Atenistas. Είναι ακριβώς αυτό που λέει το όνομά τους. Τα παιδιά της πόλης. Όχι μιας οποιασδήποτε πόλης αλλά της Αθήνας. Έβλεπαν την πρωτεύουσα στην οποία ζουν και δεν τους άρεσε. Ξεκίνησαν φυτεύοντας ένα σπόρο σε ένα παρτέρι. Κι αυτό το σπόρο ένας κάτοικος, ένας άνδρας, μία γυναίκα, ένα παιδί ή ένας ηλικιωμένος τον πότιζε και τον φρόντιζε καθημερινά. Με τα χρόνια έγινε δέντρο. Αυτό το δέντρο μετράει ήδη πέντε χρόνια. Οι Atenistas μετρούν πέντε χρόνια ζωής και 138 δράσεις κάθε λογής στο κέντρο της πόλης. Γράφει ο Γιώργος Λαμπίρης – Φωτογραφίες/Βίντεο: Γιάννης Κέμμος Ασχολούνται με το περιβάλλον και την αισθητική ανάπλαση του αστικού ιστού. Με τον πολιτισμό και την ιστορία της πόλης. Διοργανώνουν περιπάτους και μεταλαμπαδεύουν όπου μπορούν την ιστορία της πόλης. Κοινωνικές δράσεις με επίκεντρο τον άνθρωπο, όσους δεν μπορούν, είτε γιατί ήρθαν ως πρόσφυγες, ξένοι σε μία ξένη πόλη, είτε ανήμποροι συνάνθρωποί μας, χτυπημένοι από την οικονομική κρίση. Δίνουν χρώμα σε σχολεία, δημιουργώντας graffiti ή άλλης μορφής τοιχογραφίες. Δίνουν ζωή σε κάθε γκρίζα και παραμελημένη γωνιά της Αθήνας. Ο Τάσος Χαλκιόπουλος, η Χρύσα Χανιώτη και ο Λάμπρος Σεκλιζιώτης είναι τρεις από τους Atenistas, οι οποίοι μιλούν στο newsbeast.gr. Ανάμεσά και γύρω τους πολλοί ακόμα Αθηναίοι που πίστεψαν ότι η πόλη τους, η πόλη μας, μπορεί να γίνει καλύτερη. Πιο όμορφη, πιο αισιόδοξη, πιο πράσινη. Αρκεί να αλλάξουμε λίγο τον τρόπο που την κοιτάζουμε. Γιατί η Αθήνα δεν είναι η πόλη που μας φιλοξενεί αλλά η πόλη που ζούμε. Ακολουθώντας ίσως τη σωκρατική ρήση, σύμφωνα με την οποία εκείνος που θέλει να αλλάξει τον κόσμο, ας… ταρακουνήσει τον εαυτό του.
– Πέρασαν κιόλας πέντε χρόνια… Τάσος: Ναι, πώς πέρασαν έτσι! Το βλέπω στον καθρέφτη! (Γέλια). Έκανα μία αναδρομή, καθότι έφτιαξα τη λίστα με τις δράσεις αυτών των πέντε χρόνων και όντως, εάν το δεις ποσοτικά σε άτομα που εργάστηκαν, σε χρόνο και σε όγκο δουλειάς, είναι κάτι που δεν το περίμενα όταν ξεκινούσαμε. Ήταν μία προσπάθεια δική μου και του Δημήτρη του Ρηγόπουλου -δεν είναι πια στην ομάδα- δεδομένου ότι και οι δύο αγαπούσαμε και αγαπάμε την Αθήνα. Το σημαντικότερο είναι ότι όλα αυτά τα χρόνια, όλοι μας γνωρίσαμε πάρα πολύ ενδιαφέροντες ανθρώπους. Ήταν μία ευκαιρία να γνωριστούν άνθρωποι με την ίδια νοοτροπία και πια είμαστε φίλοι. Αυτή η φιλία ήταν που έφτιαξε τους Atenistas. Υπήρχε ένας ιστός φίλων, οι οποίοι περνούσαν πολύ ωραία με αυτό που έκαναν, αλλά εξέφραζαν ταυτόχρονα μία δημιουργική ανάγκη. Μία ανάγκη