Μονόδρομος είναι η ολιστική προσέγγιση της σκλήρυνσης κατά πλάκας, διότι μόνο τα φάρμακα δεν αρκούν για τη θεραπεία της. «Το αίτιο της νόσου, η οποία έχει πολλές παραμέτρους, δεν είναι γνωστό και γι αυτό κανένα από τα υπάρχοντα φάρμακα δεν μπορεί να επιφέρει ίαση. Εκείνο το οποίο επιδιώκεται σήμερα είναι η, με τη χρήση φαρμάκων, καθυστέρηση εκδήλωσης της αναπηρίας, η οποία συντελείται προοδευτικά χωρίς να το αντιλαμβάνεται εξ’ αρχής ο ασθενής», σύμφωνα με τον καθηγητή Νευρολογίας στο ΑΠΘ, Νικόλαο Γρηγοριάδη, διευθυντή της Β’ Νευρολογικής Κλινικής στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ, ο οποίος είναι και πρόεδρος της Ελληνικής Νευρολογικής Εταιρείας και γραμματέας της Ελληνικής Ακαδημίας Νευροανοσολογίας (ΕΛΛΑΝΑ).
Η τοποθέτηση αυτή έγινε στο περιθώριο του 6ου Πανελλήνιου Συνεδρίου της ΕΛΛΑΝΑ, οι εργασίες του οποίου πραγματοποιήθηκαν στη Θεσσαλονίκη. Όπως επισήμανε ο κ. Γρηγοριάδης, «η ολιστική προσέγγιση είναι απολύτως απαραίτητη και μπορεί να επιτευχθεί σε οργανωμένα Κέντρα τα οποία διαθέτουν τους αντίστοιχους επαγγελματίες υγείας». Παράλληλα, ανέφερε ότι στη Β’ Νευρολογική Κλινικήτου ΑΠΘ υπάρχει ένα Κέντρο Πολλαπλής Σκλήρυνσης, το οποίο έχει τέτοια δομή και οργάνωση.
Ο καθηγητής σημείωσε ότι, η ΕΛΛΑΝΑ, σε συνεργασία με το European Charcot Foundation, έχει ξεκινήσει πανευρωπαϊκή εκστρατεία για τον προσδιορισμό των χαρακτηριστικών που πρέπει να έχει ένα Κέντρο Πολλαπλής Σκλήρυνσης.
Αναφερόμενος στην παθογένεια της ΣΚΠ ο κ. Γρηγοριάδης, υπογράμμισε ότι πλέον έχει αναγνωριστεί η προοδευτικότητα της νόσου, η οποία όταν διαγιγνώσκεται έχει ήδη συντελεστεί κάποιου βαθμού αναπηρία που, όμως, είτε δεν είναι εμφανής, ή δεν υπάρχουν εργαλεία για να διαπιστωθεί.
«Μπορεί να υποτροπιάσει και στη συνέχεια να περάσουν όλα τα συμπτώματα και ο ασθενής να νιώθει καλά. Ωστόσο, από την αρχή της νόσου συντελείται προοδευτικά η αναπηρία η οποία θα φανεί μετά από χρόνια. Επειδή δεν υπάρχει ίαση εκείνο που επιδιώκεται σήμερα είναι η έγκαιρη δράση με τα διαθέσιμα φάρμακα, ώστε να καθυστερήσει η εξέλιξη της νόσου. Στην πρωτοπαθώς προοδευτική μορφή της ΣΚΠ φαίνεται ότι έχει κυρίαρχο ρόλο η δραστηριότητα των Β λεμφοκυττάρων», εξήγησε ο καθηγητής.
Και συμπλήρωσε σχετικά: «Άρα, αντιμετωπίζοντας τα Β λεμφοκύτταρα, όσο νωρίτερα και όσο πιο αποτελεσματικά γίνεται, έχουμε σοβαρές πιθανότητες να επιβραδύνουμε και να επηρεάσουμε την εξέλιξη της προοδευτικότητας της νόσου. Έχουμε όμως και στοιχεία που λένε ότι αυτή η εξέλιξη είναι ανεξάρτητη ως ένα βαθμό από το στοιχείο της παθολογίας που αντιμετωπίζουμε σήμερα με όλα τα φάρμακα που έχουμε».
Όσον αφορά τη θεραπεία της σκλήρυνσης κατά πλάκας επισήμανε ότι υπάρχουν μηχανισμοί οι οποίοι θα πρέπει να διερευνηθούν διότι όποιο φάρμακο και αν χρησιμοποιηθεί κανένα δεν αντιμετωπίζει τη νόσο στο 100%. «Δεν γνωρίζουμε το αίτιο της ΣΚΠ. Φαίνεται ότι είναι ένα σύνδρομο το οποίο έχει πάρα πολλές παραμέτρους και είναι ερώτημα αν με ένα φάρμακο μπορούμε να επηρεάσουμε όλες αυτές τις παραμέτρους. Είναι όμως σημαντικό με ένα φάρμακο να μπορούμε να επηρεάσουμε τις παραμέτρους που είναι σημαντικές και καθοριστικές για την τελική εξέλιξη της νόσου», τόνισε.
«Από τα καινούργια φάρμακα για τις αντι- Β θεραπείες υπάρχει ένα καινούργιο μονοκλωνικό αντίσωμα, η οκρελιζουμάμπη, για το οποίο οι κλινικές μελέτες έδειξαν ότι είναι το πρώτο που έχει δράση στην πρωτοπαθώς προοδευτική μορφή της νόσου. Το φάρμακο αυτό χορηγείται ενδοφλεβίως ανά εξάμηνο και καταστρέφει τα Β-λεμφοκύτταρα, αλλά, παράλληλα, σέβεται τα πρώιμα λεμφοκύτταρα που αποτελούν τη “μαγιά” για να δημιουργηθούν καινούργια Βλεμφοκύτταρα», επισήμανε ο Νικόλαος Γρηγοριάδης.
Και καταληκτικά τόνισε: «Επίσης, σέβεται και τα πλασμοκύτταρα που είναι οι πολύ τελικές μορφές διαφοροποίησης των Β-κυττάρων τα οποία παράγουν αντισώματα που χρειαζόμαστε για την προστασία από τις λοιμώξεις. Το φάρμακο αυτό έχει πάρει έγκριση και κυκλοφορεί στην Αμερική και την Ευρώπη, ενώ στην Ελλάδα παρά το γεγονός ότι έχει εγκριθεί δεν έχει κυκλοφορήσει ακόμη διότι η τιμή του βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση. Ωστόσο, στη χώρα μας χορηγήθηκε δωρεάν σε περιορισμένο αριθμό ασθενών, μέσω προγράμματος έγκαιρης πρόσβασης στο φάρμακο».