Ήταν 15 Μαρτίου του 1997 όταν ο ξυλοδαρμός δύο παιδιών ηλικίας 11 και 12 ετών από αστυνομικούς στην Ελβετία αποτέλεσε την αφορμή για την καθιέρωση της Παγκόσμιας Ημέρας κατά της Αστυνομικής Βαρβαρότητας, με πρωτοβουλία αναρχικών οργανώσεων της χώρας. Η αστυνομική βία μετρά θύματα σε όλο τον κόσμο…
Αμέτρητα είναι τα περιστατικά που έχουν δει το φως της δημοσιότητας και στην Ελλάδα, με αποκορύφωμα τη δολοφονία του 15χρονου μαθητή Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, πριν από έξι ακριβώς χρόνια, και την πρωτοφανή εξέγερση που πυροδότησε σε όλη τη χώρα.
Στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, που ακολούθησαν την προσφυγή της χώρας στο διεθνή μηχανισμό στήριξης, καταγράφεται μια έξαρση του φαινομένου. Διεθνείς οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως η Διεθνής Αμνηστία, εκφράζουν την έντονη ανησυχία τους για την υπερβολική χρήση βίας και την κακή χρήση των «λιγότερο θανατηφόρων όπλων» κατά διαδηλωτών, την κακομεταχείριση περαστικών και τις επιθέσεις εναντίον φωτορεπόρτερ και δημοσιογράφων από μέλη των σωμάτων ασφαλείας.
Η υπερβολική και αυθαίρετη χρήση βίας σε βάρος πολιτών από ανθρώπους που έχουν επωμιστεί τον ακριβώς αντίθετο ρόλο, αυτόν δηλαδή της προστασίας του πολίτη και της διατήρησης της τάξης και της κοινωνικής ειρήνης, δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση καινούργιο φαινόμενο. Μια αναδρομή στα χαρακτηριστικότερα περιστατικά αστυνομικής βίας από το 1980 έως σήμερα, όταν οι μέθοδοι καταστολής για την αντιμετώπιση των κοινωνικών διαμαρτυριών οδήγησαν σε κατάφωρες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στοιχίζοντας σε κάποιες περιπτώσεις ακόμη και τη ζωή των θυμάτων, αποτυπώνει ίσως την εικόνα…
Σ. Κανελλοπούλου – Ι. Κουμής (1980)
Παρά την απόφαση της κυβέρνησης να απαγορεύσει τη διεξαγωγή της πορείας για την επέτειο του Πολυτεχνείου προς την αμερικανική πρεσβεία, φοιτητές, κυρίως της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, αποφασίζουν διαφορετικά, με αποτέλεσμα να εξαπολυθεί μια απίστευτα βίαιη επίθεση εναντίον τους.
Ο τραγικός απολογισμός: δύο νεκροί διαδηλωτές. Η 20χρονη Σταματίνα Κανελλοπούλου, εργάτρια από το Περιστέρι, βρέθηκε αιμόφυρτη, έχοντας χάσει τις αισθήσεις της, σε πεζοδρόμιο της οδού Πανεπιστημίου. Μεταφέρθηκε στο «Ιπποκράτειο» όπου άφησε την τελευταία της πνοή, προτού οι γιατροί της προσφέρουν τις πρώτες βοήθειες. «Δεκαοκτώ χτυπήματα στο κρανίο, πολλαπλά κατάγματα και βαριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση», ανέφερε το πόρισμα του ιατροδικαστή.
Το ίδιο βράδυ, ο Κύπριος φοιτητής Ιάκωβος Κουμής, ο οποίος συμμετείχε στην πορεία, δέχτηκε άγρια επίθεση από τα ΜΑΤ στην πλατεία Συντάγματος, με αποτέλεσμα να υποστεί βαριές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις. Όταν διακομίστηκε στο Λαϊκό Νοσοκομείο ήταν ήδη κλινικά νεκρός. Άφησε την τελευταία του πνοή λίγες ημέρες αργότερα και η κηδεία του πραγματοποιήθηκε στην Κύπρο στις 28 Νοεμβρίου.
Για τους δύο θανάτους διατάχθηκε Ένορκη Διοικητική Εξέταση, η οποία όμως δεν είχε κανένα αποτέλεσμα και κανείς δεν τιμωρήθηκε.
