Με σλόγκαν «είμαστε οι άνθρωποι για τους οποίους μας προειδοποιούσαν οι γονείς μας», ο Ντόναλντ Γιουτζίν Τσέιμπερς ιδρύει το μηχανόβιο κλαμπ του το 1966 στο Τέξας γεννώντας έναν μύθο των κακόφημων δρόμων. Ο πρώην πεζοναύτης και βετεράνος του Πολέμου του Βιετνάμ έφτιαξε τη διαβόητη συμμορία του με τις Harley-Davidson επιστρέφοντας από τις ζούγκλες της Ασίας. Το Bandidos Motorcycle Club, επίσης γνωστό ως Bandido Nation, παραμένει ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα του αμερικανικού οργανωμένου εγκλήματος, καθώς αποτελεί εδώ και χρόνια έναν από τους πυλώνες των «Τεσσάρων Μεγάλων» παράνομων μηχανόβιων συμμοριών, όπως χαρακτηρίζει επισήμως το αμερικανικό Υπουργείο Δικαιοσύνης τους Bandidos, τους σαφώς γνωστότερους Hells Angels, τους Pagan’s MC και τους Outlaws MC. Το διαβόητο κλαμπ με το λογότυπο του πολεμοχαρή μεξικάνου ληστή που κραδαίνει ένα πιστόλι και ένα μαχαίρι διατηρεί παραρτήματα στα μήκη και τα πλάτη της Γης, όπως ακριβώς το ήθελε ο εμπνευστής του, ο οποίος καταδικάστηκε σε ισόβια δεσμά το 1972 επειδή σκότωσε δύο βαποράκια. Όταν βγήκε το 1983 από τη στενή, οι παράνομες μέρες του ήταν πια παρελθόν, λειτουργώντας ωστόσο ως άτυπος πρεσβευτής του κλαμπ του ισοβίως. Ένα κλαμπ που μετατράπηκε σε μια καλοκουρδισμένη μηχανή εγκληματικής παραγωγής, καθώς επιδόθηκε με αξιοζήλευτη ικανότητα στη διακίνηση μεγάλων ποσοτήτων ναρκωτικών, στην πορνεία, την κάθε λογής βία, το ξέπλυμα χρήματος και τους εκβιασμούς. Ζώντας πια την «αποστρατεία» του στο Ελ Πάσο, ο Ντόναλντ Τσέιμπερς ήταν ένας αξιοσέβαστος πρώην παράνομος που όλοι αποκαλούσαν «πρόεδρο» και είχαν καλούς λόγους γι’ αυτό…
Πρώτα χρόνια
Ο Ντόναλντ Γιουτζίν Τσέιμπερς γεννιέται στις 23 Νοεμβρίου 1941 στο Γκρέιπβαϊν του Τέξας, αν και για τα μικράτα του δεν είναι τίποτα γνωστό. Τον ξαναβρίσκουμε στο ξέσπασμα του Πολέμου του Βιετνάμ ως πεζοναύτη του αμερικανικού στρατού, υπηρετώντας στο Βιετνάμ πολύ πριν καταφτάσει το 1965 το μεγαλύτερο μέρος των εκστρατευτικών δυνάμεων των ΗΠΑ. Ο Τσέιμπερς επιστρέφει το 1966 στη γενέτειρά του εμφανώς αλλαγμένος και συχνάζει τώρα σε κακόφημα μπαρ κάνοντας παρέα με μηχανόβιους. Αμέσως γίνεται μέλος σε μια τοπική σπείρα, αν και τη βρίσκει πολύ εξημερωμένη για τα γούστα του. Την ίδια στιγμή, μαστίζεται από την ανεργία και πιάνει κάποια στιγμή δουλειά ως αχθοφόρος στο τοπικό λιμάνι, αν και είναι σαφές ότι η νόμιμη εργασία δεν είναι τώρα του γούστου του…
Η γέννηση των Bandidos
