«Είμαι ένας τελείως οριζόντιος συγγραφέας» έλεγε ο Τρούμαν Καπότε. «Δεν μπορώ να σκεφτώ αν δεν είμαι ξαπλωμένος σε κρεβάτι ή σε καναπέ, με τον καφέ και το τσιγάρο κοντά μου». Ο Καπότε είχε την ίδια συνήθεια με πολλούς διάσημους συγγραφείς και φιλοσόφους.

Ο ποιητής Τζων Μίλτον αφιέρωνε τα πρωινά του σε περισυλλογή στο κρεβάτι. Ο φιλόσοφος και μαθηματικός Καρτέσιος αρεσκόταν να κοιμάται ως τις 10 το πρωί και στη συνέχεια να σκέφτεται και να γράφει, πάντα στο κρεβάτι, ως τις 11. Ο Βολταίρος περνούσε το πρωί στο κρεβάτι, διαβάζοντας και υπαγορεύοντας τα έργα του σε έναν από τους γραμματείς του. Ο Μαρσέλ Προυστ έγραφε μόνο ξαπλωμένος, με το σώμα του οριζοντιωμένο και το κεφάλι του υποστηριζόμενο από δύο μαξιλάρια. Ο Γουίλιαμ Στάιρον ήταν πιο χαλαρός. Κοιμόταν ως το μεσημέρι, μετά διάβαζε και σκεφτόταν στο κρεβάτι για μια ώρα ακόμα, έτρωγε το μεσημεριανό του στη 1.30 και ξεκινούσε το γράψιμο στις 4 το απόγευμα.


Μπάνιο

Ο συγγραφέας Σόμερσετ Μωμ εργαζόταν στο μπάνιο: σκεφτόταν τις δύο πρώτες προτάσεις που θα έγραφε ενώ ήταν βυθισμένος στη μπανιέρα. Ο συνθέτης Μπέντζαμιν Μπρίτεν εργαζόταν ανάμεσα σε δύο ντους: ένα κρύο το πρωί και ένα καυτό το απόγευμα. Ενώ δουλεύει πάνω στα σενάριά του, ο Γούντι Άλεν χρησιμοποιεί το ντους σαν διεγερτικό δημιουργίας. «Ένα μπάνιο εξαφανίζει τα πάντα και με χαλαρώνει» έλεγε.

«Στέκομαι με το καυτό νερό να πέφτει πάνω μου για δύο ή τρία τέταρτα, ενώ σκέφτομαι το σενάριο. Μετά στεγνώνομαι και πιάνω δουλειά».

Το μπάνιο ήταν απαραίτητο για τη διαδικασία της δημιουργίας και του Μπετόβεν. Του άρεσε να ρίχνει νερό στα χέρια του στο νιπτήρα, τραγουδώντας μόνος του δυνατά, μετά έκανε βόλτες μέσα στο λουτρό και σταματούσε για να καταγράψει ιδέες. Με αυτόν τον τρόπο, έφτανε σε μια κατάσταση αυτοσυγκέντρωσης που ήταν εξαιρετική για τη σύνθεση μουσικής, αλλά όχι και τόσο καλή για την υπόληψή του ως γείτονας και ενοικιαστής. Με όλο αυτό το νερό και το περπάτημα, συχνά το δωμάτιο γέμιζε νερό που διαπερνούσε το πάτωμα και έπεφτε στον κάτω όροφο.

Αντίθετα, ο Βενιαμίν Φραγκλίνος προτιμούσε ένα καθημερινό «μπάνιο αέρα». Στην εποχή του, τα κρύα ντους θεωρούνταν τονωτικά, αλλά ο Φραγκλίνος πίστευε ότι το κρύο παραήταν μεγάλο σοκ για τον οργανισμό. «Βρήκα πιο ταιριαστό στην κράση μου να λούζομαι σε ένα άλλο στοιχείο, τον κρύο αέρα» έγραφε σε ένα από τα γράμματά του. «Έτσι, σηκώνομαι σχεδόν κάθε πρωί και κάθομαι στο δωμάτιό μου χωρίς ρούχα, για μισή ή και μια ώρα – ανάλογα με την εποχή, διαβάζοντας ή γράφοντας».

Κάπνισμα
Από την άλλη, κάποιοι είχαν σαν εργαλείο το κάπνισμα: «πάντα ζωγράφιζα καπνίζοντας» έγραφε στα απομνημονεύματά του ο Γάλλος ζωγράφος Μπαλτίς. «Μέσα μου καταλάβαινα πως το κάπνισμα διπλασίαζε την αυτοσυγκέντρωσή μου, επιτρέποντάς μου να βρίσκομαι μέσα στον πίνακά μου εξ’ ολοκλήρου. Τώρα που λόγω ηλικίας το σώμα μου είναι πιο αδύναμο, καπνίζω λιγότερο, αλλά δεν θα έχανα για κανένα λόγο τις εξαίσιες στιγμές περισυλλογής πριν από το ζωγράφισμα, με ένα τσιγάρο στα χείλη μου που με βοηθούσε στο έργο μου».

