Το σωτήριον έτος 1975 μ.Χ., μια πραγματικά απίστευτη σε έκταση και θηριωδία υπόθεση εξορκισμού έλαβε χώρα στη Γερμανία, ένα περιστατικό τόσο ακραίο που άφησε ένα έθνος βουτηγμένο στον διχασμό αναφορικά με τον θρησκευτικό φανατισμό και τη νομιμότητα των εκκλησιαστικών εξορκισμών. Αυτή έμελλε μάλιστα να είναι μια από τις ελάχιστες περιπτώσεις όπου η ζωή θα αποδεικνυόταν ακόμα πιο τραγική από την αναληθοφανή υπερβολή του κινηματογράφου, καθώς η κλασική ταινία «Ο Εξορκισμός της Έμιλι Ρόουζ» (2005) που πυροδότησε η ιστορία της Ανελίζ Μίχελ ωχριά σε κτηνωδία και αχρειότητα μπροστά στα ίδια τα γεγονότα του πραγματικού κόσμου. Μετά τα μαρτύρια και τον θάνατο τελικά της άτυχης κοπέλας, τόσο οι γονείς της όσο και οι εξορκιστές σύρθηκαν στα δικαστήρια και κηρύχτηκαν τελικά ένοχοι, καθώς το σκηνικό της φρίκης που φιλοτέχνησαν για την Ανελίζ θα το ζήλευε ακόμα και το Χόλιγουντ. Η ιστορία του δαιμονισμού και της χριστιανικής θεραπείας του δεν θα ήταν ποτέ η ίδια μετά τον τραγικό χαμό της Ανελίζ Μίχελ…
Η προϊστορία της φρίκης
Το χρονικό του δαιμονισμού
Η ακραία θρησκευτική θεραπεία
Οι απανωτοί εξορκισμοί της Ανελίζ Μίχελ τέθηκαν κάποια στιγμή στο στόχαστρο της τοπικής κοινωνίας αλλά και της επιστημονικής κοινότητας, αν και οι πάστορες συνέχιζαν ακάθεκτοι, κάτω από τις ευλογίες του επισκόπου, μιας και ο δαιμονισμός της Ανελίζ κλιμακωνόταν και πλέον τα μάτια της κοπέλας στριφογύριζαν, η ίδια έμοιαζε δηλητηριώδης μέσα στο τοξικό της μίσος για τον Χριστό και τον Θεό και παρουσίαζε μια εκκεντρική συμπεριφορά που δεν μπορούσε να είναι ανθρώπινη: τώρα έτρωγε ζωύφια από το πάτωμα, γευόταν τα ούρα και τα κόπρανά της, έσκιζε τα ρούχα της και κυκλοφορούσε γυμνή. Πλέον αντιδρούσε επιθετικά στον αγιασμό και έμοιαζε να κατέχει υπερφυσικές δυνάμεις, καθώς οι αγιασμένες σταγόνες του νερού δεν έφταναν καν στο πρόσωπό της: ακινητοποιούνταν στον αέρα και έπεφταν αδρανείς στο έδαφος! Παρά τα κινητικά της προβλήματα, η κοπέλα μπορούσε να στέκεται όρθια και να περπατά με άνεση, ακόμα και να μετεωρίζεται, σύμφωνα πάντα με τις καταγραφές και τους ισχυρισμούς οικογένειας και εξορκιστών.
Οι απόκοσμες δυνάμεις της έκαναν τα έπιπλα να ανασηκώνονται από το έδαφος και να στροβιλίζονται χωρίς καν να τα αγγίζει. Οι ψυχοκινητικές αυτές ικανότητες της Ανελίζ έδειχναν ότι τα έξι δαιμόνια που την είχαν καταλάβει παραήταν δυνατά για το τυπικό λειτουργικό του εξορκισμού, κι έτσι το πράγμα έπρεπε να κλιμακωθεί. Η Ανελίζ εμφάνιζε λέει μια ανεξήγητη επιθετικότητα για μια οικογενειακή φίλη, η οποία ήταν ίσως η πρώτη που είχε διαγνώσει τον δαιμονισμό της κοπέλας σε μια θρησκευτική γιορτή που είχαν πάει μαζί, όταν η έφηβη δεν μπορούσε να βρεθεί δίπλα στις ιερές εικόνες της χριστιανοσύνης. Τώρα η Ανελίζ εξοργιζόταν με το που την έβλεπε απειλώντας τη ότι θα της τσακίσει τον λαιμό.
