Όλα ξεκίνησαν την Κυριακή 13 Μαΐου του 1984. Ανήμερα της γιορτής της μητέρας. Εκείνη την ημέρα, δυο αγόρια που έκαναν βόλτα μέσα σε ένα δάσος βρήκαν το πτώμα μιας νεαρής γυναίκας που τα χέρια της ήταν δεμένα πίσω από την πλάτη της και τα πόδια της ήταν αποκομμένα από το υπόλοιπο σώμα.

Δυο εβδομάδες αργότερα, ένα δεύτερο πτώμα βρίσκεται στην περιοχή. Και πάλι γυναίκα. Ο εφιάλτης είχε μόλις ξεκινήσει. Για το αμέσως επόμενο διάστημα και σχεδόν ανά δυο εβδομάδες οι Αρχές έβρισκαν πτώματα γυναικών. Όλες είχαν βιαστεί και βασανιστεί μέχρι θανάτου.

Παράλληλα, σαν μορφή χιονοστιβάδας η μια μετά την άλλη, καταγγελίες για βιασμούς έφταναν στα γραφεία των αστυνομικών από γυναίκες καταρρακωμένες. Διαλυμένες. Οι αστυνομικοί ήξεραν ότι έπρεπε να δράσουν άμεσα αν ήθελαν να σταματήσουν αυτό το ανθρωπόμορφο κτήνος. Δυστυχώς για τα θύματα αλλά και για εκείνους, ωστόσο, ο δράστης όλων αυτών των φρικτών εγκλημάτων, έδειχνε να είναι εξαιρετικά προσεκτικός.

Το μοναδικό στοιχείο που άφηνε πίσω του ο κατά συρροή δολοφόνος που είχε κατατρομοκρατήσει την πόλη Τάμπα της Φλόριντα ήταν κάποιες κόκκινες ίνες που βρέθηκαν σε κάποια από τα θύματα και υπέθεταν πως είναι από κάποια κουβέρτα ή κάποιο χαλί. Πέρα από αυτά, ωστόσο, τίποτα…

Στην αρχή οι αστυνομικοί πίστευαν ότι ο κατά συρροή δολοφόνος ακολουθεί τα χνάρια του Τζακ του Αντεροβγάλτη. Τα θύματα ήταν είτε πόρνες, είτε στριπτιζέζ, είτε τοξικομανείς. Η άγρια δολοφονία μιας μικρής κοπέλας που απλά είχε βγει για μια σύντομη βόλτα, έδειξε στους πάντες πως καμία γυναίκα δεν θα πρέπει να νιώθει ασφαλής.

Η εμπλοκή του FBI και μια περίεργη υπόθεση απαγωγής

Όλα αυτά τα φρικτά εγκλήματα έχουν συγκλονίσει όχι μόνο τη Φλόριντα αλλά κάθε γωνιά των ΗΠΑ. Το FBI εκτιμά πως η κατάσταση έχει ξεφύγει πλέον από τον έλεγχο της τοπικής αστυνομίας και αναλαμβάνει δράση.

Στέλνει ειδικούς πράκτορες που ήταν εξειδικευμένοι στην ανάλυση και σκιαγράφηση κατά συρροή δολοφόνων. Καταφέρνουν να φτιάξουν το προφίλ του δράστη και βρίσκουν κάποια επιπλέον στοιχεία (όπως για παράδειγμα ότι το αυτοκίνητο που οδηγεί έχει τρεις ίδιες ρόδες και μια διαφορετική από τις υπόλοιπες). Αλλά μέχρι εκεί. Οι έρευνες δείχνουν να έχουν βαλτώσει.

