Η ελληνική τηλεκάρτα μετράει ήδη 22 χρόνια ζωής. Η πρώτη που κυκλοφόρησε από τον ΟΤΕ το 1992 με τον ήλιο της Βεργίνας, εκτιμάται ότι τυπώθηκε σε 30.000 αντίτυπα, αριθμός ο οποίος όμως δεν επιβεβαιώνεται, καθώς οι συλλέκτες εκτιμούν ότι το τιράζ της ήταν αρκετά μικρότερο.

Ρεπορτάζ: Γιώργος Λαμπίρης , Φωτογραφίες: Γιάννης Κέμμος

Μερικές από αυτές που ανήκουν στη λεγόμενη… σειρά μπορεί να τις βρει κανείς ακόμα και με λίγα λεπτά του ευρώ ή να τις μαζέψει από έναν τηλεφωνικό θάλαμο, όπου κάποιος βιαστικός ή αδιάφορος ομιλητής την παράτησε λίγα λεπτά νωρίτερα.

Οι πιο δύσκολες και σπάνιες όμως βρίσκονται στα χέρια συλλεκτών, οι οποίοι ως συνδρομητές έχουν το δικαίωμα να αποκτήσουν εκείνες που δεν θα συναντήσει κανείς στο περίπτερο της γειτονιάς του ή σε κάποιο υποκατάστημα του ΟΤΕ.

Στο ερώτημα αν κάποιοι διαθέτουμε έναν… κρυφό θησαυρό σε κάποια ντουλάπα του σπιτιού μας ή στη βιβλιοθήκη μας κρυμμένο σε κάποιο άλμπουμ, ο Παναγιώτης Νιράκης, ιδιοκτήτης της Συλλεκτικής Αθηνών, ο οποίος εμπορεύεται συλλεκτικά προϊόντα, απαντάει πως είναι αρκετά δύσκολο, όχι όμως και απίθανο. Αν σκεφτεί λοιπόν κανείς ότι μία «ακριβοθώρητη» τηλεκάρτα μπορεί να κοστίζει ακόμα και 700 ευρώ, ίσως είναι καιρός κάποιοι να αλλάξουν άποψη γι’ αυτή τη μικροσκοπική πλαστική επιφάνεια, εκείνοι που μέχρι σήμερα την εγκατέλειπαν με κάποια δόση περιφρόνησης στον τηλεφωνικό θάλαμο της γειτονιάς τους.

Η συνέντευξη του Παναγιώτη Νιράκη στο newsbeast.gr:

– Κύριε Νιράκη, πόσα χρόνια ζωής μετράει αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα η τηλεκάρτα;
Από το 1992. Τότε ξεκίνησαν οι πρώτες δοκιμαστικές τηλεκάρτες. Υπάρχουν δοκιμαστικές, απλές, συνδρομητικές, σύνθετες, σπάνιες και… εύκολες. Μία συλλογή τεράστια, με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον.

– Η πρώτη τηλεκάρτα που κυκλοφόρησε είναι αν δεν κάνω λάθος αυτή με τη Βεργίνα…
Ναι. Είναι ο πόθος πολλών συλλεκτών. Δεν είναι τόσο ακριβή πια, αλλά είναι πολύ δύσκολο να τη βρει κανείς. Η τιμή διαμορφώνεται ανάλογα με την ποιότητά της. Εξαρτάται δηλαδή από το αν θα είναι κλειστή και αμεταχείριστη ή ανοιχτή. Συνήθως βρίσκουμε ανοιχτές τηλεκάρτες με τη Βεργίνα, των οποίων η τιμή κυμαίνεται γύρω στα 100 με 150 ευρώ.



– Πόσες τηλεκάρτες με τη Βεργίνα είχαν τυπωθεί τότε;

Δεν είναι πολλές και γι’ αυτό είναι και σπάνιες. Ο ακριβής αριθμός του τιράζ όμως δεν είναι γνωστός. Σίγουρα είναι πολύ μικρότερος ο αριθμός που τυπώθηκε, από αυτόν που φημολογείται στην αγορά.

– Είναι η μόνη που δεν αναγράφει το τιράζ πάνω;
Όχι. Είναι κι άλλες. Κάποιες δοκιμαστικές ή κάποιες μαγνητικές δεν αναγράφουν το τιράζ.



– Τι είναι αυτό που τις κάνει σπάνιες και διαφορετικές;

Καταρχάς οι τηλεκάρτες αποτελούν μία πολύ μεγάλη συλλογή με τεράστια γκάμα απεικονίσεων. Έχουν χαρακτήρα επιμορφωτικό και πολιτισμικό. Μπορεί να μάθει κανείς χίλια δύο πράγματα. Είναι ένα προϊόν, το οποίο λόγω των απεικονίσεών του, όπως εκθέματα μουσείων, φωτογραφίες τοποθεσιών, ιστορικά πρόσωπα ή οτιδήποτε άλλο μπορεί ο οποιοσδήποτε να δει ένα πολύ μικρό κομμάτι της ελληνικής ιστορίας. Πολλοί συλλέκτες, μαζεύουν τηλεκάρτες με βάση το θέμα τους. Άλλοι μαζεύουν λουλούδια, άλλοι αυτοκίνητα, άλλοι τοπία. Οπότε μπορεί να διαμορφωθεί και μία συλλογή όχι μόνο με βάση τη σπανιότητα και την έκδοσή τους, αλλά και με βάση το θέμα που παρουσιάζουν. Πολύ πιο απλά και πιο οικονομικά σε αυτή την περίπτωση.

