«Το έργο -για το οποίο η Βρυώνη σχεδίασε τις αφίσες, τα προγράμματα και τα εισιτήρια, έφτιαξε το πωλητήριο με το παραβάν και φοδράρισε το κουτί του ταμείου με κόκκινο κρεπ χαρτί- το είχε γράψει η ήδια σε ένα θυελλώδες διήμερο δημιουργικής σύνθεσης, που την έκανε να χάσει ένα πρωινό και ένα γεύμα. Όταν ολοκληρώθηκαν οι προετοιμασίες, δεν της έμενε παρά να συλλογίζεται το τελειωμένο χειρόγραφο και να περιμένει πότε θα φτάσουν τα ξαδέλφια της από τον μακρινό Βρρά. Έμενε μόνο μια μέρα για πρόβες ως την άφιξη του αδελφού της. Το μήνυμά της όπως αποκάλυπτε ο έμμετρος πρόλογος, ήταν πως η αγάπη είναι καταδικασμένη όταν δεν στηρίζεται στη σωφροσύνη. Το απερίσκεπτο πάθος της ηρωίδας, της Αραμπέλας, για έναν διεστραμμένο ξένο κόμη τιμωρείται με κακοτυχία, καθώς μολύνεται από χολέρα κατά τη διάρκεια μιας επιπόλαιης επίσκεψης σε κάποια παραθαλάσσια πόλη με τον αγαπημένο της[…]» Στην επαρχία της Αγγλίας, λίγα χρόνια πριν από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μια ηλιόλουστη ημέρα, μια εύπορη οικογένεια προετοιμάζεται για την επιστροφή του μεγάλου γιου έπειτα από αρκετό καιρό. Η μικρότερη κόρη, η Βρυώνη, έχει ετοιμάσει ένα θεατρικό έργο ως δώρο στον αδελφό της. Καθώς συλλογίζεται τους ήρωες και την πλοκή της ιστορίας της που μιλά για ένα απαγορευμένο και συνάμα καταδικασμένο πάθος, βλέπει από το παράθυρό της τη μεγαλύτερη αδελφή της να γδύνεται μπροστά στα μάτια του γιου της υπηρέτριάς τους. Το θέαμα την αφήνει εμβρόντητη, όχι τόσο λόγω της ξεγυμνώματος της αδελφής της, όσο λόγω των συναισθημάτων που τρέφει για τον πολύ μεγαλύτερο Ρόμπι. Ύστερα από αρκετή ώρα κι ενώ το θεατρικό έχει αποτύχει πλήρως ήδη από τις πρόβες, η μικρή Βρυώνη περπατά στο δάσος, βυθισμένη στις σκέψεις της. Εκεί θα συναντήσει τον Ρόμπι, ο οποίος κατευθύνεται προς τη βίλα για να παρευρεθεί στο δείπνο προς τιμήν του μεγαλύτερου γιου. Βλέποντας τη Βρυώνη, της δίνει ένα ερωτικό γράμμα για την αδελφή της. Καθώς τρέχει η Βρυώνη προς το σπίτι, ανοίγει το γράμμα και διαβάζει τα πιο πρόστυχα λόγια που έχουν δει τα μάτια της ποτέ. Από εκείνη τη στιγμή, ο Ρόμπι γίνεται για τη μικρή ένας σεξομανής. Αργότερα, όταν πετυχαίνει την αδελφή της και τον Ρόμπι σε μια σκοτεινή γωνιά στη βιβλιοθήκη σε μια περίεργη στάση, η πεποίθησή της παγιώνεται. Λίγες ώρες αργότερα, τα δίδυμα ξαδέρφια της χάνονται και όλοι αρχίζουν την αναζήτηση μέσα στη νύχτα.Καθώς η Βρυώνη προχωρά στα μονοπάτια του δάσους, που γνωρίζει καλά, βλέπει έναν άντρα να ασελγεί στη κατά τι μεγαλύτερη ξαδέλφη της. Γυρνώντας σπίτι ισχυρίζεται ότι ήταν ο Ρόμπι. Από εκείνη τη στιγμή το ζευγάρι χωρίζεται και όταν πλέον ξεσπάει ο πόλεμος, οι προοπτικές επανασύνδεσής τους γίνονται εξαιρετικά απίθανες. Αν και αρχικά δίνει την αίσθηση πως πρόκειται για ένα απλώς χαριτωμένο βιβλίο, του οποίου το πνεύμα συμπυκνώνεται στον εικονικό κόσμο ενός 13χρονου κοριτσιού, στη συνέχεια ανακαλύπτει κανείς πως δεν πρόκειται ούτε για ένα συνηθισμένο παιδί πόσο μάλλον για ένα απλώς χαριτωμένο βιβλίο. Η Βρυώνη από πολύ μικρή έχει τη «στόφα» της συγγραφέως, έντονη ευαισθησία και μεγάλη παρατηρητικότητα. Το συμβάν που προετοιμάζεται ήδη από τις πρώτες σελίδες ου βιβλίου αναμένεται να αποδειχτεί καθοριστικό για την ωρίμανση του κοριτσιού αλλά και για την πορεία του βιβλίου στο σύνολό του. Η Β. είναι μοναδικός μάρτυρας του «βιασμού» μιας οικογενειακής φίλης από κάποιον, τον οποίο η ίδια ταύτισε με τον φίλο της αδελφής της. Η μαρτυρία της είναι αρκετή για ν’ απομακρύνει τον Ρ. Τέρνερ από την οικογένεια και την περιοχή, να φύγει μαζί και η αδελφή και ν’ ανατραπούν όλες οι ισορροπίες στην οικογένεια. Όταν η Βρυώνη μεγαλώνοντας συνειδητοποιεί πως όλα ήταν συνδυασμένα λάθος στην παιδική της φαντασία, και πως μια απλή υπόθεση δική της έγινε αιτία για να οδηγηθεί ένας αθώος στην καταδίκη, πυρήνας του βιβλίου γίνεται η ενοχή.