Τα θερινά ανάκτορα του Τατοΐου σφραγίστηκαν οριστικά στις 13 Δεκεμβρίου 1967, ημέρα κατά την οποία ο τότε βασιλιάς Κωνσταντίνος Β’ επιχείρησε ανεπιτυχώς ν’ ανατρέψει τη Χούντα των Συνταγματαρχών, με αποτέλεσμα να διαφύγει οικογενειακώς στη Ρώμη προκειμένου να μην συλληφθεί. Εκείνη την ημέρα επί της ουσίας γράφτηκε και το τέλος της μοναρχικής δυναστείας στην Ελλάδα, που διήρκεσε 104 χρόνια – με κάποια μικρά διαλείμματα.
Εδώ και 55 χρόνια λοιπόν το κτιριακό συγκρότημα του Τατοΐου είναι κλειστό, ωστόσο αυτή την περίοδο βρισκόμαστε στην τελική φάση αξιοποίησής του από το ελληνικό κράτος και σε περίπου δύο χρόνια από σήμερα αναμένεται να έχει μετατραπεί σε χώρο αναψυχής προσβάσιμο προς όλους, διαθέτοντας μεταξύ άλλων μουσείο που θα αναδεικνύει την ιστορικότητα του χώρου, οινοποιείο, εστιατόρια υψηλής γαστρονομίας, καφετέριες, ξενώνες αγροτουρισμού, χώρους εκδηλώσεων και δημιουργικής απασχόλησης για παιδιά και ενήλικες, κατασκηνώσεις, ερευνητικό κέντρο, εγκαταστάσεις μη κυβερνητικών οργανώσεων που μεριμνούν για την περίθαλψη των ζώων και την προστασία του περιβάλλοντος και καταστήματα.
Δείτε μέσα από το αποκλειστικό βίντεο του Newsbeast πώς είναι σήμερα η εικόνα στα ανάκτορα στο Τατόι
Τι προβλέπει η μελέτη αξιοποίησης των 42.000 στρεμμάτων του κτήματος
Μετά από δεκαετίες εγκατάλειψης το βασιλικό κτήμα αλλάζει όψη. Μόλις πριν από ένα μήνα εγκρίθηκε από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων του Υπουργείο Πολιτισμού η οριστική μελέτη αξιοποίησης των 42.000 στρεμμάτων του πρώην βασιλικού κτήματος που εκτός από την αποκατάσταση του πολύτιμου κτιριακού αποθέματος, αφορά και τον εκσυγχρονισμό των δικτύων υποδομών που υπάρχουν στους πρόποδες του βουνού της Πάρνηθας όπου βρίσκεται το ανάκτορο. Νωρίτερα είχε εγκριθεί και η μελέτη βιωσιμότητας του κτήματος που καταρτίστηκε επίσης για λογαριασμό του Υπουργείου Πολιτισμού και θα πρέπει να σημειωθεί ότι η διαφορά της από τις προηγούμενες αντίστοιχες μελέτες (της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου Α.Ε. και του Οργανισμού Αθήνας) είναι πως αυτή η τελευταία βασίστηκε όχι μόνο στον σεβασμό του περιβάλλοντος και της ιστορικότητας του κτήματος των συνολικά 15 κτιρίων, αλλά και στις αρχές της οικονομικής βιωσιμότητας
Σε μουσείο μετατρέπεται το κεντρικό κτίριο
Βάσει του σχεδιασμού που έχει γίνει θα πρέπει να αναμένουμε τα εξής:
Καταρχάς το κεντρικό κτίριο, το βασιλικό ανάκτορο δηλαδή των 3.100 τετραγωνικών μέτρων, θα μετατραπεί σε μουσείο και οι χώροι του θα αντανακλούν την περίοδο του βασιλιά Γεωργίου του Α’ (ήταν μονάρχης από το 1863 έως το 1913 που δολοφονήθηκε). Θα εκτίθενται έπιπλα, αντικείμενα, πίνακες, αλλά και χαρτώες μαρτυρίες, που τεκμαίρουν την διαδρομή της τέως βασιλικής οικογένειας. Παράλληλα, στους χώρους του υπογείου, θα υπάρχουν αίθουσες για εκπαιδευτικά προγράμματα ή μικρές θεματικές περιοδικές εκθέσεις, ενώ η υπάρχουσα αίθουσα του κινηματογράφου, θα χρησιμοποιείται για προβολές συναφούς ιστορικού υλικού. Το δε γειτονικό κτίριο των μαγειρείων συνολικής επιφάνειας 447 τετραγωνικών μέτρων (εκ των οποίων τα 90 καταλαμβάνει το υπόγειο) θα μετατραπεί σε εκδοτήριο εισιτηρίων που θα κόβουν οι επισκέπτες προκειμένου να εισέρχονται στο μουσείο, σε πωλητήριο προϊόντων και σε αναψυκτήριο.
