Αν και τις περισσότερες φορές η φαντασία φέρεται ως ανώτερη της πραγματικότητας, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που αποδεικνύουν ακριβώς το αντίθετο. Η ζωή κερδίζει τα ινία σε αγριότητα και διαστροφή, η οποία στη συνέχεια εμπνέει και μετατρέπεται σε αριστουργηματα του λογοτεχνικού στερεώματος χαρίζοντας τα εύσημα στους δημιουργούς τους. Στη λογοτεχνική αρένα, από τον Μεσαίωνα μέχρι και σήμερα, έχουν υπάρξει συγγραφείς οι οποίοι εκτός από το να περιγράψουν αστυνομικές ιστορίες και φονικά ένστικτα φρόντισαν να τα έχουν εκ των προτέρων βιώσει ή εκ των υστέρων εκτελέσει.
Γράφει η Νίκη Παπάζογλου
Ο Γουίλιαμ Μπάροουζ σκότωσε τη γυναίκα του με τον πλέον κωμικοτραγικό τρόπο, η συγγραφέας Αν Πέρι είχε σκοτώσει τη μητέρα της καλύτερης της φίλης, ο συγγραφέας του «Αμόκ», στο βιβλίο του περιέγραφε έναν φόνο που είχε νωρίτερα διαπράξει! Κι αυτά είναι μόνο μερικά από τα ονόματα της λίστα των συγγραφέων – δολοφόνων. Ποια είναι όμως η ιστορία των διασημότερων εξ αυτών;
Γουίλιαμ Μπάροουζ, συζυγοκτόνος
Ο Γουίλιαμ Μπάροουζ, ένας από τους κορυφαίους εκπροσώπους της Beat Generation, μαζί με τον Τζάκ Κέρουακ και τον Άλλεν Γκίνσμπεργκ, διάσημος για το ψυχεδελικό γράψιμό του καθώς και για τον έκλυτο βίο του με τις έντονες εξαρτήσεις, εκτός από το συγγραφικό του ταλέντο έγινε γνωστός για έναν ακόμα λόγο. Για την κατά λάθος δολοφονία της δεύτερης συζύγου του, Τζόαν Βόλμερ Ανταμς.
Η ιλαροτραγωδία με το μακάβριο τέλος έλαβε χώρα σε ένα ταξίδι του ζευγαριού στο Μεξικό το 1951. Εκεί ο Γουίλιαμ και η Τζόαν, αποφασίζουν να αναπαραστήσουν τη σκηνή κατά την οποία ο Γουλιέλμος Τέλλος, πετυχαίνει με ένα τόξο το μήλο που βρίσκεται στο κεφάλι του γιού του. Η Τζόαν παίρνει θέση με το μήλο στο κεφάλι, και ο Μπάροουζ χρησιμοποιεί αντί για τόξο όπλο. Η μεγάλη ποσότητα αλκοόλ και άλλων ουσιών που είχαν και οι δύο προηγουμένως καταναλώσει στέρησε την απαιτούμενη ψυχραιμία και την μέχρι τότε αξιέπαινη ευστοχία του Μπάροουζ, με αποτέλεσμα η Τζόαν να πέσει νεκρή από τη σφαίρα του σύζύγου της. Ο Μπάροουζ συνελήφθη με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας αλλά εξέτισε μόνο μερικές μέρες από την ποινή του την οποία κατάφερε να εξαγοράσει.
Για το ατυχές περιστατικό, ο αμερικανός νοβελίστας έγραφε στην εισαγωγή του βιβλίου του Queer, μυθιστόρημα που γράφτηκε το 1953 αλλά δεν δημοσιεύτηκε παρά το 1985 «είμαι αναγκασμένος να καταλήξω στο φρικτό συμπέρασμα ότι ποτέ δεν θα είχα γίνει συγγραφέας, αν δεν είχα ζήσιε τον θάνατο της Τζόαν»…
Φρανσουά Βιγιόν – ο δολοφόνος του κληρικού
Ο κατά Ρεμπώ γενάρχης των «καταραμένων ποιητών», ένας από τους μεγαλύτερους που πέρασε από το λογοτεχνικό στερέωμα, ήταν ένας ακόμη λογοτέχνης με δολοφονικά ένστικτα. Αν και οι λεπτομέρειες στη ζωή του υπάρχουν υπό την σκιά του πιθανού και της αβεβαιότητας, γνωρίζουμε πως έζησε την περίοδο του Μεσαίωνα, από το 1431 έως το 1463 που εξαφανίστηκε. Όταν σε μικρή ηλικία ορφάνεψε ανέλαβε την προστασία και επιμέλειά του ο θείος του, εφημέριος Γκυγιώμ ντε Βιγιόν, στον οποίο οφειλει και το όνομά του.
Ο Φρανσουά Βιγιόν εκτός από τα λογοτεχνικά σαλόνια συνήθιζε να συχνάζει και στα καταγώγια και τα πορνεία της εποχής. Ώσπου μια μέρα πετην διάρκεια ενός καυγά, μαχαίρωσε θανάσιμα έναν κληρικό επειδή αμφισβήτησε τα χαρίσματα ενός κοριτσιού. Στη συνέχεια εξορίστηκε από το Παρίσι μέχρι το 1456 όπου έλαβε βασιλική χάρη και επέστρεψε. Την περίοδο της φυλάκισής του γράφει το ποίημα Μικρή Διαθήκη στο οποίο σαρκάζοντας γράφει πως κληροδοτεί τα μαλλιά του στον κουρέα του, μερικές δεκάρες σε τοκογλύφους και το σπαθί του, το οποίο είχε ήδη βάλει ενέχυρο, στον γραμματέα του κακουργιοδικείου.
Μετά την αποφυλάκισή του συλλαμβάνεται ξανά για διάφορα παραπτώματα, μέχρι που περνά το καλοκαίρι του 1461 έγκλειστος στη φυλακή, στο Λίγηρα, με διαταγή του επισκόπου της Ορλεάνης. Απελευθερώνεται τον Οκτώβριο όπου και γράφει το ποίημα του, Μεγάλη Διαθήκη, στο οποίο εκφράζει τον αποτροπιασμό του για τις δυστυχίες της ζωής, την αρρώστια, τη φυλακή, τα γηρατειά και τον θάνατο, ενώ αναπολεί τα καπηλειά, κατακρίνει τους αμφίβολους φίλους και μνημονεύει τις πόρνες που συναναστράφηκε, με τόνους πολύ πιο δηκτικούς απ’ ότι στο προηγούμενο έργο του. Την τελευταία φορά που συλλαμβάνεται για συμπλοκή, καταδικάζεται σε απαγχονισμό και εν αναμονή της αγχόνης γράφει την Μπαλάντα των Κρεμασμένων. Εντέλει η ποινή μετατρέπεται ξανά σε εξορία μετά την οποία τα ίχνη του χάνονται για πάντα…
Ανν Πέρι, η 15χρονη συνεργός σε δολοφονία
Το παρελθόν της γνωστής σήμερα συγγραφέως αστυνομικών μυθιστορημάτων, Ανν Πέρι, κρύβει εξίσου μια φρικαλέα ιστορία. Καταγώμενη από την Αγγλία αναγκάζεται στα 13 της να μετακομίσει στη Νέα Ζηλανδία έπειτα από φυματίωση που απαιτούσε την ζωή σε ένα θερμότερο κλίμα. Οταν η Τζούλιετ Χιουλμ, όπως λεγόταν τότε, εγκαταστάθηκε με τους γονείς της στη νέα πατρίδα γνώρισε την συνομίλική της Πωλίνα Πάρκερ με την οποία τους συνέδεσε μια στενή φιλία. Μέχρι που κάποια στιγμή οι γονείς αποφάσισαν να τις χωρίσουν. Όταν οι δυο τους υποπτεύτηκαν πως οι γονείς της Τζούλιετ σχεδίαζαν να την στείλουν για λίγο καιρό σε ένα συγγενικό σπίτι στη Νότιο Αφρική, οργάνωσαν μια δολοφονία που θα ανέτρεπε όπως πίστευαν τα σχέδια των γονέων.
Σε μια βόλτα που έκαναν οι δυό τους με την μητέρα της Πωλίνας στο πάρκο της περιοχής, είχαν σχεδιάσει να ρίξει η Ανν σήμερα, Τζούλιετ τότε, κάτω ένα αντικείμενο ώστε να σκύψει να το σηκώσει η μητέρα της Πωλίνας, για να την χτυπήσουν με μια πέτρα στο κεφάλι. Αντί για ένα χρειάστηκαν 45 χτυπήματα για να ολοκληρωθεί η σκληρή δολοφονία.
Λόγω του νεαρού της ηλικίας τα δύο κορίτσια γλίτωσαν την θανατική ποινή και φλακίστηκαν σε ξεχωριστά σωφρονιστικά ιδρύματα για πέντε χρόνια. Μέχρι σήμερα ισχύει απαγορευτική εντολή για την οποιαδήποτε μεταξύ τους επικοινωνία. Το 1994, η ιστορία τους μεταφερθηκε στην μεγάλη οθόνη, από τον Πίτερ Τζάκσον με τίτλο «Ουράνια Πλάσματα».
Γιόχαν -Τζακ-Ουντερβέγκερ, ο serial killer συγγράφεας
Ο αυστριακός Γιόχαν Τζαν Ουντερβέγκερ, ξεκίνησε την συγγραφική του καριέρα εντός φυλακής. Το 1974 καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη για τον στραγγαλισμό της δεκαοκτάχρονης Margaret Schäfer. Ξεκίνησε με ποιήματα ενώ αργότερα έγραψε και μυθιστορήματα με γνωστότερο το «Purgatory or the Trip to Prison» (Καθαρτήριο) όπου αποτέλεσε την αυτοβιογραφία του.
Η πένα του τον έκανε ιδιαιτέρως δημοφιλή. Αυτός ήταν και ο λόγος που συγγραφείς διανοούμενοι και μερικοί αυστριακοί πολιτικοί πιστεύοντας στον σωφρονισμό του πέτυχαν την απονομή χάριτος και την αποφυλάκισή του έπειτα από 15 χρόνια.
Την επόμενη χρονιά όμως αφότου αφέθηκε ελεύθερος σκότωσε άλλες 6 πόρνες ενώ το 1992 κακοποιεί και δολοφονεί ακόμα τρεις γυναίκες και διώκεται από τις αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι γυναίκες είχαν κακοποιηθεί σεξουαλικά, είχαν χτυπηθεί και εν τέλει στραγγαλιστεί με τους στηθόδεσμούς τους.
Ο Ουντερβέγκερ συνελήφθη εντέλει τον Φεβρουάριο του 1992 στο Μαιάμι και μεταφέρθηκε στην Αυστρία όπου και καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη χωρίς αναστολή για το φόνο 11 γυναικών. Την επόμενη της μεταφοράς του στις φυλακές βρέθηκε απαγχωνισμένος στο κελί του. Είχε χρησιμοποιήσει τα κορδόνια του και την ζώνη με τρόπο παρόμοιο με εκείνον που χρησιμοποίησε για να στραγγαλίσει τα θύματά του.
Μαρία Καρολίνα Γκιλ, η δολοφόνος του εραστή της
Μια ακόμα χαρισματική συγγραφέας που χαρακτηρίστηκε ποικιλοτρόπως όχι μόνο για την τολμηρή τέχνη της αλλά και για την τολμηρή ζωή της, ήταν η χιλιανή, Μαρία Καρολίνα Γκιλ.
Στις 14 Απριλίου του 1956, σε ηλικία 46 χρόνων, η Μαρία Καρολινα πυροβόλησε 4 φορές τον εραστή της, μόλις 32 χρόνων, σε ένα ξενοδοχείο. Όπως υπογράμμιζαν αυτόπτες μάρτυρες στις εφημερίδες της εποχής μετά τη διάπραξη του φόνου αγκάλιασε και φιλούσε το άψυχο σώμα του 32χρονου, ουρλιάζοντας πως ήταν «ό,τι αγαπούσε περισσότερο πάνω στη γη». Μετά την δολοφονία η Καρολίνα καταδικάστηκε σε τριετή φυλάκιση και κατά την διάρκεια του εγκλεισμού της έγραψε ένα από τα γνωστότερα μυθιστορήματά της, το Women’s Prison, συνδυάζοντας την μυθοπλασία με τις προσωπικές της εμπειρίες.
Οι υψηλές γνωριμίες της σε λογοτεχνικούς κύκλους της εποχής αλλά και η φιλία της με τη βραβευμένη με Νόμπελ Γκαμπριέλα Μπστράλ, συνέβαλαν στο να της απονεμηθεί χάρη. Πέθανε ελεύθερη το 1996 ενω ήταν 83 χρόνων.
Ισέι Σαγκάουα, ο κανίβαλος συγγραφέας
Συνηθέστερα το όνομά του ιάπωνα συγγραφέα συνοδεύει ο χαρακτηρισμός : ο κανίβαλος που αφέθηκε ελεύθερος με τον χαρακτηρισμό να μην απέχει πολύ από την πραγματικότητα αφού ο δολοφόνος που περιέγραψε στο βιβλίο του τον φόνο που είχε διαπράξει, σήμερα ζει στο Τόκιο, και ως μια μικρή διασημότητα παρελαύνει συχνά ως καλεσμένος σε τηλεοπτικά στούντιο.
Κατά την διάρκεια που σπούδαζε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης στο Παρίσι, κάλεσε μια νεαρή ολλανδή φοιτήτρια να δειπνήσουν στο σπίτι του για να συζητήσουν για ποίηση. Καθώς εκείνη διάβαζε ένα ποίημα, ο Σαγκάουα την πυροβόλησε στο κεφάλι με τουφέκι στην συνέχεια ασέλγησε πάνω στο άψυχο σώμα και μετέπειτα την τεμάχισε και την έφαγε όπως ομολόγησε ήρεμα όταν συνελήφθη στις αρχές. Τα μέρη το σώματος που περίσσεψαν τα τοποθέτησε σε σακούλες σκουπιδιών και τα πέταξε σε μια λίμνη. …
Μετά την απεχθή δολοφονία, ο Ισέι κρίθηκε ως παράφρων και διατάχθηκε η κράτηση του σε ψυχιατρική κλινική. Λίγες μέρες αργότερα, διαγνώστηκε λανθασμένα πως έπασχε από εγκεφαλίτιδα και όλοι ανέμεναν το επικείμενο θανατό του. Ο θάνατος όμως δεν ήρθε ποτέ.
Εντέλει ο Σαγκάουα επέστρεψε στην Ιαπωνία, ανάρρωσε σε ψυχιατρική κλινική και από το 1986 ζει ελεύθερος στο Τόκιο. Στο βιβλίο που έγραψε στο οποίο περιέγραφε το έγκλημα σημείωνε πως «…η ανθρώπινη σάρκα έλιωνε στο στόμα σαν ωμός, τρυφερός τόνος».
Χανς Φαλάντα, η αυτοκτονία μετατρέπεται σε δολοφονία
Ένας από τους διασημότερους συγγραφείς του προηγούμενου αιώνα ήταν ο Γερμανός Χανς Φαλάντα, αρχικά γνωστός για το δημοσιογραφικό και μετέπειτα για το συγγραφικό του ταλέντο έγραψε κυρίως για την ζωή στο Βερολίνο τη δεκαετία του ’20. Η πρώτη του μεγάλη επιτυχία ήρθε το 1932 με το μυθιστόρημα «Little Man, What Now?» το οποίο έγινε μπεστ σέλερ στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Βρετανία ενώ ακολούθησαν το «Wolf Among Wolves», το οποίο σηματοδότησε την επιστροφή του στο ρεαλιστικό στυλ, καθώς και ένα ακόμα μπεστ σέλερ, με τον τίτλο «Every Man Dies Alone».
Ο Φαλάντα συναντήθηκε με το έγκλημα στα εφηβικά του χρόνια, όταν προσπάθησε να αυτοκτονήσει μαζί με τον στενότερο του φίλο και όπως εικάζεται τότε σύντροφό του, αφότου οι γονείς του ενημερώθηκαν για την σχέση τους. Ο Φαλάντα και ο Χανς Ντίτριχ είχαν αποφασίσει να προβούν σε διπλή αυτοκτονία στην οποία θα έδιναν την μορφή μονομαχίας για να γλιτώσουν τον περαιτέρω σχολιασμό της ομοφοβικής τότε κοινωνίας. Δεδομένου ότι δεν ήταν έμπειροι με τα όπλα το αποτέλεσμα δεν ήταν το αναμενόμενο. Ο Ντίντριχ αστόχησε ενώ ο Φαλάντα όχι με αποτέλεσμα άθελά του να έχει δολοφονήσει τον καλύτερό του φίλο. Παρόλο που στη συνέχεια ο Φαλάντα πήρε το όπλο του Ντίντριχ και αυτοπυροβολήθηκε στο στήθος, επέζησε. Συνελήφθη και εξέτισε την ποινή του νοσηλευόμενος σε ψυχιατρική κλινική μέχρι που διαγνώστηκε απολύτως λογικός και αφέθηκε ελεύθερος.
Το αλκοόλ και τα ναρκωτικά όμως καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό την μετέπειτα πορεία του, ενώ ένα ακόμη βίαιο περιστατικό χαρακτήρισε την ενήλικη ζωή του, όταν το 1944 κατά την διάρκεια διαπληκτισμού του με την πρώην σύντροφό του την πυροβόλησε.
Κρίστιαν Μπάλα, «σκοτώνω και γράφω»
Τελευταίος της λίστας είναι ο Πολωνός συγγραφέας Κρίστιαν Μπάλα ο οποίος απασχόλησε τις αρχές το 2003, όταν κυκλοφόρησε το πρώτο βιβλίο του με τίτλο «Αμόκ». Το βιβλίο αφηγούνταν την ιστορία μιας δολοφονίας παραθέτοντας στοιχεία που έκπληκτοι οι αστυνομικοί διαπίστωσαν πως ταιριάζουν με μια άλυτη υπόθεση που ερευνούσαν από το 2000. Εκείνο που τους κίνησε ιδιαίτερα το ενδιαφέρον και διερεύνησαν την υπόθεση ήταν πως μόνο ο δράστης θα μπορούσε να γνωρίζει τα εν λόγω στοιχεία.
Ο συγγραφέας στο βιβλίο του διηγούνταν έναν πραγματικά άγριο φόνο που είχε ο ίδιος διαπράξει. Επρόκειτο για τον φόνο του Ντάριους Γιανιστζέφσκι, εραστή της πρώην γυναίκας του, τον οποίο βασάνισε και ακρωτηρίασε πριν πετάξει στο ποτάμι.
Το 2007 καταδικάστηκε σε 25 χρόνια φυλάκισης, ενώ παράλληλα οι πωλήσεις του βιβλίου του εκτοξεύθηκαν στα ύψη. Μετά την σύλληψή του, οι αστυνομικές αναφορές έκαναν λόγο για δεύτερο βιβλίο το οποίο ετοίμαζε, για τις ανάγκες του οποίου σχεδίαζε και έναν δεύτερο φόνο.
Διαβάστε όλα τα θέματα της ενότητας Weekend του newsbeast.gr