Η δεκαετία του 1980 ήταν μια ταραγμένη δεκαετία τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στο εξωτερικό. Τα ένοπλα αντάρτικα πόλης ξεπηδούσαν το ένα μετά το άλλο καθώς τα ανοιχτά μέτωπα ήταν πάρα πολλά. Στην Ελλάδα οι διωκτικές αρχές είχαν ν’ ασχοληθούν με δυο μεγάλους πονοκεφάλους. Ο ένας ήταν ο «Επαναστατικός Λαϊκός Αγώνας» και ο άλλος η «17 Νοέμβρη». Πολλές φορές, ωστόσο, είχαν να ασχοληθούν και με ανάλογα φαινόμενα που «εισάγονταν» από το εξωτερικό.
Οι καλές σχέσεις που διατηρούσαν οι εγχώριες ένοπλες οργανώσεις με επαναστατικά κινήματα του εξωτερικού (όπως για παράδειγμα της Παλαιστίνης) ήταν ο λόγος για να εκφραστεί για πρώτη ίσως φορά η θεωρία των συγκοινωνούντων δοχείων.
Υπήρχαν, ωστόσο, και οι φορές που οι οργανώσεις του εξωτερικού έβλεπαν στην «δυτική» Ελλάδα τον καταλληλότερο τόπο για να εκδηλώσουν την ένοπλη προπαγάνδα τους. Μια από αυτές τις περιπτώσεις ήταν και η βόμβα στο αεροπλάνο της TWA που εξερράγη εν ώρα πτήσης πάνω από το Άργος! Μια επίθεση που ακόμα και σήμερα πολλοί πιστεύουν πως είχε την υπογραφή ενός από τους πλέον διαβόητους τρομοκράτες που έδρασαν ποτέ σε Ευρωπαϊκό Έδαφος. Του Αμπού Νιντάλ!
Η «γέννηση» ενός διεθνούς τρομοκράτη
Τον Μάη του 1937 γεννιέται στην Παλαιστίνη ο Σάμπρι Καλίλ αλ Μπάνα. Γόνος εύπορης οικογένειας γαιοκτημόνων έχει σχεδόν όλα όσα θέλει ένας άνθρωπος. Όντας φοιτητής στην Ιορδανία έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με επαναστατικές οργανώσεις καθώς η ίδρυση του κράτους του Ισραήλ που είχε μεσολαβήσει τον είχε ενοχλήσει αφάνταστα. Αυτό έχει και επιπτώσεις στην προσωπική του ζωή καθώς δείχνει πλέον να μην χωράει πουθενά.
Εγκαταλείπει τις σπουδές του και ανοίγει μια εταιρεία στη Σαουδική Αραβία. Εκεί, όμως, έρχεται σε επαφή με την οργάνωση που είχε ιδρύσει ο Γιασέρ Αραφάτ. Γρήγορα συλλαμβάνεται και λίγο αργότερα απελαύνεται. Επιστρέφει στη Ναμπλούς και είναι πλέον αποφασισμένος να αφοσιωθεί στον αγώνα. Τότε είναι που «πεθαίνει» ο Σάμπρι Καλίλ αλ Μπάνα και «γεννιέται» ο Αμπού Νινταλ.
Όταν το Ισραήλ καταλαμβάνει τη Λωρίδα της Γάζας και τη Δυτική Όχθη «ξεθάβει» το τσεκούρι του πολέμου, αφήνει στην άκρη την θεωρία και πιάνει τα όπλα. Όλα τα άλλα είναι ιστορία. Υιοθετεί το παρατσούκλι ο «Πατέρας του Αγώνα» και ρίχνεται με πάθος στη μάχη. Αυτό το πάθος τον έκανε να είναι ο πιο διάσημος τρομοκράτης μέχρι και την ημέρα που ο Οσάμα Μπιν Λάντεν οργάνωσε το χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου.
Ο Αμπού Νινταλ για πολλά χρόνια χτυπούσε παντού. Επί δικαίων και αδίκων. Το αίμα έρεε άφθονο. «Αγαπημένη του συνήθεια» να πραγματοποιεί τρομοκρατικά χτυπήματα όταν βρισκόντουσαν σε εξέλιξη οι ειρηνευτικές συνομιλίες ανάμεσα σε Ισραηλινούς και Παλαιστίνιους προκειμένου να τις σαμποτάρει. Ίσως γι’ αυτό κάποια στιγμή του αποδόθηκε από τους Παλαιστίνιους ο χαρακτηρισμός του πράκτορα των Ισραηλινών. Αυτό βέβαια ποτέ δεν αποδείχθηκε αν και τα στοιχεία υπήρχαν και ήταν αρκετά για να του αποδοθεί μια τέτοια, βαριά είναι η αλήθεια, κατηγορία.
