Ήταν η πρώτη φορά που η Αμερική φαινόταν να έχει δεύτερες σκέψεις για τη θανατική ποινή. Είμαστε στις 2 Μαΐου 1960, όταν ο καταδικασμένος σε θάνατο Τσέσμαν περνά τις τελευταίες του στιγμές δακτυλογραφώντας τις στερνές του επιστολές σε φίλους και υποστηρικτές. Πριν τον μεταφέρουν στο τελευταίο κελί δίπλα στον θάλαμο αερίων, ο θανατοποινίτης έσφιξε τα χέρια των άλλων 17 θανατοποινιτών από τους 18 που ζούσαν στην ειδική πτέρυγα. Ένας τρόφιμος κοιμόταν και ο Τσέσμαν δεν ήθελε να τον ξυπνήσει. «Θα σας δω το πρωί», τους είπε, επαναλαμβάνοντας μονότονα την ατάκα των θανατοποινιτών καθ’ οδόν για τον διαβόητο έκτο όροφο. Ο Τσέσμαν δεν ζήτησε τίποτα για τελευταίο γεύμα. Έφαγε το κοτόπουλο με τις πατάτες που του έφεραν, ήπιε λίγο καφέ, γεύτηκε μερικές κουταλιές από το άνοστο γλυκό της φυλακής κι αυτό ήταν όλο. Λίγο αργότερα, στις 17 Φεβρουαρίου 1972, όταν το ανώτατο πολιτειακό δικαστήριο της Καλιφόρνια έκανε τη θανατική ποινή παρελθόν, όλοι σκέφτονταν τον Κάριλ Τσέσμαν και τις δικές του τραγικές περιπέτειες με τον νόμο. Όλοι εκτός από τον κυβερνήτη ακόμα Ρόναλντ Ρίγκαν, που συνέχιζε να καταφέρεται κατά της ιστορικής απόφασης λέγοντας πως ερχόταν σε αντίθεση «με τη βούληση του κόσμου». Ο Ρίγκαν δεν είχε φυσικά στον νου του τον Τσέσμαν, η υπόθεση του οποίου έχει μείνει στα παγκόσμια δικαστικά και νομικά χρονικά ως η μόνη θανατική ποινή χωρίς φόνο. Ο Κάριλ καταδικάστηκε για ληστεία, απαγωγή και βιασμό το 1948. Το σώμα των ενόρκων υποστήριξε ότι προκάλεσε σωματικές βλάβες κατά τον βιασμό, κάτι που τον καθιστούσε ικανό για φόνο! Ο εγκληματίας των ΗΠΑ έγινε βεβαίως διασημότητα, καθώς όλες οι μεγάλες προσωπικότητες έπεσαν πάνω του για να γλιτώσει τη ζωή του. Από καθηγητές πανεπιστήμιου και διαπρεπείς νομικούς μέχρι ανθρώπους της τέχνης και των γραμμάτων. Ακόμα και η πρώην Πρώτη Κυρία των ΗΠΑ εισέβαλε στο σπίτι του κυβερνήτη στο Σακραμέντο για να τον πείσει να δώσει την πολυπόθητη χάρη! Μάρλον Μπράντο, Στιβ Άλεν, Σίρλεϊ ΜακΛέιν, ο συγγραφέας Άλντους Χάξλεϊ και τόσοι ακόμα επιδόθηκαν σε γιγαντιαίες εκστρατείες υπέρ του, όσο εκείνος καθόταν στο κελί του και έγραφε βιβλία με το τσουβάλι. Τον θάλαμο αερίων των φυλακών του Σαν Κουέντιν δεν τον απέφυγε βεβαίως, καθώς η μοίρα έδειξε τη διεστραμμένη αίσθηση της ειρωνείας που έχει. Το τηλεφώνημα της χάρης έφτασε λίγα μοιραία δευτερόλεπτα μετά την εκτέλεσή του, μιας και η γραμματέας του δικαστή κάλεσε λάθος αριθμό την πρώτη φορά! Ακόμα και με τον τραγικό θάνατό του όμως ο Κάριλ Τσέσμαν θα έκανε πολλά περισσότερα για την αποτίναξη της βάρβαρης πρακτικής της θανατικής ποινής από πολλούς θεσμούς και κέντρα αποφάσεων. Στην ασυνήθιστα παρατεταμένη παραμονή του στην πτέρυγα των θανατοποινιτών, όπου πέρασε 12 βασανιστικά χρόνια παλεύοντας οχτώ φορές με τον θάνατο, ο Τσέσμαν έγινε το εθνικό σύμβολο κατά της εσχάτης των ποινών και το πρόσωπο κάθε εκστρατείας για την αποτίναξή της. Ο «Ληστής των Κόκκινων Φαναριών», όπως τον αποκαλούσε σκανδαλοθηρικά ο Τύπος, καραδοκούσε