Και εκεί έρχεται ένα ακόμα διπλό ισχυρό σοκ για τις διωκτικές Αρχές. Στις 7 Οκτωβρίου 1984 κοντά σε ένα αγρόκτημα βρίσκεται ένα ακόμα πτώμα. Πρόκειται για μια 18χρονη κοπέλα η οποία είχε βιασθεί, έχει στραγγαλιστεί και ο δράστης πριν την εγκαταλείψει νεκρή την πυροβόλησε και μια φορά στο κεφάλι!  Μια εβδομάδα αργότερα ένα ακόμα πτώμα, το πέμπτο μέχρι εκείνη τη στιγμή, βρέθηκε στις 14 Οκτωβρίου. Αυτή τη φορά θύμα ήταν μια 28χρονη πόρνη που είχε βιαστεί, είχε ξυλοκοπηθεί δίχως κανένα έλεος και στο τέλος ο δράστης την είχε στραγγαλίσει.

Στις 3 Νοεμβρίου 1984, η 17χρονη Λίσα Μακβέι καθώς επέστρεφε στο σπίτι της από τη δουλειά, πέφτει θύμα απαγωγής. Ο δράστης ήταν κρυμμένος σε κάτι θάμνους, πετάχτηκε ξαφνικά μπροστά της, την έριξε κάτω και την έβαλε με τι βία στο αυτοκίνητο του. Εκεί με την απειλή όπλου την ανάγκασε να του κάνει στοματικό σεξ και της είπε πως μετά θα την αφήσει να φύγει. Η νεαρή κοπέλα αναγκάστηκε να το κάνει. Ο δράστης, ωστόσο, δεν την άφησε να φύγει. Την οδήγησε στο διαμέρισμά του, όπου την κράτησε όμηρο για 26 ώρες. Την βίαζε ξανά και ξανά. Η Λίσα ήταν σίγουρη ότι στο τέλος θα την σκότωνε αλλά ήθελε αυτός ο άνθρωπος να συλληφθεί. Έτσι άρχισε να αφήνει πίσω της στοιχεία που θα μπορούσαν να οδηγήσουν τις αρχές στον δράστη. 

Άφησε τα δαχτυλικά της αποτυπώματα στο μπάνιο του. Έριξε ένα κοκαλάκι μαλλιών, μαζί με κάποιες τρίχες της κάτω από το κρεβάτι, αν και με δεμένα μάτια υπολόγισε ποια είναι η περιοχή που βρισκόταν το σπίτι του, μέτρησε τα σκαλιά που ανέβηκαν για να φτάσουν στο διαμέρισμά του, αναγνώρισε τη μάρκα του αυτοκινήτου στο ταμπλό μπροστά από τη θέση του συνοδηγού, δάγκωσε το ένα της δάχτυλο και άφησε στο κάθισμα του συνοδηγού μια κηλίδα αίματος.

Όταν μετά από 26 ώρες πραγματικής κόλασης που έμεινε με τον βιαστή της η 17χρονη Λίσα αναγκάστηκε και πάλι να μπει στο αυτοκίνητό του, ήξερε πως είχε αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για εκείνη. Ήταν σίγουρη πως ο δράστης την πήγαινε σε κάποια απομονωμένη τοποθεσία για να την εκτελέσει. Ανέλπιστα, ωστόσο, εκείνος ξαφνικά άνοιξε την πόρτα του συνοδηγού και την πέταξε έξω από το αυτοκίνητο. Στη συνέχεια εξαφανίστηκε…

«Με βίαζε ξανά και ξανά και ξανά, έχασα το μέτρημα»

Όταν η Λίσα συνήλθε από το σοκ και κατάλαβε ότι είχε γλιτώσει πήγε στο σπίτι που έμενε με τη γιαγιά της και τον σύντροφό της. Κανείς από τους δυο δεν την πίστεψε! Δεν την πίστεψαν ούτε οι αστυνομικοί στους οποίους πήγε να δώσει κατάθεση για τα όσα έζησε. Κανείς δεν την πίστευε μέχρι που ανέλαβε την υπόθεσή της ένας έμπειρος αστυνομικός του τοπικού αστυνομικού τμήματος.

Ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανε ήταν να στείλει τα ρούχα της για ανάλυση στα εργαστήρια του FBI. Στη συνέχεια ζήτησε από τη 17χρονη να του περιγράψει κάθε λεπτομέρεια. Άκουσε σοκαρισμένος όσα του έλεγε και κυρίως ότι είχε αφήσει πίσω της όλα αυτά τα ενοχοποιητικά για τον δράστη στοιχεία.