που σήμερα είναι πιο έντονη από ποτέ. Είναι ένας τρόπος να μην υποταχθούμε σε έναν τρόπο σκέψης που επιβάλλει η καθημερινότητα. Μία αντίδραση σε ό,τι συμβαίνει. – Χρύσα γιατί διάλεξες να ενταχθείς στους Atenistas; Θα έκανες κάτι ανάλογο σε όποιο μέρος της Ελλάδας κι αν βρισκόσουν; Χρύσα: Θα προσπαθούσα οπουδήποτε και αν βρισκόμουν να κάνω κάτι. Βέβαια δεν θα ήταν το ίδιο με αυτό που κάνω εδώ. Επέλεξα τους Atenistas αφού έψαξα σε πολλούς διαφορετικούς χώρους και σε πολλές διαφορετικές ομάδες. Στο τέλος βγήκα αυτό που με εξέφραζε καλύτερα. Ο τρόπος λειτουργίας της ομάδας αλλά και η ενασχόλησή της με την Αθήνα με παρακίνησαν να ασχοληθώ μαζί της. Λάμπρος: Κι εδώ που τα λέμε εάν δεν ήταν η πόλη έτσι όπως είναι δεν θα υπήρχαν και οι Atenistas. Γιατί εάν ζούσαμε στην Κοπεγχάγη θα ήμαστε περιττοί. Η πόλη είναι που δημιούργησε την ανάγκη για τη δημιουργία των Atenistas, και ταυτόχρονα την ανάγκη να εκφραστούν μέσα σε αυτήν. Νομίζω τελικά ότι η πόλη ευθύνεται για όλα. Και για τα καλά και για τα άσχημα. – Κάποιος θα πει ενδεχομένως ότι εάν θέλουμε να αλλάξουμε κάτι μπορούμε να το κάνουμε και μόνοι μας, ξεκινώντας πρώτ’ απ’ όλα από το σπίτι μας. Επομένως γιατί χρειαζόμαστε τους Atenistas; Λάμπρος: Πολύ σωστό είναι αυτό. Δεν το κάνουμε όμως, το κάνουμε; Ο Έλληνας έχει μία νοοτροπία που λέει ότι φροντίζει ότι εκτείνεται έως και την εξώπορτα του σπιτιού του. Από εκεί και έξω ο ενδιάμεσος χώρος ανάμεσα στο ιδιωτικό και το δημόσιο δεν υπάρχει για τον Έλληνα. Βγαίνει από το αυτοκίνητό του και μπαίνει στο σπίτι του. Βγαίνει από το σπίτι του και μπαίνει στο αυτοκίνητό του. Το αισθητικό και το πρακτικό μέρος δεν υπάρχει πουθενά μέσα στην πόλη. Και η πόλη ουσιαστικά είναι ένας δημόσιος χώρος. Χρύσα: Στην Κοπεγχάγη που προανέφερε ο Λάμπρος, ο κάτοικος θα φροντίσει και το πεζοδρόμιό του… Τάσος: Στα χωριά ας πούμε οι γιαγιάδες βγαίνουν και καθαρίζουν το δρόμο ή το πεζοδρόμιο, όχι μόνο στην αυλή τους. – Για να μην μιλάμε μόνο για τα άσχημα της Αθήνας, θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Στο Λονδίνο τους βλέπεις να κυκλοφορούν όλοι στο μετρό ή στο δρόμο με ακουστικά και ένα κινητό στο χέρι, εντελώς αποκομμένοι από το υπόλοιπο περιβάλλον. Τουλάχιστον οι Έλληνες επικοινωνούμε ακόμα μεταξύ μας. Λάμπρος: Επειδή μιλάμε για τους Λονδρέζους, μπορεί να είναι έτσι, αλλά βλέπεις ότι οι περισσότεροι κάθονται στα πάρκα, τρώνε το σαντουιτσάκι τους, το μεσημεριανό τους, διαβάζουν το βιβλίο τους. Όπου υπάρχει κενός χώρος πηγαίνουν και τον