Μ. Καλτεζάς (1985)
Το βράδυ της 17ης Νοεμβρίου 1985, μετά την ολοκλήρωση της πορείας για την 12η επέτειο του Πολυτεχνείου, ο 15χρονος μαθητής Μιχάλης Καλτεζάς δέχεται μια σφαίρα στο πίσω μέρος του κεφαλιού του από τον 26χρονο αστυφύλακα Αθανάσιο Μελίστα, ενώ κατευθύνεται με άλλους διαδηλωτές προς την πλατεία Εξαρχείων.
Είχαν προηγηθεί αψιμαχίες μεταξύ αστυνομικών και νεαρών μελών του αναρχικού και αντιεξουσιαστικού χώρου στην ευρύτερη περιοχή των Εξαρχείων, ενώ ομάδα διαδηλωτών, μεταξύ των οποίων και ο νεαρός Καλτεζάς, επιτέθηκε με βόμβες μολότοφ κατά κλούβας των ΜΑΤ. Μετά το τελευταίο επεισόδιο, και ενώ οι νεαροί υποχωρούν από το σημείο, ο Μελίστας πυροβολεί με το υπηρεσιακό του περίστροφο κατά των διαδηλωτών και πετυχαίνει τον 15χρονο κάτω από το αριστερό του αυτί. Ο Καλτεζάς μεταφέρεται με ασθενοφόρο στον Ευαγγελισμό, όπου και διαπιστώνεται ο θάνατός του.
Μετά τη δολοφονία Καλτεζά και τα επεισόδια που την ακολούθησαν, ο υπουργός Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης, Μένιος Κουτσόγιωργας, και ο αναπληρωτής του, Αθανάσιος Τσούρας, υπέβαλλαν τις παραιτήσεις τους για λόγους ευθιξίας στον πρωθυπουργό, Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος δεν τις έκανε δεκτές, αλλά έθεσε σε διαθεσιμότητα την ηγεσία της ΕΛ.ΑΣ.
Σε αντίποινα για τη δολοφονία Καλτεζά, λίγες ημέρες αργότερα, στις 26 Νοεμβρίου, η οργάνωση «17Ν» παγιδεύει με εκρηκτικά αυτοκίνητο δίπλα σε λεωφορείο των ΜΑΤ στην Καισαριανή, προκαλώντας το θάνατο του αρχιφύλακα Νίκου Γεωργακόπουλου και τον τραυματισμό άλλων 14 αστυνομικών.
O Αθανάσιος Μελίστας καταδικάστηκε πρωτόδικα σε 2,5 χρόνια φυλάκιση με αναστολή, αλλά σε δεύτερο βαθμό αθωώθηκε τον Ιανουάριο του 1990 από το Μικτό Ορκωτό Εφετείο. Το δικαστήριο του αναγνώρισε το ελαφρυντικό ότι υπερέβη τα όρια της άμυνας, εξαιτίας του φόβου και της ταραχής που του προκάλεσε η ενέργεια του θύματος.
Αυγουστίνος Δημητρίου (2006)
Βράδυ της 17ης Νοεμβρίου εκτυλίχθηκαν και τα γεγονότα της πολύκροτης «υπόθεσης της ζαρντινιέρας», όπως έμεινε γνωστή λόγω της εκδοχής των αρχών ότι ο Κύπριος φοιτητής τραυματίστηκε πέφτοντας σε μία ζαρντινιέρα. Ωστόσο, ένα βίντεο που είδε το φως της δημοσιότητας, κατέγραφε τον άγριο ξυλοδαρμό του από αστυνομικούς, μετά τη διαδήλωση για το Πολυτεχνείο στη Θεσσαλονίκη.
Μετά τον ξυλοδαρμό, ο νεαρός κρατήθηκε τη νύχτα σε αστυνομικό τμήμα και μεταφέρθηκε την επομένη σε νοσοκομείο, όπου παρέμεινε για αρκετές μέρες. Οκτώ πανεπιστημιακοί καθηγητές, που υπήρξαν μάρτυρες μέρους του ξυλοδαρμού του, ανέφεραν ότι όταν ζήτησαν από τους αστυνομικούς να σταματήσουν να χτυπούν τον φοιτητή και να καλέσουν ασθενοφόρο, εκείνοι τους εξύβρισαν και τους είπαν να φύγουν.