Το ημερολόγιο έγραφε 4 Μαρτίου 1966 όταν ο Τσέιμπερς ιδρύει με πάσα επισημότητα στο Σαν Λεόν του Τέξας το δικό του μηχανόβιο κλαμπ, με πολλούς ακόμα πρώην ειδικοδυναμίτες, δίνοντας μάλιστα στο λογότυπό του τα χρώματα του σώματος των Πεζοναυτών: το κόκκινο και το χρυσό. Όσο για το όνομα, έλκει την καταγωγή του από τους μεξικάνους παράνομους και ληστές που ζούσαν άλλοτε όπως ήθελαν, αναπνέοντας τον αέρα της χωρίς όρια ελευθερίας. Ο Τσέιμπερς όργωσε τα μπαρ του Χιούστον και του Σαν Αντόνιο στρατολογώντας σκληροτράχηλα μέλη για τη σπείρα του, καθώς μόνο όσοι αποδείκνυαν τη δύναμη και το θάρρος τους περνούσαν τις σκληρές μυητικές τελετές του. Ταυτοχρόνως, αποκαλεί τα μέλη του «1%», μιας και σύμφωνα με τον πρόεδρο της αμερικανικής ομοσπονδίας μοτοσικλετιστών του καιρού, το 99% των μηχανόβιων των ΗΠΑ ήταν νομοταγείς πολίτες! Όσο για τον ίδιο, κυκλοφορεί πια με το παρατσούκλι «Μητέρα». Το 1968 ο Τσέιμπερς έβαλε ένα ακόμα λιθαράκι στο κλαμπ των παρανόμων με την ίδρυση του πρώτου παραρτήματος των Bandidos στο Κόρπους Κρίστι του νοτιοδυτικού Τέξας, επιτρέποντας τώρα την είσοδο και λατίνων στις τάξεις των λευκών μελών. Ο «ελ πρεζιντέντε» Τσέιμπερς ήταν εξάλλου μεγάλος θαυμαστής των μεξικανών παρανόμων, κι έτσι άνοιξε την αγκαλιά του στους ισπανόφωνους.
Φόνος και τέλος σταδιοδρομίας
Το εγκληματικό συνδικάτο του Τσέιμπερς πήγαινε ιδιαιτέρως καλά στο Τέξας, συγκεντρώνοντας πάνω του ένα καλό ποσοστό του τοπικού οργανωμένου εγκλήματος, κρατώντας πια τα ηνία στη διακίνηση ναρκωτικών και την παράνομη πορνεία. Μέσα σε έξι χρόνια, οι παράνομοι του «προέδρου» είχαν προλάβει να γίνουν θρύλοι των δρόμων και να εξαπλώσουν το κύκλωμά τους σε πολλές ακόμα πολιτείες των ΗΠΑ. Τότε, το 1972, ο Ντον Τσέιμπερς και δύο ακόμα Bandidos (Jesse «Deal» Fain και Ray Vincente) απήγαγαν δύο μικροδιακινητές ναρκωτικών, οι οποίοι είχαν πουλήσει στο κλαμπ μαγειρική σόδα για μεθαμφεταμίνη. Η ασέβεια δεν θα μπορούσε να μείνει ατιμώρητη, καθώς διακυβεύονταν πολλά. Οι τρεις παράνομοι μετάφεραν δεμένους χειροπόδαρα τα βαποράκια στην έρημο, τους ανάγκασαν να σκάψουν μόνοι τους τον τάφο τους και κατόπιν τους γάζωσαν με τις καραμπίνες τους. Πριν τους θάψουν, παρέδωσαν τα σώματά τους στην πυρά. Δεν υπολόγισαν όμως καλά, καθώς υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας στη σκηνή, η κατάθεση του οποίου ήταν αρκετή για να καταδικαστούν οι τρεις φονιάδες σε ισόβια κάθειρξη. Η αστυνομία του Τέξας τους είχε εξάλλου στο στόχαστρο εδώ και καιρό, καθώς οι Bandidos ζούσαν και κινούνταν λες και δεν υπολόγιζαν κανέναν. Με τον Ντον παροπλισμένο στη φυλακή, οι Bandidos ψήφισαν νέο «πρόεδρο», έναν επίσης πρώην πεζοναύτη και δεξί χέρι