Από μακριά, μοιάζει σαν άλλο ένα μέρος της ρωσικής στέπας, ένας τουριστικός προορισμός που θυμίζει το βορειοευρωπαϊκό τοπίο. Πάρκα, ευρύχωρες πλατείες, λίμνες και χιλιάδες άνθρωποι περνούν ήσυχα και ήρεμα τις μέρες τους εδώ, ζώντας λες σε μια αδιατάρακτη αρμονία που μόνο η ρωσική στέπα μπορεί να εξασφαλίσει. Και για τους περισσότερους που ζουν εδώ, είναι αυτό ακριβώς. Εκτός φυσικά κι αν λάβουμε υπόψη μας τα θανάσιμα επίπεδα ακτινοβολίας, τους φρουρούς που φυλάνε τον διπλό φράχτη με τα συρματοπλέγματα που περιβάλλει την πόλη, αλλά και το γεγονός φυσικά πως για δεκαετίες ολόκληρες η πόλη δεν υπήρχε καν στον χάρτη! Άλλη μια κληρονομιά της παροιμιώδους μυστικοπάθειας των Σοβιετικών, τέτοιες ερμητικές πόλεις που στέγαζαν μυστικές εγκαταστάσεις υψίστης εθνικής σημασίας δεν ήταν σπάνιες. Όλο το πυρηνικό πρόγραμμα της ΕΣΣΔ, η οπλουργία, η μεταλλουργία αλλά και οι τεράστιες χημικές μονάδες από τέτοιες μυστικές πόλεις υποστηρίζονταν, που τις έλεγαν χαρακτηριστικά «απαγορευμένες πόλεις» ή «κλειστές πόλεις», ένα φαινόμενο που παραμένει μάλιστα σε ισχύ μέχρι τις μέρες μας. Στη σύγχρονη Ρωσία, οι περισσότερες από αυτές τις μυστικές πόλεις-εγκαταστάσεις είναι πια ανοιχτές, ή σχεδόν. Γιατί αυτό χρειάζεται μια μικρή διευκρίνιση. Η ιδέα της «κλειστής πόλης» εμφανίστηκε στην Ένωση στα τέλη της δεκαετίας του 1940 έχοντας έναν σαφή σκοπό: να εξυπηρετήσει τις λειτουργικές ανάγκες μεγάλων βιομηχανικών μονάδων στρατιωτικής ή ερευνητικής φύσης. Αργότερα προστέθηκε η εξόρυξη μετάλλων και φυσικού αερίου σε μεγάλη κλίμακα και οι μυστικές πόλεις έγιναν οι πυλώνες της σοβιετικής οικονομίας. Οι άγνωστοι φυσικά πυλώνες, καθώς κανείς δεν γνώριζε για την ύπαρξή τους. Το μόνο που υπήρχε ήταν ένας ταχυδρομικός κώδικας που προσκολλούνταν μπροστά από το όνομα του μεγαλύτερου κοντινότερου δήμου, κι έτσι έπαιρνε την ταυτότητά της η κλειστή πόλη. Αλλά κι έτσι παρέμενε απόρρητη και χωρίς υπόσταση ουσιαστικά, μιας και κανείς δεν μπορούσε να τη βρει πουθενά. Σήμερα οι περισσότερες από αυτές είναι γνωστές. Η Ρωσία έχει 42 τέτοιες μυστικές πόλεις, οι οποίες έπαψαν να είναι διαβαθμισμένες με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Δεν αποκλείεται πάντως να υπάρχουν κι άλλες τέτοιες «ZATO», όπως τις αποκαλούν οι Ρώσοι (Κλειστές Διοικητικές Εδαφικές Οντότητες), τις οποίες αναγνωρίζεις εξάλλου από τα συρματοπλέγματα που τις περικυκλώνουν, τους ένοπλους φρουρούς και τα μπλόκα στις πύλες εισόδου. Συχνά μάλιστα είναι σε απομονωμένα μέρη χωρίς ορατό τρόπο προσέγγισης! Μόνο αν