Δίοδος Εκπομπής Φωτός, (LED-Light Emitting Diode), αποκαλείται ένας ημιαγωγός ο οποίος εκπέμπει φως στενού φάσματος όταν του παρέχεται μία ηλεκτρική τάση κατά τη φορά ορθής πόλωσης (forward-biased).
Το χρώμα του φωτός που εκπέμπεται εξαρτάται απο τη χημική σύσταση του ημιαγώγιμου υλικού που χρησιμοποιείται, και μπορεί να είναι υπεριώδες, ορατό ή υπέρυθρο.
Το μήκος κύματος του φωτός που εκπέμπεται, και εν συνεπεία το χρώμα του, εξαρτάται από το χάσμα ενέργειας των υλικών τα οποία χρησιμοποιούνται για την δημιουργία του περάσματος p-n.
Οι λάμπες LED χρησιμοποιούνται για φωτισμό χώρων αλλά και για σήμανση σε ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές.
Αυτή τη στιγμή, οι λάμπες LED έχουν ένα μικρό «περιβαλλοντικό προβάδισμα» έναντι των συμπαγών λαμπτήρων φθορισμού (CFL) το οποίο αναμένεται να διευρυνθεί την προσεχή πενταετία σύμφωνα με έκθεση εργαστηρίου του υπουργείου Ενέργειας των ΗΠΑ (Pacific Northwest National Laboratory-PNNL) και μίας βρετανικής εταιρείας συμβούλων επί θεμάτων φωτισμού.
«Οι λάμπες LED είναι μια ταχέως αναπτυσσόμενη τεχνολογία η οποία θα γίνει ακόμα αποδοτικότερη τα επόμενη χρόνια επιτρέποντας στους χρήστες των συγκεκριμένων λαμπτήτων να μειώσουν ακόμα περισσότερο το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα» λέει ο επικεφαλής του εργαστηρίου PNNL, Μαρκ Λεντμπέτερ.
Η έκθεση εξετάζει τον συνολικό περιβαλλοντικό αντίκτυπο των λαμπτήρων, συμπεριλαμβανομένων των ενεργειακών και φυσικών πόρων που απαιτούνται για την κατασκευή τους, τη μεταφορά, τη λειτουργία και την απόρριψή τους.
Το περιβαλλοντικό αποτύπωμα υπολογίστηκε κατόπιν αξιολόγησης της συμβολής των λαμπτήρων στην υπερθέρμανση του πλανήτη, των χρήσεων γης στην οποία ενδημούσε άγρια ζωή, των απορριμάτων και της ρύπανσης των υδάτων, του αέρα και του εδάφους.
Η έκθεση μελετά τον συνολικό κύκλο ζωής λαμπτήρων τριών ειδών: LED, φθορισμού (CFL) και συμβατικών λαμπτήρων πυρακτώσεως και είναι η πρώτη που εξετάζει εις βάθος τον περιβαλλοντικό αντίκτυπο της διαδικασίας κατασκευής των λαμπτήρων εξοικονόμησης ενέργειας.
LED και CFL αποδείχτηκε ότι είναι πολύ φιλικότερες προς το περιβάλλον από τις λάμπες πυρακτώσεως οι οποίες καταναλώνουν περισσότερη ενέργεια.
Για παράδειγμα, μια λάμπα πυρακτώσεως καταναλώνει 60 Βατ, ενώ η αντίστοιχη LED 12,5 Βατ και οι φθορισμού 15 Βατ.
«Κατανάλωση περισσότερης ενέργειας σημαίνει μεγαλύτερη χρήση φυσικών πόρων για την παραγωγή της ενέργειας αυτής» σημειώνει ο Λεντμπέτερ και προσθέτει πως «η χρήση λαμπτήρων εξοικονόμησης ενέργειας μπορεί να μειώσει τον περιβαλλοντικό αντίκτυπο του φωτισμού κατά τρεις έως δέκα φορές».
Οι λάμπες LED είναι συνολικά πιο «οικολογικές» από τις CFL με την εξαίρεση ότι η απόρριψή τους συνδυάζεται με την απελευθέρωση μιας ουσίας που λειτουργεί ως απαγωγός θερμότητας, δηλαδή προστατεύει τον λαμπτήρα από την υπερθέρμανση.
Πρόκειται για ένα υλικό από αλουμίνιο το οποίο είναι ενεργοβόρο ως προς την εξόρυξη, καθαρισμό και επεξεργασία.
Στόχος είναι η μείωση της χρήσης του υλικού ώστε οι λάμπες LED να γίνουν ακόμα αποδοτικότερες και περιβαλλοντικά φιλικότερες.
Η ερευνητές αισιοδοξούν ότι σε πέντε χρόνια οι λάμπες LED θα έχουν 50% μικρότερο περιβαλλοντικό αντίκτυπο και 70% μικρότερο από τις σημερινές λάμπες φθορισμού.
Πηγή: econews.gr