Ο σύντροφος της Ανελίζ, Πίτερ, πήρε μέρος σε αρκετές εξορκιστικές τελετές και έγινε κι αυτός θύμα της φονικής της μανίας αλλά και της υπεράνθρωπης δύναμής της, όπως εξάλλου οι δύο παπάδες, οι γονείς και οι τρεις αδερφές της. Κανείς δεν ήταν ασφαλής δίπλα στη δαιμονισμένη κοπέλα…
Οι τίτλοι τέλους, ο «Εξορκιστής» και η δίκη
Την παραμονή Πρωτοχρονιάς του 1976 (31/12/1975), οι δύο εξορκιστές αποφάσισαν ότι οι δαίμονες πρέπει επιτέλους να φύγουν: «Φύγετε! Πρέπει να φύγετε! Σας διατάζω να φύγετε!», είπε ο πατέρας Ρεντζ, αν και απάντηση δεν πήρε. Σύντομα βέβαια οι δαίμονες άρχισαν να εκδηλώνουν και πάλι την απόκοσμη παρουσία τους, τώρα όμως με εντελώς διαφορετικό τρόπο. Κάτι πήγαινε στραβά ή μήπως κέρδιζαν τελικά τη μάχη με το κακό; Χρόνια αργότερα, ο πατέρας Αλτ συνεχίζει να πιστεύει ότι εκείνη τη μέρα εγκατέλειψαν το σώμα της Ανελίζ οι περισσότεροι δαίμονες, γιατί εκείνη ακριβώς τη στιγμή το κορίτσι αποδέχτηκε και πάλι την ευεργετική επίδραση της Παναγίας στη ζωή της. Όχι ότι αυτό έλυσε το μαρτύριό της, καθώς δεν είχαν φύγει όλοι οι δαίμονες από μέσα της και οι εξορκισμοί συνεχίστηκαν κανονικά και το 1976. Μόνο ο θάνατος θα τη λύτρωνε από τη δεινά της, που ήρθε τελικά την 1η Ιουλίου 1976: εκείνο το βράδυ η 23χρονη πέθανε στον ύπνο της, σκιά πια του εαυτού της, σκελετωμένη και καταβεβλημένη από την εντεκάμηνη οδύσσειά της, βαρύτατα αφυδατωμένη και υποσιτισμένη. Ο εύθραυστος οργανισμός της δεν άντεξε άλλο τις κακουχίες. Ο τελευταίος εξορκισμός είχε λάβει χώρα την προηγούμενη μέρα, με την Ανελίζ να έχει χτυπηθεί από πνευμονία και να εμφανίζει υψηλότατο πυρετό.
Εκείνη τη μέρα οι δύο παπάδες έλειπαν από το χωριό και δεν πίστεψαν καν την είδηση του θανάτου της, ζητώντας από γιατρό να βεβαιώσει τον χαμό της! Ο ιατροδικαστής αναγκάστηκε να ενημερώσει την εισαγγελία ότι δεν μπορούσε να ισχυριστεί ότι ο θάνατός της είχε προέλθει από φυσικά αίτια. Η εισαγγελική έρευνα θα έφερνε στο εδώλιο του κατηγορουμένου τους δύο ιερωμένους και τους γονείς της δύσμοιρης κοπέλας.
Οι ψυχίατροι που κατέθεσαν κατηγόρησαν τους εξορκιστές για δογματική συμπεριφορά, ισχυριζόμενοι ότι εκείνοι έκαναν την Ανελίζ να πιστέψει στον δαιμονισμό της, υιοθετώντας κατόπιν τη συμπεριφορά της δαιμονισμένης. Η επιληψία της κοπέλας, κάτω από τις υπερφυσικές επικλήσεις και τους βάρβαρους χειρισμούς των εξορκιστών, εξελίχθηκε σε ψύχωση, ήταν η ετυμηγορία της ψυχιατρικής κοινότητας. Η ετυμηγορία των δικαστών λογίστηκε από πολλούς «χάδι»: τόσο οι γονείς όσο και οι εξορκιστές καταδικάστηκαν σε έξι μήνες φυλάκιση με αναστολή για ανθρωποκτονία από αμέλεια. Κι αυτό γιατί θεωρήθηκε ότι απλώς επιβάρυναν τον ήδη καταπονημένο οργανισμό της Ανελίζ και την ψυχική της νόσο.