Ενώ τα βλέμματα της διεθνούς κοινότητας είναι στραμμένα στην Ανατολική Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, όπου μαίνονται οι πόλεμοι Ουκρανίας – Ρωσίας και Ισραήλ – Χαμάς, σε μια άλλη άκρη του πλανήτη, τη βορειότερη, θερμαίνεται σταδιακά μια «ψυχρή» σύγκρουση με πρωταγωνιστές τις ισχυρότερες δυνάμεις του κόσμου.
Η περιοχή της Αρκτικής, εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής και του λιωσίματος των πάγων, διαμορφώνει νέα γεωπολιτικά δεδομένα, «απελευθερώνοντας» έναν ανεκμετάλλευτο πλούτο φυσικών πόρων, αλλά και νέους εμπορικούς δρόμους και νέες ευκαιρίες στρατηγικής υπεροχής. Ρωσία, Κίνα και Ηνωμένες Πολιτείες (NATO) χαράζουν την πορεία τους για να γίνουν οι «κυρίαρχοι των πάγων». Kορυφαίοι αναλυτές άμυνας και ασφάλειας ανά τον κόσμο προειδοποιούν για την πιθανότητα ενός «θερμού επεισοδίου» στην Αρκτική.
Γιατί είναι τόσο σημαντική η Αρκτική;
Τεράστια αποθέματα ζωτικών πόρων, που κάποτε κρύβονταν κάτω από τους πάγους, έρχονται στην επιφάνεια. Σύμφωνα με το Γεωλογικό Ινστιτούτο των ΗΠΑ, εκτιμάται πως στην Αρκτική υπάρχουν περίπου 90 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου και τεράστιες ποσότητες φυσικού αερίου.
Η περιοχή είναι επίσης γεμάτη με σπάνιες γαίες, μέταλλα που σήμερα είναι εξαιρετικά κρίσιμα καθώς αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της παραγωγής σύγχρονης τεχνολογίας μπαταριών και μικροτσίπ.
Επίσης, όπως αναφέρουν ειδικοί στη Daily Mail, οι συνθήκες στην Αρκτική είναι ιδανικές για τη μεγιστοποίηση του πλεονεκτήματος των μεθόδων δέσμευσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ηλιακοί συλλέκτες, ανεμογεννήτριες και υδροστρόβιλοι). Χώρες όπως η Ισλανδία και η Φινλανδία αξιοποιούν ήδη την υδροηλεκτρική, αιολική και γεωθερμική ενέργεια για να ικανοποιήσουν μεγάλο μέρος των ενεργειακών αναγκών τους.
Η αυξημένη προσβασιμότητα στις υφιστάμενες εμπορικές οδούς, όπως ο δρόμος της Βόρειας Θάλασσας (NSR), ή η δυνατότητα που προσφέρεται για διάνοιξη νέων εμπορικών διαδρομών, όπως η Διαπολική Θαλάσσια Διαδρομή (TSR), θα μπορούσε να μειώσει δραστικά τους χρόνους αποστολής και τη χρήση καυσίμων. Για παράδειγμα η απόσταση από ένα λιμάνι της βορειοδυτικής Ευρώπης και ένα λιμάνι της Άπω Ανατολής, μέσω του NSR, είναι σχεδόν κατά 40% μικρότερη από τη παραδοσιακή διαδρομή μέσω της διώρυγας του Σουέζ.
Και τα πλεονεκτήματα είναι ακόμη μεγαλύτερα αν κάποιος συνυπολογίσει πως η διαδρομή μέσω της διώρυγας του Σουέζ ενέχει και κινδύνους, που προκύπτουν από τις συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή, όπως συμβαίνει το τελευταίο διάστημα με τις επιθέσεις των Χούτι της Υεμένης.
Το λιώσιμο των πάγων της Αρκτικής σημαίνει ότι όλο και περισσότερα πλοία θα μπορούν να διασχίζουν περιοχές που κάποτε ήταν απρόσιτες ή απαιτούσαν τουλάχιστον τη συνοδεία παγοθραυστικών. Τα νέα δεδομένα καθιστούν τον βόρειο πόλο μια εξαιρετικά ελκυστικά διαδρομή για το παγκόσμια εμπόριο που συνεπάγεται τεράστια οικονομικά οφέλη για όσες χώρες αποκτήσουν έλεγχο στην περιοχή.
