Το απογευματάκι της 15ης Νοεμβρίου 1977, η 13χρονη Megumi Yokota επέστρεφε στο σπίτι της με παρέα συνομηλίκων μετά την προπόνησή τους.
Η απόσταση από το γήπεδο του μπάντμιντον ως την εξώπορτά της δεν ήταν παραπάνω από 7 λεπτά και η μικρή Γιαπωνέζα φημιζόταν για την ακρίβεια στις μετακινήσεις της.
Όταν αποχωρίστηκε τους φίλους της σε μια στροφή, δεν της απέμεναν παρά άλλα 100 μέτρα μέχρι να φτάσει στο σπίτι και τη μητέρα της που την περίμενε.
Η Megumi δεν έφτασε όμως ποτέ στον προορισμό της. Την ώρα που δήλωναν την εξαφάνισή της, οι γονείς της γνώριζαν πως κάτι τραγικό της είχε συμβεί.
Με τις εκτεταμένες έρευνες της ιαπωνικής αστυνομίας να αποβαίνουν άκαρπες, οι Sakie και Shigeru Yokota πίστεψαν πως η κόρη τους είχε χαθεί για πάντα. Μόνο που η αλήθεια έμελλε να αποδειχτεί ακόμα τραγικότερη και από αυτό το μαύρο ενδεχόμενο.
Η Megumi ξύπνησε κάποια στιγμή και είδε πως ήταν αιχμάλωτη μέσα σε ένα σκουριασμένο ψαροκάικο. Με κατεύθυνση τη Βόρεια Κορέα.
Δεν θα ήταν δυστυχώς η μόνη. Έχουμε τουλάχιστον 17 επιβεβαιωμένες απαγωγές πολιτών της Ιαπωνίας από το καθεστώς της Βόρειας Κορέας και οι γιαπωνέζοι αξιωματούχοι κάνουν κάποιες φορές λόγο ακόμα και για εκατοντάδες νέους που βρέθηκαν με τον ανατριχιαστικό αυτό τρόπο να ζουν στο ερμητικό βασίλειο.
Οι μυστηριώδεις εξαφανίσεις εξάλλου νεαρών Γιαπωνέζων μεταξύ 1977-1983 παραήταν πολλές και συχνές για μη συγκροτούν ένα μοτίβο δράσης. Γιατί τόσοι πολλοί εξαφανίστηκαν στην επταετία και τα νούμερα κόπασαν μετά;
Η υπόθεση της μικρής Yokota, ένα θρίλερ δίχως τέλος για τους γονείς και τους συγγενείς της, θα έφερνε στην επιφάνεια τη λεγόμενη «βιομηχανία απαγωγών» της Βόρειας Κορέας, μια απόρρητη επιχείρηση μαζικών απαγωγών που εκτελέστηκε στην εντέλεια από τους πράκτορες του Κιμ Γιονγκ Ιλ.
Τι τους ήθελαν όμως οι Βορειοκορεάτες όλους αυτούς τους Γιαπωνέζους; Εδώ το πράγμα γίνεται ακόμα πιο τρομακτικό…
Το πρόγραμμα απαγωγών και ο ζωτικός του ρόλος
Οι απαρχές του συνωμοτικού σχεδίου του καθεστώτος του Κιμ Γιονγκ Ιλ δεν ξεκινά με την εξαφάνιση της Megumi, αλλά πηγαίνει ακόμα πιο πίσω στον χρόνο.
Στα χρόνια του ιδρυτή του ερμητικού βασιλείου, του Κιμ Ιλ Σουνγκ, πατέρα του Κιμ Γιονγκ Ιλ και παππού του σημερινού ηγέτη Κιμ Γιονγκ Ουν.
Ήδη από το 1948, ο δικτάτορας της Βόρειας Κορέας εγκαινίασε ένα πλάνο για την αναπλήρωση του χαμένου επιστημονικού και πνευματικού δυναμικού, όλων αυτών των διανοουμένων και των επιστημόνων που είχαν διαφύγει μαζικά στη Νότια Κορέα.
