Ένας κόσμος που βρισκόταν καταχωνιασμένος στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, ήρθε ξανά στο φως, αναδεικνύοντας πολιτικές πρακτικές, ηθικές αξίες και ιδεοληψίες της μετεμφυλιακής εποχής και της χούντας των συνταγματαρχών.
Στο υπουργείο Εσωτερικών εδώ και σχεδόν δύο χρόνια βρίσκεται σε εξέλιξη μια προσπάθεια διάσωσης και ανάδειξης του ιστορικού αρχείου του. Η διεξοδική έρευνα σε υπόγεια και αποθήκες, ανάμεσα σε τόνους από σαβούρα και σωρούς από άχρηστα αντικείμενα, έβγαλε τελικά «θησαυρό», σύμφωνα με το ΑΜΠΕ.
Εκτός από χιλιάδες σελίδες από νόμους, εγκυκλίους, υπουργικές αποφάσεις, καθώς και στοιχεία και τεκμήρια που αφορούν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, εντοπίστηκε και το λεγόμενο «Αρχείο Παττακού». Ξεχασμένο εδώ και μισό αιώνα, αποτελείται από στοιχεία για τα φρονήματα και την πολιτική δράση των αιρετών της Αυτοδιοίκησης σε όλη την επικράτεια, που απέστειλαν την ‘Ανοιξη του 1967 νομάρχες, καθώς και κατά τόπους διοικητές της Χωροφυλακής και του Στρατού προς τον τότε υπουργό Εσωτερικών του νεοσύστατου δικτατορικού καθεστώτος κατόπιν σχετικού αιτήματος του τελευταίου. Στο αρχείο υπάρχουν επίσης ενσωματωμένες επιστολές απλών πολιτών που ανέλαβαν με δική τους πρωτοβουλία να καταγγείλουν πρόσωπα και καταστάσεις με σκοπό την «διαφύλαξην του Εθνοσωτηρίου έργου της Επαναστάσεως». Πρακτική που τα λεξικά της νέα ελληνικής γλώσσας περιγράφουν στο λήμμα «χαφιεδισμός».
Με αυτό τον τρόπο οι υπηρεσίες του υπουργείου ενημερώθηκαν π.χ. ότι επικεφαλής δήμου (τα ονόματα προσώπων και τόπων και τα προσωπικά δεδομένα είναι καλυμμένα) είναι «σαφώς κεντρώος. Ερυμουλκύθη πλήρως υπό των κομμουνιστών και ετήρησεν πιστώς την γραμμήν των. ‘Ατομον άβουλον, άνευ ιδιαιτέρων ικανοτήτων και άνευ του επιβαλλομένου κύρους. Φερέφωνον και τυφλόν όργανον της ΕΔΑ». Δεν ήταν όμως μόνο ο δήμαρχος «κόκκινος», καθώς ο αναπληρωτής του, ο πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου και ένας δημοτικός σύμβουλος ήταν χαρακτηρισμένοι ως «κομμουνισταί Γ΄ κατηγορίας» (δηλαδή «επικίνδυνος κομμουνιστής», κατηγορία Α΄: «συμπαθώς κομμουνιστής», κατηγορία Β΄: «ενεργός κομμουνιστής»), οι οποίοι φυσικά συνελήφθησαν και παύθηκαν από τα καθήκοντά τους.
Εκτός πνεύματος του καθεστώτος ήταν και πέντε δημοτικοί σύμβουλοι δήμου της πρωτεύουσας, με αποτέλεσμα οι τέσσερις εξ αυτών να απολυθούν τον Μάιο του 1967 με απόφαση του Στρατιωτικού Διοικητή Αθηνών. Ο ένας ήταν «κεντρώος με αριστεράς τάσεις», ο άλλος «κεντρώος άνευ συγκροτήσεως και ικανοτήτων. Ασχολείται περισσότερον με τα ατομικά του συμφέροντα χωρίς να δεικνύει ενδιαφέρον δια τα κοινά. Αρνητικόν στοιχείον». Ο τρίτος «φανατικός και εμπαθής κεντρώος με αριστεράς τάσεις. Οπαδός του Ανδρέα Παπανδρέου. Καίτοι επιστήμων, δεν έχει απόλυτον κύρος. Αρνητικόν στοιχείον, μη εμπνέον εμπιστοσύνη». Για τους άλλους οι περιγραφές για την προσωπικότητά τους είναι περιττές. Αρκεί ο χαρακτηρισμός «κομμουνισταί Γ΄ κατηγορίας» και η υποσημείωση ότι συνελήφθησαν και κρατούνται.
