος, για να αποφύγει το σκάνδαλο, της υποσχέθηκε ότι θα την παντρευτεί. Ωστόσο αυτό δεν έγινε και έτσι εννέα μήνες μετά, ο πατέρας της τον οδήγησε στα δικαστήρια. Εκεί, όμως, η Αρτεμισία ξαναβιάστηκε…
Σε 400 ετών έγγραφο που διασώζεται μέχρι σήμερα, έχουν αποτυπωθεί τα πρακτικά της δίκης εκείνης. Η Αρτεμισία μιλά με θάρρος και δεν διστάζει να περιγράψει με λεπτομέρειες την αποτρόπαια συμπεριφορά του δασκάλου. Οι περισσότεροι μάρτυρες περιέγραφαν τη ζωγράφο ως μια φιλήσυχη και παθιασμένη με τη ζωγραφική. Στον αντίποδα περιέγραψαν τον Τάσσι ως ένα βίαιο χαρακτήρα. Κάποιοι, μάλιστα, κατέθεσαν πως είχε σκοτώσει την προηγούμενη γυναίκα του. Αυτό, ωστόσο, δεν αποδείχθηκε ποτέ.
Και ξαφνικά η Αρτεμισία από κατήγορος βρέθηκε να λογοδοτεί στο δικαστήριο σαν να ήταν αυτή κατηγορούμενη! Στην ακροαματική διαδικασία κλήθηκαν δύο μαίες για να εξακριβώσουν (με δημόσια εξέταση) ενώπιον των δικαστών ότι δεν ήταν πλέον παρθένα! Παράλληλα, χρησιμοποιήθηκε ένας μηχανισμός που πίεζε τα δάχτυλα μέχρι να τα συνθλίψει, καθώς οι δικαστές πίστευαν ότι αν η μάρτυρας δεν έλεγε την αλήθεια θα υποχωρούσε κάτω από τον φρικτό πόνο! «Είναι αλήθεια» φώναζε καθώς οι βίδες έσφιγγαν όλο και πιο δυνατά τα δάχτυλά της. Στα πρακτικά αναφέρεται πως την ώρα του βασανισμού της η Αρτεμισία κοίταξε τον βιαστή της και του είπε «αυτοί οι σφιγκτήρες είναι το δαχτυλίδι γάμου που μου υποσχέθηκες»!
Ύστερα από επτά μήνες ακροαματικής διαδικασίας ο Αγκοστίνο Τάσσι αφέθηκε ελεύθερος. Αθωώθηκε μετά από προσωπική παρέμβαση του Πάπα Ιννοκέντιου με τον οποίο είχε πολύ καλές σχέσεις επειδή είχε αναλάβει τις τοιχογραφίες στο παπικό Παλάτσο Κιρινάλε!
Η «συνάντηση» της Ιουδίθ με την Αρτεμισία
Μετά από τον πολλαπλό βιασμό της (και δεν αναφερόμαστε μόνο στον σωματικό) η Αρτεμισία φεύγει για τη Φλωρεντία. Παντρεύεται έναν άλλο ζωγράφο, τον Πιεραντόνιο Στιαττέζι. Ζει μια μάλλον βαρετή προσωπική ζωή. Ίσως για να εξισορροπεί την φρενήρη πορεία της καλλιτεχνικής της ζωή η οποία εκτοξεύεται.
Με τη βοήθεια του συζύγου της φτιάχνει το δικό της εργαστήριο και επιλέγει εκείνη τους βοηθούς που θα έχει. Η συντριπτική πλειονότητα των έργων της έχουν αναφορά σε βιβλικές γυναικείες μορφές που ταπεινώθηκαν, απατήθηκαν, βιάστηκαν, αποπλανήθηκαν από τους άνδρες και κυρίως αυτές που πήραν το αίμα τους πίσω, με δόλο, με φόνο, με αιμοβόρο «ηρωισμό»: Βησθαβέε, Εσθήρ, Δαλιδά, η τρομερή Ιωήλ που «έπηξε τον πάσσαλον εν των κροτάφω» του Σισάρα, η Σαλώμη, η Λουκρητία, η Κλεοπάτρα και βέβαια η Ιουδήθ.
Η «συνάντηση» των δυο γυναικών είναι αυτή που θα εξασφαλίσει στην Αρτεμισία μια θέση στην αιωνιότητα και το δικαίωμα να διεκδικεί τον τίτλο του αξιότερου και πιο προσωπικού μαθητή του Καραβάτζιο.
Ο βιβλικός πίνακας «Η Ιουδήθ αποκεφαλίζει τον Ολοφέρνη» δημιουργήθηκε στη Ρώμη περίπου στα 1620, όταν η καλλιτέχνις είχε πλέον εγκαταλείψει οριστικά σπίτι και σύζυγο στη Φλωρεντία.
Η Αρτεμισία «σκηνοθετεί» πάλι και πάλι, με σαδιστική εμμονή, την ίδια εκδικητική τελετουργία του αίματος με την γυναίκα να αποκεφαλίζει τον άνδρα. Θα δημιουργήσει συνολικά επτά πίνακες με το ίδιο θέμα: την Ιουδήθ και τον Ολοφέρνη. Αυτή που έκανε, όμως, για λογαριασμό του δούκα της Φλωρεντίας Κόζιμο Β΄ κλέβει τις εντυπώσεις για την ωμότητα, την σκληρότητα, τον ρεαλισμό και το άσβεστο πάθος για να εκδικηθεί μέσα από το έργο της τον άνθρωπο που τη βίασε.
Και αν κάποιος θέλει να μαντέψει τι συνέβαινε μέσα στο μυαλό της Αρτεμισίας όταν φιλοτεχνούσε τον συγκεκριμένο πίνακα ζωγραφικής, δεν έχει παρά να κοιτάξει στα πρόσωπα της Ιουδήθ και της υπηρέτριάς της. Πιθανότατα εκεί ο θεατής θα εντοπίσει αυτό που τρομάζει περισσότερο: την παντελή έλλειψη οποιουδήποτε συναισθήματος στα πρόσωπα των δυο γυναικών. Σα να μην νιώθουν το παραμικρό. Σα να εκτελούν τον αποκεφαλισμό του Ολοφέρνη όπως θα μαγείρευαν το βραδινό δείπνο…