Όταν οι φίλοι του έπαιζαν εκείνος περνούσε ατελείωτες ώρες μπροστά σε έναν υπολογιστή και μάθαινε προγραμματισμό. Στα 12 του ήξερε Excel και Access. Στο σχολείο ήταν ο «χειρότερος» μαθητής, είχε το νου του στους υπολογιστές, δεν πέρασε σε καμία σχολή κι όταν έδωσε για δεύτερη φορά πέρασε σε ένα ΤΕΙ το όποιο άφησε στην μέση. Ο 29χρονος Κωνσταντίνος Στρουμπάκης από την Θεσσαλονίκη αισθάνεται δικαιωμένος γιατί ο δρόμος αυτός οδήγησε το 2010 στη δημιουργία της Apifon στη Θεσσαλονίκη, με αντικείμενο το messaging, την παροχή υπηρεσιών μάρκετινγκ μέσω sms. Πρόκειται για μία πλατφόρμα μαζικής αποστολής και διαχείρισης μηνυμάτων με πελάτες κατά κύριο λόγο εταιρίες με μεγάλες βάσεις δεδομένων πελατολογίων, που απευθύνονται σε μεγάλα target groups είτε για τη διαφήμιση προϊόντων τους είτε για ενημερώσεις. Η Apifon κέντρισε το ενδιαφέρον και συνεργάζεται -μεταξύ πολλών άλλων γνωστών εταιρειών-με κολοσσούς της τεχνολογίας και του διαδικτύου όπως η Google. Πρόσφατα η εταιρεία σύναψε μία συνεργασία και με την IBM. Ο Κωνσταντίνος Στρουμπάκης μιλάει στο newsbeast.gr για το πώς ξεκίνησε την επιχείρησή του, τι περιλαμβάνει το deal με την Google, τα προσωπικά δεδομένα αλλά και τα μελλοντικά του σχέδια. «Σε πολύ μικρή ηλικία άρχισα να πειραματίζομαι με τον προγραμματισμό. Είχα πάντα μία πολύ καλή σχέση με το coding κι αυτό με βοήθησε να κάνω τα πρώτα μου βήματα στην Apifon. Ήθελα να φτιαχτεί μία πλατφόρμα που να μπορεί να πουλάει. Όταν ξεκίνησα ασχολήθηκα με το web design, έφτιαχνα σάιτ για εταιρείες και συστήματα online. Έβλεπα τις εταιρείες να κατασκευάζουν πράγματα στο Ίντερνετ και προσπαθούσαν να διαφημίσουν την εταιρεία τους μέσα από digital marketing κανάλια όπως Google, Facebook και Twitter. Οι εταιρίες ασχολήθηκαν με το μαζικό marketing και όχι με το direct. Δηλαδή τους ενδιέφερε περισσότερο να προσελκύσουν νέους εν δυνάμει πελάτες από το να διατηρούν ευχαριστημένη την πελατειακή τους βάση. Αυτή την ευκαιρία την παρατήρησα όταν ξεκίνησα με το SMS. Όταν ξεκινήσαμε είχαμε μία πλατφόρμα η οποία επέτρεπε την αποστολή sms και αυτό γιατί το sms ήταν τότε πολύ διαδεδομένο. Η ιδέα ήταν πώς θα μπορέσουμε να βοηθήσουμε μία εταιρεία να μιλήσει με τους πελάτες τους οποίους ήδη έχει, είτε για να αυξήσει τις πωλήσεις, είτε να βελτιώσει την εμπειρία των πελατών της. Το αποτέλεσμα είναι ότι στοχεύεις περισσότερο στον πελάτη, κερδίζεις την προσοχή του και την διατήρηση του μέσα από τέτοιες ενέργειες και μάλιστα πολύ πιο οικονομικά. Αυτό είναι το μυστικό. Γιατί όταν απευθύνεσαι σε 1 εκατ. πελάτες για να σε δουν οι 30.000 πιθανοί πελάτες που έχεις, το κόστος είναι πολύ μεγαλύτερο. Αυτό δηλαδή που συμβαίνει με την τηλεόραση. Στην