Μια από τις πιο μαύρες σελίδες στην πολεμική ιστορία της Ευρώπης γράφτηκε το 1940 εν μέσω του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και ακόμα και σήμερα συνεχίζει να αποτελεί σημείο αντιπαράθεσης.
Όταν αποκαλύφθηκε η σφαγή του Κατίν ως υπεύθυνοι παρουσιάστηκαν οι ναζί οι οποίοι είχαν ανακαλύψει τους μαζικούς τάφους κατά τη διάρκεια της προέλασής τους προς τη Μόσχα. Η ναζιστική Γερμανία κατήγγειλε τις μυστικές υπηρεσίες της Σοβιετικής Ένωσης για τη δολοφονία περισσότερων από 20.000 ανθρώπων με εντολή, μάλιστα, του ίδιου του Ιωσήφ Στάλιν.
Χρειάστηκε να περάσουν 50 ολόκληρα χρόνια για να ζητήσει συγγνώμη για το έγκλημα η Ρωσία, μέσω του Γκορμπατσοφ. Ακόμα και τότε, ωστόσο, η διαμάχη δεν σταμάτησε. Οι νοσταλγοί του Σταλινικού καθεστώτος μιλούν ακόμα και σήμερα για μια καλοστημένη προβοκάτσια ανάλογη με εκείνη του Ραϊχστανγκ, κάνουν λόγο για πλαστά αποδεικτικά έγγραφα και εντάσσουν την συγκεκριμένη ιστορία στην προσπάθεια να εξισωθεί ο ναζισμός με τον κομμουνισμό.
Η αντικειμενική αλήθεια, ωστόσο, είναι πως μέσα σε ένα δάσος κοντά στα σύνορα της Ρωσίας με την Πολωνία, βρήκαν φρικτό θάνατο περισσότεροι από 20.000 άνθρωποι, σε μια από τις μεγαλύτερες ανθρωποσφαγές στη γηραιά ήπειρο και ακόμα και σήμερα κανείς δεν έχει τιμωρηθεί γι’ αυτό το έγκλημα κατά της ανθρωπότητας.
Όταν το δάσος του Κατίν βάφτηκε στο αίμα
Για να κατανοήσει κάποιος πλήρως την ιστορία της μεγάλης σφαγής, πρέπει να έχει μια εικόνα της κατάστασης που επικρατούσε εκείνη την εποχή στην Πολωνία. Τον Αύγουστο του 1939 η Χιτλερική ναζιστική Γερμανία και η Σταλινική Σοβιετική Ένωση, υπογράφουν το περιβόητο «σύμφωνο μη επίθεσης», γνωστό και ως σύμφωνο «Ρίμπεντροπ-Μολότοφ» με το οποίο δεσμεύονται προκειμένου να μην επιτεθεί η μια χώρα στην άλλη.
Μόλις μια εβδομάδα αργότερα, την 1η Σεπτεμβρίου 1939, οι ναζιστικές ορδές εισβάλλουν στο πολωνικό έδαφος ξεκινώντας έτσι και… επίσημα τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετά από 16 ημέρες από την ανατολική πλευρά της Πολωνίας εισβάλουν σοβιετικά στρατεύματα.
Μέχρι τις αρχές Οκτωβρίου εκείνης της χρονιάς η Πολωνία είχε κατακτηθεί από τους ναζί (σε ποσοστό περίπου 48%) και τους σοβιετικούς (σε ποσοστό περίπου 52%). Τα σοβιετικά στρατεύματα σταδιακά συλλαμβάνουν και φυλακίζουν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης 140.000 ανθρώπους! Από αυτούς τελικά στα τρία στρατόπεδα του Κοζέλσκ, του Οστασκόφ και του Στάρομπελσκ παραμένουν περισσότερα από 14.500 άτομα που κυρίως ήταν αξιωματικοί του στρατού.
Το σύμφωνο μη επίθεσης ανάμεσα στη ναζιστική Γερμανία και την ΕΣΣΔ παραμένει σε ισχύ μέχρι το 1941 όταν ο Αδόλφος Χίτλερ ξεκινά τον πόλεμο κατά της Σοβιετικής Ένωσης και εξαπολύει εναντίον της την επιχείρηση «μπαρμπαρόσα». Οι πρώτες νίκες των SS κατά των Σοβιετικών, σημειώνονται στο ανατολικό κομμάτι της Πολωνίας το οποίο και καταλαμβάνουν εκδιώκοντας τον κόκκινο στρατό.