χρησιμοποιούν. Αφενός έχουν τα πάρκα, αφετέρου όμως έχουν και την αστική κουλτούρα για να τα χρησιμοποιήσουν. Στην Ελλάδα δεν έχουμε ούτε τα πάρκα, ούτε τις πλατείες, ούτε και το δημόσιο χώρο. Και φυσικά δεν διαθέτουμε τη συγκεκριμένη νοοτροπία. Τάσος: Ας δούμε το Πεδίον του Άρεως. Είναι ένα εξαιρετικό πάρκο, μεγάλης έκτασης. Θα μπορούσαν να πηγαίνουν οι Αθηναίοι εκεί, να κάνουν τις βόλτες τους και να παίζουν τα παιδιά τους. Αυτό συνέβαινε έως τη δεκαετία του ’80 και τώρα είναι ένας έρημος χώρος. Αυτό που βλέπουμε είναι να πηγαίνουν μόνο οι μετανάστες από την ανατολική Ευρώπη, καθώς έχουν αυτή την κουλτούρα. – Χρύσα να πιαστώ από μία φράση του Τάσου, ο οποίος είπε ότι στο χωριό βγαίνει η γιαγιά και καθαρίζει. Μήπως τελικά πρέπει να γυρίσουμε όλοι στα χωριά μας; Χρύσα: Δεν μπορώ να το κρίνω εγώ αυτό. Θα έλεγα όμως ότι ακόμα και οι Αθηναίοι που έφυγαν από κάποιο χωριό -οι περισσότεροι δηλαδή- ήρθαν στην πρωτεύουσα κάποια στιγμή και λίγο αργότερα ήθελαν να επιστρέψουν στο χωριό τους. Χρησιμοποιούσαν την πόλη για να βγάζουν τα προς το ζην. Όλοι μπορεί να έλεγαν ότι το Σαββατοκύριακο θα πάνε στο χωριό τους, κι έτσι δεν είχαν ανάγκη τη μισή ώρα σε ένα πάρκο τις καθημερινές. Αυτή είναι λίγο ή πολύ η κουλτούρα μας. Δεν είμαστε όμως εδώ για να εξηγήσουμε πώς ήρθαν έτσι τα πράγματα, αλλά για να δούμε πώς μπορούμε να ζήσουμε καλύτερα σήμερα. Τάσος: Κι αυτό είναι που κάνουμε ως Atenistas. Βρίσκουμε εγκαταλειμμένους χώρους και τους μετατρέπουμε σε pocket parks. Πρόκειται για μικρούς χώρους, στους οποίους μπορεί να κινηθεί μία γειτονιά και να κινητοποιηθεί. Να αποκτήσει μία σχέση με το σημείο, διαμορφώνοντας διαφορετικά τη ζωή της. – Υπάρχει πολιτικό μήνυμα, πολιτική άποψη πίσω από τις δράσεις σας; Κάποιοι σας έχουν κατηγορήσει ως απολίτικους. Τάσος: Αυτό είναι που μας κρατάει ζωντανούς. Έχουμε ως αντικείμενο την Αθήνα όπως η Θύρα 13 έχει τον Παναθηναϊκό, αν μπορώ να το θέσω έτσι. Ο καθένας έχει τις πολιτικές του απόψεις και ποτέ παρόλ’ αυτά δεν έχει πέσει στο τραπέζι κάποια πολιτική τοποθέτηση. Φαντάσου να εισέβαλαν ανάμεσά μας πολιτικές απόψεις. Ούτε κατά διάνοια. Λάμπρος: Αν λειτουργούσαμε με την κομματική αντίληψη ότι πρέπει να κάνουμε κάτι στην πόλη, βασισμένοι σε μία συγκεκριμένη ιδεολογία, τότε δεν θα κάναμε ποτέ τίποτα. – Αν μπορούσατε αύριο κιόλας, θα φεύγατε από την Αθήνα; Λάμπρος: Για να πάω πού; Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη, την πιο όμορφη πόλη της Ελλάδας αυτή τη στιγμή. Το θέμα όμως είναι ότι μεγάλωσα στην