Οι ηλικιωμένοι ομογενείς στην Αυστραλία, όπως όλα δείχνουν, έχουν βρει ποιο είναι το μυστικό της μακροζωίας. Οι πρώτης γενιάς Ελληνοαυστραλοί φαίνεται ότι ζουν περισσότερο, σημειώνοντας, μάλιστα, το δεύτερο υψηλότερο προσδόκιμο ζωής μετά τους Ιάπωνες.

Οι Έλληνες μετανάστες που έφυγαν από την Ελλάδα για την Αυστραλία τη δεκαετία του 1950 και του 1960, εκτός του ότι δημιούργησαν τα πρώτα γαλακτοπωλεία και παντοπωλεία στη χώρα, συνέβαλαν, επίσης, στην εισαγωγή της μεσογειακής διατροφής στην Αυστραλία.

Η επίδραση, μάλιστα, της εισαγωγής της ελληνικής εκδοχής της μεσογειακής διατροφής στην Αυστραλία ήταν τόσο εκτεταμένη που οι πολιτιστικές παραδόσεις διατηρήθηκαν ζωντανές και οι Έλληνες μετανάστες συνέχισαν να τρώνε πιο υγιεινά τρόφιμα και ενδεχομένως, ως αποτέλεσμα, να έζησαν περισσότερο για τον συγκεκριμένο λόγο.

Αυστραλία, κόσμος

Οι έρευνες δείχνουν ότι παρόλο που οι Έλληνες μετανάστες της μεταπολεμικής περιόδου έχουν υψηλό επιπολασμό παραγόντων κινδύνου καρδιαγγειακών νοσημάτων (όπως παχυσαρκία, διαβήτης, κάπνισμα, υπέρταση), ζουν, επίσης, περισσότερο από τους γεννημένους στην Αυστραλία. Έχουν πάνω από 35% χαμηλότερη θνησιμότητα από καρδιαγγειακά νοσήματα και συνολική θνησιμότητα σε σύγκριση με τους γεννημένους στην Αυστραλία, μετά από τουλάχιστον 30 χρόνια από την άφιξή τους στην Αυστραλία.

Και είναι ο Σκωτσέζο-Αυστραλός γιατρός Norman Swan που, σύμφωνα με το greekreporter.com, έκανε αυτή την πολύπλοκη ανακάλυψη. Ο Swan διαπίστωσε ότι οι Ελληνοαυστραλοί, παρά το γεγονός ότι ακολουθούν δυνητικά απειλητικές για τη ζωή τους πρακτικές και δίαιτες, έχουν το δεύτερο υψηλότερο προσδόκιμο ζωής μετά τους Ιάπωνες, ονομάζοντας αυτή την κατάσταση «το ελληνικό παράδοξο» στο νέο του βιβλίο «So You Think You Know What’s Good for You?».

Οι Ελληνοαυστραλοί έχουν δύο έως τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να είναι παχύσαρκοι, να έχουν υψηλή χοληστερόλη, διαβήτη και υψηλή αρτηριακή πίεση από τους Αγγλοαυστραλούς. Παρόλα αυτά, έχουν 35% λιγότερες πιθανότητες να υποκύψουν σε καρδιακές παθήσεις, ενώ και ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου είναι, επίσης, χαμηλότερος.

Ο μεσογειακός τρόπος ζωής των Ελληνοαυστραλών εξηγεί το «ελληνικό παράδοξο»

Φαγητό, σολομός, λαχανικά, τυρί

Ο Swan λέει ότι η εξήγηση για αυτά τα στοιχεία έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με την ελληνοαυστραλιανή κληρονομιά. Όταν οι Έλληνες μετανάστες ήρθαν στην Αυστραλία, η διατροφή και ο τρόπος ζωής τους προσαρμόστηκαν και άρχισαν να τρώνε υψηλές θερμίδες και πολλά κορεσμένα λίπη.

