Λέγεται πως ο σκοτεινός ρόλος των μυστικών υπηρεσιών στο περιθώριο της συνταγματικής και πολιτικής νομιμότητας δεν ήταν πουθενά τρομακτικότερος από τα χρόνια της Εν Κα Βε Ντε.
Το Λαϊκό Κομισαριάτο Εσωτερικών Υποθέσεων (NKVD) έριξε βαριά τη σκιά του στη Σοβιετική Ένωση, διαδραματίζοντας σημαίνοντα ρόλο στην εγκαθίδρυση του Στάλιν και τη λεγόμενη «Μεγάλη Εκκαθάριση» που θα τον άφηνε αδιαφιλονίκητο ηγέτη της ΕΣΣΔ.
Για τον απλό λαό δεν ήταν βέβαια παρά μια συνεχής απειλή, ένας φόβος που απλωνόταν πάνω από κάθε πτυχή της καθημερινότητας. Πέρα από τις συνήθεις τιμωρίες της φυλακής ή της εξορίας, εδώ καραδοκούσαν πάντα οι δήμιοι του Στάλιν, τα ζοφερά όργανα του θανάτου.
Και από τους επαγγελματίες αυτούς εκτελεστές, κανείς τους δεν ήταν τρομακτικότερος από τον Βασίλι Μπλοκίν, που είχε να καμαρώνει για τον αδιανόητα μεγάλο αριθμό ανθρώπων που έπεσαν νεκροί από τα χέρια του.
Το άστρο του ανέτειλε μέσα στα σκοτάδια της μυστικής αστυνομίας, ώστε να γίνει ο άγγελος του θανάτου στους διωγμούς του Πατερούλη.
Κι ενώ ξεκίνησε να σκοτώνει κόσμο και κοσμάκη από τη δεκαετία του 1920, τα πιο αιματοβαμμένα «επιτεύγματά» του δεν θα έρχονταν παρά στα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου.
Εκείνη τη φονική άνοιξη του 1940, σε μια περίοδο μόλις 28 ημερών, ο Μπλοκίν επιφορτίστηκε με τον σχεδιασμό και την εκτέλεση πάνω από 20.000 πολωνών αιχμαλώτων πολέμου.
Ο ίδιος εκτέλεσε προσωπικά πάνω από 7.000 Πολωνούς, έναν μετά τον άλλο, στέλνοντας μια και καλή το όνομά του στο πάνθεο των παραγωγικότερων δημίων όλων των εποχών. Ένας τίτλος τιμής σε κάποιους κύκλους, αναμφίβολα.
Μόνο που η ιστορία του είναι πιο μαύρη ακόμα και από τη Σφαγή του Κατίν. Εκεί που έστησε μια πραγματική γραμμή παραγωγής φόνων, που του επέτρεπε να σκοτώνει έναν άντρα ανά τρία λεπτά…
Σχεδόν τίποτα δεν είναι γνωστό για τα πρώτα χρόνια του «τέρατος του Κατίν», όπως θα τον απαθανάτιζε αργότερα η Ιστορία. Ο Βασίλι Μιχαΐλοβιτς Μπλοκίν γεννήθηκε τον Ιανουάριο του 1895 σε αγροτική οικογένεια κάπου στις στέπες της Ρωσίας.
Τον ξαναβρίσκουμε χρόνια αργότερα να υπηρετεί στον Αυτοκρατορικό Στρατό της Ρωσίας, κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πριν είχε δουλέψει ως χτίστης στη Μόσχα, όταν έφυγε από το χωριό του, όπου βοσκούσε από παιδί τα πρόβατα της οικογένειας.
Στα χαρακώματα του Μεγάλου Πολέμου τον Ιούνιο του 1915 θα υπογράψει τα πρώτα δολοφονικά του ανδραγαθήματα και θα τοποθετηθεί τον Μάρτιο του 1921 στη διαβόητη Τσεκά, την πρώτη μυστική αστυνομία του σοβιετικού καθεστώτος.
Ως τότε είχε πάρει μέρος ως μπολσεβίκος στα επαναστατικά γεγονότα. Το 1918 γνωρίζουμε μάλιστα ότι τραυματίστηκε σε μία από τις μάχες. Επέστρεψε στο πατρικό του και περίμενε να δει πώς θα εξελιχθούν τα πολιτικά τεκταινόμενα.
Από τα λιγοστά που τον αφορούν αυτή την περίοδο, ξέρουμε ότι ο Μπλοκίν διακρινόταν για τον σαδισμό και την προθυμία του στο έγκλημα. Αλλά και σε αυτό που ο ίδιος ο Στάλιν ονόμαζε «μαύρη εργασία»: βασανιστήρια, εκφοβισμό και μυστικές εκτελέσεις δηλαδή.
Κι έτσι τον Μάιο του 1921 προσχωρεί επισήμως στο Κομμουνιστικό Κόμμα με τη φήμη του να προηγείται. Τον τοποθετούν στην Πανρωσική Έκτακτη Επιτροπή, την Τσεκά δηλαδή, σε μια νευραλγική υπηρεσία για το νέο καθεστώς.
Η πρώτη ποτέ υπηρεσία εσωτερικής ασφάλειας του σοβιετικού καθεστώτος (ιδρύθηκε τον Δεκέμβριο του 1917) διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στα χρόνια του Ρωσικού Εμφυλίου, εγκαινιάζοντας μια περίοδο που θα έμενε γνωστή ως «Κόκκινη Τρομοκρατία».
Τα μέλη της Τσεκά ήταν επιφορτισμένα ακόμα και με την πειθαρχία του νεοσύστατου Κόκκινου Στρατού, έχοντας διευρυμένες αρμοδιότητες. Όταν δεν προστάτευαν τις προμήθειες φαγητού και εξοπλισμού, παρακολουθούσαν αντικαθεστωτικούς και έπνιγαν στο αίμα επιχειρήσεις κατά του Στάλιν.
Ο Μπλοκίν σύντομα θα τραβούσε την προσοχή των ανωτέρων του. Και ανώτεροί του ήταν ονόματα σαν τον Χένρικ Γιάκοντα, τον Νικολάι Γιεζόφ και τον Λαβρέντι Μπέρια. Αφού ανέβηκε γοργά τα σκαλιά της ιεραρχίας, το 1926 τον βρίσκει στον ρόλο που θα αποθέωνε με τη δράση του: κρατικός εκτελεστής.
Η άνοδός του είχε αναλογίες με την πορεία του Ιωσήφ Στάλιν, ο οποίος έβλεπε τη δύναμή του να αυξάνεται εκθετικά καθ’ όλη τη δεκαετία του 1920. Ο Μπλοκίν αναλάμβανε τις εκτελέσεις αντιφρονούντων και εχθρών του καθεστώτος στο διαβόητο στρατηγείο της μυστικής αστυνομίας στη Μόσχα.
Εκεί, στον τελευταίο όροφο της Lubyanka, σκότωνε πια κόσμο σε ημερήσια διάταξη. Ο τρόπος πάντα ο ίδιος: ο μελλοθάνατος γονάτιζε και ο Μπλοκίν του φύτευε μια σφαίρα στο πίσω μέρος του κεφαλιού.
Τα πτώματα καίγονταν σε ένα κρεματόριο. Τον Οκτώβριο του 1927 εγκαινιάστηκε μάλιστα ένα καινούριο αποτεφρωτήριο, για να συμπέσει με τη 10η επέτειο της Οκτωβριανής Επανάστασης, και τώρα ήταν σε σχέδιο του αρχιεκτελεστή.
Ενεργότατο ρόλο είχε ο Μπλοκίν και κατά τα χρόνια της Μεγάλης Εκκαθάρισης του Στάλιν, την περίοδο 1936-1938, στην οποία ακόμα και 850.000 άνθρωποι μπορεί να θανατώθηκαν ως εχθροί του καθεστώτος (οι 600.000 είναι ασφαλέστερη εκτίμηση).
Ο Γιεζόφ, το δεξί χέρι του Πατερούλη και αρχιτέκτονας των σταλινικών εκκαθαρίσεων, εγκαθίδρυσε τη δική του βασιλεία του τρόμου και είχε τώρα τον Μπλοκίν να δίνει πραγματικό σόου. Ήταν αυτός που εκτελούσε τον κόσμο μετά τις δίκες-παρωδία στη Μόσχα και από το όπλο του δεν γλίτωσαν ούτε κάποιοι συνάδελφοί του εκτελεστές.
Οι μακάβριες ικανότητές του έκαναν ακόμα και τον Στάλιν να τον προσέξει. Και λέγεται πως ήταν προσωπική επιλογή του ηγέτη της ΕΣΣΔ να ηγηθεί των σφαγών κατά τον «Μεγάλο Τρόμο» του 1936-1938.
Η προσωπική τους σχέση ήταν τέτοια που όταν κατηγορήθηκε και ο ίδιος τελικά ο Μπλοκίν για συνωμοσία κατά του κράτους το 1939, ο Στάλιν αρνήθηκε να υπογράψει την καταδίκη του. Τότε ήταν που επαίνεσε τη «μαύρη εργασία» του εκτελεστή του, την οποία θεωρούσε ανεκτίμητη.
Οι σταλινικοί διωγμοί είχαν καταλαγιάσει ως τον Σεπτέμβριο του 1939, όταν Ναζί και Σοβιετικοί εισέβαλαν στην Πολωνία.
Οι Σοβιετικοί δεν είχαν ξεχάσει ποτέ την πανωλεθρία τους στον Πολωνο-Σοβιετικό-Πόλεμο του 1919-1921 και τώρα θα ήταν ο διάδοχος της Τσεκά, η Εν Κα Βε Ντε, αυτή που θα αναλάμβανε τον πρώτο λόγο.
Μέχρι τότε ο Μπλοκίν είχε μετατραπεί σε σταλινικό τέρας. Ως επικεφαλής του τμήματος της Εν Κα Βε Ντε που είπαν χαρακτηριστικά Εκτελεστική Διοικητική Διεύθυνση, η ίδια η ενσάρκωση του οράματος του Στάλιν για τη «μαύρη εργασία», ο Μπλοκίν μπορούσε να αφιερωθεί απερίσπαστος σε αυτό που τόσο αγαπούσε.
Η μυστική υπηρεσία του Υπουργείου Εσωτερικών έδρευε στη Μόσχα και ο Μπλοκίν επέμενε να πατά τη σκανδάλη παρά το γεγονός ότι ήταν ο διευθυντής της υπηρεσίας και κάτι τέτοιο δεν εντασσόταν στα υψηλόβαθμα καθήκοντά του.
Απόλαυσε ιδιαίτερα, όπως μας λένε σχετικές μαρτυρίες, τις δολοφονίες ιστορικών μπολσεβίκων κατά τις Δίκες της Μόσχας (1936-1938), όπως και τις μαζικές εκκαθαρίσεις στον Κόκκινο Στρατό.
Καυχιόταν ιδιαίτερα για τη δολοφονία του στρατάρχη και αρχηγού του «κόκκινου» επιτελείου Μιχαήλ Τουχατσέφσκι, αλλά και για τον φόνο δύο εκ των τριών αφεντικών του, τόσο του Γιάκοντα το 1938 όσο και του Γιεζόφ το 1940.
Ως τότε ήταν ήδη παρασημοφορημένος από τον Στάλιν (το 1937) για τις υπηρεσίες του στην πατρίδα…
Ο Μπλοκίν έπαιρνε πλέον διαταγές αποκλειστικά από τον «κόκκινο» ηγέτη, γεγονός που απλοποίησε πολύ τη μαύρη δουλειά του. Τώρα δεν χρειαζόταν ούτε γραφειοκρατίες ούτε χαρτούρες, ο Στάλιν τον είχε απαλλάξει από τέτοιες σκοτούρες.
Έμοιαζε λοιπόν φυσικό να στραφεί ο Στάλιν στον Μπλοκίν για να βγάλει από τη μέση τους πολωνούς αξιωματικούς των σοβιετικών στρατοπέδων αιχμαλώτων. Αρχηγός της Εν Κα Βε Ντε ήταν τώρα ο Μπέρια και δεν εμπιστευόταν καθόλου τους πολωνούς αιχμαλώτους.
Στη δική του ακραία συλλογιστική, κάθε πολωνός στρατιώτης και αξιωματικός ήταν εν δυνάμει απειλή για τη σοβιετική κυριαρχία. Η μόνη λύση που έβλεπε το νέο αφεντικό της μυστικής αστυνομίας ήταν, όπως είπε στον Στάλιν, απλή μεν, βάρβαρη δε: θάνατος σε όποιον δεν ασπαζόταν την κομμουνιστική ιδεολογία.
Το αιματοβαμμένο πλάνο πήρε γρήγορα το πράσινο φως από το Πολίτμπιρο (η εισήγηση του Μπέρια είχε ημερομηνία 5 Μαρτίου 1940), εγκαινιάζοντας τον πλέον διαβόητο ρόλο του πρωτοπαλίκαρου Μπλοκίν στην παγκόσμια ιστορία.
Μέχρι εκείνο τον Απρίλιο του 1940, ο Μπλοκίν είχε στις πλάτες του χιλιάδες εκτελέσεις και τεχνογνωσία ετών. Καταφτάνει λοιπόν στο στρατόπεδο αιχμαλώτων του Οστασκόφ, δίπλα στο δάσος του Κατίν, όπου κρατούνταν κυρίως πολωνοί αξιωματικοί και αστυνομικοί που είχαν πέσει στα χέρια του Κόκκινου Στρατού μετά τη σοβιετική εισβολή στην Πολωνία το 1939.
Η Σφαγή του (δάσους του) Κατίν ήταν εξολοκλήρου έργο του Λαϊκού Κομισαριάτου Εσωτερικών Υποθέσεων και το εξέχον μέλος της Εν Κα Βε Ντε δεν θα μπορούσε να λείπει από τη θηριωδία.
Οι εκτιμήσεις μιλούν για 22.000 πολωνούς νεκρούς, 7.000 εκ των οποίων θανατώθηκαν από το χέρι του Μπλοκίν. Ο οποίος έστησε τη φονική κάμαρά του στο Καλίνιν, μεταφέροντας εκεί με τρένο όσους πολωνούς αιχμαλώτους είχαν χαρακτηριστεί αναλώσιμοι.
Για 28 συναπτές νύχτες δολοφονούσε ανθρώπους με απίστευτη αποτελεσματικότητα και ταχύτητα, γράφοντας μια από τις πλέον φρικαλέες σελίδες στην ιστορία των μαζικών εκτελέσεων.
Ο θάλαμος που είχε στήσει στο υπόγειο του στρατηγείου της Εν Κα Βε Ντε στο Καλίνιν ήταν έτσι σχεδιασμένος από τον «λογιστή του θανάτου», όπως τον χαρακτήριζαν, που να διευκολύνει την ταχύτητα των δολοφονιών.
Ο ίδιος είχε προαποφασίσει ότι ένας καλός ρυθμός θανάτου ήταν οι 300 εκτελέσεις τη νύχτα και κατασκεύασε έναν αποδοτικότατο μηχανισμό εξόντωσης και μεταφοράς των πτωμάτων.
Οι μελλοθάνατοι μεταφέρονταν αρχικά σε έναν προθάλαμο βαμμένο κόκκινο, τον οποίο ο Μπλοκίν αποκαλούσε χαιρέκακα «λενινιστικό δωμάτιο», για την αναγνώρισή τους. Κατόπιν τους περνούσαν χειροπέδες και τους έφερναν ενώπιον του εκτελεστή στο διπλανό δωμάτιο.
Το οποίο είχε ηχομονώσει ο Μπλοκίν για να πνίγει τις κραυγές απελπισίας των Πολωνών, την ίδια ώρα που το κεκλιμένο τσιμεντένιο πάτωμα διοχέτευε το αίμα σε ένα σιφόνι.
«Ένας πεπειραμένος εκτελεστής πυροβολεί στον λαιμό, κρατώντας την κάννη λοξά προς τα πάνω», έλεγε ο ίδιος, «τότε υπάρχει πιθανότητα η σφαίρα να βγει από το μάτι ή τον λαιμό. Αν σκοτώνεις 250 ανθρώπους τη μέρα, ο καθαρισμός του χώρου μπορεί να αποδειχτεί σοβαρό πρόβλημα».
Φορώντας τη δερμάτινη στολή, την ποδιά του χασάπη και τα μακριά ως τον αγκώνα γάντια του, εκτελούσε το έργο του με ζήλο απαράμιλλο. Τα αγαπημένα του σύνεργα του θανάτου ήταν τα γερμανικά πιστόλια Walther PPK, που έπαιρναν φωτιά μόλις έδυε ο ήλιος.
Ο Μπλοκίν δεν εμπιστευόταν την αξιοπιστία του σοβιετικού περίστροφου TT-30, το οποίο συνήθιζε να υπερθερμαίνεται στη δεκάωρη συνεχή χρήση, βγάζοντας πολλά προβλήματα.
Είχε εξάλλου τέτοια δολοφονική εμπειρία στις πλάτες του που πλέον η μέθοδός του ήταν ανατριχιαστικά άψογη.
Οργάνωσε το φονικό απόσπασμα σε χρόνο-ρεκόρ, επιστρατεύοντας καμιά τριανταριά μοσχοβίτες δεσμοφύλακες, ακόμα και φορτηγατζήδες. Το απίστευτο σε έκταση και θηριωδία έργο του ήταν τέτοιο που οι συνάδελφοι εκτελεστές τον χαρακτήρισαν «καλλιτέχνη του θανάτου».
Όπως κατέθεσε αργότερα ένας από τους βοηθούς του: «Δυο άντρες κρατούσαν τα χέρια του κρατουμένου και ο Μπλοκίν τον πυροβολούσε στη βάση του κρανίου του. Κι αυτό ήταν όλο».
Ο Μπλοκίν είχε κάνει όλους τους υπολογισμούς: η φονική γραμμή παραγωγής που είχε στήσει τού επέτρεπε να σκοτώνει έναν άντρα ανά τρία λεπτά. Η βάρδιά του κρατούσε 10 περίπου ώρες και γινόταν πάντα τη νύχτα, για να είναι ευκολότερη η μεταφορά των πτωμάτων.
Ήταν όμως και το άλλο: αν ανακαλυπτόταν ποτέ το έγκλημα, όπως και έγινε το 1943 από τους ναζί εισβολείς, η χρήση των γερμανικών πιστολιών θα έριχνε αλλού το βάρος της θηριωδίας.
Τριάντα νοματαίους χρειαζόταν η γραμμή θανάτου του Μπλοκίν για να δουλεύει απρόσκοπτα. Κανείς όμως δεν ήταν πιο γρήγορος από αυτόν. Ούτε και κάποιος άλλος είχε τέτοιες αντοχές, σκοτώνοντας ανθρώπους για δέκα ολόκληρες ώρες.
Μόνο το χάραμα της μέρας διέκοπτε το φονικό του πανδαιμόνιο. Τα πτώματά του γέμιζαν φορτηγά ολόκληρα, τα οποία πετάγονταν στο διπλανό δάσος του Κατίν, εκεί που περίμενε η μπουλντόζα για το σκέπασμα των μαζικών τάφων.
Κάθε βράδυ, κατά τα μητρώα, 24-25 τάφοι των δέκα μέτρων γέμιζαν μέχρι πάνω με τα πτώματα του Μπλοκίν. Η δολοφονική μηχανική του οποίου ήταν τέτοια που ανάγκαζε όλους τους άλλους να τρέχουν κυριολεκτικά αν ήθελαν να προλάβουν τον καταιγιστικό ρυθμό του.
Για να μην πολυκαταλαβαίνουν μάλιστα τι γίνεται, ο αρχιεκτελεστής τούς πότιζε με βότκα, ενώ εκείνος δεν έβαζε γουλιά στο στόμα του. Ο Μπλοκίν έθεσε ψηλά τον πήχη ήδη από την πρώτη νύχτα των σφαγών, εκείνο το βράδυ σκότωσε 343 ανθρώπους.
Σύμφωνα με τον βοηθό του, Ντμίτρι Τοκάρεφ, αυτό που έκανε σε όλους εντύπωση ήταν πόσο ήρεμος ήταν κατά το φρικιαστικό έργο ο Μπλοκίν, «σχεδόν χαρούμενος», όπως έγραψε.
Την ώρα που οι συνάδελφοί του έπνιγαν τις τύψεις τους στο αλκοόλ, εκείνος έπινε αποκλειστικά τσάι. Και η μονίμως καλή του διάθεση τον είχε μετατρέψει στην καλύτερη παρέα μέσα στο σώμα.
Στις 27 Απριλίου 1940, ο «Πατερούλης» τον παρασημοφόρησε μυστικά με άλλο ένα βαρύτιμο μετάλλιο της ΕΣΣΔ, δίνοντάς του και μηνιαίο πριμ για «την αποτελεσματική εκτέλεση των ειδικών καθηκόντων» του. Το μεγάλο δώρο ήταν ωστόσο εκείνο το γραμμόφωνο που πήρε για το ανδραγάθημά του.
Οι 7.000 σφαίρες που χρησιμοποίησε σε μια περίοδο 28 ημερών δεν άφηναν περιθώρια αμφιβολίας για το ποια ήταν αυτά τα «ειδικά καθήκοντα». Πάνω από 22.000 πολωνοί στρατιώτες, αστυνομικοί, πολιτικοί, δημόσιοι υπάλληλοι, δημοσιογράφοι κ.ά. σφαγιάστηκαν στο Κατίν.
Όταν οι Ναζί εισέβαλαν στην ΕΣΣΔ στα τέλη του 1941 και άκουσαν για τη σφαγή κοντά στο Σμολένσκ, ανακαλύπτοντας τους μαζικούς τάφους στο Κατίν, ο υπουργός προπαγάνδας Τζόζεφ Γκέμπελς έτριβε τα χέρια του.
Τον Απρίλιο του 1943 έστησε ένα πραγματικό επικοινωνιακό σόου με την εκταφή των πτωμάτων. Οι Σοβιετικοί ισχυρίζονταν σταθερά πως η σφαγή ήταν έργο του Γ’ Ράιχ και είχαν τα γερμανικά πιστόλια να το αποδεικνύουν.
Λίγοι πίστεψαν την εκδοχή τους, ακόμα λιγότεροι ήθελαν ωστόσο να τα χαλάσουν με τον Στάλιν…
Όταν πέθανε ο Στάλιν το 1953, το δολοφονικό πρωτοπαλίκαρό του παροπλίστηκε αμέσως. Όταν έφυγε μάλιστα και ο προστάτης του, Μπέρια, από τη θέση του, ο Μπλοκίν έμεινε έκθετος στο νέο καθεστώς.
Ο Νικίτα Χρουστσόφ δεν θα μπορούσε να τον αφήσει στα αξιώματά του, οραματιζόταν ένα κράτος πολύ μακριά από τα πατήματα του Στάλιν. Όχι μόνο τον έδιωξαν ατιμωτικά από τη θέση του, αλλά του πήραν πίσω και όλα τα βαρύτιμα μετάλλιά του.
Ο Μπλοκίν βυθίστηκε στη βότκα και πέθανε τον Φεβρουάριο του 1955 ως σκιά του εαυτού του. Ίσως αυτοκτόνησε. Ίσως πάλι να τον έφαγαν. Κανείς δεν νοιάστηκε να μάθει πώς πέθανε ο τρομακτικός σφαγέας.
Ο Μπλοκίν αποκαταστάθηκε τελικά μεταθανάτια, στα τέλη της δεκαετίας του 1960. Τώρα ήταν υποστράτηγος του Κόκκινου Στρατού και τον έθαψαν με τιμές σε μεγάλο τάφο. Αντίθετα με τις δεκάδες χιλιάδες των ανθρώπων που εξοντώθηκαν από τα χέρια του και παραχώθηκαν σε μυστικές τρύπες.
Η Ιστορία τού αποδίδει σήμερα κάπου 20.000 εκτελέσεις. Τα Ρεκόρ Γκίνες του έχουν αποδώσει το παγκόσμιο ρεκόρ στην κατηγορία «παραγωγικότερος εκτελεστής της καταγεγραμμένης ανθρώπινης ιστορίας».
Το έλεγε εξάλλου και ο ίδιος, το είχε για καμάρι πως είχε σκοτώσει διπλάσιους από τον δεύτερο παραγωγικότερο ρώσο δήμιο, τον Πέτερ Ιβάνοβιτς Μάγκο. Κι αν τα νούμερα του Μπλοκίν δεν θα τα μάθουμε ποτέ με ακρίβεια, ξέρουμε ότι ο Μάγκο είχε θανατώσει 10.000 ανθρώπους.
Η Ρωσία αναγνώρισε το έγκλημα της σοβιετικής μυστικής αστυνομίας στο Κατίν μόλις το 1990. Και έπρεπε να φτάσουμε ως το 2010 για να εγκρίνει η Κρατική Δούμα το ψήφισμα που έκρινε υπόλογο για τη σφαγή τον Στάλιν.
Την ίδια χρονιά το όνομα του Μπλοκίν έπαιξε για πρώτη φορά στα Guinness World Records…