Για πολλούς ένα ταξίδι στο διάστημα αποτελεί όνειρο ζωής. Πολλοί θα ήθελαν να δουν τη Γη από τόσο ψηλά και να στοχαστούν για μια στιγμή τι πραγματικά είναι ο άνθρωπος, με φόντο το αχανές υπερπέραν.
Πίσω από τα όνειρα και τις φαντασιώσεις μιας τέτοιας εμπειρίας ζωής, υπάρχει φυσικά μπόλικη επιστήμη, που αφενός δεν αφήνει τίποτα στην τύχη του- ή σχεδόν τίποτα- αφετέρου στηρίζει, τεκμηριώνει και μελετά όσα πρέπει να γίνουν για να στεφθεί με επιτυχία μία διαστημική αποστολή.
Και κάπου εκεί μπαίνει ο πάντα απρόβλεπτος ανθρώπινος παράγοντας. Γιατί όσο κι αν οι αστροναύτες είναι «καλοκουρδισμένες μηχανές», εκπαιδευμένοι να αντέχουν σε εξωπραγματικές, αν το καλοσκεφτεί κανείς, συνθήκες, είναι πιθανό κάποια χαραμάδα στον άψογο προγραμματισμό τους να ανατρέψει τον λεπτομερή σχεδιασμό μιας αποστολής.
Κάτι τέτοιο συνέβη, κι έγραψε ιστορία, στην τελευταία αποστολή Skylab, πριν από 45 χρόνια.
Οι λέξεις ανταρσία και απεργία χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν όσα συνέβησαν την 28η Δεκεμβρίου του 1973, αν και δεν επρόκειτο επ’ ακριβώς για τίποτα από τα δύο. Άλλωστε, σύμφωνα με μία τοποθέτηση, τίποτα δεν έγινε από πρόθεση, εκείνη την ημέρα. Στο βιβλίο του «Homesteading Space: The Skylab Story», ο David Hitt αμφισβητεί το ότι το πλήρωμα διέκοψε επίτηδες την επικοινωνία με τη Γη. Ας λάβουμε εδώ υπόψη πως επισήμως δεν υπάρχει καμία αναφορά για τη διαστημική απεργία ή ανταρσία. Οπότε όλες οι πληροφορίες στηρίζονται στις αναφορές όσων είτε συμμετείχαν είτε είναι γνώστες όσων συνέβησαν.
Οι ίδιοι πάντως οι πρωταγωνιστές της αφηγούνται αλλιώς τα γεγονότα.
Πλήρωμα του Skylab 4- ας πούμε του προγόνου του σημερινού Διεθνούς Διαστημικού Σταθμού – ήταν οι Gerald P. Carr, Edward G. Gibson και William R. Pogue. Οι τρεις αστροναύτες πέρασαν 84 ημέρες στο διάστημα, με βαρύ πρόγραμμα και πλήθος δοκιμών, πειραμάτων και εργασιών που έπρεπε να φέρουν εις πέρας.
Αγκομαχώντας από το βάρος των υποχρεώσεων, κι ενώ είχαν ήδη αρχίσει να κουράζονται από τις συνθήκες, ζητούσαν από τη NASA να χαλαρώσει τον προγραμματισμό και να ελαφρύνει την καθημερινότητά τους. Κάτι που, από όσα έχουν γίνει γνωστά, η Υπηρεσία απέρριψε.
Έχοντας απέναντί τους την άρνηση της NASA στα αιτήματά τους, οι τρεις αστροναύτες έκλεισαν τις επικοινωνίες με τις υπηρεσίες ελέγχου, στο έδαφος, και πέρασαν την ημέρα τους περίπου όπως θα ονειρευόταν ο καθένας. Χαλαρώνοντας και χαζεύοντας τη θέα της Γης.
Η αποστολή συνεχίστηκε για πολλές εβδομάδες, πριν το πλήρωμα επιστρέψει στη Γη, το 1974. Η αποστολή ήταν η τελευταία του Skylab και η τελευταία φορά που Αμερικανοί αστροναύτες βρέθηκαν σε διαστημικό σταθμό για δύο δεκαετίες σχεδόν, μέχρι τη δεκαετία του ’90 και το αμερικανο-ρωσικό πρόγραμμα Shuttle-Mir.
