Η Alicia Kozakiewicz στέκεται μπροστά στις φωτογραφίες παιδιών που αγνοούνται. Τα καρφωμένα μάτια τους είναι λες και κάνουν μία σιωπηρή έκκληση για βοήθεια. Μία τέτοια έκκληση έκανε κι εκείνη πριν 14 χρόνια. Η Alicia ήταν 13 ετών όταν έφυγε από το σπίτι της, στο Pittsburgh της Πενσυλβάνια, για να συναντήσει τον ιντερνετικό της φίλο. Τίποτε δεν μπορούσε να την προειδοποιήσει για τον εφιάλτη που θα ακολουθούσε. Ο άγνωστος άντρας την απήγαγε, την κλείδωσε σε ένα δωμάτιο, την έδεσε με αλυσίδες δίπλα στο κρεβάτι του και την βίαζε ασταμάτητα για τέσσερις ημέρες. Σήμερα, στα 27 της χρόνια, η Alicia έχει αφήσει για πάντα τον εφιάλτη πίσω της, χαμογελάει ξανά και είναι έτοιμη να μοιραστεί τη ζωή της με έναν άνθρωπο που την αγαπάει. Στόχος ζωής της είναι να μην ζήσει κανένα άλλο παιδί κάτι ανάλογο με την ίδια. Η ίδια διηγήθηκε την συγκλονιστική ιστορία της στο BBC. Όλα ξεκίνησαν τα Χριστούγεννα του 2001. Η 13χρονη Alicia καθόταν με την οικογένειά της στο στολισμένο και γεμάτο πλούσια εδέσματα τραπέζι. Ήταν πραγματικά ευτυχισμένη. Εκείνη τη μέρα όμως έμελλε να χάσει για πάντα την παιδικότητά της.
Το αθώο ψέμα που θα το πλήρωνε ακριβά
Η Alicia προφασίστηκε πόνο στο στομάχι και ζήτησε από τη μητέρα της να πάει να ξαπλώσει. Έτσι κατάφερε να φύγει από το σπίτι για να πάει να συναντήσει από κοντά τον μυστηριώδη “νεαρό”, έτσι νόμιζε τουλάχιστον, με τον οποίο μιλούσε για περίπου 8 μήνες στο διαδίκτυο. Κάπου όμως εκεί στη διαδρομή φοβήθηκε, το ξανασκέφτηκε και πήρε την απόφαση να γυρίσει πίσω. Τότε ήταν που άκουσε μία φωνή να φωνάζει το όνομά της και είδε έναν άντρα μέσα σε ένα αυτοκίνητο. Ήταν πια αργά…
Η online γνωριμία και η απαγωγή
Η Alicia στη συνέχεια της συγκλονιστικής της εξομολόγησης μιλάει για το πώς μπήκε στο μαγικό κόσμο του διαδικτύου. Όπως εξηγεί η ίδια ο μεγαλύτερος αδερφός της έπαιζε online παιχνίδια κάτι που κέντρισε το ενδιαφέρον και της ίδιας. Έτσι ξεκίνησε να παίζει και να μιλάει online με φίλους της. Οι γονείς της, όπως λέει η ίδια, της είχαν μιλήσει για τους κινδύνους του διαδικτύου και τους επικίνδυνους αγνώστους.
Πώς γλίτωσε από τον εφιάλτη
Όταν η Alice είχε αρχίσει πια να αποδέχεται τον θάνατό της, η τύχη ξαφνικά της χαμογέλασε. Λίγο πριν πέσει σε λήθαργο, άκουσε θυμωμένους άντρες να χτυπούν την πόρτα. Από το φόβο της κρύφτηκε κάτω από το κρεβάτι. Ένας άντρας την ανακάλυψε και της ζήτησε να βγει από το κρεβάτι με τα χέρια ψηλά. Ήταν τότε που η μικρή Alicia συνειδητοποίησε ότι ήταν αστυνομικοί του FBI. «Θυμάμαι να σέρνω την κρύα, βαριά αλυσίδα και να προσπαθώ να σηκώσω τα χέρια μου, αλλά ταυτόχρονα να προσπαθώ να καλυφθώ. Δεν φορούσα ρούχα. Έκοψαν την αλυσίδα από τον λαιμό μου και με βοήθησαν να σηκωθώ. Με απελευθέρωσαν».
Πώς το FBI έφτασε στο υπόγειο – κόλαση
Όσο η Alicia ήταν αιχμάλωτη, ο απαγωγέας της δημοσίευσε online την κακοποίησή της. Ένας από εκείνους που είδαν το υλικό αναγνώρισε την μικρή Alicia από μία αφίσα με αγνοούμενα παιδιά. Αποφάσισε να πάει σε έναν τηλεφωνικό θάλαμο, κάλεσε το FBI και τους έδωσε το όνομα που χρησιμοποιούσε στο διαδίκτυο ο απαγωγέας. Το FBI εντόπισε την IP διεύθυνση του απαγωγέα και έτσι έφτασε σε εκείνη.
Η επόμενη μέρα και νέα ζωή της Alicia
Από εκείνη τη μέρα η Alicia αποφάσισε να βοηθήσει να σωθούν κι άλλα παιδιά και καμία οικογένεια να μην ζήσει ποτέ κάτι ανάλογο. Όταν κατάφερε να ξεπεράσει κατά κάποιο τρόπο τον εφιάλτη της, ένα χρόνο αργότερα, άρχισε να πηγαίνει ξανά σχολείο, να κάνει παρουσιάσεις και να μιλάει ανοιχτά για την ιστορία της. Σήμερα 14 χρόνια μετά, στα 27 της χρόνια εξακολουθεί να κάνει ακριβώς το ίδιο πράγμα. Συμβουλεύει γονείς και παιδιά για την ασφάλεια στο διαδίκτυο. Παράλληλα κάνει το μεταπτυχιακό στην ιατροδικαστική ψυχολογία και σε λίγους μήνες θα αποφοιτήσει. Σκοπεύει να δουλέψει με οικογένειες και παιδιά που έχουν πέσει θύματα απαγωγής ή επιτήδειοι τα έχουν εκμεταλλευτεί σεξουαλικά.