Το «blitzkrieg» των εξτρεμιστών φάνηκε να αιφνιδιάζει όλο τον πλανήτη, κατακτώντας εύκολα και γρήγορα όλο το Αφγανιστάν, με φόντο την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από τη χώρα.
Μόνο που ο όρος «γρήγορα» δεν δικαιώνει ακριβώς τη στρατιωτική εκστρατεία τους. Οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες προειδοποιούσαν στις 10 Αυγούστου ότι η αφγανική κυβέρνηση στην Καμπούλ θα κατέρρεε εντός 30-90 ημερών.
Η πρωτεύουσα έπεσε όμως 5 μέρες αργότερα. Κεραυνός εν αιθρία ήταν για τη Δύση και τις υπηρεσίες πληροφοριών η ταχύτατη προέλαση των Ταλιμπάν. Μόνο που τα πράγματα ίσως να μην είναι ακριβώς έτσι.
Τέσσερις μόλις μήνες μετά την ανακοίνωση του αμερικανού προέδρου για οριστική απόσυρση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν, οι Ταλιμπάν πήραν στον έλεγχό τους την Καμπούλ. Είναι ξανά στο τιμόνι της χώρας, 20 χρόνια μετά τα αιματηρά γεγονότα του 2001.
Λίγοι περίμεναν πως οι Ταλιμπάν θα κινούνταν τόσο γρήγορα. Κι ενώ υπήρχαν προειδοποιητικά σημάδια, οι τζιχαντιστές επιδόθηκαν σε έναν κεραυνοβόλο πόλεμο που τους έφερνε πόλη την πόλη κοντύτερα στην Καμπούλ.
Εννέα μέρες κράτησε ο πόλεμος. Όλοι αναρωτιούνται πλέον ένα πράγμα: Πώς συνέβη αυτό;
Και πού ήταν τελικά κρυμμένος ο αφγανικός στρατός, ο οποίος είτε δεν κράτησε τις θέσεις του είτε, σε αρκετές περιπτώσεις, αποχώρησε οικειοθελώς. Χωρίς να πέσει σφαίρα…
Το χρονικό ενός μονόπλευρου πολέμου
Όλα ξεκινούν στις 14 Απριλίου, όταν ο Μπάιντεν, κληρονομώντας τη συμφωνία Τραμπ και Ταλιμπάν για αποχώρηση των Αμερικανών από το Αφγανιστάν ως τον Μάιο του 2021, ανακοινώνει πράγματι πως το σχέδιο απόσυρσης προχωρά σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα.
«Είναι ώρα να δώσουμε τέλος στον μεγαλύτερο πόλεμο της Αμερικής», είπε ο πρόεδρος από τον Λευκό Οίκο. Άλλοι 2.500 αμερικανοί στρατιώτες παρέμεναν στο Αφγανιστάν, σε έναν πόλεμο που στοίχισε στις ΗΠΑ τρισεκατομμύρια δολάρια, αλλά και 2.000 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές.
Οι αφγανοί πολίτες που έχασαν τη ζωή τους ανέρχονται σε 100.000 από το 2009, όταν ο ΟΗΕ άρχισε να καταγράφει συστηματικά τους νεκρούς.
Το σχέδιο της κυβέρνησης Μπάιντεν προέβλεπε απόσυρση των δυνάμεων από τον Μάιο ως και την 11η Σεπτεμβρίου, ανήμερα της μαύρης επετείου του τρομοκρατικού χτυπήματος που οδήγησε στην αμερικανική εισβολή πριν από δύο δεκαετίες. Ο Μπάιντεν άλλαξε λίγο αργότερα την καταληκτική ημερομηνία αποχώρησης στις 30 Αυγούστου.
Από τις αρχές Μαΐου, με τους Αμερικανούς να ετοιμάζονται πυρετωδώς να αποχωρήσουν, καταγράφονται και οι πρώτες κινήσεις των Ταλιμπάν. Πλέον εμφανίζονται τα δικά τους μπλόκα σε αρκετά σημεία του κεντρικού οδικού δικτύου.