Το προβάδισμα της Ρωσίας
Και ενώ η Δύση αντιμετωπίζει πολλές προκλήσεις στην προσπάθειά της να ενισχύσει τα συμφέροντά της στην Αρκτική, η Ρωσία έχει εδώ και χρόνια αποκτήσει σημαντικό στρατηγικό πλεονέκτημα για την κυριαρχία στην περιοχή. Εξάλλου η Μόσχα έχει αναπτύξει τον πιο προηγμένο και μεγαλύτερο στόλο παγοθραυστικών για την πλοήγηση στην Αρκτική. Έναν επίσης ισχυρό στόλο αναπτύσσει και η Κίνα, όπως υπογράμμισε στη Daily Mail ο αμυντικός αναλυτής της RAND Europe και ειδικός σε θέματα ασφάλειας, Νίκολας Χουάν.
Η Ρωσία έχει επίσης επενδύσει τεράστια κεφάλαια στην ανάπτυξη στρατιωτικών υποδομών στον Αρκτικό Κύκλο, ήδη από το 2014. Πάνω από 50 στρατιωτικές βάσεις της Σοβιετικής Εποχής, συμπεριλαμβανομένων αεροδρομίων, ραντάρ, λιμανιών, ναυπηγείων και βάσεις εκτόξευσης πυραύλων έχουν ανακαινιστεί. Επίσης άλλες έχουν επεκταθεί για να φιλοξενήσουν ακόμη μεγαλύτερες δυνάμεις, μεταξύ των οποίων πυρηνικών βομβαρδιστικών και πυραύλων. Το πυρηνικό οπλοστάσιο της Ρωσίας είναι ενσωματωμένο στο Βόρειο Στόλο της.
Δυτικοί ειδικοί στον τομέα της Άμυνας εκφράζουν σοβαρές ανησυχίες για την «απειλή που θέτει η ρωσική επέκταση στην Αρκτική». Παράλληλα υπογραμμίζουν πως καταγράφονται και πολλές κυβερνοεπιθέσεις για να προκληθούν προβλήματα στις επιχειρήσεις άλλων χωρών στην Αρκτική. ΗΠΑ (Αλάσκα), Νορβηγία, Καναδάς και Φινλανδία έχουν αναφέρει τέτοιου είδους επιθέσεις τα τελευταία τρία χρόνια, ενώ η Ισλανδία και η Δανία (Γροιλανδία) έχουν αναφέρει «ύποπτες κινήσεις στο διαδίκτυο», ιδιαίτερα μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Επιπλέον η παρουσία του ισχυρού υποβρύχιου στόλου της Ρωσίας θα μπορούσε να αποτελεί σημαντική απειλή για δολιοφθορές στα ζωτικής σημασίας υποθαλάσσια δίκτυα οπτικών ινών, η καταστροφή των οποίων θα έπληττε δυτικές υποδομές αλλά και τις επικοινωνίες, εν μέσω μιας πιθανής κλιμάκωσης της έντασης.
Όσον αφορά το εμπόριο και την εξόρυξη πόρων, η Ρωσία διεκδικεί την κυριότητα και τον έλεγχο της πλειονότητας της Βόρειας Θαλάσσιας Διαδρομής, της πιο προσπελάσιμης αυτή τη στιγμή ναυτιλιακής διαδρομής της Αρκτικής που θα μπορούσε να γίνει η νέα μεγάλη οδός για το διεθνές εμπόριο. Η διαδρομή εκτείνεται κατά μήκος της αρκτικής ακτής της Ρωσίας και επομένως εμπίπτει στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) της Ρωσίας, επιτρέποντας στη χώρα να αναλάβει τον έλεγχο των ναυτιλιακών δραστηριοτήτων, της ναυσιπλοΐας και της εκμετάλλευσης των πόρων, σύμφωνα με το άρθρο 234 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS).