Αλλά καθώς μεγάλωναν, η ομάδα αυτή επέστρεψε στις ελληνορθόδοξες ρίζες της και άρχισε να τρώει σύμφωνα με τη «μεσογειακή διατροφή». Ωστόσο, ο Swan λέει ότι αυτή είναι μόνο μια πτυχή του γιατί αυτά τα μέλη της ελληνικής διασποράς ζουν περισσότερο. Υπάρχουν και άλλοι βασικοί παράγοντες που απαριθμεί ο Swan -όπως το μαγείρεμα στο σπίτι με επιλεγμένες πρώτες ύλες, το αργό μαγείρεμα, η θρησκευτική νηστεία και άλλα.

Η Δρ. Catherine Itsiopoulos -διαπιστευμένη ασκούμενη διαιτολόγος και Αντιπρύτανης του Κολλεγίου Επιστημών, Υγείας, Μηχανικής και Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Murdoch- συμφωνεί ότι η τήρηση της μεσογειακής διατροφής είναι αυτό που κρατάει πολλούς Έλληνες μετανάστες στη ζωή για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.

Χωριάτικη σαλάτα

«Αυτό που βλέπουμε τώρα είναι ηλικιωμένοι Έλληνες που είναι στα 80 ή στα 90 τους χρόνια, οι οποίοι έχουν διατηρήσει τους κήπους του σπιτιού τους, τρώνε μια φυτική διατροφή που περιλαμβάνει πολύ μικρότερες ποσότητες κρέατος [από ό,τι μια μη μεσογειακή διατροφή]», λέει η Itsiopoulos, η οποία συζητά «το παράδοξο των Ελλήνων» μεταναστών στην αρχή του νέου της βιβλίου, «The Heart Health Guide» (Ο οδηγός για την υγεία της καρδιάς).

Παρόλο που η Αυστραλία άργησε αρκετά να ενσωματώσει το ελληνικό φαγητό στις γαστρονομικές της προτάσεις -τα ελληνικά εστιατόρια έγιναν πραγματικά δημοφιλή μόνο τις δεκαετίες του 1970 και του 1980- η μεσογειακή διατροφή παρέμεινε ζωντανή σε πολλά ελληνικά νοικοκυριά μεταναστών σε όλη τη χώρα.

«[Ενώ ζούσαν στην Αυστραλία], συνέχισαν να χρησιμοποιούν έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, πολλά βότανα και άγρια βρώσιμα χόρτα στη μαγειρική τους. Έτσι, υποθέτουμε ότι οι Έλληνες μετανάστες διατήρησαν ένα μεγάλο μέρος της παραδοσιακής μεσογειακής διατροφής και του τρόπου ζωής. Και αυτό είναι που τους προστατεύει από την πρόωρη θνησιμότητα», εξηγεί η Δρ. Itsiopoulos.

Μεταβαλλόμενες διατροφικές συνήθειες, από τη μία χώρα στην άλλη

Φαγητό, σαρδέλες, χωριάτικη, τυρί, ελιές

Δεδομένα από ηλικιωμένους Έλληνες μετανάστες που συμμετείχαν στη μελέτη της Διεθνούς Ένωσης Επιστημών Διατροφής Food Habits in Later Life (FHILL) δείχνουν ότι, αν και πολλές διατροφικές παραδόσεις συνεχίστηκαν, ορισμένες από τις διατροφικές συνήθειες άλλαξαν μετά την άφιξή τους στην Αυστραλία.

Η έρευνα έδειξε ότι οι πρώτοι Έλληνες αντιμετώπισαν έλλειψη οικείων τροφίμων όταν μετανάστευσαν εδώ. Παραδοσιακά συνηθισμένοι να τρώνε πολλές φυτικές πρωτεΐνες ως μέρος της μεσογειακής διατροφής, σύντομα εκμεταλλεύτηκαν την αφθονία φθηνών ζωικών κρεάτων που ήταν διαθέσιμα στην Αυστραλία. Η κρεατοφαγία θεωρούνταν, επίσης, σημάδι ευμάρειας, όπως και η παχυσαρκία.

«Αυτό προφανώς είχε ως αποτέλεσμα να αντικατασταθούν παραδοσιακά τρόφιμα (π.χ. ελαιόλαδο) με “νέα” τρόφιμα (π.χ. βούτυρο), να γίνουν πιο ενεργειακά πυκνά τα “παραδοσιακά” φυτικά πιάτα, να καταναλώνονται μεγαλύτερες μερίδες ζωικών τροφίμων, γλυκών και λιπαρών και να αυξάνεται η συχνότητα των εορταστικών γλεντιών».