Αθήνα και το σπίτι μου είναι εδώ. Άρα πολεμάω για το σπίτι μου. Έχω μνήμες από τη Θεσσαλονίκη, η καθημερινότητά μου όμως είναι εδώ. Μπορεί στην Αθήνα να βρίζω εφτά φορές, πηγαίνοντας με το αυτοκίνητο στη δουλειά μου -όχι μόνο για το κυκλοφοριακό αλλά και επειδή παρατηρώ πράγματα-, βλέποντας πώς μεταχειρίζεται κάποιος το πεζοδρόμιο ή πώς οδηγεί στο δρόμο. Όταν επιστρέφω στο σπίτι μου, ψάχνω λύσεις. «Ίσως θα μπορούσαμε να το κάνουμε έτσι, ίσως κάπως αλλιώς», λέω, και έτσι γαληνεύω μέσα μου». Χρύσα: Εγώ είμαι από την Πάρο. Ωστόσο δεν θα γύριζα εκεί, παρά το γεγονός ότι την υπεραγαπώ. Είμαι παιδί της πόλης. Θα φύγω από την Αθήνα όταν στερέψει η ελπίδα για την πόλη που ζω. Αν δω ότι δεν γίνεται τίποτα και δεν βελτιώνεται η κατάσταση, νομίζω ότι τότε ίσως να το σκεφτόμουν πιο σοβαρά. Λάμπρος: Και πού να πας εδώ που τα λέμε…; Στο Λονδίνο; Εκεί σπούδασα και παρά το γεγονός ότι είναι μία πανέμορφη πόλη, το κλίμα δεν με σηκώνει. Στο Λονδίνο υπάρχουν 100 διαφορετικά είδη βροχής. Κάθετη, οριζόντια, χοντρή, ψιλή, διαγώνια. Εδώ τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Το πρόβλημα της Ελλάδας είναι ότι σ’ αυτό το οικόπεδο ζουν οι λάθος άνθρωποι. Εάν ζούσαν οι Λονδρέζοι στη χώρα μας, θα είχαν κάνει «παπάδες». Τάσος: Δεδομένου ότι έχουμε μία ζωή και έχω ζήσει ένα μοντέλο ζωής στην Αθήνα, είναι πιθανό να έφευγα και να πήγαινα να ζήσω κάπου αλλού. – Να σας θυμίσω ένα από τα απρόοπτα στους αθηναϊκούς δρόμους που αντιμετωπίσατε λίγα χρόνια πριν; Όταν αποφασίσατε να δώσετε χρώμα στα τσιμεντένια σκαλιά της Μαρασλή και δεχτήκατε καταγγελία από κατοίκους του Κολωνακίου αλλά και έντονη κριτική περί αισθητικής. Τάσος: Αυτή ήταν και η πιο διφορούμενη δράση των Atenistas. Συζητούσαμε διαρκώς για το αν θα έπρεπε να γίνει ή όχι. Θεώρησα ότι ήταν μία παρέμβαση μεγάλης κλίμακας, με δεδομένο ότι δεν είχαμε πάρει την επίσημη άδεια από το δήμο Αθηναίων. Προχωρήσαμε στη συγκεκριμένη κίνηση χωρίς να έχουμε την άδεια, ενώ κατά τη γνώμη μου θα έπρεπε να είμαστε καλυμμένοι από κάθε πλευρά. Κρίνοντάς την εκ των υστέρων, μετά από δύο χρόνια, μπορώ να πω ότι ήταν μία καλή κίνηση. Η Αθήνα δεν είναι παρά ένα γκρίζο αστικό περιβάλλον που κυκλοφορούμε. Εμείς βάλαμε χρώμα και δημιουργήσαμε μία πολύχρωμη εικόνα. Λάμπρος: Εγώ πήγα την επόμενη μέρα και είδα ένα ζευγάρι Ρώσων, οι οποίοι είχαν σταθεί και έβγαζαν φωτογραφίες στα σκαλιά της Μαρασλή. Υπό άλλες συνθήκες δεν θα σταματούσαν να φωτογραφηθούν σε ένα γκρίζο σκαλοπάτι. Τα σκαλιά ήταν ένα πέρασμα από το