Στην αρχή άρπαζαν μαζικά νοτιοκορεάτες ψαράδες και εφήβους, που χάνονταν ως διά μαγείας από παραλίες και παράκτιες πόλεις. Εκατοντάδες τέτοιες εξαφανίσεις μετρούσε η Νότια Κορέα στα πρώτα μόλις χρόνια που κυβέρνησε ο Μεγάλος Ηγέτης.
Μετά τον Πόλεμο της Κορέας (1950-1953) και την απόλυτη επικράτησή του ωστόσο, ο παππούς Κιμ βρέθηκε απέναντι σε πιεστικότερες ανάγκες, τόσο σε εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό όσο και σε όρους προπαγάνδας απέναντι στον νότιο γείτονα.
Δεν του έφταναν πια τα σχολιαρόπαιδα και οι ψαράδες, ούτε και οι Νοτιοκορεάτες που είχαν παγιδευτεί στις περιπέτειες του 38ου παραλλήλου και τη χάραξη των νέων συνόρων. Μια επίσης τραγική ιστορία από μόνη της.
Ο Κιμ Ιλ Σουνγκ ονειρευόταν να επεκτείνει την επανάσταση και πέραν των συνόρων του και για να συμβεί αυτό, ήξερε ακριβώς τον τρόπο.
Οι απαγωγές φτάνουν ως την Ιαπωνία
Το 1970 ήταν η χρονιά που το κέντρο βάρους του προγράμματος απαγωγών μετατοπίστηκε από τη Νότια Κορέα στην Ιαπωνία.
Κι εδώ είχε σημαντική συνεισφορά η Φράξια Κόκκινος Στρατός της Ιαπωνίας, μια ακροαριστερή παραστρατιωτική οργάνωση (γνωστή και ως Ιαπωνικός Κόκκινος Στρατός) που έκανε κάποια στιγμή μια αεροπειρατεία σε πτήση των Ιαπωνικών Αερογραμμών και προσγειώθηκε στην Πιονγιάνγκ, ζητώντας άσυλο.
Η πρόθεση της τρομοκρατικής οργάνωσης ήταν να εκπαιδευτούν τα μέλη της στον ανταρτοπόλεμο και να επιστρέψουν στην Ιαπωνία για να ξεκινήσουν την «κόκκινη» επανάστασή τους.
Ο Κιμ παραήταν χαρούμενος από όλα αυτά. Ο αντι-ιαπωνισμός του και το όνειρό του για μια κομμουνιστική Ιαπωνία ίσως έβρισκαν τελικά την ολοκλήρωσή τους.
Μπορεί να ακούγεται παράξενο, αλλά ήταν ένα πιεστικό πρόβλημα των μελών της Φράξιας αυτό που τον ώθησε στις απαγωγές. Κάποια στιγμή η σύντροφος ενός μέλους της ένοπλης σέχτας πήγε και τον βρήκε στην Πιονγιάνγκ και οι υπόλοιποι διαμαρτυρήθηκαν πως ήθελαν κι αυτοί γιαπωνέζες γυναίκες.
Ήταν ο γιος του Κιμ Ιλ Σουνγκ, Κιμ Γιονγκ Ιλ, αυτός που αποφάσισε να στείλει τους πράκτορές του στην Ιαπωνία για να στρατολογήσουν νύφες για τους αντάρτες. Πατέρας και γιος συμφώνησαν πως η Ιαπωνία έπρεπε να είναι ο επόμενος στόχος των απαγωγών τους, καθώς μόνο οφέλη είχε για το καθεστώς.
Πέρα από γυναίκες για τους τρομοκράτες, η κοντινή Ιαπωνία θα προμήθευε τη Βόρεια Κορέα με φρέσκο και γιατί όχι εξειδικευμένο προσωπικό. Αλλά και ανθρώπους που θα μάθαιναν στους Βορειοκορεάτες την ιαπωνική γλώσσα.
