Η ανάγκη για καλύτερες συνθήκες διαβίωσης αναδεικνύεται σε βασικό κίνητρο μετακίνησης για εκατομμύρια Ευρωπαίους, όπως καταγράφεται στην πανευρωπαϊκή έρευνα European Housing Trend Report 2024 της RE/MAX Europe. Η ποιότητα της κατοικίας, η ελκυστικότητα της τοποθεσίας και το επαρκές εμβαδόν αποτελούν τους κυριότερους λόγους που ωθούν τους πολίτες να σκεφτούν τη μετακόμιση. Αντίθετα, παράγοντες όπως το κλίμα καταγράφονται ως δευτερεύουσας σημασίας, με μόλις το 8% των συμμετεχόντων να το αναγνωρίζει ως καθοριστικό στην απόφασή τους.

Η έρευνα, που αποτυπώνει με σαφήνεια τη μεταβαλλόμενη σχέση των Ευρωπαίων με τη στέγη τους, σκιαγραφεί τις σύγχρονες τάσεις και τους προβληματισμούς γύρω από την κατοικία, φέρνοντας στο προσκήνιο τη σταδιακή μετατόπιση των προτιμήσεων – από το «πού μένω» στο «πώς και γιατί ζω εκεί».

Η μελέτη, που πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με την Opinium Research σε δείγμα 20.000 ενηλίκων από διάφορες ευρωπαϊκές χώρες – μεταξύ αυτών και η Ελλάδα – καταγράφει με σαφήνεια πως το τρίπτυχο ποιότητα στέγασης, καλύτερη τοποθεσία και μεγαλύτερο εμβαδόν παραμένει ο βασικός άξονας που καθοδηγεί τις αποφάσεις μετακόμισης. Σε μια εποχή που οι στεγαστικές ανάγκες διαφοροποιούνται διαρκώς, οι πολίτες δίνουν πλέον ιδιαίτερο βάρος στην αναβάθμιση του τρόπου ζωής τους, επιδιώκοντας συνθήκες που συνδυάζουν λειτουργικότητα και άνεση.

Ποιες είναι οι βασικές προτεραιότητες;

Οι Ευρωπαίοι φαίνεται να θέτουν την ποιοτική στέγαση σε πρώτη μοίρα: περισσότερος χώρος, σύγχρονες υποδομές και καλύτερη ενεργειακή απόδοση καταγράφονται ως κύριοι λόγοι αναζήτησης νέας κατοικίας. Παράλληλα, η τοποθεσία παραμένει κομβική – όχι μόνο ως γεωγραφική θέση, αλλά και ως δείκτης πρόσβασης σε υπηρεσίες, συγκοινωνίες και ευκαιρίες απασχόλησης.

Σε αντίθεση με όσα συχνά πιστεύεται, το κλίμα επηρεάζει ελάχιστα τις αποφάσεις μετακόμισης. Μόλις το 8% των ερωτηθέντων ανέφερε τις καιρικές συνθήκες ως καθοριστικό παράγοντα για αλλαγή κατοικίας.

Ωστόσο, η οικονομική πραγματικότητα αποτελεί συχνά το μεγαλύτερο ανάχωμα για την πραγματοποίηση αυτών των επιθυμιών. Σύμφωνα με την έρευνα, το 64% όσων σκέφτονται να μετακομίσουν θεωρεί το κόστος αγοράς ή ενοικίασης ακινήτου ως το μεγαλύτερο εμπόδιο. Η κατάσταση είναι ακόμη πιο δύσκολη σε χώρες όπως η Κροατία και η Μάλτα, όπου οι τιμές των ακινήτων έχουν φτάσει σε δυσθεώρητα επίπεδα.

Στην Τσεχική Δημοκρατία και την Ελλάδα, πάνω από το 58% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι δεν διαθέτουν επαρκές κεφάλαιο για να υποστηρίξουν μια τέτοια μετακίνηση. Πέρα από το οικονομικό σκέλος, η διαδικασία της μετακόμισης καθαυτής αποθαρρύνει το 25% των ερωτηθέντων, ενώ το 23% επικαλείται τα υψηλά επιτόκια δανεισμού ως έναν ακόμα ανασταλτικό παράγοντα. Η έλλειψη διαθέσιμων κατοικιών σε περιοχές υψηλής ζήτησης επηρεάζει αρνητικά το 18% των συμμετεχόντων.