τηλεόραση μπορεί να σε δουν 2 εκατ. τηλεθεατές αλλά αυτοί που πραγματικά νοιάζονται για το προϊόν σου μπορεί να είναι 10.000 άνθρωποι, εσύ όμως πληρώνεις για τους 2 εκατομμύρια. Εμείς λοιπόν δώσαμε ένα προϊόν με τον οποίο λέμε “αφού γνωρίζεις τους πελάτες σου, μίλα τους κατευθείαν”, χωρίς να χρειάζεται να μιλάς σε παραπάνω ανθρώπους για να βρεις αυτούς που σε ενδιαφέρουν». – Ο σκοπός των μηνυμάτων ποιος είναι; «Σκοπός τους είναι είτε να αυξήσουν τις πωλήσεις από προωθητικές ενέργειες και εκπτώσεις είτε να βελτιώσουν την εμπειρία του πελάτη. Δηλαδή για το δεύτερο να σας δώσω ένα παράδειγμα μία ασφαλιστική μπορεί να ειδοποιεί τον πελάτη ότι λήγει το συμβόλαιο μία βδομάδα πριν ή μία αεροπορική να ενημερώσει ότι το τώρα μπορείς να κάνεις check in, ειδοποιήσεις που βελτιώνουν την εξυπηρέτηση του πελάτη. Από την πρώτη μέρα που ξεκίνησε η εταιρεία ακόμα και σήμερα έχει τον ίδιο σκοπό να βελτιώνει και να συμβαδίζει με την τεχνολογική εξέλιξη που έχει αυτήν την στιγμή η αγορά του messaging. Αυτό που στην αγορά του messaging είναι ο τρόπος αποστολής δηλαδή από εκεί που γινόταν με sms τώρα γίνεται και με Viber. Αύριο θα δούμε να γίνεται με το Facebook messenger, μεθαύριο με την Google που συνεργαζόμαστε. Ο χώρος μεταμορφώνεται και το καλό είναι ότι αυτοί που τον μεταμορφώνουν είναι γίγαντες». «Υπάρχει όμως και κάτι άλλο που έχει αξία να συζητήσουμε, κι αυτό είναι ότι έρχεται το GDPR, η ευρωπαϊκή οδηγία που μιλάει για την προστασία προσωπικών δεδομένων ώστε να μην συμβαίνουν αυτά που έγιναν πρόσφατα με το Facebook, το ότι δηλαδή διαρρεύσανε κάποια προσωπικά δεδομένα πολιτών. Αυτή είναι μία πολύ αυστηρή οδηγία από την Ε.Ε. που λέει ότι αν μία εταιρεία διατηρεί προσωπικά δεδομένα ευρωπαίων πολιτών θα πρέπει να το κάνει με πολύ αυστηρό τρόπο, να έχει πάρα πολύ μεγάλη ασφάλεια στο πώς τα διατηρεί. Αν τώρα δεν συμμορφωθείς με αυτόν τον νόμο τότε τα πρόστιμα μπορούν να αγγίζουν είτε το 4% του παγκόσμιου τζίρου ή μέχρι και 20 εκατ. ευρώ. Που σημαίνει ότι μία εταιρεία η οποία κρατάει προσωπικά δεδομένα είτε πρέπει να τα σβήσει για να απαλλαχτεί από τον «πονοκέφαλο» της διαδικασίας ή να προσαρμοστεί με τον αυστηρό τρόπο που λέει η Ε.Ε. Αυτό τώρα είναι μία φοβερή πρόκληση για εμάς γιατί εμείς κρατάμε προσωπικά δεδομένα πολιτών, μέσω των πελατών μας». «Αυτό τώρα δημιουργεί μία μεγάλη δοκιμασία στην αγορά για την οποίο εμείς ήμασταν ένα χρόνο πριν έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε. Θα αλλάξει πάρα πολύ η αγορά μας δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο θα λαμβάνεις μηνύματα. Θα πρέπει να έχεις συναινέσει για τα μηνύματα που λαμβάνεις. Αυτό σιγά σιγά οδηγεί την αγορά μας σε ποιο προσωποποιημένη