Κι ενώ οι επίσημες αναφορές είναι τηλεγραφικές, οι επιστολές των απλών πολιτών βρίθουν από λεκτικές περικοκλάδες εις άπταιστον καθαρεύουσα. Εδώ η μορφή είναι σε γενικές γραμμές κοινή: Στην αρχή, ο αποστολέας εξυμνεί το έργο της κυβέρνησης και εκφράζει την ικανοποίηση του ιδίου και των περισσοτέρων συντοπιτών του για το ότι θα προχωρήσει «εις την κάθαρσιν των ερειπίων, τα οποία μας επεσώρευσεν ο παλαιοκομματισμός» και θα οδηγήσει στη δημιουργία της «Νέας Ελλάδος». «Η 21η Απριλίου», τονίζεται χαρακτηριστικά σε μια επιστολή, «είναι η εσχάτη σανίς σωτηρίας της φυλής μας και αισθανόμεθα ότι το έργο της πρέπει να είναι πλήρες, ακέραιον και αλάθητον και να διαφυλαχθεί ως κόρην οφθαλμού».
«Η Ελλάς Ανέστη»
Πρώην δημοτικός σύμβουλος σε δήμο της Αττικής, εκφράζει με βεβαιότητα ότι «η ελληνική ιστορία είναι η μόνη φορά που θα αναγκαστεί να κατατάξει δημοσίους άνδρας εις το πάνθεον των Αγίων διότι ‘Αγιος είναι ο τόπος αυτός που λέγεται Ελλάς». Για έναν 60χρονο από το Κιλκίς με τη νέα κυβέρνηση «η Ελλάς Ανέστη», ενώ «με την αδιαφορία των προηγούμενων κυβερνήσεων συγκεντρώθηκαν επικίνδυνα σύννεφα πάνω από τη χώρα, αλλά ως εκ θαύματος βρέθηκαν άνθρωποι με πραγματικό ελληνικό αίμα και διέλυσαν τα σύννεφα σαν χάρτινους πύργους και έλαμψε ο ήλιος, έλαμψε η ελευθερία, η Δημοκρατία και η ανεξαρτησία».
Στη συνέχεια υπάρχει σύντομη αυτοπαρουσίαση κατά την οποία κυριαρχούν οι περγαμηνές του γράφοντος στον πόλεμο του 1940, και ιδίως στον «κομμουνιστοσυμμοριτοπόλεμο», ενώ δεν παραλείπονται να τονιστούν τα πατριωτικά αισθήματα του ιδίου και της οικογένειάς του.
Και τέλος ακολουθεί το κυρίως θέμα: η κατάδοση τοπικών αρχόντων και λοιπών συγχωριανών με δημόσια αξιώματα, που όμως κατά τους αποστολείς δεν αξίζουν τη θέση που κατέχουν λόγω αριστερών φρονημάτων, που πολύ συχνά συνοδεύονται και από έλλειψη ικανοτήτων και ηθικής. Εκφράζοντας το κοινό αίσθημα των συντοπιτών τους, οι επιστολογράφοι ζητούν την καθαίρεση των τοπικών δημάρχων, κοινοταρχών ή δημοτικών και κοινοτικών συμβούλων, ενώ ορισμένοι δεν διστάζουν να αυτοπροταθούν για κάλυψη χηρεύουσας θέσης. Όπως για παράδειγμα ένας κάτοικος χωριού της Πέλλας που ενημερώνει τον Παττακό ότι τώρα που ο κοινοτάρχης της περιοχής καθαιρέθηκε, ζητά να αναλάβει ο ίδιος «διότι κανείς εκ των συγχωριανών μου δεν έχει τα προσόντα μου», ενώ εάν δεν διορισθεί σε αυτή τη θέση προτείνει να τοποθετηθεί έστω αρχηγός των τοπικών ΤΕΑ (Τάγματα Εθνοφυλακής Αμύνης).