Όπως του εξήγησε η Λίσα από μικρή είχε πέσει πολλές φορές θύμα σεξουαλικής κακοποίησης από συγγενείς της και ήξερε πλέον πώς να «κουμαντάρει» τέτοιου είδους άνδρες. Προσπαθούσε να τον ηρεμεί κάθε φορά που εκείνος την απειλούσε και την έβριζε. Υποδύθηκε πως της άρεσε η συνεύρεση μαζί του, του μιλούσε γλυκά και του έλεγε πως οι δυο τους θα μπορούσαν να είναι ζευγάρι. Αποτέλεσμα; Εκείνος προς το τέλος, πλέον, της ομηρίας την αποκαλούσε μωρό του και έδειχνε μια εντελώς διαφορετική συμπεριφορά με κάποια μόνο μικρά βίαια ξεσπάσματα. 

Με την ολοκλήρωση της κατάθεσης ήρθαν και τα αποτελέσματα από τα εργαστήρια του FBI. Στα ρούχα της νεαρής κοπέλας είχαν βρεθεί ίνες από κόκκινο χαλί. Οι ίνες αυτές ταυτοποιήθηκαν με εκείνες που είχαν βρεθεί στα περισσότερα θύματα του κατά συρροή δολοφόνου.

Πλέον η αστυνομία ήξερε σχεδόν τα πάντα για εκείνον. Το αυτοκίνητο που έχει, σε ποια περιοχή μένει, πως περίπου μοιάζει. Το μόνο που μένει είναι να αποκαλυφθεί το όνομα του. Αυτό θα γίνει στις 17 Νοεμβρίου όταν δύο αστυνομικοί που περιπολούσαν εντόπισαν το κόκκινο αμάξι μάρκας Dodge Magnum κι έλεγξαν τα στοιχεία του οδηγού. Λεγόταν Ρόμπερτ Τζο Λονγκ και η διεύθυνσή του ήταν στην περιοχή όπου έψαχνε η αστυνομία το διαμέρισμα του δολοφόνου.

Του είπαν ότι έψαχναν έναν ύποπτο ληστείας και έτσι συνεργάστηκε μαζί τους. Τους άφησε, μάλιστα, να τον φωτογραφίσουν όταν του ζήτησαν μια φωτογραφία του δήθεν για να τον αποκλείσουν από τη λίστα των υπόπτων. Η σύλληψή του, πλέον, ήταν ζήτημα ημερών.

Όταν συνελήφθη και οδηγήθηκε στην ανάκριση μπροστά σε όλα τα συντριπτικά στοιχεία που είχαν οι αστυνομικοί στη διάθεσή τους, τα οποία τους τα είχε «προσφέρει» απλόχερα η  17χρονη Λίσα, ο Λονγκ ομολόγησε πως ήθελε να εκδικηθεί όλες τις γυναίκες εξαιτίας του διαζυγίου του. Μέσα στις 45 σελίδες της ομολογίας του αναφέρει με κάθε λεπτομέρεια πως μέσα σε οκτώ μήνες δολοφόνησε άγρια δέκα γυναίκες και αποκαλύπτει επίσης πως πριν από αυτό είχε βιάσει περίπου 50!

Ο Λονγκ  καταδικάστηκε σε 99 έτη φυλάκισης και σε δύο θανατικές ποινές. Εκτελέστηκε στις 23 Μαΐου 2019 με θανατηφόρα ένεση σε μια διαδικασία που κράτησε 12 λεπτά. Δίπλα στον θάλαμο εκτελέσεων  βρισκόταν και η Λίσα.

Σήμερα η Λίσα είναι 55 ετών και έχει γίνει αστυνομικός, υπηρετεί στην αστυνομία της Φλόριντα, στο ίδιο αστυνομικό Τμήμα που συνέλαβε τον απαγωγέα και βιαστή της. «Είμαι ζωντανή και μαχήτρια. Δεν είμαι θύμα» λέει χαρακτηριστικά.