είσαι ντόπιος και ξέρεις πού να δείξεις το κατάλληλο πάσο σού αποκαλύπτεται μαγικά ο δρόμος για να μπεις στην κλειστή πόλη. Για να μπεις όμως και όχι για να βγεις. Γιατί για να βγεις χρειάζεσαι πολύ καλό λόγο, τέτοιον που θα καταλάβει η διοίκηση και θα σου εξασφαλίσει την πολυπόθητη άδεια. Όσα εκτυλίσσονταν εκεί ήταν εξάλλου απαγορευμένα, οπότε η εχεμύθεια έπρεπε να εκβιαστεί πάση θυσία…
Η παιδική χαρά του θανάτου που είπαν «Πόλη-40»
Περισσότερα από 1.600 χιλιόμετρα μακριά από τη Μόσχα, στέκει μέχρι σήμερα το Οζέρσκ. Εκεί κοντά υπάρχει ένα σταθμός διαχείρισης πυρηνικών αποβλήτων, το «Μαγιάκ» για τους ντόπιους, επίσης γνωστό ως Chelyabinsk-40 (και αργότερα Chelyabinsk-65). Στη σοβιετική περίοδο της Ρωσίας, το Μαγιάκ ήταν ο ακρογωνιαίος λίθος του σοβιετικού πυρηνικού οπλοστασίου, καθώς εκεί παραγόταν το πλουτώνιο για τις πυρηνικές κεφαλές. Και εκεί φυσικά συνέβη το 1957 μια από τις πρώτες τραγωδίες της ατομικής εποχής, όταν εξερράγησαν περισσότεροι από 80 τόνοι ραδιενεργού υλικού. Χαμένο μέσα στην πυκνή δασική βλάστηση των Ουραλίων, το απαγορευμένο Οζέρσκ (που παλιότερα το λέγανε κι αυτό Chelyabinsk-40 και Chelyabinsk-65 αργότερα, τουλάχιστον μέχρι το 1994) συνεχίζει να αποτελεί ένα ιδιαίτερο αίνιγμα ως ένας υπνωτισμένος τόπος που φαίνεται να λειτουργεί στη δική του διάσταση. Με κωδικό όνομα «Πόλη-40», το Οζέρσκ ήταν η κοιτίδα του σοβιετικού πυρηνικού προγράμματος αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το ημερολόγιο έγραφε 1946 όταν οι Σοβιετικοί ξεκίνησαν με απόλυτη μυστικότητα την κατασκευή της Πόλης-40 γύρω από το τεράστιο βιομηχανικό συγκρότημα «Μαγιάκ», δίπλα στις όχθες μεγάλης λίμνης. Το οικιστικό σχέδιο προέβλεπε τη στέγαση των εργατών και των επιστημόνων που θα στελέχωναν το πυρηνικό πρόγραμμα της Σοβιετικής Ένωσης και θα έφτιαχναν τελικά την «κόκκινη» ατομική βόμβα. Αυτές ήταν οι απαρχές του σοβιετικού πυρηνικού οπλοστασίου, που ταυτίστηκε με την Πόλη-40 και τους τραγικούς, όπως θα αποδεικνυόταν, κατοίκους της. Τόσο η εγκατάσταση όσο και η πόλη ήταν απόλυτα διαβαθμισμένες και για τα οχτώ πρώτα χρόνια μάλιστα απαγορευόταν σε όλους να φύγουν από το Οζέρσκ. Απαγορευόταν όμως και οποιαδήποτε επικοινωνία με τον έξω κόσμο, ακόμα και η ανταλλαγή αλληλογραφίας με συγγενείς και φίλους! Όσοι είχαν εξάλλου στεγαστεί εδώ θεωρούνταν αγνοούμενοι για τους οικείους τους, λες και είχε ανοίξει η γη και τους κατάπιε. Οι κάτοικοι της Πόλης-40 πίστευαν ότι αποτελούν «την πυρηνική ασπίδα» της Ένωσης και πως ήταν οι «Σωτήρες του