χρήση των υπηρεσιών μας. Πριν από αυτήν την αλλαγή οι εταιρείες το χρησιμοποιούσαν ως ένα μαζικό εργαλείο. Μέχρι τώρα τα μηνύματα που στέλνονται συνήθως είναι μαζικά σε μεγάλες λίστες και τυποποιημένα για όλους αδιαφορώντας αν κάποιος ενδεχομένως δεν αγοράζει ή δεν θέλει. Αυτό λοιπόν που προσπαθούμε να κάνουμε μέσα στα πλαίσια του GDPR είναι η προσωποποίηση, κάτι που η Apifon δουλεύει μέσα από ένα ερευνητικό πρόγραμμα το οποίο έχει χρηματοδοτηθεί από τα ΕΣΠΑ. Πήραμε περίπου 500.000 ευρώ επιχορήγηση για να χρηματοδοτήσουμε έρευνα η οποία θα βοηθήσει την εταιρεία να αναπτύξει αλγόριθμους μηχανικής μάθησης (machine learning) για την κατασκευή προγνωστικών μοντέλων. Αυτό σημαίνει ότι μία εταιρεία μπορεί να συνεργάζεται με εμάς και σιγά σιγά το η πλατφόρμα της Apifon να κατανοεί και να προβλέπει τις αγοραστικές συνήθειες των πελατών της. Για παράδειγμα, τι θα ήθελε ένας πελάτης να αγοράσει, ποια θα ήταν η κατάλληλη στιγμή για να τον επικοινωνήσει και τι ενέργειες θα μπορούσε να κάνει για να μην τον χάσει. Αυτό αποτελεί καινοτομία για τα δεδομένα του messaging και ήδη έχει αρχίσει να προσελκύσει μεγάλους πελάτες». – Αυτό θα λειτουργήσει μόνο θετικά; Η εταιρείες μόνο θα κερδίσουν δεν θα χάσουν πελάτες; «Ο νόμος λέει ότι ο πολίτης δίνει ξεκάθαρα ή όχι τη σύμφωνη γνώμη του, για να διατηρεί μία εταιρεία τα προσωπικά του δεδομένα και να τα επεξεργάζεται, άρα θα υπάρξουν επιχειρήσεις οι οποίοι έχουν λίστες από πελάτες που θέλουν επικοινωνία. Η αλήθεια είναι ότι όλα αυτά έχουν δύο όψεις: Έχουν την όψη ότι η Google ξέρει τα πάντα αλλά υπάρχει και η όψη ότι η Google με βοηθάει γνωρίζοντας τα πάντα, να βρίσκω πιο γρήγορα αυτό που θέλω, να μου κάνει προτάσεις για πράγματα που με ενδιαφέρουνε. Άρα αυτό που έρχεται στην αγορά ξεκαθαρίζει ένα πράγμα: ποιοι είναι αυτοί που θέλουν να μοιράζονται τα δεδομένα τους και ποιοι όχι». – Πώς προέκυψε η συνεργασία με την Google; «Αυτή η συνεργασία ξεκίνησε πέρυσι στο Συνέδριο Mobile της Βαρκελώνης όπου είχαμε πάρει μέρος. Σε αυτήν την έκθεση που συμμετέχουν όλοι οι γίγαντες Samsung, Google, Facebook μου δόθηκε η ευκαιρία και γνώρισα κάποιους ανθρώπους από την Google με τους οποίους ξεκίνησα να συνομιλώ. Αυτή η σχέση καλλιεργήθηκε και φτάσαμε να κάνουμε αυτή τη συμφωνία η οποία μας εντάσσει στο πρόγραμμα για το RCS Business Messaging της Google. Μέσα από αυτό το πρόγραμμα θα παρέχουμε σε επιχειρήσεις της ελληνικής και της ευρωπαϊκής αγοράς τη δυνατότητα να προσφέρουν στους πελάτες τους μια αναβαθμισμένη εμπειρία επικοινωνίας. Όλα αυτά με την υποστήριξη της Google τόσο σε τεχνολογικό όσο και σε επιχειρηματικό «know how». – Πώς είναι να συνεργάζεσαι με έναν κολοσσό όπως Google; «Είναι