Η αρχιτεκτονική μελέτη αναφέρει για το κεντρικό κτίριο πως στο ισόγειό του θα διατηρηθεί η κεντρική είσοδος στη βόρεια όψη, «δεδομένου ότι αντιστοιχεί στην εποχή της υφιστάμενης διαμόρφωσης του χώρου της κύριας εισόδου με το κλιμακοστάσιο». Θα διατηρηθεί η κλίμακα που οδηγεί από το ισόγειο στο υπόγειο, πλησίον του αναβατορίου τροφίμων, για λόγους μουσειολογικούς, καθώς από την σκάλα αυτή, σε συνδυασμό με το αναβατόριο, γινόταν η επικοινωνία από την υπόγεια κουζίνα στο ισόγειο. Επίσης, για μουσειολογικούς λόγους διατηρείται η κλίμακα που οδηγούσε από το γραφείο του ισογείου, στα υπνοδωμάτια, στον Α΄ όροφο.
Οι εργασίες που προβλέπονται στο πρώην ανάκτορο
Η αρχιτεκτονική μελέτη αναφέρει πως «στον Α’ όροφο, αναδιαμορφώνεται ο χώρος γύρω από την ξύλινη κλίμακα. Παραμένουν τα μεγάλα παράθυρα στη νότια όψη του κτηρίου. Επισημαίνεται ότι για την περίοδο του Γεωργίου Α’, υπάρχει φωτογραφικό υλικό για τους εσωτερικούς χώρους του ισογείου, κυρίως από το γραφείο του Γεωργίου Α’, το σαλόνι και στους χώρους της νότιας πλευράς του κτηρίου.
Στον Β’ όροφο (σοφίτα), διατηρείται το σύνολο των υφιστάμενων φεγγιτών, εκτός από δύο, οι οποίοι καταργούνται, καθώς προβλέπεται η επαναφορά του δυτικού αετώματος της στέγης. Στη στάθμη υπογείου, διαμορφώνονται επιπλέον χώροι υγιεινής για το κοινό».
Συνοπτικά, οι εργασίες που προβλέπονται για την αποκατάσταση του ανακτόρου αφορούν σε:
- Εργασίες στερέωσης και επισκευής σύμφωνα με την τεχνική περιγραφή της στατικής μελέτης.
- Εργασίες διαρρύθμισης, (κατασκευή νέων χώρων υγιεινής, ενσωμάτωση ανελκυστήρων κλπ).
- Εκ νέου κατασκευή όλων των ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων, σύμφωνα με την τεχνική περιγραφή της μελέτης η/μ εγκαταστάσεων ώστε να καλύπτονται πλήρως λειτουργικά οι νέες χρήσεις των χώρων.
- Εργασίες συντήρησης διακοσμητικών στοιχείων.
- Εργασίες διαμόρφωσης περιβάλλοντος χώρου.
Αντίγραφο αγροικίας του Πέτερχοφ
Να σημειωθεί ότι το κτίριο του θερινού ανακτόρου αποτελεί αντίγραφο αγροικίας της Πέτερχοφ, περιοχής που βρίσκεται 30 χλμ. δυτικά της Αγίας Πετρούπολης, εκεί δηλαδή που υπάρχει και το θερινό ανάκτορο του πάλαι ποτέ τσάρου της Ρωσίας. Μάλιστα ο βασιλιάς Γεώργιος Α’ έστειλε το 1880 στην Αγία Πετρούπολη τον αρχιτέκτονα Σάββα Μπούκη προκειμένου να μελετήσει διά ζώσης τα εκεί πολυτελή οικοδομήματα και η ανέγερση της θερινής βασιλικής οικίας στο Τατόι, ξεκίνησε το 1884 και ολοκληρώθηκε το 1886. Πρόκειται για κτήριο λιθόκτιστο, μήκους 72 μέτρων και μέγιστου πλάτους περίπου 16 μέτρων, το οποίο αναπτύσσεται σε τέσσερα επίπεδα:
- Υπόγειο επιφανείας 1220,30τ.μ.