Οι αναφορές των μυστικών υπηρεσιών πέφτουν βροχή, οι Ταλιμπάν είναι εδώ και είναι ακόμα δυνατοί, διαμηνύουν, παρά τα 20 χρόνια πολέμου σε βάρος τους. Μέχρι τα τέλη Μαΐου, οι αμερικανικές αεροπορικές επιδρομές στα προπύργια των Ταλιμπάν μειώνονται και εκείνοι περνούν στην αντεπίθεση, χτυπώντας κάποιες ευάλωτες επαρχίες που ήταν κοντά στη ζώνη ελέγχου τους.
Κι έτσι φτάνουν κοντά στις περιφερειακές πρωτεύουσες, που ελέγχουν ακόμα οι κυβερνητικές δυνάμεις. Τώρα έχουμε σποραδικές μάχες σώμα με σώμα μεταξύ Ταλιμπάν και αφγανικού στρατού.
Παρά τις επιθετικές κινήσεις του εχθρού, η αποχώρηση των Αμερικανών συνεχίζεται κανονικά και στις 2 Ιουλίου ο ΟΗΕ ανακοινώνει ότι αποσύρθηκε από τη βάση Μπαγκράμ, το σημαντικότερο στρατιωτικό αεροδρόμιο της χώρας.
Στις 8 Ιουλίου, με τους τζιχαντιστές να συνεχίζουν τις κινήσεις τους, ο Μπάιντεν υπεραμύνεται της απόφασης για αποχώρηση, λέγοντας ότι περιμένουν τέτοιες προκλήσεις, αλλά ο πόλεμος οφείλει να τελειώσει. «Δεν θα στείλω άλλη μια γενιά Αμερικανών στον πόλεμο», δηλώνει χαρακτηριστικά.
Προσθέτοντας μάλιστα ότι η πιθανότητα να «ανατρέψουν τα πάντα οι Ταλιμπάν και να κατακτήσουν όλη τη χώρα» είναι «εντελώς απίθανη».
Μέχρι τα τέλη Ιουλίου, οι Αμερικανοί σφυροκοπούν κάποιες περιοχές που ελέγχουν οι Ταλιμπάν, προσπαθώντας να συνδράμουν στρατιωτικά τις αφγανικές δυνάμεις. Χτυπήματα λαμβάνουν χώρα και στην Κανταχάρ, την κοιτίδα των Ταλιμπάν.
Στις 2 Αυγούστου, ο αφγανός πρόεδρος Άσραφ Γάνι κατηγορεί στη Βουλή την «αιφνίδια» αποχώρηση των Αμερικανών για τις περιπέτειες στις οποίες μπήκε η χώρα του. Μέχρι τις αρχές Αυγούστου, οι Ταλιμπάν έχουν στα χέρια τους περισσότερες περιοχές από ποτέ στις δύο αυτές δεκαετίες.
Παρά το γεγονός ότι μέχρι τώρα έχουν καταλάβει αγροτικές περιοχές, πλέον κάνουν επιθέσεις σε πυκνοκατοικημένες πόλεις, όπως στην Κανταχάρ και τη Χεράτ, πλήττοντας με ρουκέτες τα αεροδρόμιά τους.
Στις 6 Αυγούστου παίρνουν στον έλεγχό τους την πρώτη περιφερειακή πρωτεύουσα, στα σύνορα με το Ιράν. Η πόλη πέφτει χωρίς μάχη, ο αφγανικός στρατός την εγκατέλειψε άρον άρον. Μέσα στις 2 επόμενες μέρες, οι Ταλιμπάν καταλαμβάνουν άλλες 4 πόλεις στον βορρά και βγάζουν από τα κελιά τους πολλούς παροπλισμένους μαχητές τους.
Αφγανοί στρατιώτες κλείνονται σε στρατόπεδο και παραδίδονται τελικά 3 μέρες αργότερα. Στις 9 Αυγούστου, οι Ταλιμπάν παίρνουν άλλη μία πόλη, χωρίς μάχη ξανά, ολοκληρώνοντας τον έλεγχο όλου του αφγανικού βορρά. Το ίδιο συμβαίνει και στις 10 και 11 του μήνα. Ο Μπάιντεν είπε για όλα αυτά πως παρά το χάος, η επιχείρηση αποχώρησης θα συνεχιστεί κανονικά: «Δεν μετανιώνω για την απόφασή μου».
Οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες, που προέβλεπαν πτώση της Καμπούλ μέσα σε 6 μήνες με έναν χρόνο από την αμερικανική απόσυρση, λένε τώρα πως η πρωτεύουσα μπορεί να πέσει ακόμα και σε έναν μήνα. Μόνο που η Καμπούλ θα ήταν στα χέρια του εχθρού σε λιγότερο από μία εβδομάδα!
Όλα έδειχναν πως ήταν αναπόφευκτο ήδη από τις 13 Αυγούστου. Γι’ αυτό και την προηγούμενη μέρα η αμερικανική κυβέρνηση δήλωσε πως θα στείλει 3.000 στρατιώτες για την ασφαλή απομάκρυνση διπλωματών, πολιτών και Αφγανών που είχαν συνεργαστεί μαζί τους.
Στις 14 Αυγούστου, οι 3.000 στρατιώτες έγιναν 5.000, καθώς οι Ταλιμπάν βρίσκονταν πια στα περίχωρα της Καμπούλ. Στις 15 Αυγούστου, μπήκαν στην Καμπούλ και ο πρόεδρος Γάνι εγκατέλειψε τη χώρα, σηματοδοτώντας την πλήρη κατάρρευση της κυβέρνησής του.
Εννέα μέρες μετά την κατάληψη της πρώτης πόλης, οι Ταλιμπάν είχαν στον έλεγχό τους όλο το έθνος.
Γιατί δεν έφερε αντίσταση ο αφγανικός στρατός
Η θεαματική κατάρρευση των αφγανικών δυνάμεων είναι το θέμα που απασχόλησε όλους. Παρά τα 20 χρόνια εκπαίδευσης από τους Αμερικανούς και τα δισεκατομμύρια σε εξοπλιστικές δαπάνες, ο στρατός άφησε τους Ταλιμπάν να πάρουν τη χώρα χωρίς ουσιαστική αντίσταση.
Τώρα ξέρουμε πως η κατάρρευση του αφγανικού στρατού δεν έγινε σε μερικές μέρες, αλλά ήταν μια αναπόδραστη πορεία που μεθοδευόταν εδώ και 20 χρόνια. Και είχε να κάνει με μια σειρά συμφωνιών που έγιναν στο παρασκήνιο μεταξύ των Ταλιμπάν και κάποιων χαμηλόβαθμων στελεχών του στρατού.
Αυτές οι σκοτεινές διαβουλεύσεις απασχολούσαν κάποιες φορές την επικαιρότητα ως συμφωνίες για κατάπαυση του πυρός. Στην πραγματικότητα όμως ήταν άλλο πράγμα: οι Ταλιμπάν πλήρωναν στρατιώτες και χαμηλόβαθμους βαθμοφόρους να τους δίνουν τον οπλισμό τους.
Αυτά γίνονταν σε κάποια απομακρυσμένα χωριά, με τον καιρό όμως τέτοιες δοσοληψίες άρχισαν να λαμβάνουν χώρα και στις περιφερειακές πρωτεύουσες. Αυτό έχουν αποκαλύψει τουλάχιστον δεκάδες αφγανοί αξιωματικοί, αστυνομικοί, ειδικοδυναμίτες και μυστικές υπηρεσίες.
Γι’ αυτό και δεν είδαμε πραγματική μάχη μεταξύ εξτρεμιστών και κρατικών δυνάμεων, ήταν όλοι τους εξαγορασμένοι. Ακόμα και τη μέρα που μπήκαν οι Ταλιμπάν στην πρωτεύουσα, δεν συνάντησαν ακριβώς σθεναρή αντίσταση. Ο πρόεδρος έφυγε αμέσως από το Αφγανιστάν και οι δυνάμεις μέσα και γύρω από την Καμπούλ εγκατέλειψαν τις θέσεις τους.
Μέχρι να πέσει το σκοτάδι, ακόμα και τα αστυνομικά σημεία ελέγχου είχαν εγκαταλειφθεί. Ο ρυθμός της κατάρρευσης των δυνάμεων ασφαλείας της χώρας μπορεί να εντυπωσίασε τον ανυποψίαστο παρατηρητή, αλλά για όσους γνώριζαν δεν ήταν παρά το χρονικό μιας συμφωνίας κάτω από το τραπέζι.
Ειδικά μετά τις συνομιλίες στην Ντόχα του Κατάρ τον Φεβρουάριο του 2020 μεταξύ Ταλιμπάν και Αμερικανών, οι εξτρεμιστές εντατικοποίησαν τις προσπάθειές τους, γνωρίζοντας πλέον επισήμως για την απεμπλοκή των ΗΠΑ από τη χώρα τους.
Οι αφγανικές στρατιωτικές δυνάμεις κατάλαβαν τη δεινή θέση στην οποία είχαν περιέλθει. Χωρίς την αμερικανική υποστήριξη και τις από αέρος επιδρομές των ΗΠΑ, θα έμεναν ξεκρέμαστοι απέναντι στους Ταλιμπάν. Και κάποιοι έτρεξαν να προσχωρήσουν στο αντίπαλο στρατόπεδο, διαβλέποντας εγκαίρως την επόμενη μέρα που θα ξημέρωνε για τη χώρα.
«Κάποιοι ήθελαν απλώς τα λεφτά», δήλωσε αξιωματικός των αφγανικών δυνάμεων για όσους συναντιόνταν μυστικά με τους Ταλιμπάν. Οι περισσότεροι στρατιώτες και στρατιωτικοί, αποκάλυψε στη Washington Post, είδαν την αμερικανική δέσμευση για πλήρη αποχώρηση ως προάγγελο ότι οι Ταλιμπάν θα επέστρεφαν στην εξουσία. Κι έτσι θέλησαν να προσχωρήσουν στο στρατόπεδο του νικητή.
Όσοι δεν πήγαν με τον εχθρό, είδαν το ηθικό τους να καταρρακώνεται μετά τη συμφωνία της Ντόχα για το τέλος του πολέμου στο Αφγανιστάν. Μέσα στη διαφθορά πολλών κρατικών αξιωματούχων και τη διάχυτη οικονομική δυσπραγία (αστυνομικοί ανέφεραν ότι ήταν απλήρωτοι 6-9 μήνες), η υπόσχεση μιας καλύτερης ζωής μεταστρέφει εύκολα αισθήματα και συνειδήσεις.
«Είδαν αυτή τη συμφωνία ως το τέλος», είπε άλλος αξιωματούχος, αναφερόμενος στους ανθρώπους που παρέμεναν πιστοί στην κυβέρνηση, «τη μέρα που υπογράφηκε η συμφωνία, είδαμε την αλλαγή. Ο καθένας έκανε ό,τι μπορούσε για να προστατέψει τον εαυτό του. Εγώ είπα ‘‘οι ΗΠΑ μας άφησαν να αποτύχουμε’’».
Ούτε σφαίρα
Αυτό φάνηκε στις πρώτες μεγάλες στρατιωτικές επιτυχίες των Ταλιμπάν, καταλάμβαναν μεγάλα μητροπολιτικά κέντρα χωρίς να ανοίγει μύτη. Η Κουντούζ, η πρώτη πόλη-κλειδί που έπεσε στους Ταλιμπάν, περιήλθε στην κατοχή τους υπόπτως εύκολα.
Και πράγματι, οι γεροντότεροι και οι αρχηγοί των τοπικών πληθυσμών και φυλών είχαν περάσει μέρες σε διαπραγματεύσεις με τους Ταλιμπάν, καταλήγοντας σε συμφωνία παράδοσης. Το ίδιο φάνηκε να συμβαίνει σε όλο τον δρόμο των Ταλιμπάν ως την Καμπούλ, μέχρι να πέσει και η τελευταία βάση στα χέρια τους.
Όπως έγινε στη Χεράτ. Οι παρασκηνιακές διαβουλεύσεις ανάγκασαν τον κυβερνήτη να παραιτηθεί από τη θέση του. Τον ακολούθησαν υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι του υπουργείου Εσωτερικών, πράκτορες και εκατοντάδες στρατιώτες. Η συμφωνία παράδοσης της πόλης ξέρουμε πια ότι κλείστηκε μέσα σε ένα βράδυ.
«Ντρέπομαι τόσο πολύ», είπε ένας υπάλληλος του υπουργείου Εσωτερικών, αναφερόμενος στην παράδοση του Abdul Rahman Rahman, υψηλόβαθμου κρατικού λειτουργού, στη Χεράτ, «εγώ είμαι ένας ασήμαντος, δεν έχω τη θέση του. Αν το κάνει αυτός αυτό, εγώ τι πρέπει να κάνω;».
Πρόσφατες αναφορές μας λένε πως συμφωνίες για μαζική παράδοση των πληθυσμών στους Ταλιμπάν είχαν κλειστεί τουλάχιστον έναν μήνα πριν την έναρξη της αντεπίθεσης των Ταλιμπάν.
Δείτε, για παράδειγμα, τι έγινε στην Γκαζνί. Ο κυβερνήτης εγκατέλειψε την ιστορική πόλη, με συνοδεία μάλιστα των Ταλιμπάν, και έπεσε στα χέρια του αφγανικού στρατού λίγο πριν μπει στην Καμπούλ.
Ακόμα και οι ελίτ μονάδες του στρατού, που θα μπορούσαν να πλήξουν τους Ταλιμπάν, ήταν αποσπασμένες σε διάφορες επαρχίες. Εκεί δηλαδή που οι στρατιώτες είτε είχαν εγκαταλείψει τις θέσεις τους είτε είχαν μεγάλες ελλείψεις σε επιχειρησιακή ετοιμότητα.
Αξιωματικός των ειδικών δυνάμεων που ήταν στρατοπεδευμένος στην Κανταχάρ αποκάλυψε πως πήρε εντολή να παραδοθούν: «Μα θέλουμε να πολεμήσουμε! Αν παραδοθούμε, οι Ταλιμπάν θα μας σκοτώσουν», είπε στον προϊστάμενό του, για να πάρει τη διαβεβαίωση ότι κανείς δεν θα τους πείραζε. Φτάνει να πετούσαν τα όπλα.
Η ομάδα δεν παραδόθηκε τελικά, αλλά το έκανε η συνοριακή αστυνομία. Κι έτσι έμειναν μόνοι τους και χωρίς επιλογή. Φόρεσαν πολιτικά ρούχα και εγκατέλειψαν τις θέσεις τους. «Ντρέπομαι που το έκανα αυτό», δήλωσε στη Washington Post, «αλλά αν δεν το έκανα, θα με είχε πουλήσει στους Ταλιμπάν η ίδια μου η κυβέρνηση».
Όπως φάνηκε, το γεγονός ότι ο αφγανικός στρατός δεν πήρε μέρος στον πόλεμο δεν ήταν καθόλου συμπτωματικό. Κάποιοι είχαν ένα καλά οργανωμένο σχέδιο και εργάζονταν εδώ και καιρό για την επίτευξή του.