«Ένιωσε πάλι το αόρατο χέρι να του σφίγγει τον λαιμό. Η πιθανότητα να περάσει χίλιες νύχτες εγκλεισμού, γυρνώντας άγρυπνος στο παρελθόν, περιμένοντας τη ζωή του να ξαναρχίσει, χωρίς να ξέρει καν αν και πότε θα ξαναρχίσει. […] Το μόνο που τους ένωνε ήταν μερικά λεπτά σε μια βιβλιοθήκη πριν από χρόνια. Μήπως παραήταν εύθραυστο […] Θα σε περιμένω. Γύρισε πίσω». Οι λέξεις δεν ήταν ανούσιες, κι όμως δεν τον άγγιζαν. Ήταν φανερό- κάποιος άνθρωπος που περιμένει κάποιον άλλον είναι κάτι σαν άθροισμα. Περιμένει. Δεν κάνει τίποτα, περνά ο χρόνος, και ο άλλος πλησιάζει». Μέχρι να έρθει η στιγμή, που η ενήλικη πια Βρυώνη θα προσπαθήσει να επανορθώσει συναντώντας την Σεσίλια και τον Ρόμπι. Η κατάσταση φυσικά έχει διαφοροποιηθεί, το ίδιο η σχετικότητα των αξιών η οποία παρουσιάζεται πλέον ανάγλυφα. Ο υπεύθυνος, το ακριβές περιστατικό και ο ένοχος συναντώνται πια αρκετά θολά στη χοάνη του χρόνου. Μέχρι που η συγγραφέας πια Βρυώνη θα ομολογήσει: Συλλογίστηκα το τελευταίο μου μυθιστόρημα, εκείνο που έπρεπε να είναι το πρώτο μου.Άλλωστε, όπως υπερτονίζεται στο τέλος , η σχετικότητα είναι η κυρίαρχη απόχρωση όλων των γεγονότων και τα πάντα μπορούν να ειδωθούν από τελείως διαφορετική σκοπιά, πλήρως αντεστραμμένα…. Ο Ίαν ΜακΓιούαν καταφέρνει να στήσει ένα μυθιστόρημα με εξαιρετική ατμόσφαιρα και ρεαλιστική αφήγηση, προσπαθώντας να αποτυπώσει τα πάθη των ηρώων του, αλλά και το κλίμα που κυριαρχεί πριν και κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η τριτοπρόσωπη αφήγηση και το ύφος του παντογνώστη αφηγητή αναδεικνύουν το ταλέντο και την ευστροφία του συγγραφέα, αφήνοντας μια αίσθηση ρεαλισμού να πλανάται κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης. Η «Εξιλέωση» αποτελεί το magnum opus του συγγραφέα και αποτυπώνει με μεγάλη μαεστρία τις ανάγκες, τις αδυναμίες και τις ελπίδες της ανθρώπινης ψυχής άκρως ρεαλιστικά και ανθρώπινα.O συγγραφέας, τον οποίο ο Τζον Λέοναρντ των New York Times είχε αποκαλέσει «ένας Μπέκετ με δομή γεννητικών οργάνων» γεννήθηκε το 1948, σπούδασε στα Πανεπιστήμια Sussex και East Anglia και δημοσίευσε την πρώτη του συλλογή διηγημάτων, με τίτλο Fist Love, Last Rites, το 1975, αποσπώντας μάλιστα το βραβείο Somerset Maughman, και τη δεύτερη με τίτλο Between the Sheets, το 1977. Το 1987 κέρδισε το Whitbread Award (και το Prix Femina Etranger, έξι χρόνια μετά), για το μυθιστόρημά του Child in Time. Έχει γράψει αρκετά μυθιστορήματα και σενάρια για τον κινηματογράφο. Τρία μυθιστορήματά του συμπεριλήφθηκαν στις τελικές υποψηφιότητες για το βραβείο Booker (Έμμονη αγάπη, Άμστερνταμ, Εξιλέωση). Η Εξιλέωση, επίσης, έχει τιμηθεί με τα εξής βραβεία: W.H. Smith Literary Award (2002), National Book Critics’ Circle Fiction Award (2003), Los Angeles Times Prize for Fiction (2003), και Santiago Prize for the European Novel (2004). Δείτε εδώ τα υπόλοιπα έργα του αφιερώματος με «Τα 100 βιβλία που πρέπει να έχεις διαβάσει πριν πεθάνεις»