Ίσως κανένα έργο της νεότερης λογοτεχνίας μας δεν έχει κεντρίσει την περιέργεια τόσων ανθρώπων και δεν έχει προκαλέσει τόσα ερωτήματα όσο το μυθιστόρημα ο Μέγας Ανατολικός, το ηδονικό και ώριμο Magnum Opus του Ανδρέα Εμπειρίκου. Ικανό να συγκριθεί με τα μεγάλα «πορνογραφήματα» της ξένης λογοτεχνίας, τα οποία έχουν ζωντανέψει στη μνήμη μας με την πολυαναμενόμενη πρεμιέρα των «50 Αποχρώσεων του γκρι», το έργο αυτό, το οποίο εκδόθηκε μετά τον θάνατο του έλληνα λογοτέχνη σε μια κοινωνία που θεωρήθηκε πιο απελευθερωμένη για να μπορέσει να αντιμετωπίσει τις προκλητικές του σελίδες, λαμβάνεται ως το τολμηρότερο βιβλίο της ελληνικής ιστορίας.
Οκτώ τόμοι, 2.100 σελίδες, των οποίων η συγγραφή διήρκεσε σχεδόν έξι χρόνια, από το 1945 μέχρι το 1951, με την τελική του μορφή να οριστικοποιείται περίπου το 1970. Το οκγωδέστατο έργο ζωής του Εμπειρίκου γραμμένο με ελευθεροστομία και περιλαμβάνοντας άκρως ερωτικές περιγραφές διηγείται το παρθενικό ταξίδι του υπερωκεανίου «Μέγας Ανατολικός» από τη Νέα Υόρκη, κατά την περίοδο της ακμής της βικτωριανής εποχής.
«Όλαι αι προετοιμασίαι είχαν τερματισθεί και ο γίγας των θαλασσών ανέμενε την ημέρα του απόπλου που επρόκειτο να λάβη χώραν εντός του τελευταίου δεκαημέρου του Μαΐου του 1867 εκ του λιμένος του Λίβερπουλ».
Ο Μεγάλος Ανατολικός το εκτόπισμα του οποίου υπερβαίνει τους 25.000 τόννους, το μήκος του τα 690 πόδια, το πλάτος του τα 80, και το βάθος του τα 58 πόδια, ως το μεγαλύτερο πλοίο της υφηλίου, μας θυμίζει το τροχήλατο Great Eastern, το πλοίο που συνέδεσε την Μεγάλη Βρετανία με το Αμερικάνικο Όνειρο, ταξίδι που είχε πραγματοποιήσει ο Ιούλιος Βερν το 1967 και περιέγραψε στο μυθιστόρημά του Πλωτή Πολιτεία.
Ένας τριτοπρόσωπος αφηγητής στους 8 αυτούς τόμους περιγράφει δέκα μέρες από το ταξίδι του μεγάλου πλοίου, και δεν διστάζει να παρεμβαίνει στα δρώμενα και να γυρνάει που και που τον χρόνο πίσω για να διηγηθεί. Τις πρώτες τρεις ημέρες του ταξιδιού, που περιγράφονται, διαδέχεται μια καταιγίδα που διαρκεί δύο μέρες κι πολλά γεγονότα που συμβαίνουν στις επόμενες δύο που ακολουθούν. Την τελευταία μέρα το πλοίο φτάνει στο λιμάνι και η αφήγηση τερματίζει με την άφιξη αυτή.
Αυτό το ταξίδι του Μεγάλου Ανατολικού, σύμφωνα με τον Οδυσσέα Ελύτη είναι στην ουσία μια αφορμή «για να δημιουργήσει μία κινούμενη μονάδα-νησίδα όπου, χωρίς τους περιορισμούς της πιθανοφάνειας, θα συσσωρεύσει όλες τις παραλλαγές και τις εκφάνσεις της σαρκικής ομιλίας από την ονείρωξη και τον αυνανισμό αρχινώντας, ως την επιδειξιομανία, τον ηδονοβλεπτισμό, τον λεσβιασμό, την παιδεραστία, την αιμομιξία, τον φετιχισμό, τον σαδισμό, τον μαζοχισμό, την κοπροφαγία και οτιδήποτε άλλο μπορεί να βάλει ο νους του ανθρώπου αποβλέποντας στην ικανοποίηση του ερωτικού ενστίκτου».