Σε μια προσπάθεια να αμφισβητήσουν την κυριαρχία της Ρωσίας, οι ΗΠΑ έχουν υποστηρίξει – μέχρι στιγμής χωρίς επιτυχία – ότι μεγάλα τμήματα του NSR θα έπρεπε να θεωρούνται διεθνή ύδατα. Ο NSR προσφέρει ήδη στον Βλαντιμίρ Πούτιν σημαντικά οφέλη καθώς εισάγει και εξάγει προϊόντα με την Κίνα, την Ινδία και άλλους συμμάχους του στην Ανατολή, αποφεύγοντας οποιαδήποτε παρέμβαση από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Η μακροχρόνια εστίαση της Ρωσίας στη στρατηγική και τις υποδομές στην Αρκτική αναμφίβολα τις παρέχει σημαντική επιρροή στη διαμόρφωση του μελλοντικού διεθνούς εμπορίου.
Ο ρόλος και οι επιδιώξεις της Κίνας
Η Κίνα, μαζί με τις ΗΠΑ, είναι μια από τις μεγάλες δυνάμεις του κόσμου που διεκδικούν κομμάτι από την «πίτα» στην Αρκτική. Παρά το γεγονός πως γεωγραφικά δεν έχει κανένα δικαίωμα κυριαρχίας, το Πεκίνο επιδίωξε και πέτυχε – επικαλούμενο τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής – να χαρακτηριστεί ως «παρατηρητής» στο Αρκτικό Συμβούλιο, την ομάδα των οκτώ αρκτικών κρατών – Καναδάς, Δανία (Γροιλανδία), Φινλανδία, Ισλανδία, Νορβηγία, Ρωσία, Σουηδία και ΗΠΑ (Αλάσκα).
Αν και πολλοί εκφράζουν ενστάσεις για τα «δικαιώματα» της Κίνας, το Πεκίνο έχει πολλά μέσα και κίνητρα για να γίνει ένας σημαντικός παίκτης στην ανάπτυξη της Αρκτικής και να αποκτήσει πρόσβαση στους φυσικούς πόρους και τις νέες εμπορικές οδούς. Για τον λόγο αυτό έχει επενδύσει πολλά στην ανάπτυξη υποδομών που έχουν σχεδιαστεί να λειτουργούν υπό πολικές συνθήκες και αυξάνει διαρκώς τον στόλο των παγοθραυστικών της. H ανάπτυξη της ναυτικής ισχύος και η παρουσία στην πρώτη γραμμή των εξελίξεων στην Αρκτική είναι μεταξύ των βασικών προτεραιοτήτων της κινεζικής ηγεσίας.
Η Κίνα «ποντάρει» στη σχέση εξάρτησης, σε εμπορικό και οικονομικό επίπεδο, που έχει διαμορφώσει με το Κρεμλίνο, ύστερα από την εισβολή στην Ουκρανία και τη ρήξη της Μόσχας με τη Δύση. Ως βασικός πολιτικός σύμμαχος της Ρωσίας, ο Βλαντιμίρ Πούτιν θα μπορούσε να προσφέρει ευνοϊκές συμφωνίες για πρόσβαση σε περιοχές της Αρκτικής επιδιώκοντας να ενδυναμώσει τους συμμαχικούς δεσμούς με το Πεκίνο.
Κατά τη διάρκεια μιας συνόδου κορυφής μεταξύ του Βλαντιμίρ Πούτιν και του Σι Τζινπίνγκ τον Μάρτιο, οι δύο χώρες συμφώνησαν να επικεντρωθούν στην Αρκτική. Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα του CNN, η Κίνα έχει επενδύσει 90 δισεκατομμύρια δολάρια στην περιοχή και δηλώνει ότι είναι ένα «κράτος σχεδόν στην Αρκτική».