σημείο Α στο σημείο Β. Αυτή η παρέμβαση στο τοπίο άλλαξε το πέρασμα και το έκανε προορισμό. Πήγαινε κάποιος για να δει τα σκαλιά, να καθίσει στα κόκκινα ή στα πράσινα σκαλοπάτια. Η χρωματική αναμόρφωση ωθούσε τον περαστικό να ανέβει κάθε φορά και πιο ψηλά. Να φτάσει στο τέλος της σκάλας και να δει την Αθήνα από πιο ψηλά. – Εσείς περνάτε από ένα σημείο, φυτεύετε μερικά λουλούδια σε ένα παρτέρι, βάφετε το παρτέρι και περιποιείστε το χώρο. Μετά από λίγη ώρα κάποιος ξεριζώνει τα λουλούδια και καταστρέφει το παρτέρι. Πόσο εύκολο είναι να έχουν ανταπόκριση τέτοιες δράσεις και να τύχουν του ανάλογου σεβασμού; Χρύσα: Αυτό που περιγράφεις έχει συμβεί. Η απογοήτευση είναι τεράστια σε αυτή την περίπτωση. Επειδή όμως περνάμε ξανά και ξανά από το ίδιο σημείο, δεν το παρατάμε και προσπαθούμε με κάθε τρόπο να το διορθώσουμε ή να καλέσουμε τον δήμο να το διορθώσει. Τάσος: Μπορεί κάποιος να δημιουργήσει το πιο ωραίο άγαλμα και να περάσει κάποιος με ένα σπρέι να το καταστρέψει. Δεν σημαίνει ότι αυτός ο ένας εκφράζει ολόκληρη την πόλη. Στην Αθηνάς βάλαμε κάποια ταμπελάκια για την ιστορία των κτιρίων και κάποιος πήγε και τα έβγαλε. Πάντα υπάρχει ο ένας που μπορεί να κάνει ζημιά. Με απογοήτευσε η συγκεκριμένη κίνηση, αλλά δεν μπορώ να πω ότι έτσι λειτουργεί η πόλη στο σύνολό της. Πολλές φορές δίνουμε αξία στην κίνηση ενός «βαρεμένου» και χάνουμε την ουσία. Εάν ήταν πολλοί, θα έλεγα πράγματι ότι κάτι δεν πάει καλά. Αλλά δεν είναι έτσι. Αυτό κάνω και στη ζωή μου άλλωστε. Παρακάμπτω το ένα… στραβό γεγονός και πάω στο επόμενο βήμα. Λάμπρος: Ούτως ή άλλως δεν υπάρχει μία εικόνα μόνο. Μπορεί να περάσουμε την επόμενη ημέρα και να δούμε μία γιαγιά να ποτίζει τον πλάτανο. Κι αυτό συμβαίνει αρκετά συχνά. Τάσος: Στον Κολωνό για παράδειγμα υπάρχει ένα παρκάκι που το φροντίζει όλη η γειτονιά. Όλα εξαρτώνται και σε μεγάλο ποσοστό από τη γειτονιά. Γιατί υπάρχουν και γειτονιές που δεν φροντίζουν με τον ίδιο τρόπο το πάρκο της γειτονιάς τους. Στο Παγκράτι για παράδειγμα οι αντιδράσεις ήταν αρνητικές σε μία ανάλογη δράση μας. Λάμπρος: Θυμάμαι έναν ηλικιωμένο να έρχεται και να μας ρωτάει: «Ρε παιδιά γιατί δεν φτιάχνετε ένα πάρκινγκ;». Δεν θα μπορούσαμε άλλωστε να φτιάξουμε χώρο στάθμευσης σε ένα χώρο 12 τετραγωνικών, μόνο και μόνο για να χωρέσουν δύο αυτοκίνητα, αντί να βάλουμε πέντε δέντρα και δύο παγκάκια για να μπορεί κάποιος να κάθεται. Μερικοί νομίζουν ότι στέλνουν γράμμα στον Άγιο Βασίλη και ζητάνε να τους φτιάξει ένα πάρκινγκ. Τάσος: Άλλωστε εμείς καταναλώνουμε