Οκτώ αστυνομικοί παραπέμφθηκαν σε δίκη. Τον Ιανουάριο του 2013, το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης, δικάζοντας την υπόθεση, αθώωσε, κατά πλειοψηφία και λόγω αμφιβολιών, τους έξι αστυνομικούς. Οι άλλοι δύο (ένας εν ενεργεία κι ένας εν αποστρατεία) καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης 2,5 ετών, με 3ετή αναστολή, για το αδίκημα της επικίνδυνης σωματικής βλάβης, αφού τους αναγνωρίστηκαν ελαφρυντικά. Στην απολογία τους ομολόγησαν ότι χτύπησαν τον νεαρό Κύπριο, αλλά δικαιολόγησαν τη βία λέγοντας ότι προσπάθησαν να τον ακινητοποιήσουν και να τον συλλάβουν, επειδή αυτός αντιδρούσε.
«Όλα τελείωσαν για μένα εκείνο το βράδυ της 17ης Νοεμβρίου του 2006. Βίωσα τον θάνατο και τον βιώνω κάθε μέρα. Κανείς δεν μπορεί να καταλάβει το φόβο και τον πανικό μου. Μου έχουν καταστρέψει τη ζωή», ανέφερε ο φοιτητής στο κείμενο της αγωγής που υπέβαλε κατά του ελληνικού Δημοσίου, διεκδικώντας ένα εκατομμύριο ευρώ για ηθική βλάβη. Σημειώνεται πως το Διοικητικό Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης του επιδίκασε αποζημίωση ύψους 300.000 ευρώ.
Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος (2008)
Η δολοφονία του 15χρονου μαθητή Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου στις 6 Δεκεμβρίου 2008 στα Εξάρχεια από τις σφαίρες του ειδικού φρουρού Επαμεινώνδα Κορκονέα πυροδότησε από το ίδιο εκείνο βράδυ ένα πρωτοφανές κύμα διαδηλώσεων σε όλη τη χώρα.
Η παρέα του ανήλικου Αλέξανδρου βρισκόταν στη συμβολή των οδών Τζαβέλλα και Μεσολογγίου, όταν ήρθε σε λεκτική αντιπαράθεση με δύο ειδικούς φρουρούς που περιπολούσαν την περιοχή. Λίγα λεπτά αργότερα, ο 15χρονος έπεφτε νεκρός. Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή, η σφαίρα διαπέρασε την καρδιά του και καρφώθηκε στον 10ο θωρακικό σπόνδυλο, με αποτέλεσμα να βρει ακαριαίο θάνατο. Αργότερα, ενώπιον του δικαστηρίου, ο Ε. Κορκονέας υποστήριζε πως πυροβόλησε για να διασφαλίσει τη σωματική του ακεραιότητα από την επίθεση που δεχόταν με το συνάδελφο και συγκατηγορούμενό του Βασίλη Σαραλιώτη από συγκεντρωμένους.
Η είδηση της δολοφονίας διαδόθηκε σαν αστραπή και έβαλε «φωτιά» στη χώρα. Το ίδιο βράδυ τα Εξάρχεια μετατράπηκαν σε πεδίο μάχης. Την επόμενη ημέρα άρχισαν οι καταλήψεις σε σχολεία και πανεπιστημιακές σχολές σε όλη την Ελλάδα. Οι εικόνες από τις ογκώδεις διαδηλώσεις των επόμενων ημερών έκαναν το γύρο του κόσμου και τα διεθνή μέσα να μιλούν για «εξέγερση». Εμπρηστικές επιθέσεις, οδοφράγματα, πετροπόλεμος, συγκρούσεις, μολότοφ, αλλά και πρωτοφανής αστυνομική καταστολή συνέθεταν την εικόνα που κυριαρχούσε στο κέντρο της πρωτεύουσας αλλά και σε άλλες πόλεις.
Στις 9 Δεκεμβρίου, χιλιάδες άνθρωποι φτάνουν στο νεκροταφείο του Παλαιού Φαλήρου για το τελευταίο αντίο στο νεαρό μαθητή. Η παρουσία της αστυνομίας πυροδοτεί νέα επεισόδια στην ευρύτερη περιοχή, ενώ τα πνεύματα οξύνονται ιδιαίτερα όταν αστυνομικός πυροβολεί στον αέρα. Οι συγκρούσεις συνεχίστηκαν και το βράδυ με την ίδια ένταση, όχι μόνο στην Αθήνα.
