Στα 57 του χρόνια, ο Άγγελος Τσαρούχας μπορεί να επαίρεται ότι έχει ήδη κάνει πολλά στην ζωή του –ειδικά την επαγγελματική. Ο ελληνικής καταγωγής Καναδός ηθοποιός και stand up κωμικός, στα περίπου 30 χρόνια της υποκριτικής καριέρας του, έχει προλάβει και έχει συνεργαστεί με τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο, τον Αλ Πατσίνο, τον Ράσελ Κρόου, έχει παίξει σε ταινίες όπως το «Fred and Vinnie» (στην οποία υποδύθηκε τον πιο παχύ χορτοφάγο του κόσμου), «John Q», «The Recruit» και «Cinderella Man», καθώς και σε σπουδαίες τηλεοπτικές σειρές όπως τα «Mad Men».
Με την ιδιότητα του ως stand up κωμικού έχει κάνει το γύρο του κόσμου πέντε φορές παρουσιάζοντας τα κατά καιρούς σόου του, ενώ την τηλεοπτική του εκπομπή, με τίτλο «Bigger is Better» την έχουν παρακολουθήσει περισσότεροι από 14 εκατομμύρια τηλεθεατές, μόνο στις ΗΠΑ (ενώ προβλήθηκε επίσης σε Καναδά, Μεγάλη Βρετανία, Ολλανδία, Νότια Αφρική και Λίβανο).
Ο Άγγελος (ή, όπως γράφεται στα αγγλικά, Evangelos Tsarouchas, αν θέλετε να τον αναζητήσετε) γεννήθηκε το 1964 στο Κεμπέκ του Καναδά, από Έλληνες γονείς. Ο πατέρας του κατάγεται από τη Σπάρτη και η μητέρα του από τη Μυτιλήνη και διατηρούσαν επιχείρηση catering, όπου ο Άγγελος, ως έφηβος, εργαζόταν πολύ συχνά εκεί τα καλοκαίρια. Μεγαλώνοντας, άκουγε μανιωδώς, όπως και πολλές εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων, τους δίσκους του Χάρρυ Κλυνν και, εμπνεόμενος από αυτούς, θέλησε να γίνει και αυτός κωμικός όπως το είδωλό του.
Άρχισε να κάνει, σποραδικά και σε εμβρυακό επίπεδο, κάποια σώου στο Κεμπέκ και την Οτάβα, αλλά όταν παντρεύτηκε την πρώτη του σύζυγο, εκείνη αντέδρασε απέναντι στο επάγγελμά του ως κωμικού και του έθεσε… βέτο.
Έτσι ο Άγγελος αρχικά άνοιξε ένα εστιατόριο, στη συνέχεια έγινε ταξιδιωτικός πράκτορας (και έτσι είχε την ευκαιρία να επισκεφθεί την Ελλάδα αρκετές φορές), ενώ κατόπιν άνοιξε ένα bowling center. Δυστυχώς για τον ίδιο, κανένα από τα επιχειρηματικά του αυτά εγχειρήματα δεν στέφτηκαν με επιτυχία –όπως αντίστοιχα και ο γάμος του. Και επειδή κάτι μέσα του τον «έτρωγε» σχετικά με την υποκριτική και την κωμωδία, όταν τελικά πήρε διαζύγιο, μετακόμισε στο Τορόντο, παρακολούθησε κάποια σεμινάρια υποκριτικής και κάπως έτσι μπήκε ξανά στο χώρο του stand–up comedy.
Πότε όμως κατάλαβε ότι θα μπορούσε να γίνει όχι ένας ερασιτέχνης κωμικός, αλλά ένας επαγγελματίας και άκρως επιτυχημένος stand-up comedian; Ο ίδιος έχει δηλώσει στο παρελθόν ότι θυμάται πως από τα σχολικά του χρόνια άρχισαν τα αστεία του να αποκτούν υπόσταση. «Κάπου έπαιζα και δεν άργησα να φέρνω το γέλιο μέσα στις σχολικές παρέες. Πλέον, στα 18 μου χρόνια ήξερα, ότι η μοίρα μου ήταν γραμμένη στο πάλκο και το γέλιο το όπλο μου, για να φέρνω τους ανθρώπους κοντά μου», έχει δηλώσει ο ίδιος.
Η βασική πηγή των αστείων του, παραδέχεται, ασφαλώς, ότι είναι η ίδια η καταγωγή του και οι Έλληνες, οι συνήθειές μας, τα κακώς κείμενά μας και φυσικά το φαγητό μας. Στα σώου του σατιρίζει εύστοχα την ελληνική καθημερινότητα, είτε της ημεδαπής, είτε αυτή της διασποράς. Ωστόσο, όπως παραδέχεται, η αγαπημένη του συνήθεια είναι να μεταφράζει στα αγγλικά τις ελληνικές παροιμίες και τις λαϊκές εκφράσεις, αναγκάζοντας το αγγλόφωνο κοινό του να απορεί, αλλά και να διασκεδάζει όταν κατόπιν τους επεξηγεί ο ίδιος ο Άγγελος τι σημαίνει η κάθε έκφραση.
Επίσης, κάνει το ίδιο με γνωστά ελληνικά τραγούδια, μεταφράζοντας τους στίχους τους αυτούσιους στα αγγλικά. Λόγου χάρη, τον στίχο «Τα τσιγάρα, τα ποτά και τα ξενύχτια, έχουν κλείσει τα καλύτερα τα σπίτια», τον μετέφρασε κάποτε ως «The booze and the smoking in the late night have ruined a lot of the Greek families», ενώ τον στίχο «Άσε με πια στο καημό μου το μεγάλο, άσε να καίγομαι και δεν θέλω τίποτα άλλο» τον έδωσε στη δεύτερη γλώσσα του ως «Leave me alone in my own ball of fire, leave me alone, so I can blow up and disintegrate».
«Οι Έλληνες έχουμε το stand up comedy στο κύτταρό μας. Το χιούμορ υπάρχει παντού στο DNA μας, στο δρόμο, στις γειτονιές, στα καφενεία, στο τραπέζι που καθόμαστε να φάμε, στις παρέες, στις ζωές όλων μας», λέει ο ίδιος εμφατικά και εμείς δεν έχουμε λόγο να διαφωνήσουμε.
O Άγγελος, εκτός από το εξαιρετικά δημοφιλές σώου του, μπορεί επίσης να είναι περήφανος για το αυτοβιογραφικό ντοκιμαντέρ «Πίσω στην Σπάρτη» [Back To Sparta] όπου παραγωγός του είναι ο Βινς Βονς.
Πάντως, όπως καταλήγει με νόημα ο ίδιος, δεν υπάρχει μεγαλύτερη ικανοποίηση στη δουλειά του από το να συναντάει ανθρώπους που του λένε ότι τους φτιάχνει την διάθεση και το κέφι μετά από μία δύσκολη μέρα που είχανε.