- Ισόγειο επιφανείας 1017,27τ.μ.
- Όροφο επιφανείας 963,86 τ.μ. και
- Σοφίτα επιφανείας 842,86 τ.μ.
Το κτήριο αποτελείται από 2 κύριες πτέρυγες (την ανατολική και τη δυτική), και επιστεγάζεται με ξύλινη κεραμοσκεπή. Η μεγάλη τραπεζαρία, στο ισόγειο, αποτελούσε το διαχωριστικό όριο μεταξύ των δύο πτερύγων. Η σημερινή εικόνα του ανακτόρου είναι προϊόν μετατροπών και τροποποιήσεων που έγιναν από την τέως βασιλική οικογένεια για πρακτικούς, αισθητικούς και για λόγους εκσυγχρονισμού.
Υλοποιήθηκαν σε τρεις κυρίως περιόδους:
- Την 1η περίοδο (1884-1913) που αφορά στην ανέγερσή του και την διαμόρφωση των κήπων από τον Γεώργιο Α’,
- Την 2η περίοδο (1913-1947) κατά την οποία ξεκίνησε (το έτος 1937) επί Γεωργίου Β’ μια σειρά εργασιών τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό του, που τροποποίησαν σημαντικά την αρχική του εικόνα και στις οποίες οφείλει τη σημερινή του μορφή
- Την 3η περίοδο (1947-1967) κατά την οποία, επί Παύλου Α’, το ανάκτορο εκσυγχρονίσθηκε και έγιναν νέες τροποποιήσεις κυρίως στο υπόγειο, τμήμα (κάτω από τον χώρο του γραφείου του Γεωργίου Α’) που μετατράπηκε σε αίθουσα κινηματογράφου, τη σοφίτα και τον κήπο του κτηρίου, καθώς και εσωτερικές διαρρυθμίσεις.
Όσον αφορά τα υπόλοιπα οικοδομήματα, το κτίριο που βρίσκεται δυτικά των μαγειρείων και λειτουργούσε κάποτε ως υπασπιστήριο (είναι αντίγραφο μικρής βίλας του Bernstorff της Δανίας), συνολικής έκτασης 245 τετραγωνικών μέτρων, θα φιλοξενεί σε λίγο καιρό τα γραφεία της κρατικής διοίκησης του κτήματος, ενώ το κτίριο που χρησιμοποιούσε το προσωπικό του παλατιού, (εκτάσεως 614 τ.μ. συν άλλων 182 τ.μ. που είναι το υπόγειο) θα μετατραπεί σε ξενοδοχειακή μονάδα. Σημειωτέον ότι την περίοδο της βασιλείας του Παύλου Α’ (1947 – 1964), διέμενε στο κτίριο εκτός από τον υπασπιστή υπηρεσίας, ο γυμναστής του διαδόχου, η οικονόμος της βασιλικής επαύλεως, ενώ ένα δωμάτιο που έμενε ελεύθερο, διατίθετο ενίοτε σε μέλη του προσωπικού που βρίσκονταν πιο κοντινά στους βασιλείς και οι οποίοι για κάποιο λόγο είχαν ανάγκη να ξεκουραστούν.
Η οικία Στουρμ που χρονολογείται από το 1874 (σ.σ. ονομάστηκε έτσι από το επώνυμο του Βερολινέζου αγρονόμου – οινοποιού των ανακτόρων που έμενε εκεί μαζί με τη σύζυγό του) συνολικής επιφάνειας 240 τ.μ. και το κτίριο του τηλεγραφείου/τηλεπικοινωνιών συνολικής επιφάνειας 170 τ.μ. θα φιλοξενούν εκθέσεις επιμέρους θεμάτων. Την περίοδο της βασιλείας του Παύλου Α’ και του Κωνσταντίνου Β’, εργάζονταν στις τηλεπικοινωνίες του Τατοΐου πέντε τηλεφωνητές (τρεις άνδρες και δύο γυναίκες) κι ένας προϊστάμενος, όλοι υπάλληλοι του ΟΤΕ. Βοηθός τους και νυχτοφύλακας ήταν ένας χωροφύλακας που ανελάμβανε να ξυπνά τον εκάστοτε τηλεφωνητή για να κάνει την σύνδεση, στις σπάνιες νυχτερινές κλήσεις. Η βάρδια ήταν 24ωρη.
