Η Mary Phelps, Polly για τους φίλους, γεννήθηκε το 1891 σε ένα μεγαλοαστικό τζάκι των ΗΠΑ που μετρούσε στις τάξεις του από κυβερνήτες και γερουσιαστές μέχρι και τον ίδιο τον Ρόμπερτ Φούλτον, τον εφευρέτη του υποβρυχίου. Ως μέλος της αριστοκρατίας της Νέας Αγγλίας λοιπόν, η Polly μεγάλωσε στα πούπουλα σε προάστιο της Νέας Υόρκης -όπου ζούσε αποκλειστικά η άρχουσα τάξη- και δεν της έλειψε ποτέ τίποτα. Τόσο τίποτα που δεν είχε να σκεφτεί για κάτι στη ζωή της. Μέχρι το 1910 όλα αυτά, όταν συνειδητοποίησε ξαφνικά πως κι όμως, κάτι έλειπε από τον ακύμαντο βίο της. Μπροστά στον καθρέφτη λοιπόν μια μέρα που ετοιμαζόταν για άλλη μια χοροεσπερίδα της υψηλής κοινωνίας, περιεργάζεται διεξοδικά τον εαυτό της και αντιλαμβάνεται πως κάτι δεν πάει καλά στη σιλουέτα της. Δεν θα της έπαιρνε πολύ να καταλάβει τι: ήταν αυτός ο στενός κορσές που τα χαλούσε όλα! Όχι μόνο ανόρθωνε το μπούστο της αφύσικα, αλλά συμπίεζε και τα στήθη της σαν μέγγενη, κάνοντάς τα να μοιάζουν με μονοκόμματη άμορφη μάζα. Όπως το είπε καλύτερα η ίδια στην αυτοβιογραφία της «Τα παθιασμένα χρόνια», ο κορσές δεν ήταν παρά «μια πανοπλία σε σχήμα κουτιού με μπανέλες και ροζ σχοινιά». Και τότε θα τα άλλαζε όλα!
Η γενεσιουργός ανάγκη
Όπως και για πάμπολλους ακόμα εφευρέτες, ήταν η πανταχού παρούσα ανάγκη αυτή που θα κυοφορούσε την καινοτομία που θα άλλαζε τη μοίρα της συγκράτησης του γυναικείου στήθους. Η Polly ήταν από αυτούς τους ανθρώπους που όταν βλέπουν ένα πρόβλημα, βάζουν σκοπό ζωής να το λύσουν. Έπιασε λοιπόν ένα μαντίλι, μερικά μέτρα κορδέλας και μια βελόνα και πριν ξεκινήσει η χοροεσπερίδα, κάθισε στο πάτωμα κόβοντας και ράβοντας το σύγχρονο σουτιέν! Το οποίο φόρεσε αμέσως και έκλεψε κάθε βλέμμα στον χορό, τόσο αντρικό όσο και -κυρίως- γυναικείο. Δεν ήταν όμως μόνο η καλύτερη γραμμή και εφαρμογή της δημιουργίας της, ήταν και το ίδιο το γεγονός ότι φορούσε πια πολύ λιγότερα κάτω από τα ρούχα. Περιχαρής με τον στηθόδεσμό της, η Polly φάνηκε εξίσου πρόθυμη να διηγείται την πιπεράτη για την εποχή ιστορία δημιουργίας του. Κι ενώ φαινομενικά τα συντηρητικά ήθη σκανδαλίζονταν ακούγοντας πώς η νεαρά είχε σκαρώσει το νέο εσώρουχο, οι κορασίδες της καλής κοινωνίας το ήθελαν τώρα και για τα δικά τους στήθη. Και το ήθελαν σαν τρελές! «Τόσο ελαφρύ!», αναφωνούσαν με αγαλλίαση, «τόσο άνετο!», παραδέχονταν όλες, αλλά κυρίως ήταν αυτό το «χωρίς μπανέλες να σου κάνουν στομάχι και πλευρά σάντουιτς!» που έδινε στο εσώρουχο της Polly το συγκριτικό του πλεονέκτημα. Όταν μάλιστα έδωσε ένα δολάριο σε έναν ράφτη να της φτιάξει καλύτερα έναν από αυτούς τους μοντέρνους εξώπλατους κορσέδες, κατάλαβε πως είχε έναν θησαυρό στα χέρια της. «Αυτή τη νύχτα στον χορό», θυμόταν αργότερα η Polly στα απομνημονεύματά της, «ήμουν τόσο φρέσκια και ευλύγιστη που αργότερα στο δοκιμαστήριο συνωστίστηκαν όλες μου οι φίλες. Τις άφησα να το κρυφοκοιτάξουν και έδωσα έμφαση στην εφεύρεση … Από κείνη τη στιγμή, το φορούσαμε όλες». Το σουτιέν δεν ήταν φυσικά νέα ιστορία, αφού κάτι αντίστοιχο φορούσαν ακόμα και οι αρχαίες Αιγύπτιες. Ήδη από το 1859 εξάλλου κάποιος Henry S. Lesher είχε εφεύρει κάτι που ο ίδιος αποκαλούσε «μαξιλάρι μαστού και αντι-ιδρωτική ασπίδα», το οποίο όμως όπως ακριβώς και το όνομά του, παραήταν βασανιστικό να το φοράς. Η δημιουργία του ήταν καμωμένη από λάστιχο, κάτι που την έκανε άβολη και όσο μη πρακτική γινόταν. Άλλος ένας πιονέρος του χώρου ήταν ο Luman L. Chapman, ο οποίος κατέληξε με μια βελτιωμένη εκδοχή του κορσέ στα χέρια του: με μια «φούσκα για τους μαστούς» και ένα μεταλλικό έλασμα στο μπροστινό κούμπωμα, ο καινοτόμος κορσές ήταν σαφώς πιο άνετος από τους προκατόχους του. Η Polly δεν ήταν λοιπόν η πρώτη που ανέπτυξε ένα καλύτερο σύστημα για τη στήριξη του στήθους, ήταν ωστόσο εκείνη που κατέθεσε την πρώτη πατέντα για τον άμεσο πρόδρομο του σημερινού σουτιέν. Αυτή το ονόμαζε «εξώπλατο στηθόδεσμο», κι έτσι καταχωρήθηκε επισήμως στην αίτηση που κατέθεσε για δίπλωμα ευρεσιτεχνίας στις 12 Φεβρουαρίου 1914. Μέχρι τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, είχε στα χέρια της το χαρτί της εμπορικής κατοχύρωσης της δημιουργίας της. Όπως εξηγούσε και στην πατέντα της, ο δικός της στηθόδεσμος ήταν κατάλληλος «για μια μεγάλη ποικιλία διαφορετικών πελατών», καθώς ταίριαζε σε όλους τους τύπους και τα μεγέθη των μαστών. Ήταν μάλιστα τόσο αποτελεσματικός που «μπορεί να φορεθεί ακόμα και από ανθρώπους που επιδίδονται σε βίαιες ασκήσεις, όπως το τένις». Με το πρωτοποριακό σουτιέν της ανά χείρας, η Polly ίδρυσε τη φίρμα Fashion Form Brassiere Co, όπου προσέλαβε μια στρατιά από μοδίστρες για να δώσουν σάρκα και οστά στο όραμά της. Πώς ήταν όμως σίγουρη πως θα έπιανε εμπορικά η εφεύρεσή της; Με τρεις λέξεις, Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος! Γιατί αντίθετα με τους άβολους κορσέδες, το σουτιέν της Polly δεν απαιτούσε ίχνος μετάλλου για την κατασκευή του. Και με όλο το μέταλλο των ΗΠΑ να κατευθύνεται αναγκαστικά στην παραγωγή στρατιωτικού υλικού για τον πόλεμο, εκείνη έλεγε τώρα πως το μέταλλο είναι για τα όπλα και όχι για το γυναικείο μπούστο. Ο στηθόδεσμός της δεν ήταν απλά καλύτερος για την υγεία και την εμφάνιση των γυναικών, αλλά και για κάθε άντρα εκεί έξω. Κανείς δεν ξέρει γιατί και παρά την εμπορική απήχηση που διαφαινόταν πως θα έχει το προϊόν της, η Polly αποφάσισε να πουλήσει ξαφνικά την πατέντα της πριν αυτή απογειωθεί στην αγορά. Σε μια κίνηση που δύσκολα βγάζει νόημα, πούλησε τα δικαιώματα χρήσης του στηθόδεσμού της στη Warner Brothers Corset Company έναντι 1.500 δολαρίων και πήγε για άλλα. Όσο για τη Warner, θα κέρδιζε από τη δημιουργία της Polly περισσότερα από 15 εκατ. δολάρια στα επόμενα 30 χρόνια. Κι αν για τους περισσότερους ανθρώπους η δημιουργία του σύγχρονου σουτιέν θα ήταν η κορωνίδα της κατά τα άλλα συνηθισμένης ζωής τους, η Polly δεν ήταν ποτέ σαν τους περισσότερους ανθρώπους…
Η Polly πάει για άλλα
Όταν ο πρώτος της γάμος κατέληξε σε ένα περιποιημένο διαζύγιο, μόνο μαύρα δεν τα έβαψε η νεαρά. Σύντομα θα ξαναπαντρευόταν τον Harry Crosby και θα μετακόμιζαν στο Παρίσι, όταν η Polly θα έπαιρνε την απόφαση να επανεφεύρει τον εαυτό της! Ξαναβαφτίστηκε λοιπόν Caresse Crosby, αφού απέρριψε την πρώτη της ιδέα να αποκαλείται «Clytoris» (έτσι βάφτισε τελικά το σκυλί της), και το ζευγάρι δεσμεύτηκε να ζήσει αυτό που ο Harry περιέγραψε σε ένα τηλεγράφημά του στο σπίτι του στη Βοστόνη ως «μια τρελή και άμετρη ζωή». Οι Crosby πέρασαν τα επόμενα χρόνια φέρνοντας τα πάνω κάτω στην Πόλη του Φωτός. Αφού άνοιξαν έναν εκδοτικό οίκο (Black Sun Press), ο οποίος θα γινόταν πόλος έλξης για όλους τους μοντερνιστές συγγραφείς (από τον Έζρα Πάουντ και τον Λιούις Κάρολ μέχρι τον Τζέιμς Τζόις, τον Τσαρλς Μπουκόφκσι και τον Χένρι Μίλερ!), η Caresse ήταν τώρα «η λογοτεχνική νονά της Χαμένης Γενιάς των εκπατρισμένων συγγραφέων των Παρισίων», όπως τη χαρακτήρισε ενδεικτικά το περιοδικό «Time». Ο οίκος Black Sun Press έγινε τελικά μια από τις σημαντικότερες και πιο προωθημένες λογοτεχνικά εκδοτικές εταιρίες της Γαλλίας. Όσο για την οραματίστρια και αξιοσέβαστη εκδότρια, όταν δεν εξέδιδε τα βιβλία της λογοτεχνικής πρωτοπορίας, διασκέδαζε τους εκπατρισμένους συγγραφείς της με ολονύκτια όργια που θα ντρόπιαζαν ακόμα και τον Μαρκήσιο ντε Σαντ! Κάποια στιγμή το ζεύγος της ακολασίας αγόρασε έναν παλιό μύλο έξω από το Παρίσι, τον οποίο μετονόμασε σε «Le Moulin du Soleil» (Μύλος του Ηλίου) και μετέτρεψε ευθύς αμέσως σε ένα από τα καλύτερα κέντρα διασκέδασης όχι μόνο της Γαλλίας, αλλά του κόσμου ολόκληρου. Ως βιβλίο επισκεπτών λειτουργούσε ένας ολόλευκος τοίχος, στον οποίο έσπευδαν να γράψουν τις εντυπώσεις τους όλοι οι μεγαλόσχημοι θαμώνες του. Μπορεί ο εν λόγω τοίχος να καταστράφηκε ολοσχερώς κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ξέρουμε πάντως πως προσωπικότητες όπως ο Σαλβαντόρ Νταλί και ο Ντ.Χ. Λόρενς είχαν αφήσει τις υπογραφές τους (όπως και, αρκετά ειρωνικά, η Εύα Μπράουν). Όσο για την προσωπική ζωή των Crosby, ήταν εξίσου ξέφρενη με τη δημόσια εικόνα τους και την κοινωνική απήχησή τους στους ελίτ κύκλους των Παρισίων. Ο γάμος τους δεν ήταν εξάλλου καθόλου δεσμευτικός σε όρους μονογαμίας και αποκλειστικότητας, κι έτσι αμφότεροι διατήρησαν πάμπολλους ερωτικούς δεσμούς και παθιασμένα ειδύλλια με τρίτους (και τέταρτους και πέμπτους).
Ο Harry έβαφε πια τα νύχια του, κυκλοφορούσε μονίμως με μια μαύρη γαρδένια στο πέτο του και είχε φυσικά και τα εκκεντρικά τατουάζ του στα πέλματα και των δύο ποδιών. Αφού αγόρασαν πρόωρα ακόμα και τις ταφόπλακές τους, τις τοποθέτησαν κάποια στιγμή στην ταράτσα του πολυτελέστατου διαμερίσματός τους και τις χρησιμοποιούσαν πια για την καθημερινή τους -και γυμνή- ηλιοθεραπεία. Τώρα όργωναν το Παρίσι με μια καταπράσινη ανοιχτή λιμουζίνα, πάντα με τα σκυλιά τους δίπλα, τα οποία φορούσαν αναγκαστικά γυαλιά ηλίου. Ο γάμος τους έληξε όμως αιφνίδια και σχετικά άδοξα το 1929, όταν ο Harry σκότωσε την ερωμένη του και μετά αυτοκτόνησε, σε κάτι που μετατράπηκε σε ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της Πόλης του Φωτός κατά τον Μεσοπόλεμο. Όπως εξομολογήθηκε στο τελευταίο λήμμα του ημερολογίου του: «Κανείς δεν είναι ερωτευμένος εκτός κι αν επιθυμεί να πεθάνει με την αγαπημένη του. Υπάρχει μόνο μια ευτυχία, κι αυτή είναι να αγαπάς και να σε αγαπούν»…
Και τελικά;
Η εύθυμη χήρα Caresse πήρε τα εκατομμύρια που της άφησε ο Harry στη διαθήκη του και επέστρεψε στις ΗΠΑ ως μια πολυτιμημένη εκδότρια της Γαλλίας. Πλάι στον εκδοτικό Black Sun Press που συνέχισε να λειτουργεί, ίδρυσε την εκδοτική Crosby Continental Editions και έβγαζε τώρα Χέμινγουεϊ, Φόκνερ κ.ά. Αργότερα θα άνοιγε μια γκαλερί στην Ουάσιγκτον που θα γινόταν προπύργιο της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας, θα πρωταγωνιστούσε σε αρκετά πειραματικά φιλμ του καιρού και θα συνέχιζε φυσικά να γράφει τα σκληρά πορνογραφικά τμήματα των λογοτεχνικών πονημάτων του καλού της φίλου Χένρι Μίλερ! Και βέβαια παντρεύτηκε έναν παίκτη του ράγκμπι κατά 18 χρόνια νεότερό της, τον οποίο θα χώριζε στη στιγμή για να ρομαντζάρει με έναν μαύρο πυγμάχο, πριν καταλήξει τελικά στην αγκαλιά του περιώνυμου αρχιτέκτονα Ρίτσαρντ Μπάκμινστερ Φούλερ. Εντέλει, στα 60 της πια, πήγε ένα ταξιδάκι στην Ιταλία και γνώρισε τον πραγματικό έρωτα. Αυτή τη φορά δεν ήταν όμως άλλος ένας άντρας, αλλά ένα ερειπωμένο κάστρο κοντά στη Ρώμη. Αγόρασε, όπως ήταν φυσικό, το Castello di Rocca Sinibalda, το οποίο πήγαινε ωστόσο πακέτο με τίτλο ευγενείας. Κι έτσι ήταν τώρα η πριγκίπισσα Caresse Crosby! Πριν περάσει καιρός, μετέτρεψε το παλιό φρούριο σε καλλιτεχνική αποικία ώστε να στεγάσει όλους τους φίλους της και τους καλλιτέχνες που έκαναν τα πρώτα και δύσκολα βήματά τους στον χώρο. Πλέον μοίραζε τον χρόνο της μεταξύ ΗΠΑ και κάστρου και έζησε τα υπόλοιπα χρόνια της όπως και όλα τα προηγούμενα: μέσα στην εκζήτηση και την υπερβολή. Στο φημισμένο -και για κάποιος διαβόητο- αυτό κάστρο θα φύγει από τη ζωή το 1970 πανευτυχής και ευδαίμων. Λίγες μέρες πριν πεθάνει μάλιστα, ένας πειραματικός σκηνοθέτης θέλησε να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ για την κοινοβιακή ζωή στο κάστρο. Την ώρα που τον ξεναγούσε στους διαδρόμους του, η ογδοντάρα Caresse στράφηκε ξαφνικά στην κάμερα και έδειξε το στήθος της. Δεν υπήρχε αμφιβολία πως ήταν υπέροχα στηριγμένο με κάτι που έμοιαζε πολύ στην αρχαία πια εφεύρεση κάποιας Mary Phelps, Polly για τους φίλους… Δείτε όλα τα θέματα του Weekend