Στην εικοσαετή δράση του σε περισσότερες από 20 χώρες, (από το Πακιστάν μέχρι την Γερμανία) ο Αμπού Νιντάλ ευθύνεται για τον θάνατο ή τον τραυματισμό περισσότερων από 900 ατόμων (300 νεκροί και 600 τραυματίες) πολλοί εκ των οποίων «προσκυνημένοι Παλαιστίνιοι», όπως ο ίδιος τους χαρακτήριζε. Από ένα σημείο και μετά έδειχνε να έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο πραγματοποιώντας χτυπήματα οπουδήποτε, οποτεδήποτε και χωρίς κανένα δισταγμό στο να μακελέψει ακόμα και ανυποψίαστους ανθρώπους.
Ο Αμπού Νιντάλ και η Ελλάδα
Όταν η δράση του Αμπού Νιντάλ βρισκόταν στην κορύφωσή της (την δωδεκαετία 1978-1990) η Ελλάδα είχε μια ξεχωριστή θέση στις… επιλογές του για να πραγματοποιεί τα τρομοκρατικά του χτυπήματα.
Εκείνη την περίοδο πραγματοποιήθηκαν διαδοχικές επιθέσεις εναντίον εβραϊκών στόχων στο Ανατολικό Αεροδρόμιο της Αθήνας, σε κρουαζιερόπλοιο, σε ταξιδιωτικό πρακτορείο και σε άλλα σημεία.
Το 1981 ήταν η πρεσβεία του Ισραήλ στην Αθήνα. Το 1984 δολοφονείται από μέλη της Επαναστατικής Οργάνωσης Σοσιαλιστών Μουσουλμάνων (μια από τις πολλές ονομασίες που είχε επιλέξει ο Αμπού Νιντάλ για τις οργανώσεις του), ο βρετανός μορφωτικός ακόλουθος Κεν Γουίτ. Το 1985 ρουκέτα έπληξε αεροπλάνο των Ιορδανικών Αερογραμμών κατά την ώρα της απογείωσής του από το αεροδρόμιο του Ελληνικού. Τον Αύγουστο εκείνης της ίδιας χρονιάς 13 άτομα τραυματίζονται ύστερα από βομβιστική επίθεση σε ξενοδοχείο της Γλυφάδας.
Το πλέον γνωστό χτύπημά του επί ελληνικού εδάφους έγινε στις 11 Ιουλίου 1988, όταν οι μαχητές του Αμπού Νιντάλ χτυπούν το ελληνικό κρουαζιερόπλοιο «City of Poros». Εκεί χάνουν τη ζωή τους εννέα άτομα και τραυματίζονται περισσότερα από 60.
Πριν από εκείνο το χτύπημα, ωστόσο, το 1986, μια βόμβα θα εκραγεί σε αεροπλάνο της TWA, την ώρα που βρισκόταν εν πτήση, πάνω από το Άργος, σε ένα θρίλερ όμοιο με το οποίο δεν έχει ξαναζήσει η χώρα μας.
Το θρίλερ με τη βόμβα στο αεροσκάφος της TWA
Ήταν Τετάρτη 2 Απριλίου 1986, λίγο μετά τις 2 το μεσημέρι, και το αεροσκάφος Boeing 727 της TWA, με το επταμελές πλήρωμα και τους 115 επιβάτες, εκτελούσε την πτήση 840, από το Λος Άντζελες προς το Κάιρο με ενδιάμεσους σταθμούς τη Νέα Υόρκη, τη Ρώμη και την Αθήνα.
Η πτήση αναχώρησε από το Λος Άντζελες με αεροσκάφος Boeing 747 και, μετά τη Ρώμη, συνεχίστηκε σε αεροσκάφος Boeing 727 για το υπόλοιπο της πτήσης. Το αεροπλάνο της αμερικανικής εταιρείας απογειώθηκε κανονικά από το αεροδρόμιο «Λεονάρντο Ντα Βίντσι» μετά τον ανεφοδιασμό και πήρε κατεύθυνση προς την Αθήνα.
Περίπου 20 λεπτά προτού το αεροπλάνο προσγειωθεί στο αεροδρόμιο του Ελληνικού κι ενώ πετούσε πάνω από το Άργος, ένας εκρηκτικός μηχανισμός που είχε τοποθετηθεί στο σωσίβιο κάτω από τη θέση 10F εξερράγη!
Όπως είναι απόλυτα φυσιολογικό μέσα στο αεροσκάφος επικρατεί πανικός. Μέσα σε ελάχιστες στιγμές οι επιβάτες διαπιστώνουν πως από την έκρηξη είχε δημιουργηθεί μία τρύπα διαμέτρου δύο μέτρων στο πλευρικό τοίχωμα του αεροπλάνου.
Από εκείνη την τρύπα 4 επιβάτες εκτοξεύτηκαν έξω από το αεροπλάνο! Επιπλέον, 7 ακόμα τραυματίστηκαν από τα θραύσματα της βόμβας, ενώ ο θάλαμος των επιβατών υπέστη άμεση αποσυμπίεση και έπεσαν οι μάσκες οξυγόνου προκειμένου να βοηθήσουν τους επιβάτες να αναπνεύσουν.
Μέσα σε αυτή την κόλαση, υπήρχε και ένα ευτυχές γεγονός. Το αεροπλάνο, επειδή ήδη βρισκόταν σε διαδικασία καθόδου καθώς προσέγγιζε την Αθήνα, πετούσε σε χαμηλό ύψος (βρισκόταν περίπου στα 11.000 πόδια = 3.350 μέτρα). Το γεγονός αυτό έσωσε τη ζωή των υπόλοιπων επιβατών καθώς αν βρισκόταν ψηλότερα το αεροσκάφος, σύμφωνα με τους ειδικούς, θα είχε καταπέσει χωρίς κανείς να μπορεί να κάνει το οτιδήποτε.
Ο πιλότος Ρίτσαρντ Πίτερσεν, που χαρακτηρίστηκε ήρωας από τον Τύπο και τους ειδικούς, κατόρθωσε να προσγειώσει με επιτυχία στο αεροδρόμιο του Ελληνικού, όπου είχαν ληφθεί όλα τα αναγκαία μέτρα, το λαβωμένο Μπόινγκ.
Στη συνέχεια, ένα άλλο θρίλερ ξεκινούσε καθώς έπρεπε να βρεθούν τα πτώματα των ανθρώπων που είχαν πεταχτεί έξω από το αεροπλάνο όταν έγινε η έκρηξη. Τελικά οι τρείς νεκροί βρέθηκαν σ’ ένα χωράφι κοντά στο αεροδρόμιο του Άργους και ο τέταρτος σε παρακείμενη παραλία του Αργολικού κόλπου. Επρόκειτο για τρεις ελληνοαμερικανίδες (μητέρα, κόρη και το ηλικίας οκτώ μηνών βρέφος της) κι έναν αμερικανοκολομβιανό κάτω από το κάθισμα του οποίου είχε τοποθετηθεί η βόμβα. Σχετικά δημοσιεύματα της εποχής, μάλιστα, ανάφεραν πως ένας βοσκός είχε δει τα σώματα των άτυχων επιβατών να πέφτουν από τον ουρανό.
Την ευθύνη για την έκρηξη ανέλαβε ένα παρακλάδι της παλαιστινιακής τρομοκρατικής οργάνωσης «Αραβικοί Επαναστατικοί Πυρήνες», λέγοντας ότι η βομβιστική επίθεση έγινε ως αντίποινα στον «Αμερικάνικο ιμπεριαλισμό» για τους αμερικανικούς βομβαρδισμούς στη Λιβύη τον προηγούμενο μήνα.
Παρά τις προσπάθειες των αρχών, οι δράστες της βομβιστικής επίθεσης δεν βρέθηκαν για να λογοδοτήσουν. Όλοι θεωρούσαν πως η βόμβα είχε τοποθετηθεί εκεί σε κάποιο προηγούμενο δρομολόγιο του αεροσκάφους. Οι υποψίες έπεσαν σε μία Λιβανέζα η οποία προσήχθη, εξετάστηκε αλλά ποτέ δεν της αποδόθηκαν κατηγορίες καθώς δεν βρέθηκαν στοιχεία σε βάρος της. Το ότι εργαζόταν για τον Αμπού Νιντάλ και θεωρούταν δεξί του χέρι, δεν αρκούσε για να την οδηγήσει σε δίκη…