Λίγο πριν από τα Χριστούγεννα, τα πρωτοσέλιδα των διεθνών μέσων φιλοξενούσαν τις εικόνες του φλεγόμενου δέντρου στην πλατεία Συντάγματος.
Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Άμφισσας επέβαλε στον ειδικό φρουρό Επαμεινώνδα Κορκονέα ποινή ισόβιας κάθειρξης και επιπλέον φυλάκιση δεκαπέντε μηνών για πράξεις οπλοχρησίας και στον συγκατηγορούμενό του Βασίλη Σαραλιώτη ποινή δεκαετούς κάθειρξης. Σύμφωνα με την απόφαση, ο Ε. Κορκονέας με ψήφους 4 προς 3 κρίθηκε ένοχος για δυσμενέστερη κατηγορία από αυτήν που του είχε απαγγελθεί. Οι τέσσερις δικαστές μετέτρεψαν την ανθρωποκτονία από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο στη βαρύτερη κατηγορία της ανθρωποκτονίας με άμεσο δόλο.
Γιάννης Καυκάς (2011)
Στις 11 Μαΐου 2011 ο άνεργος ψυχολόγος και μεταπτυχιακός φοιτητής φωτογραφίας, Γιάννης Καυκάς, υπέστη παρ’ ολίγον θανατηφόρα τραύματα στο κεφάλι όταν χτυπήθηκε από αστυνομικούς στη διάρκεια διαδήλωσης κατά της λιτότητας στην Αθήνα. Σύμφωνα με τη δικηγόρο του και με τον ίδιο, τον χτύπησαν με έναν από τους πυροσβεστήρες που φέρουν επάνω τους ορισμένοι αστυνομικοί μονάδων αποκατάστασης της τάξης.
Ο Γιάννης Καυκάς παρέμεινε στο νοσοκομείο επί 20 ημέρες, δέκα από τις οποίες στη μονάδα εντατικής θεραπείας, μετά από επείγουσα εγχείρηση στην οποία υποβλήθηκε.
«Την ώρα της επίθεσης είχαμε μόλις περάσει την οδό Βουκουρεστίου (κοντά στην πλατεία Συντάγματος). Άκουσα τις εκρήξεις χειροβομβίδων κρότου-λάμψης 100 έως 200 μέτρα πίσω μου. Το ένα δευτερόλεπτο ένιωσα πίεση πίσω μου από άλλους διαδηλωτές που έσπρωχναν προς τα εμπρός. Το επόμενο μας περικύκλωσαν αστυνομικοί των ΜΑΤ από παντού, από αριστερά, από δεξιά… Ήταν πραγματικά τρομακτικό… Όταν σε περικυκλώνουν, σε χτυπούν, σε ψεκάζουν με χημικά και σου πετάνε χειροβομβίδες κρότου-λάμψης, μπορεί να είναι θανατηφόρο. Οι διαδηλωτές ποδοπατούσαν ο ένας τον άλλο επειδή είχαν πανικοβληθεί και δεν είχαν από πού να φύγουν. [Οι αστυνομικοί] μας χτύπησαν με τέτοια αγριότητα! Με χτύπησαν στο σώμα και στο κεφάλι με τα κλομπ τους αλλά ένιωσα επίσης ότι δύο από τα χτυπήματα στο κεφάλι μου ήταν από κάτι εντελώς διαφορετικό, βαρύ και μεταλλικό. Προσπάθησα να μείνω όρθιος και να παραμείνω ζωντανός… Όταν συνήλθα στο νοσοκομείο δεν είχα καθόλου έλεγχο στο σώμα μου. Μια δυο μέρες αφού συνήλθα από το κώμα έγραψα σε ένα κομμάτι χαρτί μπροστά στη μητέρα μου και σε μια νοσοκόμα ότι με είχαν χτυπήσει με πυροσβεστήρα», διηγήθηκε αργότερα ο ίδιος στη Διεθνή Αμνηστία. Άλλοι διαδηλωτές που τραυματίστηκαν την ίδια μέρα, καθώς και αυτόπτες μάρτυρες, περιέγραψαν με παρόμοιους όρους τα συμβάντα. «Αισθάνομαι πολύ τυχερός που βγήκα ζωντανός από εκεί», ανέφερε ένας διαδηλωτής που βρισκόταν στην ίδια ομάδα με τον Γιάννη Καυκά.
Διαβάστε όλα τα θέματα της ενότητας Weekend του newsbeast.gr