Η οικία φροντιστή (σ.σ. του επικεφαλής του ανδρικού προσωπικού των ανακτόρων) συνολικής επιφάνειας 80 τετραγωνικών μέτρων και η μικρή αποθήκη των 11 τ.μ. θα φιλοξενούν επίσης τις ανάγκες της διοίκησης του κτήματος.
Τα δύο κτίρια του κτήματος που λειτουργούσαν ως χώροι στάθμευσης των βασιλικών οχημάτων μαζί με τις οικίες των οδηγών (επί της ουσίας μιλάμε για τέσσερα κτίρια έκτασης 200, 116, 82 και 66 τετραγωνικών μέτρων) θα μετατραπούν σε έκθεση αυτοκινήτων όπου ο επισκέπτης θα μπορεί να θαυμάζει τα πολυτελή τροχοφόρα που χρησιμοποιούσε κάποτε ο βασιλικός οίκος των Γλύξμπουργκ.
Σε ξενοδοχείο μετατρέπεται ο στρατώνας
Το κτίριο των στρατώνων (πρωτοκτίσθηκε περίπου το 1913 – 1915 και διέθετε θαλάμους στρατωνισμού τόσο για τους ευζώνους της Ανακτορικής Φρουράς όσο και για τους χωροφύλακες και τους άλλους οπλίτες της φρουράς του Τατοΐου), συνολικής επιφάνειας 960 τετραγωνικών μέτρων, θα μετατραπεί σε ξενοδοχείο, που εκτός από καταλύματα θα διαθέτει επίσης χώρο κοινωνικών εκδηλώσεων και εστιατόριο.
Στην οικία του αρχικηπουρού, ένα διώροφο γραφικό κτίσμα της δεκαετίας του 1880 συνολικής έκτασης 150 τ.μ, εκ των οποίων τα 50 είναι υπόγειοι χώροι, θα δημιουργηθεί το κέντρο ελέγχου του κτήματος, ενώ η οικία του βασιλικού δασοφύλακα (εκτάσεως 112 τ.μ.) αναμένεται να γίνει κατά πάσα πιθανότητα κέντρο πληροφόρησης του δραστήριου Συλλόγου Φίλων του Τατοΐου.
Το διευθυντήριο των 416 τετραγωνικών μέτρων θα μετατραπεί σε εστιατόριο το οποίο θα σερβίρει μενού με βάση τα τοπικά προϊόντα που θα παράγονται στο κτήμα Τατοΐου. Σημειωτέον πως το διευθυντήριο είναι ένα από τα οικοδομήματα που επλήγη από τη φωτιά του 2021.
Το δασονομείο των 100 τετραγωνικών μέτρων (κτισμένο κατά την πρώτη περίοδο της βασιλείας του Κωνσταντίνου Α’) θα μετατραπεί σε Αστυνομικό Τμήμα, ενώ το κομψό κτίριο του ξενοδοχείου «Το Τατόϊον» που άρχισε να λειτουργεί στα 1890 – 1892 και έκλεισε οριστικά το 1936 (εκτάσεως 376 τ.μ. συν άλλων 124 τ.μ. του υπογείου), του σταθμού Χωροφυλακής (κτίστηκε στα χρόνια της Α’ Αβασίλευτης Δημοκρατίας, πριν το 1933 και είναι εκτάσεως 100 τ.μ.), της οικίας αξιωματικών που κτίστηκε στα 1890 ως κατάλυμα των αξιωματικών της Ανακτορικής Φρουράς (190 τ.μ.), μαζί με τα τρία κτίρια κατοικιών των εργατών (288, 182, 80 τ.μ.), το εργαστήριο των εργατών (90 τ.μ.) και την αποθήκη (30 τ.μ.) θα γίνουν όλα μαζί ένα νέο ξενοδοχείο.
