Σε διπλωματικό αναβρασμό βρίσκεται η Ελλάδα μετά τις μαζικές αγορές αμυντικών συστημάτων που αποφάσισε να πραγματοποιήσει με το «τσουβάλι» η Τουρκία από τους κοινούς συμμάχους.
Φαινομενικά, αυτή η είδηση δεν αποτελεί πρόβλημα από τη στιγμή που οι δύο χώρες είναι μέλη του ΝΑΤΟ, οπότε θα πρέπει να έχουν κοινά όπλα για τον καλύτερο συντονισμό των δυνάμεων της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας. Επιπλέον, η Άγκυρα αναβαθμίζει τομείς για τους οποίους είχε εκφράσει την πρόθεση της εδώ και 10 με 15 χρόνια.
Παραδείγματος χάριν, η απόκτηση αεροπλανοφόρου δρομολογήθηκε το 2009 με τις ελληνικές κυβερνήσεις της τότε εποχής να εκφράζουν αντιρρήσεις, χωρίς ανταπόκριση στο εξωτερικό. Εντούτοις, το τουρκικό σχέδιο «πάγωσε» εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και των αναταραχών στη γειτονική χώρα.
Στο σήμερα ο Ερντογάν εφαρμόζει ένα εξοπλιστικό σχέδιο που είναι ήδη γνωστό. Άρα, γιατί προβληματίζεται η Αθήνα;
![](/image/s320x/file/files/1/2025/02/Rafale.png)
Την τελευταία πενταετία η Ελλάδα δαπάνησε δισεκατομμύρια για στρατιωτική αμυντική υπεροχή έναντι της Τουρκίας, επενδύοντας στην ποιότητα (Rafale, Belharra) αντί για την ποσότητα (ΒΜΡ-1 και όπλα της λεγόμενης τρίτης γραμμής παραχωρήθηκαν στην Ουκρανία). Οι κοινοί εξοπλισμοί με την Τουρκία λοιπόν, στρέφουν το βάρος στην ποσότητα, γιατί τα δυτικά όπλα κατασκευάζονται με στόχο να αντιμετωπίσουν συστήματα τρίτων χωρών (Κίνα, Ρωσία) και όχι δυτικών κρατών.
Σε αυτή την περίπτωση η γειτονική χώρα έχει πλεονέκτημα με 85,33 εκατομμύρια πληθυσμό και με ανοδική τάση στις γεννήσεις, ενώ οι Έλληνες δεν ξεπερνούν τα 10,36 εκατομμύρια και η υπογεννητικότητα καλπάζει.
Επιπλέον, μια νέα κούρσα επανεξοπλισμών είναι βιώσιμη για την Τουρκία που έχει τη 17η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, σε αντίθεση με την Ελλάδα που είναι 52η και μέχρι πρόσφατα είχε μνημόνια.
![](/image/s320x/file/files/1/2025/02/f35.png)
Το κουμπί που μπορεί να σώσει ή τελειώσει… την κατάσταση
Τα σύγχρονα οπλικά συστήματα πράγματι λειτουργούν με το πάτημα ενός κουμπιού, κάτι που διευκολύνει τη χρήση τους και ταυτόχρονα απειλή την ύπαρξη τους. Μερικά όπλα προκειμένου να χρησιμοποιηθούν δεν χρειάζονται μόνο έναν χειριστή, αλλά κυρίως να λάβουν άδεια από την εκάστοτε χώρα παραγωγής. Αν δεν συμβεί το τελευταίο καθίσταται άχρηστα, γιατί χρησιμοποιούν ειδικό λογισμικό που κλειδώνει και χρειάζεται ειδική άδεια για να λειτουργήσει. Ενδεικτικά, με τέτοιο τρόπο λειτουργούν τα γαλλικά Rafale και τα αμερικανικά F-35.
Το πρόσφατο παρελθόν απέδειξε ότι οι δυτικές χώρες που παράγουν μαζικά εξοπλισμούς δεν διστάζουν σε ορισμένες περιπτώσεις να ασκήσουν βέτο στη χρήση τους, όπως έγινε π.χ. στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας. Τότε, οι Αμερικανοί απαγόρευσαν στην πακιστανική αεροπορία να απογειώσει μαχητικά αμερικανικής κατασκευής για να αναχαιτίσουν ινδικά πολεμικά αεροσκάφη που παραβίασαν τον εναέριο χώρο της χώρας.
Μια ισχυρή διπλωματική σχέση με τη χώρα παραγωγής των όπλων μπορεί να λειτουργήσει υπέρ της μίας πλευράς, ακόμα και αν δεν έχει αγοράσει τα συγκεκριμένα συστήματα, καθώς θα μπορούσε να καταστήσει άχρηστα εκείνα της άλλης, μόνο με μία λέξη.
![](/image/s320x/file/files/1/2025/02/polemiko-nautiko.png)
Μετά το 2023 οι σχέσεις Ελλάδας και Τουρκίας ξεκίνησαν σε διπλωματικό επίπεδο να εξομαλύνονται μέσω της διπλωματίας των σεισμών, που ξεκίνησε με αφορμή τους 50.000 νεκρούς στη γειτονική χώρα από το φονικό χτύπημα του εγκέλαδου στα σύνορα με τη Συρία.
Επιπλέον, η Τουρκία προς το παρόν στρέφει την προσοχή της αλλού και ιδιαίτερα στα ανατολικά σύνορα της, όπου αντιμετωπίζει προβλήματα με τους Κούρδους, το Ισραήλ και το Ιράν. Οι Κούρδοι απειλούν άμεσα ή έμμεσα με ένοπλες αναταραχές, το Τελ Αβίβ χαλάει το αφήγημα της ισλαμικής κυριαρχίας στη Μέση Ανατολή και η Τεχεράνη είναι στα κάγκελα από την τουρκική στενή συνεργασία με τις ΗΠΑ, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.
Οι επανεξοπλισμοί λοιπόν, ενδεχομένως δεν είναι το μόνο αποτρεπτικό μέσο που υπάρχει ή μπορεί να είναι, αλλά να υπάρχει ακόμα χρόνος για να μειωθεί η ψαλίδα στη στρατιωτική υπεροχή.