Αυστηρή προειδοποίηση πως «όταν χώρες όπως η Ελλάδα και η Ισπανία αισθάνονται πως η τρόικα τούς υπαγορεύει συνεχώς μέτρα, τα οποία χειροτερεύουν το επίπεδο διαβίωσης, τότε ξεσπά κάποια στιγμή μίσος και οργή ενάντια στην Ευρώπη» έκανε η αντιπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κόμματος «Η Αριστερά» στη γερμανική ομοσπονδιακή Βουλή, Σάρα Βάγκενκνεχτ, σε σημερινή μακρά συνέντευξή της στην αυστριακή εφημερίδα «Ντερ Στάνταρντ».

Κατά την άποψή της, η κρίση του ευρώ ποτέ δεν ξεπεράστηκε, αλλά μόνον καλύφθηκε, η ανεργία, προπάντων των νέων, εξακολουθεί να είναι στην Ελλάδα και στην Ισπανία δραματική και, σε ό, τι αφορά την οικονομική ανάπτυξη, μπορεί, στην καλύτερη περίπτωση, να γίνεται λόγος για στασιμότητα.

Όπως επισημαίνει η κ. Βάγκενκνεχτ, οι πολλές υπαγορεύσεις περικοπών έχουν εντείνει την κρίση, ενώ δεν έχουν υπάρξει έως τώρα πραγματικά προγράμματα για να τονώσουν πάλι την ανάπτυξη και ελοχεύει ο κίνδυνος επιστροφής της κρίσης και στις χρηματαγορές. Προσθέτει δε πως δεν είναι το ευρώ που ευθύνεται για την υποδαύλιση μίσους ανάμεσα στους λαούς, αλλά η επίκαιρη ευρωπαϊκή πολιτική και πως παλαιότερα οι χώρες μπορούσαν με υποτιμήσεις να ισοσκελίσουν τις διαφορετικές εξελίξεις στους μισθούς.

Στη συνέντευξή της στην αυστριακή εφημερίδα, η Γερμανίδα πολιτικός καταγγέλει πως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δίνει εδώ και χρόνια χρήματα στις τράπεζες, τα οποία δεν φτάνουν ποτέ στην πραγματική οικονομία, ενώ εάν έδινε χρήματα απευθείας στα κράτη – κάτι που, όμως, όπως λέει, δεν συμβαίνει – θα υπήρχε ένα σοβαρό πρόγραμμα ανάκαμψης.

Ως εκ τούτου, η ίδια προτείνει την απευθείας παροχή δανείων από την ΕΚΤ με επιτόκιο 0,05 ο/ο, με τον όρο ότι θα χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση επενδύσεων στις χώρες που αντιμετωπίζουν κρίση.

Κριτική ασκεί η κα Βάγκενκνεχτ στο γεγονός, όπως σημειώνει, ότι, ενώ είναι γνωστό πως οι ευρωπαϊκές τράπεζες κατέχουν ακόμη τοξικά χρεόγραφα ύψους σχεδόν ενός τρισεκατομμυρίου ευρώ, από την πλευρά της ΕΚΤ διαπιστώνονται μόνον μικρές κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών, κάτι που είναι ασύνηθες και προξενεί ερωτηματικά για το πώς ερμηνεύονται τα σενάρια των «τεστ αντοχής».

Η ίδια θεωρεί ως «πολύ περίεργο» κατασκεύασμα το ό, τι η ΕΚΤ συγχρόνως ασκεί νομισματική πολιτική, εποπτεύει τις τράπεζες και την ίδια στιγμή αγοράζει προβληματικά χρεόγραφα.

Σύμφωνα με τη Σάρα Βάγκενκνεχτ, η ΕΚΤ ως πιστωτής των τραπεζών, όταν διαπιστώνει πως μια τράπεζα έχει χρεοκοπήσει και πρέπει να εκκαθαριστεί, θα χάνει κι η ίδια χρήματα, κάτι που συνιστά σύγκρουση συμφερόντων και ακριβώς αυτή η εποπτεία των τραπεζών είναι άχρηστη εάν κανείς επιδιώκει μια σοβαρή ρύθμιση των χρηματαγορών.