Το βουστάσιο θα μετατραπεί σε έκθεση βασιλικών αυτοκινήτων και αγροτικής παραγωγής
Το παλαιό βουστάσιο των ανακτόρων που χτίστηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1870 (εκτάσεως 428 τ.μ.) και είχε χωρητικότητα 48 ζώων, θα φιλοξενεί έκθεση αμαξών της τέως βασιλικής οικογένειας και εγκαταστάσεις ερευνητικού κέντρου. Το δε νεότερο και πολύ πιο μεγάλο βουστάσιο των 1.498 τ.μ. που ξεκίνησε να λειτουργεί το 1952 και έχει σχήμα «Π» με μακρύτερο το οριζόντιο σκέλος του, θα μετατραπεί σε χώρο έκθεσης αγροτικής παραγωγής, με οχήματα και εξοπλισμό που υπήρχε στο κτήμα.
Ειδικότερα, στο ισόγειό του, θα φιλοξενηθεί μουσειακός χώρος προβολής των αντικειμένων που σώζονται στο κτήριο – τεκμήρια της αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής του κτήματος – με ξεχωριστά τμήματα για την έκθεση παραγωγής γαλακτοκομικών, λαδιού και κρασιού. Στο ίδιο κτίριο θα αναπτυχθεί και η έκθεση των παλαιών βασιλικών αυτοκινήτων. Στα εκθέματα περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων μια Rolls-Royce της εποχής, MG TD Midget, ηλεκτροκίνητα Fiat 500 Boano Spider Elegance και οχήματα του γκολφ. Στον όροφο θα διαμορφωθεί αίθουσα πολλαπλών χρήσεων και χώρος εκδηλώσεων. Να σημειωθεί ότι το κτίριο του Νέου Βουστασίου βρίσκεται στην επονομαζόμενη αγροτική ενότητα του κτήματος. Περατώθηκε το 1952 και αντικατέστησε το παλαιότερο κτίσμα του βουστασίου, καθώς δεν επαρκούσε για να καλύψει τις ανάγκες της αναπτυσσόμενης αγροτικής παραγωγής του Κτήματος, εκείνη την περίοδο.
Το ιπποστάσιο θα μετατραπεί σε κυλικείο και χώρους δημιουργικής απασχόλησης
Στο ιπποστάσιο των 420 τ.μ. θα φιλοξενηθεί κυλικείο, πωλητήριο και χώρος δημιουργικής απασχόλησης παιδιών (συμπεριλαμβανομένου κέντρου ενημέρωσης για τα άλογα). Ειδικότερα, στον ενιαίο χώρο του ισογείου χωροθετούνται η υποδοχή, το αναγνωστήριο, το κυλικείο –καθιστικό, το κέντρο πληροφόρησης για τα άλογα και βοηθητικοί χώροι. Στον όροφο τοποθετείται ο χώρος δημιουργικής απασχόλησης των παιδιών και περιλαμβάνει αίθουσα κατασκευών, αίθουσα απασχόλησης και βοηθητικούς χώρους (υποδοχής, υγιεινής, γραφεία προσωπικού). Το κτίριο του Ιπποστασίου βρίσκεται στην παραγωγική ενότητα του Κτήματος. Εντάσσεται στο δεύτερο συγκρότημα στάβλων το οποίο αναγέρθηκε κατά την πρώτη περίοδο ανοικοδόμησης του κτήματος (1873-78) από τον Γεώργιο Α’. Στον άμεσο περιβάλλοντα χώρο του διατηρούνται το κωδωνοστάσιο του Κτήματος -με χαραγμένη στην καμπάνα τη λέξη «Τατόι» και τη χρονολογία «1895».
Το χοιροστάσιο των 190 τ.μ. (το πρώτο μεταπολεμικό κτίσμα του κτήματος που κτίστηκε το 1948 και ήταν χωρητικότητας περίπου 40 ζώων) θα γίνει πωλητήριο αναμνηστικών ειδών, ενώ σε εστιατόριο και καφετέρια θα μετατραπεί και ο στάβλος Πλατάνου. Τέλος, το κουκλίστικων διαστάσεων βουτυροκομείο εκτάσεως 108 τ.μ. που μοιάζει σαν να βγήκε από παραμύθι και κτίστηκε το 1898, θα αλλάξει ελαφρώς χρήση, αφού θα μετατραπεί σε μουσείο βουτυροκομείου.Υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο θα επισκέπτονται το κτήμα περίπου 2.000.000 τουρίστες ενώ βασικός στόχος είναι να αποτελέσει πόλο έλξης ακόμη και του διεθνούς τζετ σετ, όπως συμβαίνει με πρώην βασιλικά ανάκτορα σε άλλες χώρες του κόσμου.