Επιπλέον, αναρίθμητοι συγγραφείς θεωρούσαν πως το κάπνισμα τους βοηθούσε στην περισυλλογή – ή ίσως τους άρεσαν όλα τα μικρά τελετουργικά που συνοδεύουν το κάπνισμα. Ο συγγραφέας Πρίτσετ άναβε μια πίπα προτού αρχίσει το γράψιμο και, καθώς προχωρούσε η μέρα, γέμιζε τον περίγυρο με χρησιμοποιημένα σπίρτα. Ο Ντόναλτ Μπαρθέλμ κάπνιζε τσιγάρα ενώ έγραφε. Ο Τόμας Μαν επίσης κάπνιζε ενόσω έγραφε, αλλά περιοριζόταν σε 12 τσιγάρα και δύο πούρα ημερησίως. Ο φιλόσοφος Ιμμάνουελ Καντ κάπνιζε μονάχα μια πίπα μετά το πρωινό περπάτημα, αλλά σύμφωνα με μαρτυρίες «το μέγεθος και η χωρητικότητα της πίπας του μεγάλωναν όσο περνούσαν τα χρόνια»

Άσκηση
Μπορεί οι μεγάλες βόλτες να είναι ωραίες, ωστόσο πολλοί καλλιτέχνες θεωρούν πως χρειάζονται πιο έντονη άσκηση. Ο ζωγράφος Μιρό περνούσε μια ώρα ημερησίως με σκληρή άσκηση, πυγμαχώντας, κάνοντας σκοινάκι ή κολυμπώντας στις ακτές της Ισπανίας και τρέχοντας κατά μήκος της παραλίας. Μετά το μεσημεριανό, ο Βίκτωρ Ουγκό ασκούταν στην παραλία. Σύμφωνα με τη βιογραφία του, ο συγγραφέας «έτρεχε μέχρι να ιδρώσει, γδυνόταν, έπεφτε στα κύματα από ένα βράχο και καθόταν στον ήλιο να στεγνώσει».

Ως μέρος της προετοιμασίας του για το γράψιμο, ο Φραντς Κάφκα αφιέρωνε δέκα λεπτά στην «τεχνική Μίλερ» – μια σειρά από σωματικές ασκήσεις που τις πραγματοποιούσε γυμνός μπροστά από το παράθυρο. Αφιέρωνε άλλα δέκα λεπτά αφότου τελείωνε το γράψιμο.

Ο συνθέτης Ιγκόρ Στραβίνσκι ασκούταν αμέσως μετά το ξύπνημα. Αν δεν μπορούσε να συνεχίσει τη σύνθεση λόγω κούρασης, στεκόταν για λίγο στο κεφάλι του, πράγμα που «ηρεμεί το κεφάλι και καθαρίζει το μυαλό», όπως έλεγε.

Διάλειμμα
Όλα όσα περιγράφονται, άσκηση, κάπνισμα, ύπνος, πλύσιμο, είναι βασικά δικαιολογίες για να κάνει κανείς διάλειμμα. Κανένα πρόβλημα. Είναι καλό να κάνει κανείς διαλείμματα. Κανείς δεν μπορεί να δουλεύει ασταμάτητα και, αν μπορεί, καλό θα ήταν να μην το κάνει. Πολλοί καλλιτέχνες τόνιζαν πως η αληθινή δουλειά συμβαίνει κατά τη διάρκεια των διαλειμμάτων, με νέες σκέψεις και ιδέες να έρχονται στο νου.

Ο συνθέτης Στιβ Ράιχ ακολουθεί τη μέθοδο αυτή: «Αν εργαστώ για δυο ώρες, θα πρέπει να πάω να πιω ένα φλιτζάνι τσάι ή να κάνω κάποια άλλη δουλειά, ώστε να κάνω λίγο διάλειμμα», έλεγε. «Και μετά επιστρέφω στη δουλειά. Ωστόσο, τα διαλείμματα είναι πολύ δημιουργικά, ειδικά όταν συναντώ προβλήματα στην εργασία. Αν τα συναντώ, ασχολούμαι με κάτι άλλο και η λύση έρχεται μόνη της».

Όταν ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ κολλούσε κατά τη διάρκεια της συγγραφής, έκανε διαλείμματα απαντώντας σε γράμματα. Ο Κάρολος Δαρβίνος έκανε διάλειμμα διαβάζοντας τα γράμματα της ημέρας και άκουγε τη γυναίκα του να διαβάζει αποσπάσματα από οποιοδήποτε βιβλίο. Ο Φρανκ Μπάουμ ενάλλασσε τη συγγραφή με την κηπουρική, φροντίζοντας τα άνθη του ενώ προσπαθούσε να βρει ιδέες για τα βιβλία του. «Οι ήρωές μου αρνούνται να κάνουν αυτό που επιθυμώ να κάνουν», εξηγούσε.

Φυσικά, υπάρχει μια λεπτή γραμμή ανάμεσα στο αναγκαίο διάλειμμα και την αναβλητικότητα· όμως, ακόμα κι η αναβλητικότητα έχει τα πλεονεκτήματά της. Αν ένα πρόβλημα στη δουλειά σας έχει γίνει έμμονη ιδέα, ένα μέρος του μυαλού σας θα ασχολείται ούτως ή άλλως μαζί του όλη την ώρα. Άρα, οι καλλιτέχνες συνεχώς εργάζονται, τρόπο τινά, ακόμα κι όταν …δεν εργάζονται.