Ο ίδιος ο Εμπειρίκος υπήρξε ιδιαίτερος προσεκτικός στις δηλώσεις του για το Μεγάλο Ανατολικό και αρκετά απρόθυμος να δώσει στη δημοσιότητα κάποιο τμήμα του έργου, ή να προβεί στην έκδοσή του. Πρόβαινε μόνο σε αποσπασματικές αναγνώσεις ορισμένων κεφαλαίων του έργου σε κλειστό κύκλο φίλων και γνωστών, κρατώντας για 40 χρόνια ερμητικά άγνωστο και ταυτόχρονα διαβόητο τον Μεγάλο Ανατολικό, αυξάνοντας ολοένα το μυστήριο και την φήμη του.
«Πολλά κείμενά μου», λέει, «δεν έχουν εκδοθεί. Λόγο ελευθεροστομίας. Ενοχλούνται τα καλώς κείμενα ώτα. Το μυθιστόρημά μου Ο Μέγας Ανατολικός, έχει για θέμα το παρθενικόν ταξείδιον του υπερωκεανίου Ανατολικός από την Αγγλίαν εις την Αμερικήν. Εκτός από τους ήρωας, ο ίδιος ο Ανατολικός είναι πρόσωπον του έργου συμβολικώς. Το έγραψα από το 1945 έως το 1951», έλεγε ο συγγραφέας στη μοναδική αναφορά που έκανε σε συνέντευξή του για το μυθιστόρημά αυτό.
Πρωταγωνιστές του μυθιστορήματος είναι οι επιβάτες του υπερωκεανίου, που διαπλέουν τον Ατλαντικό ωκεανό, απολαμβάνοντας τον έρωτα χωρίς όρια και σε όλες τις μορφές του. Ανήκουν σε όλες τις τάξεις στο πλοίο επιβαίνουν ως επί το πλείστον Αγγλοσάξονες, Βρετανοί και Βορειοαμερικανοί, αν και συνολικά εκπροσωπείται μία πληθώρα εθνικοτήτων, με την εμφάνιση Γάλλων, Πορτογάλων, Ισπανών, Ολλανδών, Σκώτων, Ιρλανδών, Ιταλών, Πολωνών, ενός ζεύγους Σουηδών, μίας οικογένειας Λαπώνων, ενός Ινδού μεγιστάνα, τριών Ελλήνων, Ρώσων, Γερμανών, Εβραίων, ενός Ελβετού, ενός ζεύγους Ούγγρων, μίας οικογένειας από τη Χαβάη, ενός Μεξικανού, Νοτιοαμερικανών και Βορειοαμερικανών αφρικανικής καταγωγής. Ανάμεσα τους ξεχωρίζει ο χαρακτήρας του Έλληνα ποιητή Ανδρέα Σπερχή, που εύκολα εντοπόζει κανείς κάτω από το αδιαφανέστατο αυτό ψευδώνυμο τις ομοιότητές του με τον συγγραφέα».
«Τὰ πράγματα ποὺ ὁ Ἀνδρέας ἠγάπα ὑπεράνω ὅλων τῶν ἄλλων, ἦσαν κατὰ σειράν, αἱ ἡδοναὶ τοῦ ἔρωτος, ἡ ποίησις καὶ τὰ μεγάλα ταξίδια – ὅμως, ὄχι ἐκεῖνα ποὺ ἐπιτρέπουν, ἁπλῶς, τὴν μουσειακήν, τρόπον τινά, διαπίστωσιν καὶ ταξινόμησιν τοῦ λεγομένου «ἐντοπίου χρώματος», ἀλλὰ τὰ ἐπιτρέποντα τὴν προέκτασιν, τὴν προβολὴν καὶ τὴν συμμετοχὴν ἑκάστου «Ἑνός», ἑκάστου «Ἐγώ», ἑκάστου Ἀτόμου, διὰ τῆς βιουμένης προσωπικῆς κατανοήσεως τῆς ὁλοκληρωτικῆς οὐσίας καὶ τῆς οἰκουμενικῆς ἐννοίας, εἰς τὴν καθολικότητα καὶ τὸν πλήρη ρυθμὸν τοῦ Κόσμου. Οὕτω, μὲ πρῶτον μέλημα τὸν ἔρωτα καὶ μὲ σύντροφον τὴν ποίησιν – ἥτις, εἰς τὴν βαθυτέραν τῆς ὑπόστασιν, δὲν διαφέρει πολὺ ἀπὸ τὸν ἵμερον – ὁ Ἀνδρέας Σπερχής, εἶχε πραγματοποιήσει πολλὰ ταξίδια εἰς τὴν Δύσιν καὶ τὴν Ἀνατολήν, ἐξ ὧν, τὸ ἀνωτέρω ρηθέν, ὑπῆρξε τὸ μεγαλύτερον. Μετὰ τὴν ἀτυχῆ ἔκβασιν τῆς ἐρωτικῆς τοῦ περιπετείας εἰς τὰς Ἀθήνας, ἐπιστρέψας εἰς τὸ Λονδίνον, ἀπεφάσισε νὰ ἐπιβιβασθῆ ἐπὶ τοῦ «Μεγάλου Ἀνατολικοῦ», καὶ ἅμα τὴ ἀφίξει του εἰς τὸν Νέον Κόσμον, νὰ διασχίση ἀπ ἄκρου εἰς ἄκρον τὰς Ἠνωμένας Πολιτείας, τὰς ὁποίας δὲν εἶχε ἀκόμη ἐπισκεφθεῖ, καί, θέτων ἄλλην μίαν φορὰν εἰς ἐνέργειαν τὴν περὶ ταξιδίων θεωρίαν του, νὰ προσπαθήση νὰ λησμονήση τὴν νεάνιδα ποὺ ἔκαμνε τὴν καρδίαν του νὰ αἰμάσση».
Ο Μέγας Ανατολικός αποτελεί το έργο του Εμπειρίκου που έχει γίνει δεκτό με τον πλέον άκρατο ενθουσιασμό ή την πλέον βίαιη επίκριση. Η έκδοση του συνδυάστηκε με αρκετές αντιδράσεις, εξαιτίας του τολμηρού περιεχομένου του. Το βιβλίο προκάλεσε εκτεταμένες ανταλλαγές απόψεων στον τύπο διχάζοντας τον πνευματικό κόσμο, αλλά όχι και την επέμβαση του εισαγγελέα παρότι αυτή είχε ζητηθεί μέσα από τις στήλες του περιοδικού «Πολιτικά Θέματα».
Ειδικότερα, αντικείμενο αντιπαράθεσης υπήρξε ο χαρακτηρισμός ή μη του έργου ως «πορνογράφημα». Δώδεκα χρόνια μετά την ολοκλήρωση της έκδοσής του, η χρησιμοποίηση αποσπασμάτων του στην τοπική εφημερίδα «Ανδριώτικη Εβδομάδα» είχε ως αποτέλεσμα την καταδίκη του εκδότη της από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Σύρου, σε φυλάκιση τριών μηνών, για παράβαση του νόμου «περί ασέμνων». Οι πρώτοι τόμοι που εκδόθηκαν είχαν αξιοσημείωτη εμπορική επιτυχία, γεγονός που κατά τον εκδότη οφειλόταν στο «μύθο της ύπαρξής του», αλλά και στο ερωτικό περιεχόμενό του.
«Ω, τι ωραία που ήτο η μαμά της! Τι ωραία που ήσαν τα αναδυόμενα από την σύνθλιψιν του σφικτού κορσέ της, μέσα από το ευρύ άνοιγμα του ντεκολτέ της μαύρης εσθήτος της, λευκά…»
Η λογοτεχνική κριτική που ασκήθηκε στο έργο υπήρξε πολύπλευρη, προσφέροντας ποικίλες ερμηνείες, συχνά με διαφορετικές προσεγγίσεις, καταλήγοντας σε διαφορετικά συμπεράσματα ως προς την συνολική αξία του. Σύμφωνα με τον επιμελητή της έκδοσης, Γιώργη Γιατρομανωλάκη, οι επικρίσεις για το έργο κατά 90%, δεν ξεκινούσαν τόσο από την «ανηθικότητα» των περιγραφών όσο από την σχοινοτενή αφήγηση και την επανάληψη ποικίλων ερωτικών σκηνών, στοιχεία που η πλειονότητα των κριτικών προέβαλε ως αρνητικά. Κατά άλλους, οι πλεονάζουσες «σχοινοτενείς και μονότονα επαναλαμβανόμενες οργασμικές περιγραφές» συντελούν εν τέλει στη μυθοποίηση της σεξουαλικής πράξης. Άλλοι κριτικοί του έργου, επισήμαναν το διδακτικό χαρακτήρα του, περιγράφοντας τον «Μεγάλο Ανατολικό» ως «μυθιστόρημα ερωτικής παιδεύσεως και αισθηματικής αγωγής, κείμενο ερωτικής μυήσεως».
Σύμφωνα με τον Ελύτη όμως, η απώτερη αξία του Μεγάλου Ανατολικού βρίσκεται έξω από τα περιγραφόμενα γεγονότα, ειδικότερα στην «παναγαθοσύνη του ποιητή που διαχέεται επάνω στους χαρακτήρες και στις πράξεις και εκπέμπεται αδιάκοπα στον αναγνώστη σαν ένα είδος ευλογίας», επισημαίνοντας παράλληλα πως το έργο «ναυπηγήθηκε με τα υλικά του ψυχαναλυτή στις δεξαμενές ενός οραματιστή και προφήτη».
Αρκετοί μελετητές συνέδεσαν τον Μέγα Ανατολικό με το όραμα μίας ερωτικής και πολιτικής ουτοπίας του Εμπειρίκου, θεωρώντας πως συνυπάρχουν το ποιητικό και πολιτικό πρόγραμμα με το στοχαστικό δοκίμιο και το «μεσσιανικό όραμα για μια μέλλουσα ανθρωπότητα». Με σκοπό την πραγμάτωση μιας «ουτοπίας» βέβαια που κατά τον Ελύτη είναι «ανώτερη του πλέον ευφάνταστου Φουρριέ» και στην οποία ο κόσμος θα μετασχηματιστεί σε μία νέα Εδέμ, μια «ιμερική πολιτεία του πανελεύθερου έρωτα, χωρίς εκμετάλλευση και χωρίς τάξεις».
Κατά άλλους το ταξίδι του «Μεγάλου Ανατολικού» προς τον Νέο Κόσμο έχει προφανή πολιτική σημασία, αν αναλογιστούμε την εποχή μέσα στην οποία γράφτηκε και τις προσωπικές περιπέτειες του συγγραφέα, ενώ μεγαλύτερη αξία αποκτά το γεγονός πως το θέμα του μυθιστορήματος δεν είναι η ζωή μιας ομάδας ανθρώπων στον Νέο Κόσμο αλλά το πολυήμερο, ερωτικό ταξίδι τους προς τον τελικό προορισμό τους. Στο ίδιο πνεύμα, ο δοκιμιογράφος Σάββας Μιχαήλ, ερμήνευσε το έργο ως μία ταυτόχρονη επεξεργασία του πένθους των Κρώρων και της αποκοπής του Εμπειρίκου από τον μαρξισμό, ενώ και ο καθηγητής νεοελληνικής φιλολογίας Roderick Beaton χαρακτήρισε τον Μέγα Ανατολικό ως μία «πολιτική ουτοπία».
Άλλωστε στο μυθιστόρημα παρατηρείται σε πλήρη ανάπτυξη το ανθρωποκεντρικό και απελευθερωτικό ιδεολογικό πρότυπο του Εμπειρίκου, ήδη γνωστό από το σύνολο του ποιητικού έργου του.
Δείτε εδώ τα υπόλοιπα έργα του αφιερώματος με «Τα 100 βιβλία που πρέπει να έχεις διαβάσει πριν πεθάνεις»