Οι πράκτορές της θα μπορούσαν να υιοθετήσουν τις ταυτότητές τους και να διεισδύσουν ευκολότερα στη χώρα. Αλλά και σε κάθε άλλη χώρα του κόσμου, καθώς το 1970 το ιαπωνικό διαβατήριο έμπαινε χωρίς βίζα σε κάθε σχεδόν κράτος της οικουμένης, ένα ασύγκριτο όφελος για κάθε πρακτόρικη δουλειά.
Για τον παππού Κιμ υπήρχε και μια ακόμα πτυχή. Αποζητούσε εδώ και καιρό να επεκτείνει τη φιλοσοφία του, την «ιδεολογία της εθνικής αυτάρκειας» (Τζούτσε), και στην υπόλοιπη Ανατολική Ασία και η ιαπωνική γλώσσα κρινόταν αποφασιστικός παράγοντας για τέτοιους προπαγανδιστικούς σκοπούς.
Όλα φώναζαν Ιαπωνία και αυτό ακριβώς θα έκαναν…
Η καθημερινότητα για τα θύματα απαγωγής
Το μόνο πρόβλημα; Πως η Ιαπωνία δεν είχε ιδέα ότι οι πολίτες της είχαν μετατραπεί σε κεντρικό στόχο του ερμητικού βασιλείου. Θα το μάθαινε ωστόσο σύντομα, καθώς οι βορειοκορεατικές επιχειρήσεις ανέπτυξαν μια χαρακτηριστική μέθοδο για την απαγωγή των θυμάτων τους.
Διέσχιζαν με μεγάλα καράβια τη Θάλασσα της Ιαπωνίας, για να μην κινούν υπόνοιες, καράβια που κουβαλούσαν αρκετά ταχύπλοα μασκαρεμένα σαν ψαροκάικα. Με αυτά έφταναν στις ακτές για να μεταφέρουν τα θύματα στα ανοιχτά.
Έτσι έγιναν οι απαγωγές σαν κι αυτή της Megumi Yokota. Πόσες; Συναίνεση δεν υπάρχει εδώ. Το ιαπωνικό κράτος αναγνωρίζει επισήμως 17 απαγωγές (8 άντρες και 9 γυναίκες) και το καθεστώς της Βόρειας Κορέας ομολόγησε πως έκλεψε 13.
Για κάποιους ξέρουμε και τις ιστορίες τους. Όπως για τον 20χρονο τότε φοιτητή νομικής Kaoru Hasuike και τη γυναίκα του Yukiko Okoda, που εξαφανίστηκαν από το σπίτι τους στις 19 Ιουλίου 1978.
Τους έβαλαν να ζήσουν σε ένα σπιτάκι περικυκλωμένο από φράχτες και ένοπλους φρουρούς, μέσα σε ειδικές ζώνες κλειστές στους πολίτες, και περνούσαν όλη τους τη μέρα μεταφράζοντας έγγραφα και μαθαίνοντας ιαπωνικά σε βορειοκορεάτες πράκτορες.
Έπαιρναν κι έναν μικρό μισθό, με τον οποίο αγόραζαν στη μαύρη αγορά φαγητό για την αυξανόμενη οικογένειά τους. Δεν ζούσαν όμως «κανονικά». Η ελευθερία τους ήταν πολύ περιορισμένη.
Ήταν υποχρεωμένοι να παρακολουθούν τα ιδεολογικά σχολεία του Κιμ, την πλύση εγκεφάλου στα ιδανικά της Τζούτσε δηλαδή, και να καταγράφουν καθημερινά τις σκέψεις τους σε ημερολόγια για να κριθεί ο βαθμός συμμόρφωσής τους με το καθεστώς.
Σύμφωνα με τη μαρτυρία του ζεύγους, το πραγματικό αντάλλαγμα που τους προσέφεραν για τη δουλειά τους ήταν η υπόσχεση πως μια μέρα θα τους επέστρεφαν στην πατρίδα.
Ποια θα ήταν αυτή η μέρα; Όταν η κομμουνιστική ιδεολογία θα είχε επικρατήσει στην Ιαπωνία και θα μπορούσαν πια να ζήσουν σύμφωνα με τα νέα ιδανικά που υποτίθεται πως ασπάζονταν.
