Η τελετή της αφής του Αγίου Φωτός ή Φως της Αναστάσεως, που συμβολίζει την Ανάσταση του Χριστού, πραγματοποιείται κάθε χρόνο το Μεσημέρι του Μεγάλου Σαββάτου, κατά την λειτουργία της Αναστάσεως στον Πανάγιο Τάφο, στη χριστιανική συνοικία της παλιάς πόλης της Ιερουσαλήμ.
Ο ιερότερος τόπος του Χριστιανισμού, ένας από τους σημαντικότερους τόπους προσκυνήματος από τον 4ο αιώνα και μετά, αποτελεί έδρα του ελληνορθόδοξου πατριαρχείου Ιεροσολύμων.
Κάθε χρόνο τις ημέρες του Πάσχα, λοιπόν, τα βλέμματα των απανταχού Χριστιανών –όσων τουλάχιστον δεν τον έχουν επισκεφτεί από κοντά– είναι στραμμένα στον Πανάγιο Τάφο οι οποίοι αδημονούν για την ώρα του «θαύματος», που δεν είναι άλλο από την έλευση του Αγίου Φωτός.
Γιατί στον Πανάγιο Τάφο εισέρχεται μόνο Ορθόδοξος Πατριάρχης;
Πολλοί είναι εκείνοι που αναρωτιούνται για ποιο λόγο στον Πανάγιο Τάφο, κατά την τελετή της Ανάστασης και την έλευση του Αγίου Φωτός, εισέρχεται μόνο Ορθόδοξος Πατριάρχης.
Για να απαντηθεί το συγκεκριμένο ερώτημα πρέπει να γυρίσουμε αρκετούς αιώνες πίσω και να παρακολουθήσουμε την ιστορία του «θαύματος». Οι πρώτες αναφορές για την συγκεκριμένη τελετή τοποθετούνται στον 2ο αιώνα μ.Χ. και κάνουν λόγο για μια συμβολική αναπαράσταση. Αργότερα, ωστόσο, με την εμφάνιση Φράγκων παπάδων τα πράγματα άλλαξαν και η απλή αναπαράσταση μετατράπηκε σε θαύμα.
Οι Άραβες του χαλίφη Χαρούν Αλ Ρασίντ παραδίδουν το προσκύνημα των Αγίων Τόπων και τα σχετικά προνόμια στους παπικούς καλόγηρους, επί του Καρλομάνγκου, ενώ με το θάνατο του χαλίφη αυτά τα προνόμια των καλόγηρων καταργήθηκαν.
Επί δυναστείας του πρώτου σουλτάνου της Αιγύπτου και της Συρίας, Σαλαντίν, το 1.118 μ.Χ. τα προσκυνήματα των Αγίων Τόπων παραχωρούνται, τελικά, στους ορθόδοξους μοναχούς, με τον σουλτάνο να ορίζει ότι «ο πατριάρχης των Ελλήνων θα είναι ο κύριος του Καμαρέ (ναού του Παναγίου Τάφου) και αυτός θα παίρνει από τον τάφο του Ικάς το Άγιον Φως για να το μοιράζει στους ναζωραίους (χριστιανούς)».
Έτσι, οι Έλληνες ήταν εκείνοι, πια, που είχαν δικαιοδοσία επί του Αγίου Φωτός, καθώς και του ελέγχου που προηγείται μέσα στον Πανάγιο Τάφο, πριν την Αναστάσιμη τελετή. Δικαιώματα που σφραγίστηκαν τόσο με σουλτανικά διατάγματα, όσο και από μετέπειτα διεθνείς συμφωνίες.
Η διαδικασία του ελέγχου του Παναγίου Τάφου και η έλευση του Αγίου Φωτός
Πριν από την τέλεση της ακολουθίας του Αγίου Φωτός, πραγματοποιείται εξονυχιστικός έλεγχος από την ισραηλινή αστυνομία καθώς και από εκπροσώπους των άλλων χριστιανικών δογμάτων που έχουν δικαιώματα στο Ναό της Αναστάσεως, όπως Αρμένιοι και Κόπτες, για να βεβαιωθούν ότι δεν υπάρχει απολύτως τίποτα μέσα, με την είσοδο να σφραγίζεται με αγνό κερί και όλους τους εκπροσώπους των δογμάτων να τοποθετούν την επίσημη σφραγίδα τους πάνω στο κερί.
Ο Έλληνας Ορθόδοξος Πατριάρχης Ιεροσολύμων παίρνει την θέση του στο Ιερό Βήμα του Καθολικού του Ναού λίγη ώρα αργότερα για να ξεκινήσει στις 12.30 η Ιερή Λιτανεία. Δεξιά του προσέρχονται και οι εκπρόσωποι των Αρμενίων, των Κοπτών και των Αράβων, ζητώντας την άδεια από τον Πατριάρχη να λάβουν το Άγιος Φως από εκείνον.
Όπως αναφέρει το Πατριαρχείο, μόλις ολοκληρωθεί η λιτανεία ο πατριάρχης βγάζει την αρχιερατική στολή του και μένει μόνο με το λευκό στιχάριο. Παίρνει τους σβηστούς πυρσούς και εισέρχεται στο Ιερό Κουβούκλιο, όπου όλα είναι σβηστά. Εκεί διαβάζει μία ευχή, σε ανάμνηση της θυσίας και της Ανάστασης του Χριστού και περιμένει την έλευση του Αγίου Φωτός.