Το Skylab ήταν ένα σύντομο πρόγραμμα, στο πλαίσιο του οποίου εστάλησαν στο διάστημα τρία πληρώματα. Αναπτύχθηκε μετά το «Apollo» με επίκεντρο το Skylab, ένα εργαστήριο που είχε συναρμολογηθεί στη Γη και εκτοξεύτηκε με τον τελευταίο Saturn V. Ακολούθως ο πύραυλος Saturn 1B μετέφερε το πλήρωμα.
Το πλήρωμα του Skylab 2- Skylab 1 ονομάστηκε η αποστολή του ίδιου του διαστημικού σταθμού- έμεινε 28 ημέρες σε τροχιά. Βασικό αντικείμενό τους ήταν να συντηρούν τον σταθμό και να τοποθετήσουν ένα στέγαστρο για τον ήλιο, για να ρίξουν τη θερμοκρασία στα τμήματα του σταθμού όπου κοιμούνταν, και στη συνέχεια να ασχοληθούν με την παρατήρηση του Ήλιου, πειράματα για τους φυσικούς πόρους της Γης αλλά και ιατρικές δοκιμές.
Ακολούθως το πλήρωμα του Skylab 3 έμεινε σε τροχιά σχεδόν 60 ημέρες, συνεχίζοντας τις εργασίες συντήρησης του σταθμού αλλά προχωρώντας και σε επιπλέον επιστημονικά και ιατρικά πειράματα. Το Skylab 4 έσπασε όλα τα ρεκόρ παραμονής.
Οι Carr, Pogue και Gibson ξεκίνησαν το διαστημικό τους ταξίδι στις 16 Νοεμβρίου 1973, σε μία απαιτητική αποστολή 84 ημερών. Συνολικά καλούνταν να συμπληρώσουν 6.051 ώρες εργασίας, κάνοντας διάφορα επιστημονικά και ιατρικά πειράματα αλλά και παρατηρήσεις του Ήλιου, της Γης και του κομήτη Kohoutek. Είχαν προγραμματισμένους τέσσερις διαστημικούς περιπάτους συνολικής διάρκειας περίπου μιας ημέρας.
Μιλώντας το 2016, ο Edward Gibson είχε μιλήσει για τη δική του εμπειρία διαστημικού περιπάτου. «Όταν είσαι εκεί έξω, είναι ένας σιωπηλός κόσμος, εκτός από τους ψιθύρους της δικής σου αναπνοής. Νιώθεις σαν ο κόσμος εκεί κάτω να μην ξέρει καν πως εσύ είσαι εκεί».
Αλλά το πλήρωμα του Skylab 4 δυσκολεύτηκε περισσότερο με το απαιτητικό πρόγραμμα από τους προκατόχους του. Ίσως επειδή ήταν όλοι πρωτάρηδες: στα πληρώματα του Skylab 2 και 3 ηγούνταν οι Pete Conrad και Al Bean αντίστοιχα, οι οποίοι είχαν συμμετάσχει και στην αποστολή Apollo 12 και ήταν εξοικειωμένοι με τις πολύ αυστηρές απαιτήσεις του διαστήματος.
Οι πολλές ώρες δουλειάς και οι ατελείωτες λίστες υποχρεώσεων βάρυναν στους «πρωτάρηδες» αστροναύτες. Το πλήρωμα ήταν εξαντλημένο και έμενε πίσω στον προγραμματισμό. Η NASA εντωμεταξύ πίεζε, όπως οι ίδιοι λένε, παρότι εκείνοι δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν. Τα πληρώματα εδάφους που ασχολούνταν με την αποστολή διαφωνούσαν. Υποστήριζαν πως οι αστροναύτες παραπονούνταν πολύ και πως θα έπρεπε να δουλεύουν και τις ώρες των γευμάτων και τις ημέρες της ανάπαυσης, για να καλύψουν τον χαμένο χρόνο. Ήταν πολύ ακριβή η αποστολή σε τροχιά επί 84 ημέρες, και η NASA είχε αποφασίσει να αξιοποιήσει στο μέγιστο αυτό το «έξοδο».
Η παραμονή του ανθρώπου στο διάστημα ήταν και παραμένει ένα εξαιρετικά δαπανηρό εγχείρημα. Μία και μόνη μέρα στο Skylab κόστιζε 22, 4 εκατ. δολάρια- με την αξία του νομίσματος το 2017. Οπότε, κάθε διακοπή στις εργασίες ερμηνευόταν ως περιττή υπέρβαση των δαπανών.
Το αίτημα για ελεύθερο χρόνο προβλημάτιζε τις υπηρεσίες εδάφους. Οι υπεύθυνοι στο Κέιπ Κανάβεραλ το ερμήνευαν ως πιθανό σημάδι κατάθλιψης ή σύμπτωμα «λήθαργου»
Ο Pogue επέμεινε πως δεν ήταν τίποτα από τα δύο. Εξήγησε πως ο ίδιος και τα δύο άλλα μέλη του πληρώματος ήθελαν απλώς περισσότερο χρόνο για να κοιτούν έξω από το παράθυρο και να σκεφτούν. Η αποστολή τον είχε κάνει «να κλίνει προς το ανθρωπιστικό συναίσθημα προς τους άλλους ανθρώπους, τους άλλους αστροναύτες» είχε πει στο Science News το 1985. «Προσπαθώ να βάζω τον εαυτό μου σε ανθρώπινη κατάσταση αντί να προσπαθώ να λειτουργώ σαν μηχανή» είχε πει.
«Είχαμε πολύ βαρύ πρόγραμμα» είχε περιγράψει χαρακτηριστικά ο Pogue. «Αγκομαχούσαμε όλη μέρα. Η δουλειά κάποιες φορές ήταν κουραστική και βαρετή- αν και η θέα ήταν απίθανη».
Περίπου έξι εβδομάδες μετά την έναρξη της αποστολής, λίγες ημέρες πριν το τέλος του 1973, το πλήρωμα του Skylab 4 έφτασε στο μη περαιτέρω. Ανακοίνωσε στις υπηρεσίες εδάφους πως παίρνει μια μέρα «ρεπό»- εκτός προγράμματος, φυσικά, και οι αστροναύτες έκλεισαν τις επικοινωνίες με τη Γη και ευχαριστήθηκαν μία ημέρα ξεκούρασης, χαλαρώνοντας και απολαμβάνοντας την εκπληκτική θέα της Γης. Άλλωστε τι θα μπορούσε να κάνει η NASA γι’ αυτό; Να πάει και να τους πάρει;
Τελικά, επιτεύχθηκε συμβιβασμός. Κάποιες εργασίας ρουτίνας αποφασίστηκε να γίνονται όταν υπήρχε χρόνος και εφόσον το πλήρωμα μπορούσε. Το πλήρωμα στο Χιούστον συμφώνησε επίσης να αφήσει τους αστροναύτες να παίρνουν μια ανάσα στη διάρκεια των γευμάτων, στις προβλεπόμενες περιόδους ξεκούρασης και τις ώρες μετά το δείπνο.
Εν τέλει ικανοποιήθηκε το αίτημα του πληρώματος για μείωση του φόρτου εργασίας, κι αυτό οδήγησε στη βελτίωση των επιδόσεών του, προς μεγάλη χαρά της NASA, που είδε την αποστολή να ολοκληρώνεται χωρίς απόκλιση στο πρόγραμμα. Ωστόσο, το «διαστημικό πραξικόπημα» είχε και το τίμημά του: Κανείς από τους τρεις «στασιαστές» αστροναύτες δεν ξαναταξίδεψε στο διάστημα.
Το ταξίδι των τριών πίσω στη Γη διήρκεσε πέντε ώρες. Παρά κάποια προβλήματα με τον εξοπλισμό προσγείωσης, έπεσαν στον Ειρηνικό Ωκεανό στις 8 Φεβρουαρίου 1974, όπως ήταν προγραμματισμένο. Σύμφωνα με το BBC, ο Gibson βγήκε από την κάψουλα λέγοντας: «Νιώθω υπέροχα».
Ο διαστημικός σταθμός Skylab παρέμεινε σε τροχιά έως το 1979 και έσπασε σε κομμάτια – κενός πληρώματος- καθώς έμπαινε στην ατμόσφαιρα της Γης.