Το ζευγάρι επέστρεψε στην Ιαπωνία τον Οκτώβριο του 2002, πλάι σε μερικά ακόμα θύματα απαγωγής, όταν το καθεστώς τούς επέτρεψε να φύγουν. Ο Kaoru και η Yukiko δεν το σκέφτηκαν ούτε στιγμή, παρά το γεγονός ότι τα παιδιά τους ήταν ακόμα εγκλωβισμένα στη Βόρεια Κορέα.
Ο διπλωματικός πυρετός έπεισε τελικά τον Κιμ Γιονγκ Ιλ να τα αφήσει να φύγουν το 2004. Το αυτοβιογραφικό βιβλίο του Hasuike «Abduction and My Decision» παραμένει μια από τις βασικές πηγές για τα όσα έζησαν τα θύματα απαγωγής στο ερμητικό βασίλειο.
Σε ένα δεύτερο βιβλίο με μαρτυρίες θυμάτων, το «The Invitation-Only Zone: The True Story of North Korea’s Abduction Project» του Robert Boynton, άλλος απαχθέντας δήλωσε πως του είπαν για την απελεύθερωσή του:
«Θα γυρίσεις στην Ιαπωνία, όπου οι εμπειρίες σου εδώ θα σε βοηθήσουν να εξασφαλίσεις μια θέση στα ανώτερα στρώματα του νέου ιαπωνικού καθεστώτος». Ξανά, μιλούσαν για την «κόκκινη» Ιαπωνία που θα είχε εντωμεταξύ αναδυθεί.
Χωρίς δυνατότητα διαφυγής, οι απαχθέντες δεν είχαν επιλογή παρά να ζήσουν τη ζωή που τους κανόνισαν: σε νέα σπίτια, με νέες γυναίκες, σε νέες δουλειές…
Ο εφιάλτης γίνεται γνωστός στην Ιαπωνία
Καθ’ όλη τη διάρκεια του 1980, οι οικογένειες των θυμάτων λάμβαναν γράμματα από τους απαχθέντες. Οι επιστολές δεν περιείχαν ουσιαστικές πληροφορίες για το πού και το πώς, αλλά πράγματα τετριμμένα, όπως νέα για τον καιρό ή εντυπωσιακά βιομηχανικά έργα.
Οι οικογένειες κρατούσαν ωστόσο το όνειρο άσβεστο για τα εξαφανισμένα μέλη τους, θεωρώντας γνήσια τα γράμματα. Κάποιοι μάλιστα, όπως οι γονείς της Megumi Yokota, οργάνωναν εκστρατείες για την επιστροφή της και πίεζαν την ιαπωνική κυβέρνηση να μεσολαβήσει.
Και πάλι όμως το θέμα ήταν θολό. Έπρεπε να φτάσουμε στο 1995 για να παιχτεί το ζήτημα στην ιαπωνική τηλεόραση και να βρεθεί ο άντρας που οι ιαπωνικές μυστικές υπηρεσίες ονόμαζαν ως Νο 1 ύποπτο για τς απαγωγές: τον διαβόητο βορειοκορεάτη πράκτορα Sin Gwang-su.
Οι Ιάπωνες είχαν πια πολλά στοιχεία στα χέρια τους για το τι συνέβαινε σε όποιον πολίτη της χώρας είχε την ατυχία να τον συναντήσει. Η Βόρεια Κορέα αντιμετώπιζε εντωμεταξύ οξύτατο επισιτιστικό πρόβλημα, οι ραγδαίες αγροτικές μεταρρυθμίσεις είχαν καταλήξει σε τραγωδία και πραγματικό λιμό.
Ο Κιμ Γιονγκ Ιλ, ο οποίος είχε πάρει μόλις την εξουσία στα χέρια του (ο πατέρας του πέθανε το 1994) και χωρίς τον άλλοτε ισχυρό σύμμαχό του στο πλευρό, την ΕΣΣΔ, ήταν υποχρεωμένος να ζητήσει ανθρωπιστική βοήθεια.
Και ο ιάπωνας πρωθυπουργός Τζουνιτσίρο Κοϊζούμι αποδείχτηκε πολύ πρόθυμος να τον συνδράμει. Μέσω μιας δαιδαλώδους διπλωματικής οδού, οι δύο ηγέτες κανόνισαν να συναντηθούν και το πρώτο θέμα στην ατζέντα ήταν οι απαγωγές των ιαπώνων πολιτών.
Τον Σεπτέμβριο του 2002, Κοϊζούμι και Κιμ ήρθαν τετ-α-τετ στην Πιονγιάνγκ και ο ηγέτης της Βόρειας Κορέας προσέφερε μια αναπάντεχη απολογία. Προθυμοποιήθηκε μάλιστα να αφήσει τα θύματα να φύγουν. Πέντε από τα 12 που παραδέχτηκε ότι είχαν αρπάξει (αργότερα ομολόγησε πως ήταν 13).
Τα υπόλοιπα; Ο Κιμ είπε ότι οι άλλοι (7 αποδεχόταν ακόμα) ήταν νεκροί. Μεταξύ αυτών και η Megumi Yokota, που έλεγε ότι είχε αυτοκτονήσει. Ενώ οι γονείς της είχαν στα χέρια τους πρόσφατες φωτογραφίες της.
Δύο χρόνια αργότερα, ο Κιμ Γιονγκ Ιλ άφησε να επιστρέψουν στην Ιαπωνία και 5 παιδιά απαχθέντων που είχαν γεννηθεί στη Βόρεια Κορέα. Παρά το γεγονός ότι το πολιτικό κατεστημένο της Ιαπωνίας εμφανιζόταν ικανοποιημένο από την εξέλιξη, υπήρχε μια άβολη λεπτομέρεια.
Οι οικογένειες 800 εξαφανισμένων ζητούσαν τώρα να μάθουν αν και τα δικά τους μέλη είχαν πέσει θύματα απαγωγής…
Τι απέγιναν οι άλλοι
Μετά το 2004, δεν υπάρχει εξέλιξη στην τραγική ιστορία. Ούτε η Ιαπωνία επιβεβαιώνει νέα θύματα ούτε κανείς άλλος επαναπατρίστηκε.
Το καθεστώς της Βόρειας Κορέας ένιωσε ίσως ότι έκανε ένα μοιραίο λάθος με την ομολογία και την αποδοχή της ευθύνης, νομιμοποιώντας αυτό που κάποτε φάνταζε καθαρή θεωρία συνωμοσίας στην Ιαπωνία.
Στα επόμενα χρόνια εξάλλου η αυξανόμενη εχθρότητα του Κιμ Γιονγκ Ιλ και του διαδόχου του για τη Δύση δεν θα μπορούσε να αφήσει έδαφος για τέτοιες παραδοχές στον εχθρό.
Μόνο που τώρα η Ιαπωνία το είχε πάρει πολύ πατριωτικά το θέμα και οι τύχες των άλλων απαχθέντων έγιναν κεντρικό προεκλογικό σύνθημα και για τον πρωθυπουργό Σίνζο Άμπε και για τον διάδοχό του, Γιοσιχίντε Σούγκα.
Παρά το γεγονός ότι τα επαναπατρισθέντα θύματα έχουν κάνει παγκοσμίως γνωστή την ιστορία, μοιάζει πια ολοένα και πιο απίθανο να λάμψει η αλήθεια. Υπάρχουν άλλα θύματα και πόσα είναι αυτά;
Όσο οι απαχθέντες και οι οικογένειές τους μεγαλώνουν ηλικιακά, όσο ο κόσμος προχωρά και ο εγγονός Κιμ γίνεται ολοένα και πιο εχθρικός, τα θύματα της «βιομηχανίας απαγωγών» της Βόρειας Κορέας φαντάζουν πια απώλειες ενός πολέμου που δεν τελείωσε ποτέ πραγματικά…