Η Μόσχα και το Πεκίνο συνεργάζονται για να οικοδομήσουν έναν «Πολικό Δρόμο του Μεταξιού», με οικονομικούς, γεωπολιτικούς και στρατιωτικούς στόχους. Προχωρούν από κοινού στην κατασκευή υποδομών κατά μήκος της διαδρομής της Βόρειας Θάλασσας. Επιπλέον η Κίνα έχει «πατήσει» σε περιοχές της Αρκτικής και διατηρεί μια σειρά από δορυφορικές βάσεις και συστοιχίες κεραιών. Αυτά είναι φαινομενικά για ερευνητικούς σκοπούς, αλλά πιθανότατα έχουν διπλή (στρατιωτική) χρήση.
Η δημιουργία μιας σημαντικής εναλλακτικής θαλάσσιας διαδρομής είναι ύψιστης σημασίας για την Κίνα, η οποία έχει αναγκαστεί να διεξάγει το μεγαλύτερο μέρος της διεθνούς εμπορικής δραστηριότητάς της μέσω των παραδοσιακών διαδρομών, κομβικά σημεία των οποίων δεν ελέγχει και αυτό δημιουργεί περιορισμούς. Το ακόμα χειρότερο για το Πεκίνο είναι πως τα εν λόγω σημεία, ιδιαίτερα στη θάλασσα της Νότιας Κίνας, ελέγχονται από συμμάχους των ΗΠΑ. «Αυτό είναι ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα για την Κίνα», τόνισε ο διευθυντής του προγράμματος Εξωτερικής Πολιτικής του Ινστιτούτου Brookings, Μπρους Τζόουνς.
Όσο αυξάνεται ο ανταγωνισμός, αυξάνεται και ο κίνδυνος
Είναι δεδομένο πως όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές επιδιώκουν – και θα συνεχίσουν να το κάνουν – ενίσχυση των θέσεών τους στην «σκακιέρα» της Αρκτικής. Για παράδειγμα, η Φινλανδία έγινε μέλος του ΝΑΤΟ και εκκρεμεί η ένταξη της Σουηδίας. Εάν αυτή προχωρήσει τότε επτά από τα οκτώ κράτη της Αρκτικής θα είναι μέλη της δυτικής στρατιωτικής συμμαχίας, γεγονός που θα μπορούσε να βοηθήσει στην αμφισβήτηση της ρωσικής τεχνολογικής και στρατιωτικής κυριαρχίας.
Σε μια πρόσφατη ομιλία του ο ναύαρχος Ρομπ Μπάουερ, επικεφαλής της Στρατιωτικής Επιτροπής του ΝΑΤΟ, προειδοποίησε: «Δεν μπορούμε να είμαστε αφελείς και να αγνοούμε τις δυνητικά άθλιες προθέσεις ορισμένων παραγόντων στην περιοχή». «Η σύγκρουση», είπε, «μπορεί να παρουσιαστεί ανά πάσα στιγμή, σε οποιονδήποτε τομέα, συμπεριλαμβανομένης της Αρκτικής». Οι δύο συμμαχικοί άξονες, ο σινορωσικός και ο νατοϊκός, έχουν αυξήσει το τελευταίο διάστημα τις στρατιωτικές ασκήσεις στην περιοχή.
Επί του παρόντος έχουν αποφευχθεί συγκρούσεις και εντάσεις. Ωστόσο τα επόμενα χρόνια εκτιμάται πως το status quo θα αλλάξει, καθώς η κλιματική αλλαγή συνεχίζει να διαβρώνει τον πάγο, η προοπτική αξιοποίησης της Αρκτικής γίνεται πιο απτή.
Εξάλλου πέρα από τα δικαιώματα βάσει της εθνικής επικράτειας και της ΑΟΖ των κρατών μελών του Αρκτικού Συμβουλίου, υπάρχει μια τεράστια έκταση διεθνών υδάτων, συμπεριλαμβανομένου της Διαπολικής Θαλάσσιας Διαδρομής, που θα μπορούσε να γίνει μελλοντικά μια αρτηρία του παγκόσμιου εμπορίου. Όσο αυξάνεται η – στρατιωτική και εμπορική – παρουσία στην Αρκτική, τόσο θα αυξάνονται και οι ανταγωνισμοί που θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν εντάσεις.