κόσμου». Καθένας εκτός της πόλης ήταν εχθρός και οι τεράστιες διαφορές στον τρόπο ζωής τους το αποδείκνυε αυτό και με το παραπάνω. Την ώρα που οι γείτονες του Οζέρσκ ζούσαν στη φτώχεια και συχνά την πείνα, οι κάτοικοι της Πόλης-40 απολάμβαναν χορταστικά γεύματα αλλά και πολυτέλειες άγνωστες για την «κόκκινη» Ρωσία. Τα προνόμιά τους πολλά και διάφορα, κάτι που τους διαχώριζε από τον γενικό σοβιετικό πληθυσμό, κι έτσι εκείνοι πίστεψαν τελικά πως ήταν κάτι ιδιαίτερο, οι εκλεκτοί μιας κοινωνίας που αγρυπνούν για την ασφάλεια όλων των άλλων. Οι πολίτες του Οζέρσκ ζούσαν σε ιδιωτικά διαμερίσματα και τρέφονταν με εξωτικά εδέσματα όπως μπανάνες, συμπυκνωμένο γάλα, ακόμα και χαβιάρι! Πέρα από τα καλά σχολεία και το ιδιαιτέρως προωθημένο σύστημα δημόσιας υγείας, η πόλη διέθετε μια αφθονία ψυχαγωγικών και επιμορφωτικών δραστηριοτήτων. Το όλο σκηνικό που είχε στηθεί έμοιαζε με παραμύθι, έναν επίγειο παράδεισο που είχε δοθεί απλόχερα στους εκλεκτούς με αντάλλαγμα την εχεμύθειά τους για τη δουλειά και τη ζωή τους. Τη συμφωνία ήταν φυσικά διατεθειμένοι να την τηρήσουν όλοι, μιας και οι κάτοικοι ζούσαν βασιλικές ζωές και δεν είχαν εξάλλου και καμιά ενημέρωση για τους κινδύνους που καραδοκούσαν ζώντας στη μεγαλύτερη αποθήκη ραδιενεργού υλικού της Ένωσης. Το παραμύθι είχε γίνει μάλιστα τόσο πιστευτό, αφού όσο να πεις ήταν υπαρκτό, που οι μυστικοί πολίτες της ερμητικής αυτής πολιτείας κοκορεύονταν πια πως ζούσαν σε μια «πόλη διανοουμένων» και πως γι’ αυτούς ήταν συνηθισμένο να δέχονται «τα καλύτερα των πάντων και μάλιστα δωρεάν». Είχε κύρος και εκτόπισμα να ζεις στο Οζέρσκ, παρά το γεγονός ότι κανείς δεν γνώριζε ούτε για τον τόπο ούτε για τους κατοίκους του! Την ίδια ώρα με την οικονομική σταθερότητα αλλά και την απόλυτη ασφάλεια που εξασφάλιζε η Πόλη-40 στους κατοίκους της, λειτουργούσε και ως εχέγγυο για το μέλλον τους και ιδίως το μέλλον των παιδιών τους. Τα τέκνα του Οζέρσκ θα είχαν μεγαλύτερες πιθανότητες από το μέσο παιδί της Ένωσης για μια καλύτερη ζωή στο μέλλον. Αυτό που δεν ήξεραν βέβαια οι κάτοικοι ήταν πως το συμβόλαιο που είχαν στα χέρια τους ήταν συμφωνία με τον ίδιο τον Διάβολο. Για δεκαετίες ολόκληρες το μεγάλο μυστικό παρέμενε και κανείς, ούτε η πολιτική ηγεσία ούτε οι επιστήμονες γείτονές τους, δεν το αποκάλυψε στον πληθυσμό των δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων. Το μεγάλο μυστικό που δεν ήταν άλλο από τις θανάσιμες επιπτώσεις της μόνιμης έκθεσης σε τρομακτικά επίπεδα ακτινοβολίας για τους ίδιους και τα παιδιά τους.
Εν αρχή ην η ραδιενέργεια
Η πραγματικότητα είναι ότι από την αρχή οι κάτοικοι που ζούσαν κοντά στο πυρηνικό συγκρότημα Μαγιάκ εκτίθεντο σε τρομακτικά επίπεδα ακτινοβολίας και άλλες ακραία επικίνδυνες συνθήκες. Τα πρώτα θύματα ήρθαν μάλιστα μέσα σε 2-3 χρόνια, πριν καν τελειώσει η δεκαετία του 1940 δηλαδή, όταν άρχισαν να λαμβάνουν χώρα οι πρώτοι «ανεξήγητοι» θάνατοι και οι εξίσου «ανεξήγητες» αρρώστιες. Η πολιτική ηγεσία και η επιστημονική ιντελιγκέντσια ήξεραν βέβαια πως αυτά ήταν τα αποτελέσματα της χρόνιας έκθεσης στην ακτινοβολία. Την ίδια ώρα, οι σοβιετικές αρχές φρόντιζαν να εξαφανίζουν τα αποδεικτικά και τα πιστοποιητικά θανάτου, περιβάλλοντας το όλο πράγμα με τη χαρακτηριστική μυστικοπάθειά τους. Κι όμως, οι τόσοι και τόσοι τάφοι των νεαρών κατοίκων του Οζέρσκ στέκουν ακόμη μνημείο θηριωδίας αλλά και κράχτες για το σοβιετικό έγκλημα που συντελούνταν μέσα στον περιφραγμένο παράδεισο του πυρηνικού εργοστασίου. Η γειτονική λίμνη είναι τόσο μολυσμένη που οι ντόπιοι την αποκαλούν σήμερα «Λίμνη του Θανάτου». Μάλλον χαριτολογώντας, μιας και την ίδια ώρα αρνούνται σθεναρά να εγκαταλείψουν το Οζέρσκ! Την ίδια ώρα, το πολύπλευρο έγκλημα είχε και μια άλλη διάσταση, μερικά ακόμα πλοκάμια αν προτιμάτε: τα αρκετά πυρηνικά ατυχήματα. Όπως αυτό που έλαβε χώρα το 1957 και ήταν η χειρότερη πυρηνική τραγωδία του κόσμου πριν από το Τσέρνομπιλ! Το οποίο έθαψαν φυσικά οι Σοβιετικοί με τον μαεστρικό τρόπο που μόνο εκείνοι είχαν. Ήταν όμως και το άλλο: τα στραβά μάτια που έκανε η διοίκηση του Μαγιάκ για τον παράνομο και επικίνδυνο τρόπο διαχείρισης των πυρηνικών αποβλήτων. Διαχείριση δεν υπήρξε φυσικά, παρά απόθεση των ραδιενεργών αποβλήτων σε λίμνες και ποτάμια, ποτάμια που εκβάλλουν στον Αρκτικό Ωκεανό. Στις τέσσερις και πλέον δεκαετίες ζωής και λειτουργίας του Μαγιάκ, περισσότερα από 200 εκατ. κιουρί ραδιενεργών αποβλήτων έχουν απελευθερωθεί στο περιβάλλον, ισοδυναμώντας με μια από τις μεγαλύτερες περιβαλλοντικές καταστροφές του πλανήτη. Όσα έκαναν οι Σοβιετικοί στο Μαγιάκ και το Οζέρσκ αντιστοιχούν σε όρους οικολογικής καταστροφής σε τέσσερα Τσερνομπίλ…
Οι «Σωτήρες του Κόσμου»
Για δεκαετίες ολόκληρες, η πόλη που στέγαζε 100.000 ανθρώπους δεν εμφανιζόταν σε κανέναν σοβιετικό χάρτη. Οι κάτοικοί της εξάλλου δεν υπήρχαν, μιας και είχαν σβηστεί από τα «κόκκινα» ληξιαρχεία και τα δημοτολόγια των γενέτειρών τους. Οι πανέμορφες λίμνες του, τα ευωδιαστά λουλούδια και οι γραφικοί δρόμοι με τις δεντροστοιχίες δεν αποκαλύπτουν ωστόσο την τραγικότητα και τη μυστικότητα του ιδιαίτερου αυτού παραδείσου. «Αυτοί στον παράδεισο είχαν μία επιλογή: ευτυχία χωρίς ελευθερία ή ελευθερία χωρίς ευτυχία. Τρίτη επιλογή δεν υπήρξε», σημειώνει ο Γεγβένι Ζαμιάτιν στο κλασικό δυστοπικό μυθιστόρημά του «Εμείς» (1924), κάτι που φαίνεται να ισχύει και με το παραπάνω στην επικράτεια της Πόλης-40. Σήμερα η ζωή έχει τραβήξει τον δρόμο της εξομάλυνσης: παιδιά παίζουν στους δρόμους, έφηβοι κάνουν σκέιτ ακούγοντας δυνατά «δυτική» μουσική και στα γειτονικά δάση, οικογένειες κολυμπούν ανέμελα στις λίμνες και απολαμβάνουν το πικνίκ τους στην όμορφη αυτή γωνιά της αχανούς Ρωσίας. Μόνο ένας μετρητής Γκάιγκερ μπορεί να αποκαλύψει τα σκοτεινά μυστικά του φυσικού αυτού παραδείσου, τα θανάσιμα επίπεδα ακτινοβολίας που συνεχίζουν να στοιχειώνουν την Πόλη-40. Ακόμα χειρότερα, οι κάτοικοι γνωρίζουν πλέον όλη την ανατριχιαστική αλήθεια: το νερό είναι μολυσμένο, τα φυτά και οι γεωργικές καλλιέργειες είναι μολυσμένες και οι ίδιοι και τα παιδιά τους άρρωστοι. Κι αυτό γιατί τόσο το Οζέρσκ όσο και η γύρω περιοχή παραμένει ένα από τα πλέον τοξικά σημεία της οικουμένης, κάτι που έχει ωθήσει πολλούς να το αποκαλούν «Νεκροταφείο της Γης». Παρά το φρικιαστικό σκηνικό που καραδοκεί ολόγυρά τους, οι μόνιμοι κάτοικοι αρνούνται να εγκαταλείψουν τον χαμένο παράδεισό τους, πιστοί ακόμα στην αλλοτινή προπαγάνδα πως ήταν οι «εκλεκτοί» της ΕΣΣΔ. Προπαγάνδα αναγκαία φυσικά σε κείνα τα χρόνια για να δεχτεί να παραμείνει εντός των σιδηρόφρακτων τειχών της απαγορευμένης πόλης ο οποιοσδήποτε. Για τους κατοίκους της Πόλης-40 όμως αυτός είναι ο τόπος που γνωρίζουν και αγαπούν. Εδώ γεννήθηκαν, εδώ μεγάλωσαν, εδώ παντρεύτηκαν και εδώ μεγαλώνουν τώρα τις δικές τους οικογένειες. Εδώ έχουν θάψει τους γονείς τους, εδώ έθαψαν όμως και πολλούς γιους και κόρες. Γι’ αυτό ίσως δεν τους ενοχλεί πως οι Ρώσοι συνεχίζουν ακόμα να απορρίπτουν εδώ τα πυρηνικά τους απόβλητα. Οι κάτοικοι το βλέπουν και το ακούν καθημερινά και η κυβέρνηση συνεχίζει να το αρνείται, απηχώντας την παλιά σοβιετική πρακτική. Σήμερα δίπλα στη «Λίμνη του Θανάτου» υπάρχει η «Λίμνη του Πλουτωνίου», καθώς μιλάμε για μια εκτεταμένη περιοχή που η μόλυνση έχει ξεφύγει από κάθε λογική έννοια. Η «Λίμνη του Θανάτου» και μόνο φιλοξενεί ραδιενεργή συγκέντρωση που υπερβαίνει τα 120 εκατ. κιουρί, κάνοντας το Τσέρνομπιλ να ωχριά μπροστά της. Σε χωριουδάκι μάλιστα έξω από το Οζέρσκ, το ψηφιακό ρολόι της κεντρικής πλατείας δεν μετρά μόνο την τοπική ώρα, αλλά και το τρέχον επίπεδο ακτινοβολίας στον αέρα (αν και για το δεύτερο οι μετρήσεις δεν είναι πάντα ακριβείς). Μισό εκατομμύριο άνθρωποι στο Οζέρσκ και τις γύρω περιοχές εκτίθενται καθημερινά σε πολλαπλάσια επίπεδα ραδιενέργειας απ’ όσα δέχτηκαν οι πολίτες της Ουκρανίας κατά την τραγωδία του Τσέρνομπιλ. Στα περίχωρα του Οζέρσκ υπάρχει ακόμα η υπερμεγέθης πινακίδα «Απαγορεύεται η είσοδος» (στα αγγλικά και τα ρωσικά), η οποία εξακολουθεί να είναι σε ισχύ. Τουρίστες αλλά και ρώσοι πολίτες απαγορεύεται να μπουν χωρίς έγγραφη άδεια από το ρωσικό Δημόσιο, όπως απαγορεύεται φυσικά και η φωτογράφιση. Οι κάτοικοι του Οζέρσκ επιτρέπεται πλέον να βγαίνουν από την επικράτειά του χωρίς ειδικό πάσο και μπορούν μάλιστα να το εγκαταλείψουν κιόλας χωρίς να ξαναγυρίσουν ποτέ εντός του. Και γιατί τότε δεν έχουν φύγει παρά ελάχιστοι από τον παιδότοπο αυτό του θανάτου; Μα γιατί ακόμα και σήμερα οι κάτοικοι της κλειστής πόλης απολαμβάνουν προνόμια που οι άλλοι Ρώσοι μόνο να ονειρεύονται μπορούν. Τώρα ο φράχτης που περιβάλλει την πόλη είναι στα μάτια των κατοίκων για να κρατά τους άλλους έξω και όχι αυτούς μέσα, όπως άλλοτε. Ο παράδεισός τους πρέπει να προφυλαχθεί από τον εχθρό που τον εποφθαλμιά, κι έτσι το συρματόπλεγμα του Οζέρσκ μεταμορφώνεται σε σημαίνουσα ψυχολογική και ιδεολογική παράσταση για τους πολίτες. Μόνο σε μας που ζούμε εκτός φαντάζει εντελώς παράλογη η απόφαση των ανθρώπων της Πόλης-40 να παραμένουν στο εσωτερικό της και να θέλουν να ζουν πάνω σε κάτι που τους σκοτώνει καθημερινά, αργά και βασανιστικά. Εμείς όμως δεν ξέρουμε για τον επίγειο παράδεισο που απολαμβάνουν και όσα και να πούμε για τους πολίτες εκεί δεν παίζει προφανώς κανένα ρόλο. Γιατί ο δικός μας κίνδυνος, το εργοστάσιο επεξεργασίας πυρηνικών λυμάτων, δίνει ακόμα και σήμερα δουλειά σε 15.000 ανθρώπους. Οι οποίοι το μόνο που θέλουν, όπως δηλώνουν συχνά-πυκνά, είναι να τους αφήσουμε στην ησυχία τους πίσω από τον σιδερόφραχτο παράδεισό τους. Την ίδια ώρα, η ραδιενεργή μόλυνση έχει εξαπλωθεί σε όλη την περιοχή και οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι όποιος σταθεί πάνω στις όχθες της λίμνης για μια ώρα θα λάβει μια φονική δόση ακτινοβολίας. Οι σοβιετικές αρχές, βλέποντας το πώς είχε ξεφύγει το πράγμα, ξεκίνησαν ήδη από το 1978 τις προσπάθειες περιορισμού της μόλυνσης: τσιμεντάρισαν τον βυθό και έριξαν χιλιάδες τόνους χώματος. Άλλες λίμνες αποξηράνθηκαν και στα ποτάμια μπήκαν προειδοποιητικές πινακίδες, οι οποίες έχουν ωστόσο σκουριάσει σήμερα και κανείς δεν τους δίνει σημασία. Παρά το γεγονός ότι τα επίπεδα ακτινοβολίας παραμένουν ακόμα και σε απομακρυσμένες περιοχές 50 φορές πάνω από το φυσιολογικό! Και παρά το γεγονός ότι οι πιο φειδωλές εκτιμήσεις της επιστήμης θέλουν περισσότερα από 400 εκατ. κυβικά μέτρα ραδιενεργών υλικών να παραμένουν εκτεθειμένα στον αέρα, αλλά και τα ψάρια να έχουν 100 φορές περισσότερη ραδιενέργεια από τα επίπεδα που κρίνονται επικίνδυνα. Σε 50 χρόνια, ένα εκατομμύριο άνθρωποι θα έχουν εκτεθεί σε εικοσαπλάσια επίπεδα ραδιενέργειας από αυτά που δέχτηκαν οι περίοικοι του Τσερνομπίλ. Και παρά το γεγονός ότι ο καρκίνος θερίζει μικρούς και μεγάλους στέλνοντας χιλιάδες κάθε χρόνο στον τάφο, οι κάτοικοι απολαμβάνουν μια περίεργη ηρεμία, λες και ζουν ακόμα στα ψυχροπολεμικά χρόνια που δεν γνώριζαν για τους κινδύνους της ραδιενέργειας.
Οι πυρηνικές τραγωδίες
Τραγωδίες δεν ονομάζουμε εδώ μόνο τα πυρηνικά δυστυχήματα, αλλά και τις ίδιες τις δραστηριότητες του Μαγιάκ. Γιατί κατά τα πρώτα έξι χρόνια λειτουργίας του, το εργοστάσιο ξεφορτωνόταν τα ραδιενεργά του απόβλητα στον παρακείμενο ποταμό, τη μόνη πηγή πόσιμου νερού για τα 24 χωριουδάκια της όχθης του! Μέχρι το 1951 είχε γίνει βέβαια σαφές πως η μόλυνση έπληττε περιβάλλον και ανθρώπους, αν και το πράγμα δεν σταμάτησε. Λίγο αργότερα θα γινόταν αντιληπτό πως η μόλυνση είχε φτάσει ακόμα και στον Αρκτικό Ωκεανό. Μόνο τότε λήφθηκε η απόφαση να βρεθεί άλλος σκουπιδότοπος για τα ραδιενεργά απόβλητα. Ήταν η μεγάλη λίμνη του Οζέρσκ, μιας και αυτή δεν είχε δίοδο διαφυγής για τα νερά! Οι αρχές περικύκλωσαν το ραδιενεργό ποτάμι με συρματόπλεγμα, αν και δεν μοιράστηκαν ποτέ με τον πληθυσμό τον λόγο που του απαγόρευαν πια να πλησιάσει το νερό. Το 1957 ήρθε η πελώρια έκρηξη σε έναν τομέα διαχείρισης ραδιενεργών αποβλήτων και η έκλυση ραδιενέργειας έπληξε περισσότερους από 250.000 ανθρώπους. Κάποια χωριά εκκενώθηκαν, αν και το ποσοστό τους αντιστοιχούσε σε λιγότερο από το 1% των ανθρώπων που είχαν προσβληθεί ανεπανόρθωτα από τις φονικές δόσεις της ραδιενέργειας. Και εκκενώθηκαν βέβαια περισσότερο από δέκα χρόνια αργότερα! Μέσα σε δύο χρόνια, μέχρι το 1959 δηλαδή, όλα τα δέντρα σε μια ακτίνα 15 χιλιομέτρων από το Μαγιάκ είχαν εξαφανιστεί. Κανένα πρόβλημα για το «κόκκινο» καθεστώς, που μετέτρεψε εκατοντάδες στρέμματα ραδιενεργής γης σε καλλιεργήσιμη έκταση, ταΐζοντας τους ανθρώπους με μολυσμένα τρόφιμα τουλάχιστον ως το 1978. Ακόμα χειρότερα, μια παρατεταμένη περίοδος ξηρασίας το 1967 μείωσε τη στάθμη των υδάτων της λίμνης, φέρνοντας στην επιφάνεια τους χιλιάδες τόνους ραδιενεργών υλικών που κείτονταν στον πυθμένα. Η ραδιενεργή αυτή σκόνη εξαπλώθηκε με τον αέρα και απλώθηκε σε μια ακτίνα 25.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, επηρεάζοντας άλλους 500.000 ανθρώπους με ραδιονουκλίδια 120 εκατ. κιουρί. Για να το βάλουμε στην προοπτική του, το Τσερνομπίλ απελευθέρωσε ραδιονουκλίδια 1 εκατ. κιουρί. Τα περισσότερα από αυτά είναι γνωστά σήμερα στους κατοίκους, οι οποίοι συνεχίζουν να ζουν στον προνομιούχο μικρόκοσμό τους, μια σωστή οικολογική καταστροφή που δεν θα αφήσει τίποτα όρθιο στο διαχρονικό θρόνιασμά της. Η Πόλη-40 ήταν εξάλλου από την αρχή θανατική καταδίκη. Κάποιοι από τους πρώτους που σύρθηκαν να εργαστούν στα έγκατα της γης του πυρηνικού κέντρου ήταν καταδικασμένοι εγκληματίες. Αυτοί είχαν πια την επιλογή είτε να περάσουν 25 χρόνια στην καταναγκαστική εργασία της Σιβηρίας είτε να δουλέψουν 5 μόνο χρονάκια στο Chelyabinsk-40. Εύκολη η επιλογή, μόνο που δεν ήξεραν πως τα 5 αυτά χρόνια ήταν σαν μια ολόκληρη ζωή, καθώς κανένας κατάδικος-εργάτης δεν βγήκε ζωντανός από την Πόλη-40 μέσα στην πενταετία… Δείτε όλα τα θέματα του Weekend