Έντονο ενδιαφέρον προκαλεί το γεγονός ότι όταν το 1549 μ.Χ. Αρμένιοι μπήκαν και κλειδώθηκαν στον Πανάγιο Τάφο προκειμένου να βγάλουν εκείνοι το Άγιο Φως στους πιστούς, μια κολόνα εξωτερικά του ναού σκίστηκε και βγήκε το Άγιο Φως στο σημείο που είχε γονατίσει γεμάτος απελπισία ο Ορθόδοξος Πατριάρχης ανάβοντας τις λαμπάδες του.
Το γεγονός αποδεικνύεται και επιστημονικά, με τους ειδικούς να αναφέρουν ότι μια τέτοια ρωγμή μπορεί να είναι μόνο αποτέλεσμα ηλεκτρικής εκκένωσης, μια ορολογία άγνωστη για τους ανθρώπους του 16ου αιώνα.
Τελετή συμβολικού χαρακτήρα η έλευση του Αγίου Φωτός;
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι η συγκεκριμένη παραπάνω προσευχή που διαβάζει ο Πατριάρχης αποτελεί μυστική δέηση, που μόνο εκείνος γνωρίζει. Κάτι τέτοιο, ωστόσο, δεν ισχύει καθώς για πρώτη φορά δημοσιεύτηκε το 1933 από τον αρχιμανδρίτη Κάλλιστο Μηλιαρά και, έπειτα, αναδημοσιεύτηκε το 1967 στο περιοδικό «Νέα Σιών», επίσημο περιοδικό δημοσιευμάτων του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, λοιπόν, στην προσευχή αναφέρεται ότι η έλευση του Αγίου Φωτός είναι μία τελετή συμβολικού χαρακτήρα και ότι το Άγιο Φως που εμφανίζεται ως «εκ θαύματος» το μεσημέρι του Μεγάλου Σαββάτου μέσα στον Πανάγιο Τάφο έχει φυσική προέλευση, ενώ ο χαρακτηρισμός του ως «άγιο» αποδίδεται στο γεγονός ότι βγαίνει από τον Πανάγιο Τάφο.
Μάλιστα, ο καθηγητής Κωνσταντίνος Καλοκύρης στο βιβλίο του «Το Αρχιτεκτονικό Συγκρότημα του Ναού της Αναστάσεως Ιεροσολύμων και το θέμα του Αγίου Φωτός» αναφέρει, σύμφωνα με την ευχή που διαβάζει ο πατριάρχης, ότι «πουθενά δεν γίνεται λόγος περί “άνωθεν κατερχόμενου αΰλου Φωτός” κατά τη στιγμή εκείνη, αλλά νοείται μόνο φως φυσικό, που ανάβεται στην ανάμνηση του Αναστάντος Χριστού», ενώ συμπληρώνει ότι το Άγιο Φως είναι απλώς «το ιερό σύμβολο του “ανεσπέρου Φωτός” Χριστού, το Άγιο Φως, το νέο Φως της Αναστάσεως».
Αρκετοί είναι και εκείνοι που θεωρούν απάτη την θαυματουργική φλόγα, αποδίδοντάς τη σε τεχνάσματα των κληρικών, προκειμένου να εκμεταλλευτούν τους πιστούς.
Πιο συγκεκριμένα, κατά τον 19ο αιώνα ο Αδαμάντιος Κοραής, και χωρίς να έχει βρεθεί ποτέ στα Ιεροσόλυμα, απέρριπτε την απόδοση του Αγίου Φωτός σε θαύμα (το ίδιο έκανε, βέβαια, και με πολλές πρακτικές και παραδόσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας), υποστηρίζοντας ότι επρόκειτο για μηχανορραφία και απάτη με σκοπό οικονομικά οφέλη, από την πλευρά της εκκλησίας.
Οι θεωρίες περί θαυματουργής προέλευσης του Άγιου Φωτός
Από τις πρώτες αναφορές που αποδεικνύουν ακριβώς το αντίθετο, ότι δηλαδή το Άγιο Φως έχει θαυματουργική προέλευση, παρουσιάζονται στο «Οδοιπορικό της Αιθερίας» που αφορά στην περιήγηση μια μοναχής στου Αγίους Τόπους κατά τον 4ο ή 6ο αιώνα. Παρόλο που πουθενά δεν αναφέρεται ότι πρόκειται για θαύμα το «Άγιο Φως που ανανεώνεται ετησίως την εποχή του Πάσχα» θεωρείτο διάσημο θαύμα ήδη από τις μέρες της.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η μαρτυρία του Γάλου Καθολικού μοναχού Βερνάρδου, μεταξύ 865 και 870 μ.Χ., ο οποίος πραγματοποιούσε προσκυνηματικό ταξίδι στην Παλαιστίνη και την Αίγυπτο, ότι άγγελος μετέδωσε το φως στον Πατριάρχη.
Για το θέμα, ένας από τους πιο αξιόλογους μάρτυρες της ιστορίας της εποχής, ο Foucher de Chartres, κατέγραψε συγκεκριμένα ότι «…το πολυαναμενόμενο φως εμφανίστηκε σε μία από τις κανδήλες του Αγίου Τάφου, και όσοι βρίσκονταν πιο κοντά μπορούσαν να δουν το κοκκινωπό χρώμα του…».
Τέλος, αξίζει να αναφερθεί ότι το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, υπό την αιγίδα του οποίου τελείται και η τελετής της αφής, μέχρι σήμερα δεν έχει πάρει σαφή και επίσημη θέση αναφορικά με την θαυματουργή προέλευση ή μη του Αγίου Φωτός, καθώς στην σχετική ετήσια ανακοίνωσή του πουθενά δεν αναφέρεται ότι πρόκειται για θαυματουργή αφή.