Υπάρχουν πολλοί παράγοντες, για τους οποίους μπορεί κάποιος να επιλέξει να ασχοληθεί με την τηλεκάρτα. Βέβαια, η κατάσταση όπως σε όλα τα χόμπι και λόγω της κρίσης δεν είναι αυτή που ήταν τα προηγούμενα χρόνια. Ωστόσο δεν παύει να υπάρχει έντονο ενδιαφέρον από την πλευρά των συλλεκτών.

– Ποιες χαρακτηρίζονται ως μοναδικές και περιζήτητες;
Υπάρχουν συγκεκριμένες τηλεκάρτες που είναι «δύσκολες». Όπως άλλωστε συμβαίνει και με όλα τα συλλεκτικά προϊόντα. Κάποια μπορεί να τα βρει κανείς στο παζάρι ή στο μπαούλο της γιαγιάς. Υπάρχουν όμως και τα περιζήτητα προϊόντα, αυτά που έχουν «κόψει» λίγα κομμάτια και κυρίως απευθύνονται σε συλλέκτες.

Οι πιο σπάνιες τηλεκάρτες πέρα από τη «Βεργίνα», είναι και αυτές που απεικονίζουν τον «Παρθενώνα», από τις πρώτες που εκδόθηκαν. Επίσης σπάνιες είναι οι δοκιμαστικές, τα δοκίμια όπως τα λέμε εμείς, που και γι’ αυτά δεν υπάρχει σαφής καταγραφή των απεικονίσεων. Είναι γνωστές δύο ή τρεις απεικονίσεις και από ‘κει και ύστερα μπορεί να προκύψουν και κάποιες καινούργιες που δεν έχουμε ξαναδεί στην αγορά.

Πολύ σπάνιες βέβαια είναι και αυτές που έχουν τυπωμένες την Πάτμο, τα Μετέωρα, το Ρίζο, το Λύτρα κλπ.

Οι τηλεκάρτες με την Πάτμο ή τα Μετέωρα έχουν πολύ μικρό τιράζ και αυτές είναι που κρατούν τα σκήπτρα. Ένας συλλέκτης που έχει προχωρήσει τη συλλογή του, έχει όνειρο να πάρει κάποια στιγμή ένα ζευγάρι «Πάτμο – Μετέωρα», σφραγισμένα στη ζελατίνα του. Αυτές οι δύο τηλεκάρτες, αν πουληθούν κλειστές χωρίς πρόβλημα στη ζελατίνα κοστίζουν γύρω στα 600 ευρώ το ζευγάρι, αλλά μπορεί και περισσότερο.

– Ποια είναι η διαφορά που εμφανίζεται στις τιμές αν τις συγκρίνουμε με εκείνες που ίσχυαν προ κρίσης;
Υπάρχει ένας κανόνας στα συλλεκτικά προϊόντα. Αυτός ο κανόνας λέει ότι το καλό προϊόν δεν χάνει ποτέ την αξία του. Εφόσον αναφέραμε τις τηλεκάρτες με την Πάτμο και τα Μετέρωα, θα σας αναφέρω χαρακτηριστικά ότι πριν από πέντε χρόνια κόστιζαν γύρω στα 700 με 800 ευρώ. Μπορεί να έχει πέσει η τιμή τους, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η παλιά τιμή ήταν και η σωστή. Κατά την άποψή μου η σημερινή τιμή τους είναι και πιο κοντά στην πραγματικότητα. Πάντα, όταν υπάρχει μεγάλη ζήτηση στην αγορά, δημιουργείται αυτό που ονομάζουμε «φούσκα». Σε όλα τα συλλεκτικά είδη όμως ισχύει κάτι ανάλογο. Η τηλεκάρτα σε σχέση με το γραμματόσημο και το νόμισμα βρίσκεται σε πιο άσχημη κατάσταση, δεν παύει όμως να διατηρεί ένα σημαντικό μέρος της αξίας της.

– Φαντάζομαι ότι υπάρχουν κάποια σφάλματα κατά τη διαδικασία παραγωγής, τα οποία έκαναν πιο σπάνια μία τηλεκάρτα. Ποια είναι αυτά;
Τα πιο γνωστά ήταν για παράδειγμα μία τηλεκάρτα της Lufthansa με το «σπασμένο» μηδέν. Είχε τυπωμένο ένα μηδενικό με μια κάθετο πάνω σε αυτό. Πρόκειται για σφάλματα τυπώματος. Υπάρχουν επίσης σφάλματα στα τσιπ, σφάλματα στο κόψιμο και πολλών ειδών ακόμα λάθη. Το σφάλμα όμως έχει υπερτιμηθεί. Παρόλ’ αυτά πολύς κόσμος το αναζητά. Μία καλή συλλογή για ‘μένα είναι μία ολοκληρωμένη συλλογή ή μία θεματική συλλογή. Μεγάλο ενδιαφέρον πιστεύω ότι έχει η παράσταση μιας τηλεκάρτας. Αρκεί να μελετήσουμε αυτό το «κάτι» που έχει η καθεμία από αυτές. Όταν δηλαδή έχω μία τηλεκάρτα με την Πάτμο, καλό είναι να γνωρίζουμε και κάποια πράγματα για την ιστορία της Πάτμου.