Λάδι

Η αλλαγή του διατροφικού προτύπου σήμαινε ότι πολλοί μετανάστες πήραν βάρος. Ωστόσο, όπως δείχνει η μελέτη, οι Έλληνες μετανάστες συνέχισαν να τρώνε μεγάλες μερίδες υποτιθέμενα υγιεινών τροφίμων, όπως φυλλώδη λαχανικά, κρεμμύδια, σκόρδο, ντομάτες, πιπεριές, χυμό λεμονιού, βότανα, όσπρια και ψάρια.

«Υποψιαζόμαστε ότι αυτοί οι παράγοντες μπορεί να εξηγούν γιατί πρόσφατα διαπιστώθηκε ότι οι Ελληνοαυστραλοί έχουν υπερδιπλάσιες κυκλοφορούσες συγκεντρώσεις αντιοξειδωτικών καροτενοειδών, ιδίως λουτεΐνης, σε σύγκριση με τους Αυστραλούς αγγλοκελτικής καταγωγής. Αυτό με τη σειρά του μπορεί να έχει συμβάλει στο να γίνουν οι παράγοντες κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου “καλοήθεις” και να μειωθεί ο κίνδυνος θανάτου», σημειώνεται στην έρευνα.

Ακόμη, σε μια δημοσίευση του 2015, με συγγραφέα την Δρ. Itsiopoulos, αναφέρεται ότι η μεσογειακή διατροφή άλλαξε το εντερικό μικροβίωμα των ηλικιωμένων Ελλήνων μεταναστών, μειώνοντας τον κίνδυνο θανάτου τους.

Η Itsiopoulos λέει στο SBS ότι οι ηλικιωμένοι ελληνικοί πληθυσμοί, οι οποίοι παρέμειναν πιστοί στις θρησκευτικές παραδόσεις, νήστευαν τακτικά τρώγοντας μόνο χορτοφαγικές τροφές για πάνω από 100 ημέρες το χρόνο, με την ίδια να πιστεύει ότι αυτό ήταν ένα ακόμη στοιχείο που βοήθησε στην πρόληψη της πρόωρης θνησιμότητας.

Ψωμί με φέτα ελιές και αγγούρι

«Αυτός μπορεί, επίσης, να είναι ο λόγος για τον οποίο οι Έλληνες μετανάστες είχαν λίγο καλύτερες επιδόσεις από [άλλες πολιτισμικές ομάδες, συμπεριλαμβανομένων των πληθυσμών που γεννήθηκαν στην Αυστραλία], επειδή ήταν πιο ανθεκτικοί στον εγκλιματισμό. Διατήρησαν περισσότερους από τους παραδοσιακούς τρόπους ζωής».

Ο Swan σημειώνει, επίσης, ότι το μαγείρεμα στο σπίτι αποτελεί βασικό στοιχείο της μεσογειακής διατροφής, ειδικά με φρέσκα υλικά. Αυτά τα γεύματα παραδοσιακά γίνονται με μια ομάδα γύρω από το τραπέζι και όχι μεμονωμένα σε ξεχωριστά δωμάτια. «Αυτοί οι παράγοντες επιτρέπουν σε κάποιον να εξετάζει με μεγαλύτερη σύνεση τα συστατικά και τις μερίδες του», τονίζει εξηγώντας το σκεπτικό του.

Πώς επηρεάζει ο ύπνος μετά το γεύμα την υγεία

Ηλικιωμένη γυναίκα που κοιμάται

Έρευνες έχουν διαπιστώσει ότι οι σύντομοι ύπνοι μετά τα γεύματα συμβάλλουν στη μείωση της αρτηριακής πίεσης και στη μείωση των καρδιακών παθήσεων. Σύμφωνα με τον Swan, αυτά τα μικρά διαλείμματα, που είναι γνωστά και ως «siestas» και προέρχονται από την ισπανική κουλτούρα και έχουν διαδοθεί σε όλη τη Μεσόγειο, υιοθετήθηκαν και στον νέο τρόπο ζωής των Ελλήνων της Αυστραλίας, αποτελώντας κατά κάποιον τρόπο μέρος του μυστικού της μακροζωίας τους.