Αστικοποίηση vs επιστροφή στη φύση

Η έρευνα καταγράφει και μια εντυπωσιακή διαφοροποίηση στις χωρικές προτιμήσεις των πολιτών. Παρά την εντεινόμενη αστικοποίηση, δεν λείπει και η αντίστροφη κίνηση: οι τάσεις στροφή προς τα προάστια ή ακόμη και την ύπαιθρο αρχίζουν να κερδίζουν έδαφος.

Συγκεκριμένα, το 31% όσων εξετάζουν το ενδεχόμενο μετακόμισης δηλώνει πρόθεση εγκατάστασης σε αστικά κέντρα με υψηλό βιοτικό επίπεδο. Η τάση αυτή είναι ιδιαίτερα εμφανής στην Τουρκία (55%) και τη Ρουμανία (42%), όπου οι μεγάλες πόλεις φαίνεται να συγκεντρώνουν σημαντικά ποσοστά εσωτερικής μετανάστευσης.

Την ίδια στιγμή, ένα 22% επιλέγει τα προάστια, με τα υψηλότερα ποσοστά να εντοπίζονται σε Πολωνία (39%) και Τσεχία (33%). Ενδιαφέρον παρουσιάζει η τάση επιστροφής στη γεωργική ή αγροτική ζωή, με το 18% των Ευρωπαίων να εξετάζει τη μετακίνηση σε περιοχές εκτός των μεγάλων αστικών ιστών. Στη Γαλλία και τη Σλοβενία, τα ποσοστά αυτής της προτίμησης φτάνουν το 30% και 29% αντίστοιχα.

Το κίνητρο της μετεγκατάστασης

Λιουμπλιάνα

Παρά τους περιορισμούς, περισσότεροι από τους μισούς Ευρωπαίους δηλώνουν ανοικτοί στο ενδεχόμενο μετακόμισης. Συγκεκριμένα, το 55% των συμμετεχόντων δήλωσε πως θα σκεφτόταν να αλλάξει κατοικία εάν του παρουσιαζόταν η κατάλληλη ευκαιρία.

Η πρόθεση αυτή είναι ακόμη πιο έντονη στην Τουρκία (67%), την Πορτογαλία (62%) και τη Σλοβενία (61%). Οι κάτοικοι μεγάλων πόλεων είναι εκείνοι που εμφανίζουν τη μεγαλύτερη διάθεση μετακόμισης (63%), ενώ στις αγροτικές περιοχές το ποσοστό αυτό πέφτει στο 43%.

Σημαντικοί παράγοντες ενθάρρυνσης της μετακόμισης είναι η εύρεση ακινήτου σε ελκυστική τοποθεσία (36%), η αύξηση του εισοδήματος, καθώς και η ενδεχόμενη μείωση επιτοκίων, που θα καθιστούσε ευκολότερη τη χρηματοδότηση αγοράς κατοικίας. Η κρατική ενίσχυση θεωρείται επίσης κρίσιμη, με το 19% των συμμετεχόντων να την αναγνωρίζει ως σημαντική, ποσοστό που ανεβαίνει στο 29% στην Ελλάδα και την Τουρκία.

Ικανοποίηση και ποικιλομορφία

Παρά τις δυσκολίες, σε πολλές χώρες η ικανοποίηση από την τρέχουσα στεγαστική κατάσταση παραμένει σε υψηλά επίπεδα. Σε Ολλανδία και Ρουμανία, το 84% των ερωτηθέντων δηλώνει ευχαριστημένο με το σπίτι του – ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 76%.

Αντίθετα, στην Ιρλανδία, η δυσαρέσκεια είναι εντονότερη, με το 18% να δηλώνει μη ικανοποιημένο – σχεδόν διπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (10%). Η δυσαρέσκεια εντοπίζεται κυρίως στους ενοικιαστές και όσους ζουν σε συνθήκες μειωμένης ασφάλειας.

Η ιδιοκατοίκηση φαίνεται να ενισχύει σημαντικά το αίσθημα ευημερίας: το 84% όσων απέκτησαν ακίνητο με ίδια κεφάλαια και το 83% όσων το αγόρασαν μέσω δανείου δηλώνουν ικανοποιημένοι, γεγονός που υπογραμμίζει τον ρόλο της κατοχής στέγης στην ποιότητα ζωής.