σπουδαίο. Όταν είδα το mail από την Google να έρχεται ο ενθουσιασμός και η χαρά δεν περιγράφεται. Είναι από τις στιγμές που θα μου μείνουνε. Συνειδητοποιείς ότι ακόμα κι αυτοί οι κολοσσοί είναι εταιρείες. Είναι άνθρωποι, αν έχεις κάτι έξυπνο και καινοτόμο να τους πεις κι αν μπορούν να βγάλουν λεφτά μαζί σου, συνεργάζονται. Τρομάζεις αλλά όταν το βιώσεις αντιλαμβάνεσαι και συνειδητοποιείς ότι είναι πιο εύκολο από αυτό που είχες στο μυαλό σου. Όταν ξεκίνησα να πλησιάσω την Google έλεγα “Google, πώς να πάω μέσα στο περίπτερο, τι να πω, πώς να μιλήσω”. Τολμώντας το μπορώ να πω ότι δεν διαφέρει πολύ από το να ανοίξω την πόρτα και να ζητήσω συνεργασία από μία ελληνική επιχείρηση. Είναι εφικτό, είναι εύκολο αλλά θέλει αποφασιστικότητα». – Από εδώ και πέρα, τα μελλοντικά σχέδια; «Έχουμε συμφωνήσει με έναν πελάτη τον οποίο θα τρέξουμε στη Ρουμανία τώρα με την Goοgle, ο οποίος θα είναι από τους πρώτους που θα δοκιμάσουν αυτήν την τεχνολογία. Σκοπός μας γενικά σαν εταιρεία, πέρα από τη συνεργασία μας με την Google, είναι να μπούμε μέσα και σε άλλους μεγάλους παίκτες όπως είναι το Facebook, με την οποία επιδιώκουμε να κάνουμε το αντίστοιχο, και φυσικά να επεκταθούμε σε άλλες χώρες στο εξωτερικό. Έχουμε πάρει ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της αγοράς στην Ελλάδα και ήρθε η ώρα να δούμε και τις ξένες αγορές γιατί το έχει ανάγκη και η χώρα μας». – Υπάρχει και το ενδεχόμενο να φύγετε από τη Θεσσαλονίκη; «Όχι η εταιρεία δεν σκέφτεται να φύγει από την Θεσσαλονίκη τουλάχιστον όσον αφορά την παραγωγή, τους προγραμματιστές, τους μηχανικούς. Αυτό που μπορεί να κάνουμε είναι να επεκτείνουμε τις πωλήσεις μας σε άλλες χώρες με γραφεία και συνεργασίες. Η έδρα μας θέλουμε να παραμείνει στην Ελλάδα, την αγαπάμε την Ελλάδα έχει καλούς μηχανικούς, συνεργαζόμαστε με το Αριστοτέλειο πολύ στενά, θέλουμε να έχουμε πρόσβαση στα πανεπιστήμια και στους ανθρώπους, κάνουμε και διάφορα events με άλλες εταιρείες που μας βοηθάνε να έχουμε πρόσβαση στο ανθρώπινο δυναμικό. Η εταιρεία είναι οι άνθρωποί της, περαιτέρω ανάπτυξη σημαίνει πιο έξυπνα μυαλά και άνθρωποι που μπορούνε να μας πούνε τι να κάνουμε. Ο μέσος όρος ηλικίας στην εταιρεία μας είναι τα 27 χρόνια και το 50% είναι γυναίκες, ποσοστό που δεν συναντάμε συχνά σε τεχνολογικές εταιρίες! Το σχολείο μπορεί να μην μου έδωσε τα κατάλληλα εφόδια, αλλά όταν ασχολήθηκα με την εταιρία στη Θεσσαλονίκη έμαθα κάτι πολύ σημαντικό. Είχα την τύχη να βρω τους κατάλληλους ανθρώπους και να με βοηθήσουν την κατάλληλη στιγμή. Σίγουρα μπορώ να πω ότι το σχολείο που έχω βγάλει είναι η Apifon, έχω μάθει πάρα πολλά πράγματα. Μαζί με την εταιρεία ωρίμασα κι εγώ, ωρίμασε και η εταιρεία».