του Ντον (Ronnie Hodge), ο οποίος αποδίδοντας τα οφειλόμενα στον Ντόναλτ «Μητέρα» Τσέιμπερς αλλάζει το παρατσούκλι του σε «Μητριά»! Ο Ντον τον είχε βαφτίσει «Κύριο Προοπτική» καθώς ήταν ο μόνος που είχε γίνει πλήρες μέλος της σπείρας του σε μόλις έναν μήνα. Προσυπογράφοντας την απόσυρσή του από την ενεργό δράση με την καταδίκη του, ο Ντον παρακολουθεί μέσα από τη φυλακή τον φιλόδοξο διάδοχό του να επεκτείνει τη δράση των Bandidos, στήνοντας τα πρώτα παραρτήματα στο εξωτερικό αλλά και το ιδιαιτέρως δραστήριο -και εξίσου κακόφημο- τμήμα του Καναδά. Πλέον οι Bandidos είναι διεθνείς, «παγκοσμιοποιώντας» την παράνομη δράση τους. Ο Τσέιμπερς βγήκε από τη φυλακή το 1983 και αποσύρθηκε στο Ελ Πάσο, λειτουργώντας ως άτυπος πρεσβευτής του κλαμπ του ισοβίως. Αν και πλέον απείχε απ’ όλη τη δράση που τον είχε μετατρέψει σε θρύλο, βλέποντας το Bandido Nation να αποκτά 90 παραρτήματα στις ΗΠΑ, άλλα 90 στην Ευρώπη (με γνωστότερα της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Δανίας, της Σουηδίας, της Φινλανδίας, του Βελγίου και του Λουξεμβούργου) και 17 ακόμα στην Αυστραλία και τη Νοτιοανατολική Ασία, ως το πλέον γρήγορα αναπτυσσόμενο μηχανόβιο κλαμπ του πλανήτη. Η ραγδαία εξάπλωσή του στις ΗΠΑ και το εξωτερικό έκανε πολλά κλαμπ να υποβάλουν τα σέβη τους στους Bandidos ή να απορροφηθούν εντελώς από αυτούς. Ο Ντον πρόλαβε να δει τις οργανωμένες απόπειρες της αμερικανικής αστυνομίας να γονατίσει τη σπείρα, καθώς στα τέλη του 20ού αιώνα έλαβαν χώρα πολυάριθμες έφοδοι στα κρησφύγετά της, απ’ όπου ανέσυραν οι Αρχές ναρκωτικά αξίας εκατοντάδων χιλιάδων δολαρίων, ζεστό μετρητό αλλά και ρατσιστικό υλικό και ενθύμια του ναζισμού. Ήταν πια σαφές ότι οι Bandidos του Ντον δεν ήταν οι ίδιοι με το Bandido Nation, κάτι που έφερε αναταραχές μεταξύ των παραρτημάτων. Το «13» του λογοτύπου που ήθελε ο Τσέιμπερς να συμβολίζει το 13ο γράμμα του αγγλικού αλφαβήτου «Μ» και να σημαίνει «Μοτοσικλέτα» ήταν συνώνυμο τώρα της «Μεθαμφεταμίνης» και του «Φόνου» (Murder). Ο Ντον παρακολουθούσε από το περιθώριο την αντικομφορμιστική συμμορία του να μετατρέπεται σε μεγαλομέτοχο του οργανωμένου εγκλήματος των ΗΠΑ, μετρώντας μια καριέρα που ούτε ο ίδιος μπορούσε ποτέ να φανταστεί. Άφησε την τελευταία του πνοή χτυπημένος από καρκίνο στο Ελ Πάσο του Τέξας στις 18 Ιουλίου 1999 και ενταφιάστηκε σε κοιμητήριο του Χιούστον. Πάνω στο μνήμα του χάραξαν το σλόγκαν του που έγινε συνώνυμο του τρόμου: «είμαστε οι άνθρωποι για τους οποίους μας προειδοποιούσαν οι γονείς μας»… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr