Σκέψου ένας άνθρωπος να πάσχει από μία ασθένεια που απειλεί τη ζωή του. Σκέψου η μόνη λύση να είναι να του δώσει υγιή κύτταρα ένας συνάνθρωπός του. Κι αυτός ο ένας να είσαι εσύ. Σκέψου να περνάς μία εντελώς απλή κι ανώδυνη διαδικασία, περίπου σαν την αιμοδοσία. Κι έτσι απλά, με λίγες ώρες από τον χρόνο σου, να του χαρίζεις μία δεύτερη ευκαιρία στη ζωή. Αυτό ακριβώς συμβαίνει με τους εθελοντές δότες μυελού των οστών. Με μία πολύ απλή λήψη δείγματος σάλιου, εγγράφονται στην Παγκόσμια Τράπεζα Εθελοντών Δοτών Μυελού των Οστών. Κι αν είναι τυχεροί, όπως μας λένε δύο δότριες που έκαναν όλο το «ταξίδι», το τηλέφωνό τους χτυπά κάποια στιγμή και τους καλούν να δώσουν το μόσχευμα- δηλαδή συγκεκριμένα κύτταρα του αίματός τους- στον συμβατό λήπτη. Είναι τυχερός ο ασθενής που βρήκε τον δρόμο της σωτηρίας; Ασφαλώς. Όπως όμως λένε στο newsbeast.gr η Κωνσταντίνα και η Κωστούλα, είναι τυχεροί και οι δότες. Γιατί τους δίνεται μία μοναδική ευκαιρία: Να προσφέρουν απλόχερα αγάπη, να βοηθήσουν έναν συνάνθρωπό τους χωρίς κανένα κόστος ή συνέπεια για τους ίδιους. Να αναμετρηθούν με τους πιθανούς- και τόσο ανθρώπινους- φόβους τους και να βγουν νικητές. Και, όπως και οι δύο συμφωνούν, να γίνουν καλύτεροι άνθρωποι. Να νιώσουν την αγωνία της οικογένειας της άλλης πλευράς, που ζει στην κόψη του ξυραφιού. Και τελικά να μάθουν με τον πιο συνειδητοποιημένο τρόπο ότι η ζωή αξίζει όταν έχει νόημα, όταν ζεις τις στιγμές. Όταν αναμετράσαι με τους φόβους σου και τους νικάς. Όταν μπορείς να προσφέρεις. Για όλες τις λεπτομέρειες της δωρεάς μυαλού των οστών, μίας εντελώς απλής διαδικασίας που θυμίζει αυτή της αιμοδοσίας, μιλήσαμε με τον αναπληρωτή καθηγητή Παιδιατρικής Αιματολογίας και επιστημονικό διευθυντή της Τράπεζας Εθελοντών Δοτών Μυελού των Οστών του συλλόγου «Όραμα ελπίδας» Στέλιο Γραφάκο. Και οι δύο δότριες μας επιβεβαίωσαν στη συνέχεια το προφανές: Με λίγο από τον χρόνο σου, ναι, μπορείς να σώσεις μία ζωή.

