Στα ιταλικά «brivido» σημαίνει συγκίνηση και δεν ξέρουμε τι είναι αυτό προκαλεί τη μεγαλύτερη: η νέα DB9 ή το γεγονός ότι η Bimota επιστρέφει από τη λήθη…

Η εταιρεία παρουσίασε πρώτα την DB10 Bimotard αφήνοντας ένα πρόσκαιρο κενό μέχρι να καλυφθεί το κενό στη σειρά με την DB9 Brivido. Μια γνήσια streetfighter με αιχμηρή όψη που περισσότερο βασίζεται στην χρήση παρά στην όψη – σε αντίθεση με τις περισσότερες Bimota μέχρι σήμερα.

Το «D» από το DB υποδηλώνει ότι χρησιμοποιεί κινητήρα της Ducati και γύρω του έχει χτιστεί η υπόλοιπη μοτοσυκλέτα. Φορά τον δικύλινδρο V κινητήρα του Diavel (μοντέλο της Ducati) με τα 1198cc που δεν είναι ο πιο σύγχρονος της κόκκινης εταιρείας.

Ωστόσο είναι ένας πανίσχυρος και κυρίως με πληθωρική ροπή κινητήρας superbike που έχει δεχτεί τις κατάλληλες επεμβάσεις για χρήση στο δρόμο. Κατεβαίνοντας στους 162 ίππους στις 9.500 σαλ ο testastretta των 11ο προβάλλει ως ισχυρό του στοιχείο την ροπή τεθωρακισμένου που για την DB 9 ανέρχεται στα 13,1 kgm στις 8.000 σαλ

Το κόστος των 24.000 ευρώ που απαιτούνται για να αποκτήσει κανείς την DB9 Brivido στην πλήρη έκδοση CS (Carbon Special) δικαιολογούνται από το πλήθος των στοιχείων από ανθρακόνημα (carbon) και τις επιλογές σε κορυφαία περιφερειακά. Το δισκόφρενο εμπρός της CS θυμίζει Buell με το δίσκο να είναι σταθερός περιμετρικά του τροχού και την δαγκάνα της Brembo να βγαίνει χαμηλά. Στην απλή έκδοση διαθέτει δύο συμβατικές δισκόπλακες 320 mm της Brembo.

Το γκάζι ενεργοποιείται συμβατικά με ντίζα καθώς δεν διαθέτει το κοινό πλέον σε πολλούς κατασκευαστές σύστημα ride-by-wire, ούτε έχει χάρτες που μεταβάλλουν την απόδοση του κινητήρα.

Αρνείται τη χρήση ηλεκτρονικών βοηθημάτων όπως το traction control και όλων των σχετικών ηλεκτρονικά ελεγχόμενων θεμάτων, προβάλλοντας έτσι την άποψη ότι αν η μοτοσυκλέτα είναι σωστά σχεδιασμένη δεν χρειάζεται βοηθήματα. Ενδιαφέρουσα άποψη είναι η αλήθεια, ειδικά από έναν κατασκευαστή που πάντα βασιζόταν στην τεχνολογία και τον φουτουριστικό σχεδιασμό.

Όπως σε κάθε Bimota το πλαίσιο αποτελεί σημείο αιχμής στο σχεδιασμό, κατασκευασμένο εξ ολοκλήρου in house. Υβριδικό, αποτελείται από χυτά τμήματα αλουμινίου που συνδέεται με χρωμιομολυβδαινιούχο ατσάλινο τμήμα για να ενωθεί με το λαιμό. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στο ψαλίδι ενώ το υποπλαίσιο είναι στο μεγαλύτερο τμήμα του από carbon.

Αριστουργηματικός, με υπογραφή Bimota, είναι ο τρόπος που ρυθμίζεται το ύψος του πίσω μέρους με την έκκεντρη έδραση του αμορτισέρ στο ψαλίδι (φωτό).

To πιρούνι είναι το 43mm της Marzocchi πολυρυθμιζόμενο φυσικά, όπως και το αμορτισέρ της Extreme Tech. Οι τροχοί είναι υπερελαφροί της OZ, τα φρένα της Brembo, ενώ η εξάτμιση και το τελικό τιτανίου προέρχονται από την Arrow.

Σύμφωνα με τη Bimota το βάρος του συνόλου είναι στα 177kg και μπορεί να μειωθεί ακόμη περισσότερο αν χρησιμοποιηθούν μερικά ακόμη πιο εξωτικά υλικά.

Η εταιρεία από το Rimini έχει γράψει μερικές χρυσές σελίδες στην τεχνολογική ιστορία της μοτοσυκλέτας, όπως η Tesi με το εναλλακτικό μπροστινό σύστημα. Αναπόφευκτα ως πρωτοπόρος δεν έχει αποφύγει και τις αστοχίες, κυρίως σε χρηστικά θέματα, με παράδειγμα και πάλι την Tesi που απλά ήταν σαν να οδηγούσες υποβρύχιο στο δρόμο…

Με την DB9 η Bimota επανέρχεται στο προσκήνιο και το γεγονός ότι πρόκειται για μια σε γενικές γραμμές συμβατική μοτοσυκλέτα δείχνει την πρόθεσή της να αφήσει προς το παρόν τις σχεδιαστικές ακροβασίες και να μπει στην αγορά με μια μοτοσυκλέτα που απλά φέρει τη βαριά υπογραφή της.

Να είναι εύκολη στην οδήγηση, ευχάριστη, μυώδης αλλά και ποιοτική. Γι’ αυτό η Bimota DB9 έρχεται για να δώσει στην εταιρία κάτι που χρειάζεται εναγωνίως: αποδοχή από το ευρύ κοινό και πωλήσεις…