– Πόσο πιθανό είναι να έχουμε στο σπίτι μας μία τηλεκάρτα αξίας χωρίς να το γνωρίζουμε;
Καθημερινά έρχονται στο κατάστημά μου πολλοί άνθρωποι. Οι περισσότεροι βρίσκουν πράγματα ξεχασμένα, πεταμένα ή οτιδήποτε άλλο. Όλοι αυτοί έρχονται με την προσδοκία ότι θα εισπράξουν πολλά χρήματα. Δυστυχώς οι 99 στους 100 επισκέπτες έχουν βρει «σκουπίδια». Κάποιες τηλεκάρτες άνευ σημασίας με αξία 1 λεπτό, 2 λεπτά… Το ίδιο ισχύει και με τα νομίσματα. Έρχονται κάποιοι και με ρωτάνε: «Πόσο κάνουν αυτά; Είναι ακριβά; Μα είδαμε στο ίντερνετ ότι πωλούνται πανάκριβα».

Ο καθένας μπαίνει στο ίντερνετ και προτείνει για το οτιδήποτε μία αστρονομική κοστολόγηση. Στην πραγματικότητα όμως είναι πολύ δύσκολο να βρούμε κάτι, το οποίο να αξίζει πραγματικά, χωρίς βέβαι να αποκλείεται. Συνήθως αυτά που βρίσκουμε τζάμπα, είναι και… τζάμπα. Τα καλά πράγματα προέρχονται κυρίως από συλλογές, δημοπρασίες ή πρόκειται για συλλογές που περνάνε από γενιά σε γενιά.

– Έχει έρθει κάποιος να σας πει ότι «εγώ είμαι από τα Μετέωρα» και τότε που είχε βγει αυτή η τηλεκάρτα είχα πάρει δύο -τρεις και τις κράτησα κλειστές;
Σαφώς υπάρχουν τέτοια παραδείγματα. Πρέπει να σας πω όμως ότι το ζευγάρι «Πάτμος – Μετέωρα» δεν πουλήθηκε ποτέ στην ονομαστική του αξία. Απευθυνόταν μόνο σε εγγεγραμμένους συλλέκτες και όταν βγήκαν προς πώληση ήταν ήδη ακριβές αυτές οι κάρτες.

– Άρα δεν θα την έβρισκε κανείς στο περίπτερο;
Όχι. Την Πάτμο όχι… Το ίδιο ισχύει άλλωστε και για τα γραμματόσημα ή τα νομίσματα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν έχουν έρθει άνθρωποι που έχουν βρει πράγματα, και έχουν συλλεκτική αξία. Έχει τύχει να μου φέρει κάποιος προπολεμικά χαρτονομίσματα που βρήκε, μεγάλης αξίας. Αυτά ήταν κρυμμένα σε ένα μπαούλο του παππού.

– Οι τηλεκάρτες πεντακοσίων ή χιλίων μονάδων που είχαν κυκλοφορήσει, είχαν κι εκείνες συλλεκτική αξία;
Βεβαίως και είχαν. Έχουν ακόμα δηλαδή. Αυτές είναι καλύτερες από τις άλλες γιατί έχουν μεγαλύτερη ονομαστική αξία. Ειδικά αν κάποιος τις έχει κρατήσει κλειστές. Γιατί το να κρατήσει κάποιος μία κάρτα χιλίων μονάδων χωρίς να τη χρησιμοποιήσει ήταν αρκετά δύσκολο. Δεν μπορούσε να αποταμιεύσει κανείς μιά κάρτα χιλίων μονάδων, τόσο εύκολα όσο μία των εκατό.



– Αυτές είχαν και μικρότερο τιράζ από τις τηλεκάρτες των 100 μονάδων. Έτσι δεν είναι;

Ναι έτσι είναι. Αρνητικό βέβαια για τους συλλέκτες είναι το γεγονός ότι ο ΟΤΕ εμπορευματοποίησε κατά πολύ την έκδοση τηλεκαρτών. Αρκετοί συλλέκτες μάλιστα, δυσκολεύονται να παρακολουθήσουν όλο το εύρος των συλλογών που εκδίδονται κατά καιρούς. Δεν μπορεί για παράδειγμα σε ένα μήνα να κυκλοφορούν δέκα διαφορετικές τηλεκάρτες, τη στιγμή που παλαιότερα κυκλοφορούσε μία ή δύο το μήνα.

Διαβάστε όλα τα θέματα της ενότητας Weekend του newsbeast.gr