Ο λόγος στους ειδικούς
– Κύριε Γραφάκο, τι είναι ο μυελός των οστών και τι ρόλο παίζει στο σώμα μας; Είναι ένας ρευστός ιστός, που βρίσκεται στα πλατιά οστά, κυρίως στη λεκάνη και στο στέρνο, στους ενήλικες, και είναι με απλά λόγια το εργοστάσιο που φτιάχνει όλα τα κύτταρα του αίματος. Δηλαδή μέσα στον μυελό των οστών παράγονται καθημερινά δισεκατομμύρια κύτταρα του αίματος. Υπάρχουν αρκετές κατηγορίες κυττάρων, μία από τις πιο σημαντικές είναι τα λεγόμενα αρχέγονα ή προγονικά κύτταρα, τα μητρικά κύτταρα του αίματος, που έχουν την ικανότητα καθημερινά να φτιάχνουν ειδικές μορφές κυττάρων, όπως είναι τα ερυθρά αιμοσφαίρια, τα λευκά, τα αιμοπετάλια, που είναι απαραίτητα για τη ζωή μας. – Δεν έχει κάποια σχέση με τον νωτιαίο μυελό; Απολύτως καμία, και υπάρχει μια μεγάλη σύγχυση και παραπληροφόρηση. Πολλοί θεωρούν ότι παίρνουμε νωτιαίο μυελό, που βρίσκεται μέσα στη σπονδυλική στήλη, αλλά αυτός είναι νευρικός ιστός και δεν έχει απολύτως καμία σχέση με το αιμοποιητικό σύστημα. – Τι είναι ακριβώς η μεταμόσχευση μυελού των οστών; Αυτό που λέγεται σήμερα μεταμόσχευση αιμοποιητικών κυττάρων είναι μία εξειδικευμένη θεραπεία, που εφαρμόζεται εδώ και πενήντα χρόνια, μία επέμβαση ρουτίνας που γίνεται σχεδόν σε όλες τις χώρες. Αυτό που κάνουμε είναι ότι παίρνουμε κύτταρα αιμοποιητικά από ένα υγιές άτομο, τον δότη, και τα μεταφέρουμε στον ασθενή. Για να γίνει αυτό, ο ασθενής υποβάλλεται σε μία βαριά θεραπεία, με φάρμακα κυτταροτοξικά, για να «σκοτώσει» τον δικό του μυελό των οστών, που είναι παθολογικός, έτσι ώστε, ας το πούμε, να αναπτυχθεί χώρος μέσα στα οστά, για να μπορέσουν να μπουν τα κύτταρα και να φτιάξουν ένα νέο, υγιές αιμοποιητικό σύστημα. – Πότε χρειάζεται κάποιος μεταμόσχευση μυελού των οστών; Τα άτομα που πρέπει να υποβληθούν στη θεραπεία αυτή πάσχουν από απειλητικά για τη ζωή τους νοσήματα, όπως νοσήματα του αίματος κυρίως αλλά και νεοπλασματικά και καμιά φορά και γενετικά. Τα πιο συνηθισμένα είναι διάφορες μορφές βαριάς λευχαιμίας, υψηλού κινδύνου λευχαιμίας – γιατί στα παιδιά, η λευχαιμία μπορεί να γίνει καλά με φάρμακα στο 80% των περιπτώσεων. Ένα άλλο νόσημα που μπορεί να γίνει καλά είναι η μεσογειακή αναιμία, η απλαστική αναιμία και ορισμένα άλλα σπανιότερα νοσήματα. – Οπότε, για τους ανθρώπους που υποβάλλονται στη θεραπεία αυτή, είναι πια η μόνη τους επιλογή… Βεβαίως, δεν υπάρχει άλλη περίπτωση ο ασθενής να γίνει καλά, αν δεν κάνει μεταμόσχευση κατά 90% είναι καταδικασμένος. Αν κάνει μεταμόσχευση, γίνεται καλά το 70% των παιδιών και το 50% των ενηλίκων. – Πόσο πιθανό είναι να βρει κάποιος συμβατό δότη;