Ο κομμουνιστής Παύλος Μπακογιάννης
Ανάμεσα στις επιστολές ξεχωρίζει ενός Λευκαδίτη μετανάστη στη Γερμανία, ο οποίος διαμαρτύρεται για την εκπομπή του Παύλου Μπακογιάννη στην «Deutche Welle», γιατί όπως καταγγέλλει, μεταδίδει «σχόλια, κρίσεις και συμπεράσματα ευνοϊκώς προσκείμενα του διεθνούς κομμουνισμού».
Έμπορος μοτοποδηλάτων από την Αργολίδα εκφράζει την απορία ότι ενώ για να διορισθεί κάποιος κλητήρας ή αγροφύλακας ερευνάται το παρελθόν και τα φρονήματα ακόμα και των θείων και ξάδελφών του, «πως είναι δυνατόν να διορισθή δήμαρχος πόλεως, πρόσωπον του οποίου ο μεν πατήρ, άτομον ρευστής συνειδήσεως, αξιωματικός ων υπηρετών την εποχήν εκείνην εις τα Τάγματα Ασφαλείας, κατεπρόδωσε την Εθνικήν παράταξιν και τους συνστρατιώτας προσχωρήσας εις τον ΕΛΑΣ, ο δε περί ου ο λόγος υιός, φορεύς του παλαιοκομματικού πνεύματος, έξαλλος και ασταθής, εγωιστικός και ιδιοτελής τον χαρακτήρα, κάκιστα ως δήμαρχος πολιτευόμενος και τελείως προς το πνεύμα της επαναστάσεως ασυμβίβαστος…».
Στρατιωτικός Διοικητής στην Ηλεία καταγγέλλεται ότι «άγεται και φέρεται από πρόσωπα εθνικόφρονα μεν, αλλά ουχί αξιοπρεπή και τίμια», διόρισε στην Ένωση Γεωργικών Συνεταιρισμών, «άνθρωπον αγράμματον, άξεστον και ουχί τίμιον, μόνο και μόνο για να ικανοποιήσει πρώην βουλευτή, με τον οποίο υπηρέτησαν μαζί στην Κατοχή στα Τάγματα Ασφαλείας, ενώ και ολόκληρη η οικογένειά του αποτελούσε τους μαγγουροφόρους του».
Ο «επικινδυνέστερος του Ανδρέα Παπανδρέου»
Ο πρόεδρος της Εθνικής Ενώσεως Αναπήρων και Θυμάτων Πολέμου ακριτικής πόλης ενημερώνει ότι ο τότε δήμαρχος «τυγχάνει επικινδυνέστερος του Ανδρέα Παπανδρέου», ενώ ο προτεινόμενος αντικαταστάτης του είναι «αντιπαθέστερος του πρώτου λόγω μεγίστου Σατραπισμού του και περιφρονήσεως των πάντων».
Για πρόεδρο κοινότητας των Ιωαννίνων αναφέρεται ότι «από φανατικός εαμίτης κατά την εποχή της εαμοκρατίας, ως στρατιωτικός υπεύθυνος, μετά την αποκατάσταση του κράτους κατόρθωσε να απαλλαγεί πάσης κατηγορίας και να παρουσιάσει σήμερα ψευδείς περγαμηνές εθνικόφρωνος ήρωος».
Εκτός από το «Αρχείο Παττακού», το ιστορικό αρχείο του υπουργείου Εσωτερικών περιλαμβάνει ακόμη αποφάσεις αφαίρεσης της Ιθαγένειας των «αντεθνικώς δρώντων» κομμουνιστών κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου (π.χ. όλων των μελών της «Κυβέρνησης του Βουνού») και της απριλιανής δικτατορίας, στοιχεία για τους διατελέσαντες νομάρχες, τα εκλογικά αποτελέσματα των αυτοδιοικητικών εκλογών από το 1928 και μετά, το αρχείο εκλογικών εγκυκλίων, καθώς και τις θεσμικές, γεωγραφικές, διοικητικές και λοιπές μεταβολές της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Σημαντικό μέρος του αρχείου άρχισε ήδη να ψηφιοποιείται προκειμένου να αποδοθεί το υλικό στην ερευνητική κοινότητα και σε κάθε ενδιαφερόμενο.
Το υλικό είναι του Αθηναϊκού – Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων: