Η Χαμάς αποτελεί σήμερα τον απόλυτο εχθρό για τον Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος έχει δεσμευτεί για την εξόντωσή της. Όμως ο πρωθυπουργός του Ισραήλ δεν είχε πάντοτε την ίδια γνώμη για την παλαιστινιακή οργάνωση που ελέγχει τη Λωρίδα της Γάζας.
Το 2009, όταν επέστρεψε στην εξουσία της χώρας μετά από μια δεκαετία, ο Νετανιάχου βρέθηκε αντιμέτωπος με μια τεράστια αλλαγή στον παλαιστινιακό θύλακα. Η Χαμάς, που ορκιζόταν στην καταστροφή του εβραϊκού κράτους, είχε κερδίσει τις εκλογές και είχε αναλάβει τη διοίκηση της Λωρίδας της Γάζας.
Όμως ο Μπενιαμίν Νετανιάχου αναγνώρισε την παλαιστινιακή οργάνωση ως ένα «χρήσιμο» εργαλείο για την προώθηση των σκοπών του. Ο διχασμός στο εσωτερικό των Παλαιστινίων, όπως εκφράστηκε με το σχίσμα της Χαμάς και της Παλαιστινιακής Αρχής, που έχει τον έλεγχο της Δυτικής Όχθης, εξυπηρετούσε τον ενταφιασμό των διαπραγματεύσεων για τη λύση των δύο κρατών.
O Ισραηλινός πρωθυπουργός όχι μόνο δεν θέλησε να διαταράξει το status quo, αλλά έσπευσε επί της ουσίας να το ενισχύσει. «Χωρίς ενοποιημένη ηγεσία, ο Νετανιάχου μπορούσε να ισχυριστεί ότι αδυνατεί να προχωρήσει σε ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις», δήλωσε η ισραηλινή αναλύτρια Ντάλια Σάιντλιν, σύμφωνα με την Washington Post, και πρόσθεσε: «Του επέτρεπε να υποστηρίζει πως “δεν υπάρχει κανένας για να διαπραγματευτεί”».
Ταυτόχρονα με τους παράνομους εποικισμούς στη Δυτική Όχθη απομυζούσε παλαιστινιακά εδάφη, όπως αυτά είχαν οριστεί με το ψήφισμα του ΟΗΕ και είχαν διαμορφωθεί μετά τον πρώτο αραβοϊσραηλινό πόλεμο.
Για τη στρατηγική του Νετανιάχου, είναι χαρακτηριστικό το απόσπασμα από μια ομιλία του τον Μάρτιο του 2019. Σύμφωνα με τη Haaretz σε μια συνάντηση της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματός του, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου είχε πει: «Όποιος θέλει να εμποδίσει την ίδρυση ενός παλαιστινιακού κράτους πρέπει να υποστηρίξει την ενίσχυση της Χαμάς και τη μεταφορά χρημάτων. Αυτό είναι μέρος της στρατηγικής μας—να απομονώσουμε τους Παλαιστίνιους στη Γάζα από τους Παλαιστίνιους στη Δυτική Όχθη».
Παρά τις κατά καιρούς οξύνσεις, ο «Μπίμπι» κατάφερε να παραμερίσει το παλαιστινιακό, μια κατάσταση που εξυπηρετούσε σε μεγάλο βαθμό και τους συμμάχους του στη Δύση, τις ΗΠΑ και την ΕΕ, οι οποίοι έπεισαν τους εαυτούς τους πως το παλαιστινιακό θα μπορούσε με αυτόν τον τρόπο να ξεχαστεί. Οι ψευδαισθήσεις τους ενισχύθηκαν και από την τάση πολλών αραβικών χωρών να συνάπτουν επίσημες διπλωματικές σχέσεις με το Ισραήλ.
Η Ουάσιγκτον μάλιστα ενίσχυσε αυτή τη στρατηγική για να μπορέσει να απεμπλακεί από τη Μέση Ανατολή και να εστιάσει σε σημαντικότερες προκλήσεις του σύγχρονου κόσμου, όπως τον ανταγωνισμό με την Κίνα και τον πόλεμο στην Ουκρανία. Το Ισραήλ και οι ΗΠΑ, όπως έχει αναδείξει η Wall Street Journal, λειτούργησαν επί της ουσίας ως χρηματοδότες της Χαμάς.
Χρόνο με το χρόνο, τα υπουργικά συμβούλια με επικεφαλής τον Νετανιάχου ενέκριναν κινήσεις που είχαν ως αποτέλεσμα την άμβλυνση της πίεσης στη Χαμάς, υπογραμμίζει η Washington Post και προσθέτει: Το Ισραήλ συμφώνησε σε απελευθερώσεις κρατουμένων, μεταφορά χρημάτων από το Κατάρ για την πληρωμή δημοσίων μισθών στη Γάζα, βελτίωση υποδομών, παροχή αδειών σε Παλαιστίνιους για εργασία εντός του εβραϊκού κράτους και αύξηση των εισαγωγών από τη Λωρίδα της Γάζας.
Στρατιωτικά, η Χαμάς εμφανιζόταν ακίνδυνη για τον πανίσχυρο και υπερσύγχρονο ισραηλινό στρατό. Οι παλαιστινιακές ρουκέτες αναχαιτίζονταν με ευκολία από τον εξελιγμένο «θόλο» αεράμυνας του Ισραήλ και οι όποιες συγκρούσεις ήταν αναίμακτες για τους ισραηλινούς, ενώ στον παλαιστινιακό θύλακα οι νεκροί ήταν χιλιάδες. Η ασφάλεια, που βρίσκεται στον πυρήνα των προτεραιοτήτων της ισραηλινής κοινωνίας, έμοιαζε ακλόνητη. Το δίκτυο πληροφοριών του Ισραήλ είχε εισχωρήσει βαθιά στη Λωρίδα της Γάζας, ακόμη και εντός της παλαιστινιακής οργάνωσης, δίνοντας την αίσθηση του απόλυτου ελέγχου.
Επιπλέον πολλές και ισχυρές χώρες είχαν αναγνωρίσει τη Χαμάς ως τρομοκρατική οργάνωση. Ως εκ τούτου δεν μπορούσε να αποτελεί συνομιλητή για τη διεθνή κοινότητα στο πλαίσιο μιας διπλωματικής λύσης. Ταυτόχρονα ο ισραηλινός πρωθυπουργός απέτρεπε οποιαδήποτε συμφιλίωση μεταξύ της Χαμάς και της Παλαιστινιακής Αρχής, που θα μπορούσε να αναζωπυρώσει το σενάριο ίδρυσης παλαιστινιακού κράτους. Στην πραγματικότητα, «τα τελευταία 10 χρόνια, ο Νετανιάχου εργάστηκε για να εμποδίσει κάθε προσπάθεια ανατροπής της Χαμάς στη Γάζα», επισημαίνει ο Ισραηλινός ιστορικός Άνταμ Ραζ, ο οποίος έχει μελετήσει τη σχέση μεταξύ του Νετανιάχου και της οργάνωσης.
Η 7η Οκτωβρίου, η ημέρα της εφόδου της Χαμάς, αιφνιδίασε απόλυτα την ισραηλινή ηγεσία και γράφτηκε στην ιστορία ως η πιο θανατηφόρα για τους Εβραίους από το Ολοκαύτωμα. Μετά τη μεγαλύτερη επίθεση από τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρμ, η οργή για τη στρατηγική του «Μπίμπι» και την αδυναμία του να αποτρέψει την εισβολή ξεχειλίζει.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν καταποντισμό του ίδιου και των κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού. Μόλις το 25% των ψηφοφόρων τον χαρακτηρίζει ως «καταλληλότερο» για πρωθυπουργό και το 75% των Ισραηλινών ζητούν την άμεση παραίτησή του ή την αντικατάστασή του μετά το τέλος του πολέμου.
Ο Μπενιαμίν Νετανιάχου διακηρύσσει πλέον την εξαφάνιση της Χαμάς και το Ισραήλ ισχυρίζεται πως σε κάθε σενάριο για την επόμενη ημέρα στη Λωρίδα της Γάζας, η οργάνωση δεν θα υπάρχει στην εξουσία. Η σχέση Νετανιάχου – Χαμάς «είναι μια παράξενη συμμαχία που έχει κάνει το δρόμο της», υπογραμμίζει ο Άνταμ Ραζ και προσθέτει: «Η Χαμάς δεν θα είναι η κυβέρνηση της Γάζας. Και νομίζω ότι μπορούμε να πούμε και για τον Νετανιάχου πως πλησιάζει στο τέλος της πολιτικής του καριέρας».
Ο βιογράφος του Νετανιάχου Ανσελ Πφέφερ εκτίμησε πως «ανεξάρτητα από το πόσο καιρό ο Νετανιάχου θα καταφέρει να κρατηθεί στην εξουσία, δεν θα σώσει τη φήμη του». «Έχει πλέον αμαυρωθεί ανεπανόρθωτα από την αποτυχία του να αποτρέψει τη σφαγή της 7ης Οκτωβρίου, από τη δική του στρατηγική να επιτρέψει στη Χαμάς να διατηρήσει τον έλεγχο με το στρατιωτικό της οπλοστάσιο στη Γάζα και από τις εντελώς ανεπαρκείς πολιτικές αρωγής της κυβέρνησής του μετά την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου».
«Η αποτυχία της 7ης Οκτωβρίου είναι η κληρονομιά του. Οποιαδήποτε επιτυχία έχει το Ισραήλ στη συνέχεια δεν θα του αποδοθεί», πρόσθεσε.
Ο Ρουβέν Χαζάν, καθηγητή πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ, μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο υπογράμμισε πως η συνολική προσέγγιση του Νετανιάχου απέναντι στη Χαμάς απέτυχε. «Η κοινή γνώμη θα τον κάνει να πληρώσει ένα τίμημα όταν όλα αυτά τελειώσουν», επισήμανε.