Στις 13 Απρίλη 1943, λίγο καιρό μετά την βαριά ήττα που υπέστησαν τα χιτλερικά στρατεύματα από τους Σοβιετικούς στο Στάλινγκραντ, η Γερμανική διοίκηση ανακοινώνει πως στο δάσος του Κατίν που βρίσκεται επί Ρωσικού εδάφους κοντά στα σύνορα με την Πολωνία ανακαλύφθηκαν μαζικοί τάφοι με τουλάχιστον 4.000 νεκρούς (αργότερα βέβαια θα αποδειχθεί πως είναι πολλαπλάσιοι) οι οποίοι στην συντριπτική τους πλειονότητα είναι πολωνοί αξιωματικοί του στρατού.
Το φρικτό αυτό έγκλημα «παγώνει» ολόκληρη την Ευρώπη ακόμα και εν μέσω του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι ναζί κατηγορούν ευθέως τους Σοβιετικούς και εκείνοι απαντούν πως όλο αυτό είναι μια καλοστημένη προπαγάνδα από τη χιτλερική Γερμανία προκειμένου να διαταραχθούν οι σχέσεις μεταξύ των Συμμάχων σε αυτή την κρίσιμη καμπή του πολέμου που πλέον ο Χίτλερ είχε «στριμωχτεί»!
Η ναζιστική εκδοχή και η δημόσια παραδοχή από τη Ρωσία 50 χρόνια αργότερα
Η Γερμανία του Χίτλερ ανακοίνωσε πως μια δωδεκαμελής επιτροπή επιστημόνων ερεύνησε τους ομαδικούς τάφους και διαπίστωσε πως το τεράστιο και απάνθρωπο αυτό έγκλημα έγινε τον Μάρτιο του 1940, όταν δηλαδή ακόμα η περιοχή βρισκόταν υπό Ρωσική κατοχή.
Έδειξαν, μάλιστα, ως βασικό εμπνευστή του σχεδίου τον αρχηγό της μυστικής υπηρεσίας της Σοβιετικής Ένωσης NKVD, Λαβρέντι Μπέρια, ο οποίος για να προχωρήσει στη σφαγή έλαβε την άδεια του Ιωσήφ Στάλιν!
Η σοβιετική πλευρά απέκρουσε άμεσα και με έντονο τρόπο αυτές τις αιτιάσεις. Σχεδόν 50 χρόνια αργότερα, ωστόσο, με την πτώση του Σοβιετικού καθεστώτος ήρθε η επίσημη παραδοχή και η πρώτη δημόσια συγγνώμη από τα χείλη του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ ο οποίος έδωσε στη δημοσιότητα έγγραφα εκείνης της περιόδου τα οποία επιβεβαίωναν πλήρως τους ισχυρισμούς της ναζιστικής Γερμανίας. Σύμφωνα με αυτά τα έγγραφα οι Πολωνοί αξιωματικοί αντιμετωπίζονταν από τους Σοβιετικούς ως μια «εκκρεμότητα που έπρεπε να επιλυθεί».
Ένα από τα έγγραφα, μάλιστα, που δόθηκαν στη δημοσιότητα ήταν του Λαβρέντι Μπέρια ο οποίος ουσιαστικά ζητούσε την άδεια του Στάλιν να προχωρήσει στη εκκαθάριση «δεδομένου ότι όλοι αυτοί είναι αδιόρθωτοι εχθροί της σοβιετικής εξουσίας»!
Το έγγραφο φέρει υπογραφή του Στάλιν εν είδει… έγκρισης και έχει ημερομηνία 5 Μαρτίου 1940. Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή η σφαγή στο δάσος του Κατίν έγινε τον Μάιο εκείνης της χρονιάς.
Ο Ντιμίτρι Τοκάρεφ, επικεφαλής του γραφείου της NKVD στο Καλίνιν κατέθεσε το 1991, πως οι εκτελέσεις ξεκινούσαν το σούρουπο και τελείωναν την αυγή. Η πρώτη μεταγωγή κρατουμένων αφορούσε 390 άτομα και οι εκτελεστές δυσκολεύτηκαν να επιτελέσουν το έργο μέσα σε μια μόνο νύχτα. Οι επόμενες μεταγωγές περιόρισαν τον αριθμό των μελλοθανάτων στα 250 άτομα. Όλοι εκτελούνταν με μια σφαίρα στη βάση του κρανίου, μέσα σε ένα δωμάτιο με δυο πόρτες. Από τη μία έμπαιναν ζωντανοί, από την άλλη έβγαιναν νεκροί και τοποθετούνταν σε φορτηγά που τους μετέφεραν στους ομαδικούς τάφους.
Σύμφωνα με έγγραφα που έδωσε στη δημοσιότητα η Ρωσία, ο πιο διαβόητος εκτελεστής της σφαγής, ήταν ο Βασίλι Μπλοκχιν, στον οποίο αποδόθηκαν 7.000 δολοφονίες αιχμαλώτων μέσα σε 28 ημέρες!
Τον Απρίλιο του 2010 με εντολή του Ρώσου προέδρου Ντμίτρι Μεντβιέντεφ τα ρωσικά Κρατικά Αρχεία έδωσαν στη δημοσιότητα επτά από τα σημαντικότερα έγγραφα, που επιβεβαιώνουν τις αποφάσεις σοβιετικών οργάνων εξουσίας για την πραγματοποίηση της ονομαζόμενης «σφαγής του Κατίν».
Το Νοέμβριο του 2010 η ρωσική Κάτω Βουλή (Δούμα) εξέδωσε ψήφισμα με το οποίο αναγνώριζε τη σφαγή χιλιάδων Πολωνών στρατιωτικών από τη σοβιετική μυστική αστυνομία στο Κατίν ως έγκλημα που διέταξε ο Ιωσήφ Στάλιν.
Το 2012 έγινε γνωστό πως οι ΗΠΑ αλλά και η Βρετανία γνώριζαν από τη πρώτη στιγμή πως υπεύθυνοι για τη Σφαγή ήταν η ΕΣΣΔ, αλλά ο τότε Αμερικανός Πρόεδρος Φραγκλίνος Ρούσβελτ, απαίτησε να μην γνωστοποιηθούν οι σχετικές αναφορές για να μην διαταραχθούν οι σχέσεις με το Στάλιν.
Τι αναφέρει η πλευρά που υποστηρίζει την Σοβιετική εκδοχή των γεγονότων
Το βασικό επιχείρημα (γύρω από το οποίο αναπτύσσονται όλα τα υπόλοιπα) της πλευράς των νοσταλγών του Σταλινικού καθεστώτος, είναι πως ο Κόκκινος Στρατός δεν βρισκόταν στην περιοχή του Κατίν όταν έγινε η σφαγή.
Όταν οι Σοβιετικοί ανακατέλαβαν το 1944 σύστησαν αμέσως μία επιτροπή με επικεφαλής τον ακαδημαϊκό Μπουρντένκο για να διερευνήσει την υπόθεση. Το αποτέλεσμα ήταν πως η ημερομηνία των εκτελέσεων τοποθετείται τον Οκτώβριο του 1941, όταν δηλαδή η περιοχή ήταν υπό ναζιστική κατοχή. Η ημερομηνία αυτή προέκυψε από το γεγονός πως οι Σοβιετικοί ερευνητές βρήκαν σε κάποια από τα πτώματα, έγγραφα με ημερομηνία 20 Οκτωβρίου 1941.
Το πόρισμα Μπουρντένκο, αναφέρει, επίσης, πως στους τάφους υπήρχαν κάλυκες από σφαίρες των 7,65mm και αρκετές των 9 mm. Επίσης, σε αυτές των 7,65 mm υπήρχε ο κωδικός Geko. Παράλληλα, σημαντικός αριθμός θυμάτων βρέθηκε με τα χέρια δεμένα με ειδικό είδος σπάγκου. Ωστόσο, όπλα και σφαίρες των 7,65 mm και των 9 mm εκείνη την περίοδο δεν υπήρχαν στην ΕΣΣΔ. Υπήρχαν στη Γερμανία.
Η συντομογραφία Geko ανήκε στο γερμανικό εργοστάσιο παραγωγής σφαιρών Genshovik (η αντίπαλη άποψη αναφέρει πως αυτά τα πυρομαχικά είχαν δοθεί από τη Γερμανία στην ΕΣΣΔ την εποχή του συμφώνου μη επίθεσης σε ένδειξη καλής θέλησης). Το είδος σπάγκου με το οποίο ήταν δεμένα τα θύματα δεν παραγόταν στην ΕΣΣΔ αλλά στη Γερμανία. Τα πρακτικά της συνεδρίασης για την εκτέλεση έχουν τις υπογραφές των απόντων Καγκάνοβιτς και Καλίνιν σημείο που συνηγορεί στην πλαστότητα τους.
Επίσης, ένα από τα επιχειρήματα είναι πως δυο ιατροδικαστές (ένας Βούλγαρος και ένας Τσεχοσλοβάκος) που εξέτασαν τα πτώματα προσδιόριζαν ως χρόνο ταφής τους το χειμώνα του 1941 προς 1942, άρα όταν η περιοχή ήταν υπό ναζιστική κατοχή.