τον ελεύθερό μας χρόνο για να αλλάξουμε κάτι. Δεν είμαστε ούτε ΜΚΟ, ούτε δεχόμαστε επιχορηγήσεις. Μόνο αν θέλει κάποιος να προσφέρει χρώματα, μπορεί να έρθει και να μας τα δώσει. Λεφτά δεν δεχόμαστε! – Τελικά ποια δέντρα ταιριάζουν καλύτερα στην Κανάρη; Οι νεραντζιές ή οι βραχυκίτωνες; (Με αφορμή την αντικατάσταση των νεραντζιών από βραχυκίτωνες στην οδό Κανάρη στο Κολωνάκι από τον πρώην δήμαρχο Αθηναίων, Νικήτα Κακλαμάνη). Λάμπρος: Θεωρήθηκε από τη γειτονιά ως τεράστιο λάθος το γεγονός ότι ξεριζώθηκαν οι νερατζιές για να μπουν στη θέση τους βραχυκίτωνες. Τάσος: Βέβαια είναι πιο φροντισμένο το δάπεδο, το οποίο άλλαξε ταυτόχρονα με την αντικατάσταση των δέντρων. Λάμπρος: Μπορεί να άλλαξαν το δάπεδο, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι ωραιότερο… Θα σας το εξηγήσω πρακτικά. Έχουμε ένα πολύ μικρό πεζοδρόμιο. Αυτό δεν σημαίνει ότι μπορούμε να φυτέψουμε έναν βραχυκίτωνα, ο οποίος αναπτύσσεται ταχύτατα και θα φτάσει σύντομα στον 1ο,2ο, 3ο όροφο. Αναγκαστικά ο δήμος θα χρειαστεί να κόψει την κορυφή του για να μην ψηλώσει άλλο. Αυτό σημαίνει ότι το δέντρο δεν θα αναπτυχθεί φυσιολογικά. Ο πρώην δήμαρχος επέλεξε ένα δέντρο που ανταποκρίνεται σε μεγαλύτερη έκταση χώρου και το τοποθέτησε σε ένα πολύ στενό πεζοδρόμιο. Από την άλλη πλευρά αφαίρεσε τις νεραντζιές που ήταν τόσο στενά συνδεδεμένες με την εικόνα της πρωτεύουσας. – Τι έκαναν και τι κάνουν αυτή τη στιγμή οι Atenistas; Μιλήστε μας για δράσεις και παρεμβάσεις σας… Χρύσα: Ασχολούμαστε με φιλανθρωπικές δράσεις και πολιτιστικά δρώμενα, τα οποία διοργανώνουμε κατά καιρούς. Έχουμε ανοίξει τον θερινό κινηματογράφο της Κυψέλης και εκεί στήσαμε μία ξεχωριστή συναυλία. Τάσος: Είχαμε καλέσει μάλιστα τον Λουκιανό Κηλαηδόνη, ο οποίος είναι Κυψελιώτης και έχει γράψει τα «θερινά τα σινεμά». Τον πήγαμε στην Κυψέλη εκεί που μεγάλωσε και έγραψε το τραγούδι για να γίνει η συγκεκριμένη συναυλία. Χρύσα: Μία από τις πιο χαρακτηριστικές εκδηλώσεις μας ήταν επίσης όταν φέραμε τη Λυρική στη Βαρβάκειο Αγορά, όπου συγκεντρώθηκαν 3.000 άτομα. Επίσης, ετοιμάσαμε τον πρώτο χρόνο της λειτουργίας μας, βραδιά ταγκό στον σταθμό Πελοποννήσου. Και είχε μεγάλη προσέλευση και ανταπόκριση από τον κόσμο. Τάσος: Στόχος μας είναι να ενεργοποιούμε ξανά διάφορες τοποθεσίες ή κτίρια. Για παράδειγμα ο σταθμός Πελοποννήσου έχει ενταχθεί στο ΕΣΠΑ με την προοπτική ανακαίνισης. Πρόκειται για ένα εξαιρετικό κτίριο με ιδιαίτερη ιστορική σημασία. Χρύσα: Χρειάστηκαν πολλοί φορείς για να μπορέσουμε τότε να