Τα παιχνίδια στρατηγικής ποδοσφαίρου (ας μην γελιόμαστε, τέτοια είναι) είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα video game «λατρείας/μίσους» που μπορεί να συναντήσει κάποιος στον ψηφιακό κόσμο. Τα επιχειρήματα των εχθρών η έλλειψη της δράσης και του πραγματικού παιχνιδιού. Μπορεί να υπάρχει και μια αλήθεια σε αυτό. Για όλους εμάς που η σκέψη να γίνουμε προπονητές των αγαπημένων μας ομάδων είναι αρκετή ώστε να μην κοιμηθούμε το βράδυ, δεν λέει απολύτως τίποτα το προηγούμενο επιχείρημα. Το να υπογράψεις τον πιτσιρικά που έχεις κάνει σκάουτ και θα σε οδηγήσει στη δόξα από το πουθενά είναι κάτι σημαντικότερο από το να βγάλεις μία σέντρα στο PRO και να βάλεις ένα ψαλιδάκι. Το Championship Manager (CM) εμφανίστηκε στις ζωές των ανθρώπων το 1992. Για δέκα χρόνια έκανε εκατομμύρια επίδοξους προπονητές να βρίσκονται για ώρες μπροστά από τις παιχνιδομηχανές τους (αρχικά) και τους υπολογιστές τους (μετέπειτα) και να προσπαθούν να αποδείξουν γιατί όλοι οι ποδοσφαιρόφιλοι στον πλανήτη «θα το έκαναν διαφορετικά». Από το 2003 και εξής η σειρά του παιχνιδιού λέγεται Football Manager (FM) και τα επίπεδα αφοσίωσης που δείχνουν οι οπαδοί του είναι πραγματικά μοναδική. Δεκάδες θεματικές σελίδες, φόρουμς από κάθε γωνιά του πλανήτη και εκατομμύρια παίκτες να πασχίζουν να βρουν το next big thing του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Σε αυτή την προσπάθεια μέσα στα χρόνια και ανάλογα με τη σεζόν που ο καθένας ασχολήθηκε, υπήρχαν στο παιχνίδι κάποια ταλέντα, τα οποία απέκτησαν μία μυθική υπόσταση μεταξύ των παικτών. Ένα καλτ στάτους που ξεπέρασε κατά πολύ τα όρια του ψηφιακού κόσμου. Σε αυτές τις μορφές και τη «διπλή» τους ζωή θα προσπαθήσουμε να αποτίσουμε φόρο τιμής κυρίως για να θυμηθούμε ποιοι ήταν οι «Μέσι» και οι «Ρονάλντο» εκείνου του κόσμου και τι κατάφεραν να κάνουν εν τέλει στη ζωή τους. Και για να προλάβουμε τα σχόλια η data base τέτοιου είδους από το παιχνίδι ήταν και είναι τεράστια. Η καταγραφή είναι ενδεικτική και βιωματική