Η προσφυγική κρίση ως ευρωπαϊκή πολιτική και κοινωνική δοκιμασία που συνδέεται με θεμελιώδη ζητήματα εσωτερικής και εξωτερικής ασφάλειας, αναδεικνύει τη σημασία των ελληνικών συνόρων ως εξωτερικών συνόρων της ΕΕ, με όλα όσα αυτό συνεπάγεται, τονίζει σε άρθρο του στην «Καθημερινή», ο Ευάγγελος Βενιζέλος.
Στο πλαίσιο αυτό σημειώνει ο κ Βενιζέλος, καταμερίζονται ρόλοι και αναπτύσσονται σχέσεις με πιθανά δυσμενείς συνέπειες για την χώρα, καθώς κρίνεται η επάρκεια του ελληνικού κρατικού μηχανισμού να φυλάξει τα σύνορα από αστυνομικού χαρακτήρα οπτική γωνία. Παράλληλα στην προσπάθεια ανάσχεσης των προσφυγικών ροών, ενδυναμώνεται η σχέση Ε.Ε. – Τουρκίας σε βαθμό που υπερβαίνει κατά πολύ τη θεσμική σχέση της Ε.Ε. με μία υποψήφια προς ένταξη χώρα. «Μόνο που η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας ήταν πάντα για την Ελλάδα και την Κύπρο ζήτημα αναγόμενο στον σκληρό πυρήνα των εθνικών μας θεμάτων», σημειώνει, συμπεραίνοντας ότι από τη σκοπιά των ελληνικών εθνικών θεμάτων η ευρωπαϊκή διαχείριση της προσφυγικής κρίσης συνδέεται: Με το Κυπριακό, τις ελληνοτουρκικές σχέσεις στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, με την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας αλλά και το πολιτικό πλαίσιο της ευρύτερης σχέσης Ε.Ε. – Τουρκίας. Συνδέεται επίσης και με τις σχέσεις Ε.Ε. – ΠΓΔΜ, συνεπώς και με τις διμερείς σχέσεις Ελλάδας – ΠΓΔΜ, εφόσον η χώρα αυτή αποτελεί τμήμα της χερσαίας διαδρομής προσφύγων.
Στο αναδιαμορφωμένο διεθνοπολιτικό σκηνικό, επισημαίνει, πρέπει να τοποθετηθούν όλα τα επιμέρους τεχνικά ζητήματα που έχουν τη σημασία τους και ιδιαίτερα θεμελιώδη για τη χώρα μας που βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του μετώπου.
Πρώτα είναι ο καθορισμός των συνόρων των κρατών – μελών που θεωρούνται εξωτερικά σύνορα της Ε.Ε. και προστατεύονται ως τέτοια. Η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να αποδεχθεί την αντίληψη του αντίστοιχου κράτους – μέλους ως προς τα σύνορα του καθώς αυτό συνδέεται με τον πυρήνα της κυριαρχίας του κάθε κράτους – μέλους και με τον προσδιορισμό της επικρατείας του. Από την άποψη αυτή η προστασία των ελληνικών θαλάσσιων συνόρων στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο ως εξωτερικών συνόρων της ΕΕ, έστω αστυνομικά, έχει ιδιαίτερη σημασία. Αρκεί αυτό να ισχύσει ως κανόνας και ως πρακτική.
Αυτό αφορά όμως όχι μόνο τα σύνορα χερσαία και θαλάσσια, δηλαδή τη χωρική θάλασσα, προφανώς και τον εναέριο χώρο (που παρότι δεν είναι πρακτικά κρίσιμος για την είσοδο προσφύγων και μεταναστών έχει τη μεγάλη σημασία του), αλλά και τα κυριαρχικά δικαιώματα ( θαλάσσιες ζώνες ) και τις αρμοδιότητες που αναγνωρίζονται κατά το διεθνές δίκαιο ( πχ. FIR και SAR ).
Ο προσδιορισμός των ελληνικών θαλάσσιων, χερσαίων και εναερίων συνόρων, των ζωνών άσκησης κυριαρχικών δικαιωμάτων και του χώρου επί του οποίου ασκείται η ελληνική αρμοδιότητα για θέματα έρευνας και διάσωσης γίνεται από την Ελλάδα και πρέπει να γίνεται δεκτός από τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς. Αυτός ο απλός κανόνας πρέπει να ισχύει και σε σχέση με το ευρωπαϊκό σύστημα επιτήρησης των θαλάσσιων συνόρων( ΕUROSUR ), αλλά και σε σχέση με τον «Ενιαίο Ευρωπαϊκό Ουρανό» ( SES ).
Η πρόταση κανονισμού της Επιτροπής για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, υπογραμμίζει ο κ. Βενιζέλος πρέπει να αντιμετωπισθεί από τη χώρα μας με αυτό το θεμελιώδες κριτήριο. Αντί η Ελλάδα να καλείται να αποδείξει αν κινείται αποτελεσματικά ως προς την προστασία των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη διαχείριση των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών, πρέπει η Ευρωπαϊκή Ένωση να αποδείξει με τις οποίες νέες ρυθμίσεις εισαχθούν ότι σέβεται και προστατεύει τα ελληνικά σύνορα, την ελληνική κυριαρχία, τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα και τις ελληνικές διεθνείς αρμοδιότητες. Το πλαίσιο αυτό προσδιορίζει και τα ζητήματα συνεργασίας της ΕΕ με τρίτες χώρες ( όπως η Τουρκία ή η ΠΓΔΜ ) καθώς η συνεργασία αυτή σε κάθε περίπτωση πρέπει να σέβεται επίσης την κυριαρχία, τα κυριαρχικά δικαιώματα και τις διεθνείς αρμοδιότητες των συνοριακών κρατών – μελών, άρα στην περίπτωσή μας της Ελλάδας