πάρουμε την άδεια να πραγματοποιήσουμε τη βραδιά ταγκό στο σταθμό. Από τον ΟΣΕ έως και έναν σύλλογο παλαιών οδηγών. Οργανώσαμε επίσης διαγωνισμό φωτογραφίας και εκδώσαμε και βιβλίο μετά από διαγωνισμό διηγήματος. – Λάμπρο ποιο είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο για να ανοίξουν οι πόρτες και να πραγματοποιηθεί μία δράση; Λάμπρος: Όταν θέλουμε να κάνουμε κάτι σε έναν δημόσιο χώρο, καταρχάς πρέπει να μιλήσουμε με το δήμο. Τάσος: Πέρα από τα σκαλοπάτια της Μαρασλή, συνήθως παρεμβαίνουμε σε ιδιωτικούς χώρους, όπως παρατημένα κτίρια ή οικόπεδα. Σπανίως ασχολούμαστε με τη δημόσια περιουσία. Μία τέτοια περίπτωση παρόλ’ αυτά ήταν η διαμόρφωση του κήπου της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Στόχος μας εξαρχής ήταν να ασχοληθούμε με τις υποβαθμισμένες περιοχές. Να κάνουμε τον άλλο να νοιαστεί γι’ αυτές. – Πώς σας φαίνεται η… αναβάθμιση περιοχών όπως ο Ψυρρής, το Γκάζι ή ο Κεραμεικός, όπου έχουν ανοίξει πολλά νυχτερινά μαγαζιά; Λάμπρος: Υποβάθμιση λέγεται αυτό που έχει συμβεί. Όχι αναβάθμιση. Αυτά γίνονται μέσα στο πλαίσιο της έλλειψης σχεδίου από το ελληνικό κράτος. Ξαφνικά ανοίγουν 50 καφέ και 10 μπουζουξίδικα χωρίς κανέναν προγραμματισμό. Τάσος: Και η συγκεκριμένη επιχειρηματική δραστηριότητα καθορίζει τη χρήση γης σε μία περιοχή. Ο μοναδικός τρόπος να γίνει κάτι σε μία περιοχή είναι να ανοίξουν καφετέριες και μπουζούκια. Λάμπρος: Να γίνουν καρεκλάδικα δηλαδή! Είναι σίγουρη επένδυση! – Έχετε τσακωθεί ποτέ με κόσμο στη διάρκεια μιας δράσης; Λάμπρος: Έχουμε τσαντιστεί με κόσμο. Όπως εκείνος ο τύπος που ήρθε και μας ζήτησε να φτιάξουμε στο πάρκινγκ στο Παγκράτι. Τσαντίστηκα μέσα μου. Ήταν ένας παππούς, ο οποίος εκτός των άλλων ήθελε να φτιάξουμε και υπόστεγο για να βάζει το αυτοκίνητό του. Επίσης στη Μαρασλή είχε έρθει η αστυνομία μετά από καταγγελία των κατοίκων. Χρύσα: Ανάμεσα σε αυτά είχαμε και ένα απρόοπτο στο τανγκό του Σταθμού Πελοποννήσου. Θέλαμε να έχουμε ήχο εποχής στα ηχεία και τελικά μείναμε χωρίς ηχεία! Τελικά πήγαν όλα καλά, με μία μικρή όμως καθυστέρηση. – Όταν δεν είστε οι Αtenistas, ποιοι είστε στην καθημερινότητά σας; Τάσος: Έχω γραφιστικό γραφείο στο κέντρο της Αθήνας και ασχολούμαι με το blog μου, athensville. Χρύσα: Εγώ είμαι μία κοινή θνητή με δουλειά γραφείου, μητέρα ενός μικρού κοριτσιού. Προσπαθώ όσο μπορώ να τα συνδυάζω. Η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία χρόνια η παρουσία μου στους Atenistas έχει αραιώσει πάρα πολύ. Αυτό όμως είναι και το σκεπτικό της