Όταν πρέπει ένας ασθενής να υποβληθεί σε μεταμόσχευση, αναζητούμε πρώτα πιθανό δότη στο οικογενειακό του περιβάλλον. Αλλά δυστυχώς, μόνο ένας στους τέσσερις, ποσοστό μπορεί να βρει συμβατό αδελφό -γιατί μόνο τα αδέλφια έχουν πιθανότητα να είναι συμβατά. Επομένως η μεγάλη πλειονότητα των ασθενών,  ποσοστό περίπου 70%, πρέπει να βρει έναν εθελοντή, που δεν έχει καμία συγγένεια μαζί του αλλά τυχαίνει να υπάρχει μεταξύ τους γενετική ομοιότητα, συμβατότητα. Δηλαδή γενετικά τα κύτταρά τους να μοιάζουν. – Τι είναι δηλαδή η συμβατότητα; Είναι ορισμένα μόρια, που υπάρχουν πάνω στα κύτταρα του αίματος, και τα οποία πρέπει να μοιάζουν. Σκεφτείτε, οι ομάδες αίματος είναι τέσσερις. Αλλά οι ομάδες των αντιγόνων συμβατότητας είναι χιλιάδες. Οπότε καμιά φορά είναι πολύ δύσκολο να βρεθεί συμβατός δότης, έστω και αν σήμερα υπάρχουν 33 εκατ. εθελοντές. – Αυτός είναι ο αριθμός παγκοσμίως; Αυτός, και αυξάνεται. Παρ’ όλ’ αυτά, σε ένα 15% των περιπτώσεων δεν μπορεί να βρεθεί δότης συμβατός για έναν ασθενή. Καταλαβαίνετε πόσο σπάνιο είναι για κάποιες κατηγορίες. Στην Ελλάδα περίπου 60 παιδιά τον χρόνο υποβάλλονται σε μεταμόσχευση στη μονάδα του «Αγία  Σοφία», υπάρχει ανάγκη γιατί δυστυχώς λιγότερα από τα μισά μπορούν να βρουν συμβατό αδελφό. – Για εκείνα που δεν βρίσκεται δότης; Σήμερα ευτυχώς μπορούν να υποβληθούν σε μεταμόσχευση με δότη έναν από τους γονείς, που είναι συμβατός κατά 50%. Στο παρελθόν αυτό ήταν κάτι πολύ επικίνδυνο, τώρα έχουν βελτιωθεί οι συνθήκες και μπορεί να γίνει μια τέτοια μεταμόσχευση με επιτυχία. Είναι όμως η τελευταία μας επιλογή, γιατί τα αποτελέσματα δεν είναι τόσο καλά όσο αν βρισκόταν συμβατός αδελφός ή δότης, που η πιθανότητα να γίνει καλά είναι 70-80%. – Ο αριθμός των εθελοντών δοτών αυξάνεται; Ναι, και στην Ελλάδα. Οι προσπάθειες είχαν αρχίσει από τη δεκαετία του ’90 για να γίνει μία τράπεζα εθελοντών δοτών, όμως περίπου για μία 20ετία, παρότι ήταν φιλότιμες, δεν είχαν επιτυχία. Δεν υπήρχαν πόροι, δεν υπήρχε προσωπικό, δεν υπήρχε κρατική υποστήριξη… Από το 2010 ξεκίνησε νέα προσπάθεια από την Αιματολογική Εταιρεία, την ίδια χρονιά φτιάχτηκε και στην Πάτρα μία τράπεζα εθελοντών δοτών, που ήταν η πρώτη οργανωμένη τράπεζα, και πιστεύουμε πως την εικόνα την έχει αλλάξει η δημιουργία τράπεζας του Οράματος Ελπίδας, που έχει