στα πλατώματα του Λος Άντζελες όπου σύχναζαν τα ερωτευμένα ζευγαράκια. Ο σκοπός ήταν η ληστεία, αν και δεν έλειψαν και δύο βιασμοί γυναικών. Εγκληματίας καριέρας, ο Τσέσμαν αρνήθηκε την ενοχή του και ισχυριζόταν διαχρονικά πως η έγγραφη ομολογία του ήταν προϊόν ξυλοδαρμού και κακοποίησης από την αστυνομία της Πόλης των Αγγέλων (κάτι που δεν θα προκαλούσε εξάλλου εντύπωση ως ανήκουστο). Ο κυκλοθυμικός Τσέσμαν, ένας καθόλου κοινωνικός άνθρωπος και μάλλον αντιπαθής στις πρώτες επαφές, έκανε το μοιραίο λάθος να αρνηθεί δικηγόρο, θέλοντας να υπερασπιστεί μόνος την αθωότητά του στο δικαστήριο. Τόσο η αρχική του ομολογία όσο και οι αυτόπτες μάρτυρες και τα θύματά του έφταναν και περίσσευαν για την καταδίκη του. Ποια καταδίκη του όμως; Παρά το γεγονός ότι δεν σκότωσε ποτέ κανέναν, ο Τσέσμαν έφαγε δύο θανατικές ποινές(!), εφαρμόζοντας έναν απάνθρωπο νόμο της Καλιφόρνια κατά των απαγωγών. Απαγωγή θεωρήθηκε από τους ενόρκους τα λίγα μέτρα που τράβηξε ο Τσέσμαν ένα θύμα του από το αυτοκίνητό της, ώστε να τη βιάσει. Η εντελώς ιδιαίτερη αυτή ερμηνεία της «απαγωγής» έγινε ακόμα πιο αμφιλεγόμενη όταν η πολιτεία της Καλιφόρνια απέσυρε τον εν λόγω δρακόντειο νόμο στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Η κατάργηση δεν είχε ωστόσο αναδρομική ισχύ, αφήνοντας τον Τσέσμαν να μάχεται με τη θανατική ποινή με τουλάχιστον σιδερένια πυγμή. Κατάφερε να γλιτώσει την εκτέλεσή του οχτώ φορές στα 12 χρόνια που παρέμενε θανατοποινίτης, μέχρι και τον μοιραίο Φεβρουάριο του 1960 τουλάχιστον. Ο Κάριλ Τσέσμαν έγραψε τέσσερα βιβλία περιμένοντας τον θάνατο, τα οποία θεωρούνται κλασικά στη βιβλιογραφία κατά της θανατικής ποινής και άλλαξαν τις κοινωνικές στάσεις των Αμερικανών κατά της εσχάτης των ποινών…
Πρώτα χρόνια
Εγκληματική δράση
Σύμβολο κατά της εσχάτης των ποινών
Όπως έλεγαν εξάλλου οι υπέρμαχοί του, το γεγονός ότι αυτός ο άνθρωπος είχε καταδικαστεί σε θάνατο ήταν ντροπή για το δικαστικό σύστημα και γροθιά στο στομάχι της ίδιας της θανατικής ποινής. Ακόμα και ο δικηγόρος του είπε κατόπιν ότι ποτέ δεν έμαθε γιατί οι αρχές αποφάσισαν τελικά να τον εκτελέσουν, έπειτα μάλιστα από οχτώ αναστολές της ποινής. Υπέθεσε πάντως πως όσο παρέμενε στην πτέρυγα των θανατοποινιτών και περνούσε κρυφά τα γραφόμενά του στον έξω κόσμο, τόσο μεγαλύτερη ντροπή έφερνε στο σωφρονιστικό σύστημα αλλά και την ίδια την πολιτική ηγεσία. Όπως είπαμε εξάλλου, το μόνο που χρειαζόταν ήταν ένα τηλεφώνημα από τον κυβερνήτη ή τον δικαστή στη φυλακή για να σταματήσει η εκτέλεση. Είτε ήταν προσχεδιασμένο είτε τραγικό χτύπημα της κακιάς τύχης, η γραμματέας του δικαστή πήρε λάθος νούμερο την επίμαχη στιγμή!
Η πολύκροτη εκτέλεση
Το «Κελί 2455» έγινε μπεστ-σέλερ το 1954, μεταφράστηκε σε 12 γλώσσες, πούλησε 500.000 αντίτυπα και έκανε πλουσιότερο τον συγγραφέα του κατά 150.000 δολάρια. Μόνο που ο δημιουργός δεν ήταν πια στη ζωή. Το βιβλίο λειτούργησε πάντως καταλυτικά στην αλλαγή των στάσεων του αμερικανικού κοινού για τη θανατική ποινή.