ομάδας. Να προσφέρει ο καθένας όταν μπορεί. Λάμπρος: Είμαι αρχιτέκτονας με όλη την καθημερινή βαβούρα και αμέτρητα προβλήματα στο μυαλό μου. Ασχολούμαι με πολλά και διαφορετικά χόμπι και κυρίως προβληματίζομαι για τα όσα συμβαίνουν στην πόλη. – Μετά τα 5 χρόνια τι ακολουθεί; Τάσος: Η αλήθεια είναι, όπως σου ξαναείπα, ότι ποτέ δεν περιμέναμε πως θα είχε αυτή την εξέλιξη. Υπάρχει μία κόπωση μετά από τόσο καιρό αλλά θα συνεχίσουμε τουλάχιστον για έναν ακόμα χρόνο. Έχω στο μυαλό που διάφορα απωθημένα, για πράγματα που δεν προλάβαμε να κάνουμε. Θα θέλαμε να δημιουργήσουμε ένα ηλεκτρονικό σύστημα, το οποίο θα καταγράφει όλα τα προβλήματα και στη συνέχεια σε συνεννόηση με το Δήμο θα ψάχνουμε τις λύσεις. Όταν λείπει το παρτέρι ενός δέντρου, έχει σπάσει ένα πεζοδρόμιο ή κάτι τέτοιο… – Πριν σας αποχαιρετήσω, θα ήθελα να μου πείτε τι σας αρέσει στην Αθήνα. Ποιο είναι το αγαπημένο σας σημείο στην πόλη; Λάμπρος: Μου αρέσει να περπατάω στην πόλη σε πείσμα της γυναίκας μου, η οποία αγαπάει περισσότερο τη θάλασσα. – Το έχω κι εγώ αυτό το πρόβλημα, το ομολογώ…! Λάμπρος: Τι να κάνω; Είμαι παντρεμένος και… -Εγώ όχι, αλλά παρόλ’ αυτά τ’ ακούω πού και πού! Χρύσα εσύ; Χρύσα: Κι εμένα μ’ αρέσει το περπάτημα στην πόλη. Αν και με το καρότσι τα πράγματα μόνο εύκολα δεν είναι. Ως μάνα δεν μπορώ να το πάρω μαζί μου. Λάμπρος: Εδώ δεν μπορείς να κυκλοφορήσεις χωρίς καρότσι… Τάσος: Η αγαπημένη μου ώρα είναι το βράδυ. Τις καθημερινές μ’ αρέσει να περπατάω στην έρημη πόλη μόνος μου. – Άρα με βάση τα όσα μου λέτε, κανένας δεν θέλει να πηγαίνει το καλοκαίρι για μπάνιο στη… Βουλιαγμένη. Χρύσα: Εεεε όχι! Ωραία είναι η θάλασσα! Τάσος: Είναι σημαντικό πλεονέκτημα της Αθήνας η θάλασσα. Γι’ αυτό και θα πρέπει να ανακατευθύνουμε την πόλη προς τα εκεί. Λάμπρος: Είναι γεγονός ότι η κλίμακα στην Αθήνα είναι διαφορετική. Δεν είναι όπως στη Θεσσαλονίκη που περπατάει κανείς και βλέπει θάλασσα ακόμα και από τους κάθετους δρόμους. – Η κρίση σας βοήθησε ως Atenistas; Τάσος: Μπορεί οι Αtenistas να συνέπεσαν με την έναρξη της κρίσης, όμως δεν δημιουργήθηκαν γι’ αυτό. Αυτό που θέλαμε ήταν να αντιμετωπίσουμε την κρίση και την παρακμή της Αθήνας, η οποία προϋπήρχε. Και αμέσως μετά τους Ολυμπιακούς έγινε πιο έντονη. Λάμπρος: Στους Ολυμπιακούς ζούσαμε απλά σε ένα συννεφάκι. – Καλή όμως δεν είναι και η ψευδαίσθηση; Λάμπρος: Καλή είναι αρκεί να κρατούσε. Γιατί μετά ακολούθησε η απότομη προσγείωση. – Να είστε καλά παιδιά! Εμείς ευχαριστούμε πάρα πολύ! Δείτε όλα τα θέματα του Weekend