φτιαχτεί από τον Σύλλογο Ελπίδα και τη Μαριάννα Βαρδινογιάννη, γιατί εμείς σε τεσσεράμισι χρόνια έχουμε εγγράψει 76.000 εθελοντές και έχουμε δώσει και πολλά μοσχεύματα στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Σήμερα εκτιμώ πως ο αριθμός των Ελλήνων εθελοντών είναι γύρω στις 130.000, αν προσθέσουμε και την τράπεζα της Πάτρας και τους δότες του παρελθόντος. Στόχος μας είναι να εγγράψουμε 250.000-300.000 εθελοντές δότες στην Ελλάδα, όλοι μαζί, διότι με αυτόν τον τρόπο, το 80% των Ελλήνων ασθενών, που δεν έχει συμβατό αδελφό, θα βρίσκει το μόσχευμα στην πατρίδα μας και δεν θα χρειάζεται ο ασθενής να πηγαίνει στο εξωτερικό. Γιατί αυτό είναι και χρονοβόρο, και κόστος έχει και είναι ντροπή για τη χώρα μας μόνο να λαμβάνει μοσχεύματα και να μην προσφέρει. – Υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να γίνουν δότες; Για να γίνει κάποιος εθελοντής δότης, πρέπει να είναι 18 έως 45 ετών. Όσο πιο νέος είναι ο δότης τόσο πιο αποτελεσματικός και ωφέλιμος είναι για τον ασθενή. Είναι μεγαλύτερες οι πιθανότητες επιτυχίας αλλά παράλληλα ο νέος δότης μένει για περισσότερα χρόνια στην παγκόσμια δεξαμενή – έως τα 55. Από όσους γράφονται στην Ελλάδα, οι πιθανότητες να κληθεί κάποιος να δώσει μόσχευμα, είναι περίπου μία στις χίλιες για Έλληνα και για το εξωτερικό μία στις 50.000. Γιατί όσο πιο γενετικά όμοιος είναι ο πληθυσμός τόσο μεγαλύτερη πιθανότητα υπάρχει να προσφέρει μόσχευμα για τους συνανθρώπους του. Εκτός από την ηλικία, το δεύτερο σημαντικό στοιχείο είναι ο εθελοντής δότης να έχει καλή κατάσταση υγείας, να μη νοσεί από καρκίνο, σακχαρώδη διαβήτη, κάποια καρδιοπάθεια, κάποιο σοβαρό νόσημα στο συκώτι του. Υπέρταση, αναιμία, θυρεοειδίτιδα, στίγμα μεσογειακής αναιμίας και άλλες νόσοι δεν αποτελούν αντένδειξη, οι άνθρωποι που τις έχουν μπορούν μια χαρά να γίνουν δότες. – Και για να γίνουμε πρακτικοί, κάποιος που θέλει να γίνει δότης τι πρέπει να κάνει; Πρώτα να ενημερωθεί σωστά, να πειστεί ότι κάνει κάτι απλό για τον ίδιο αλλά ταυτόχρονα σοβαρό, να θέλει να βοηθήσει έναν ασθενή. Το πρώτο που θα κάνει είναι να συμπληρώσει ένα ειδικό έντυπο, που έχουμε με σύντομο ιατρικό ιστορικό. Αυτό μπορεί να γίνει στα γραφεία μας, στις διάφορες εκδηλώσεις, που βρισκόμαστε. Όσοι βρίσκονται σε μακρινές περιοχές μπορούν και μέσα στην ιστοσελίδα να κάνουν μία αίτηση online και τους στέλνουμε ένα kit. Σε όλη την Ελλάδα υπάρχουν 120 συνεργαζόμενα κέντρα, όπου μπορεί να απευθυνθεί.
– Αυτό είναι δωρεάν; Ασφαλώς. Μόνο ευγνωμοσύνη οφείλουμε κι εμείς και οι ασθενείς σε όποιον το κάνει. Το επόμενο βήμα είναι να του πάρουμε με μία μπατονέτα λίγα κύτταρα από το στόμα, λίγο σάλιο, από εκεί βγάζουμε το DNA και καθορίζεται ο τύπος της συμβατότητας. Τα στοιχεία αυτά, ανώνυμα, με ένα κωδικό αριθμό, θα πάνε στην εθνική δεξαμενή, που είναι ο Εθνικός Οργανισμός Μεταμοσχεύσεων, και στην παγκόσμια τράπεζα, και θα καταχωρηθούν. Κι αν ποτέ βρεθεί ένας ασθενής που να ταιριάζει η συμβατότητά του με τον δότη μας, θα τον καλέσουμε, θα γίνει λεπτομερής έλεγχος κλινικός και εργαστηριακός για να δούμε πως μπορεί να βοηθήσει, κι εφόσον όλα προχωρήσουν ομαλά, σε διάστημα 2-3 μηνών θα καθοριστεί πότε θα γίνει η βαριά θεραπεία στον ασθενή και λίγο πριν θα γίνει η λήψη του μοσχεύματος. Η συλλογή των κυττάρων είναι σήμερα πάρα πολύ απλή. Είναι σαν αιμοδοσία. Ο δότης μας θα καθίσει σε μία πολυθρόνα για περίπου 3-4 ώρες, θα μπει μία βελόνα στη φλέβα του, το αίμα δεν θα πάει σε έναν ασκό αλλά σε ένα μηχάνημα κυτταροαφαίρεσης – για όσους δίνουν αιμοπετάλια, είναι η ίδια διαδικασία. Το μηχάνημα αυτό συγκρατεί τα λίγα προγονικά κύτταρα, που θέλουμε να δώσουμε στον ασθενή μας, ενώ τα υπόλοιπα τα επιστρέφει στο σώμα του δότη. Ο οποίος μετά από αυτό πηγαίνει στη δουλειά του ή στο σπίτι του χωρίς κανένα πρόβλημα. Επειδή τα προγονικά κύτταρα είναι πολλά στον μυελό των οστών και λίγα αυτά που κυκλοφορούν στο αίμα, για να μπορέσουμε να τα αυξήσουμε, χορηγούμε στον δότη, 3-4 μέρες πριν, με μία υποδόρια ένεση, σαν εμβόλιο, μία ουσία που λέγεται αυξητικός αιμοποιητικός παράγοντας, που αυξάνει τα κύτταρα αυτά, κι έτσι μπορούμε να τα συλλέξουμε. Είναι ανώδυνο, είναι απλό και το έχουν κάνει εκατοντάδες χιλιάδες εθελοντές. – Κι αν κάποιος δώσει δείγμα αλλά στην πορεία αλλάξει γνώμη; Ο εθελοντής είναι εθελοντής και δεν μπορεί κανείς να τον πιέσει, μπορεί να αναιρέσει την επιθυμία του όποια στιγμή θέλει. Βεβαίως, όπως καταλαβαίνετε, θα είναι τραγικό να το κάνει την τελευταία εβδομάδα πριν τη μεταμόσχευση, γιατί οδηγεί στον θάνατο τον ασθενή. Αλλά αυτά δεν γίνονται. Εμείς είμαστε ευτυχείς γιατί, όταν ξεκινούσαμε, φοβόμασταν πως θα ήταν πολλοί εκείνοι που θα αναιρούσαν την απόφασή τους. Στην Κεντρική Ευρώπη το ποσοστό αυτό κυμαίνεται στο 20%, εμείς έχουμε καλέσει τουλάχιστον 160 εθελοντές δότες, μόνο οι έξι αρνήθηκαν. – Γενικά ο κόσμος είναι ενημερωμένος; Μέχρι πριν μερικά χρόνια η κατάσταση ήταν τραγική. Πλέον το 70% των Ελλήνων νομίζω έχει ενημερωθεί, οπότε μένει να τους πείσεις να έρθουν να γίνουν δότες.
Ο λόγος στους δότες
Κωνσταντίνα: Μου δόθηκε ένα μεγάλο δώρο, να σώσω έναν συνάνθρωπό μου «Ήμουν πριν λίγα χρόνια σε μία παιδική εκδήλωση. Ήταν εκεί και το Όραμα ελπίδας κι έδωσα δείγμα» αφηγείται η Κωνσταντίνα, μαία στο επάγγελμα και μητέρα δύο παιδιών. Δύο χρόνια μετά χτύπησε το τηλέφωνό της και της είπαν πως είχε βρεθεί συμβατή με ασθενή που χρειαζόταν μεταμόσχευση μυελού των οστών. «Ήταν σαν να κέρδισα το λαχείο, είναι από αυτά που δεν πιστεύεις» λέει στο newsbeast.gr, «είναι σπάνιο, δύσκολο να βρεθείς συμβατός, ήταν ένα ευχάριστο σοκ. Αυτό είναι άλλωστε το ‘όνειρο’ κάθε δότη, να βρεθεί συμβατός. Γι’ αυτό το κάνεις. Νιώθω πως πιο πολύ ήμουν εγώ η τυχερή παρά ο λήπτης». Η Κωνσταντίνα περιγράφει τη διαδικασία λήψης του μυελού των οστών σαν την αιμοδοσία. Το μόνο δύσκολο, όπως λέει, αν μπορεί κανείς να το χαρακτηρίσει έτσι, ήταν η ακινησία, για 3-4 ώρες. Στη συνέχεια επέστρεψε κανονικά στην καθημερινότητά της χωρίς κανένα πρόβλημα. «Είναι τόσο συγκλονιστικό να μπορείς να σώσεις έναν άνθρωπο από μία τόσο απλή διαδικασία. Μου δόθηκε ένα πολύ μεγάλο δώρο, να σώσω έναν συνάνθρωπό μου» συνεχίζει. «Είναι μία πολύ συνειδητοποιημένη πράξη. Δεν υπήρχε περίπτωση να μου πουν ότι εξαρτάται από μένα μία ζωή κι εγώ να αρνηθώ επειδή π.χ μπορεί να πονέσω. Εγώ ήμουν η τυχερή παρά ο άνθρωπος που του έδωσα το μόσχευμα. Δεν θα είχα καμία αντίρρηση να το ξανακάνω, αν και δεν είναι σύνηθες να καλείται ο ίδιος δότης» καταλήγει. Κωστούλα: Ήταν μία εμπειρία ζωής, ήμουν πολύ τυχερή. Ο λήπτης μου με έκανε καλύτερο άνθρωπο «Δεν ήξερα καν τι είναι, δεν είχα ιδέα» για τη δωρεά μυελού των οστών, εξηγεί η Κωστούλα.Όταν έδωσε δείγμα, σε μία εκδήλωση ποδηλατών, πίστευε πως δεν υπάρχει περίπτωση να βρεθεί συμβατή. «Το έκανα κι έλεγα, άλλωστε δεν θα συμβεί σε μένα, να με πάρουν για μόσχευμα» λέει στο newsbeast. Ωστόσο έναν χρόνο μετά, συνέβη ακριβώς αυτό. «Όταν μου είπαν πως έχω βρεθεί συμβατή δότρια σοκαρίστηκα, έμεινα παγοκολώνα. Μετά, θυμάμαι πως μου μιλούσαν, αλλά δεν άκουγα τίποτα. Μέσα μου είχα τόση χαρά που θα μπορούσα να βοηθήσω έναν άλλο άνθρωπο. Ήταν τόσο έντονα τα συναισθήματα, υπήρχε και πολύς φόβος, πολλές ανασφάλειες, αναρωτιόμουν τι συνέπειες θα είχε για μένα.  Δεν το είπα σε κανέναν στην αρχή» αφηγείται, «δεν ήξερα τι ακριβώς θα γίνει, ρώτησα, ενημερώθηκα για τη διαδικασία αλλά ήξερα από την πρώτη στιγμή πως δεν θα μπορούσα να αρνηθώ. Είναι πολύ βαρύ να κρέμεται μία ζωή από εσένα. Έμαθα πως ήμουν 100% συμβατή με ένα παιδάκι, ένιωθα έντονα την ευθύνη». Όπως περιγράφει, η άγνοια, η έλλειψη ενημέρωσης, έκαναν ανθρώπους να την αποθαρρύνουν. «Υπήρξε άνθρωπος που μου είπε ‘τι πας να κάνεις;’» εξομολογείται. «Με στήριζε όμως η οικογένειά μου, το περιβάλλον μου. Όλοι ζούμε στον μικρόκοσμό μας και δεν βλέπουμε τι υπάρχει γύρω μας. Στην επαρχία είναι τα πράγματα ακόμα πιο δύσκολα…» «Δεν είναι το πιο εύκολο» εξηγεί «για κάποιον που φοβάται πολύ μην πάθει κάτι. Εγώ ξεπέρασα τον εαυτό μου, μου γεννήθηκαν πολλές ανασφάλειες. Είναι ο φόβος ότι δίνω κάτι από μένα. Στην αρχή, ναι, φοβήθηκα. Όμως όταν το κάνεις, γίνεσαι καλύτερος άνθρωπος, πιο δυνατός, μαθαίνεις πως τα όριά σου είναι πιο πέρα από ό,τι νομίζεις. Ο φόβος δεν πρέπει να είναι ανασταλτικός παράγοντας αλλά τον καταλαβαίνω…». Και ήρθε η στιγμή που έδωσε το μόσχευμα. «Όλο αυτό που περνάς πριν είναι ένα μεγάλο στοίχημα με τον εαυτό σου, μόλις δώσεις το μόσχευμα μπαίνεις στη θέση της άλλης πλευράς, στην αγωνία των γονιών. Μέχρι τότε εμένα δεν με είχε απασχολήσει αυτό, ήμουν απορροφημένη στα δικά μου. Μετά κατάλαβα ότι εγώ αγχωνόμουν άδικα, το πραγματικό πρόβλημα είναι στην απέναντι πλευρά. Είναι απίστευτο αυτό που βιώνουν, τους θαυμάζω τους ασθενείς και τις οικογένειές τους. Όλοι εμείς ασχολούμαστε με ανούσια πράγματα και στεναχωριόμαστε για ασήμαντα. Όμως οι ασθενείς είναι δίπλα μας, είναι υπέροχο να σώζεις έναν άνθρωπο, είναι θεϊκό να σου λέει κάποιος ‘είσαι η δεύτερη μαμά του παιδιού μου’. Εσύ δίνεις κάτι που απλώς έχεις και ο άλλος το χρειάζεται για να ζήσει, είναι ζωή, είναι ελπίδα, μία δεύτερη ευκαιρία. Όλοι μπορούμε να το κάνουμε». Όσο για το συναίσθημα μετά, η Κωστούλα είναι χειμαρρώδης: «Νιώθεις πλήρης, ευτυχία, γαλήνη, νιώθεις σαν να γέννησες ξανά έναν άνθρωπο. Δεν περιγράφεται με λέξεις. Διαθέτεις λίγες ώρες από τη ζωή σου κι αυτός ο λίγος χρόνος είναι αρκετός για να σώσεις έναν άνθρωπο. Όλοι έχουμε δουλειές και υποχρεώσεις, ούτε νοσηλεύτηκα ούτε τίποτα. Να μην φοβάται ο κόσμος, είναι μόνο λίγες ώρες. Αύριο μπορεί στη θέση του ανθρώπου που έχει ανάγκη να είναι ένας δικός μας άνθρωπος. Δεν στερήθηκα τίποτα ούτε στέρησα τίποτα από τα παιδιά μου, έκανα μόνο δύο ταξίδια, δύο χαρούμενα ταξίδια από την επαρχία στην Αθήνα. Ήταν μία εμπειρία ζωής, ήμουν πολύ τυχερή. Ο λήπτης μου με έκανε καλύτερο άνθρωπο, με έμαθε ότι η ζωή αξίζει όταν έχει νόημα, όταν ζεις τις στιγμές. Τον ευχαριστώ πάρα πολύ, με βοήθησε να σκεφτώ τα σημαντικά στη ζωή, και να το μεταβιβάσω και στα παιδιά μου, ότι μπορούμε να μοιράζουμε απλόχερα αγάπη. Μου έδωσε το μήνυμα της προσφοράς, είμαστε και οι δύο τυχεροί, κι εγώ κι εκείνος…».