Η αποφυγή των ειδήσεων (News Avoidance) είναι ένα φαινόμενο που υπήρχε και τα προηγούμενα χρόνια, αλλά η πανδημία COVID-19 τροφοδότησε αυτή την τάση. Το κοινό, λόγω των κακών μαντάτων, έδειξε να γυρίζει την πλάτη στα κλασικά μέσα και προτίμησε για την ενημέρωσή του τις κοινωνικές πλατφόρμες Instagram, TikTok, Youtube. Ποιοι είναι, όμως, οι κίνδυνοι πίσω από αυτήν τη στροφή για το ίδιο το κοινό; Γιατί κίνδυνοι υπάρχουν.
Η ετήσια έκθεση του Ινστιτούτου Reuters για τις ψηφιακές ειδήσεις, που δημοσιεύθηκε στα μέσα του προηγούμενου Ιουνίου, με την έρευνα που διεξήγαγε σε περισσότερους από 93.000 αναγνώστες σε 46 χώρες, παρουσιάζει ένα σύνολο δύσκολων προκλήσεων για τα καθιερωμένα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Ενώ η αποφυγή των ειδήσεων είναι γενικά γνωστός ως όρος εδώ και αρκετό καιρό, το Reuters με έδρα την Οξφόρδη επαναλαμβάνει την έρευνα από έτος σε έτος και το ποσοστό της επιλεκτικής αποφυγής έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία πέντε χρόνια – από 29%, όπως μετρήθηκε το 2017, στο τωρινό 38%.
Τι είναι φαινόμενο «αποφυγή ειδήσεων»
Η αποφυγή ειδήσεων αναφέρεται στην εσκεμμένη αντίσταση στις ειδήσεις, με όσους αποφεύγουν τις ειδήσεις είτε να τις αποφεύγουν εντελώς είτε να μειώνουν δραστικά την ποσότητα των πληροφοριών που καταναλώνουν. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, τα μέσα παγκοσμίως σήμερα έχουν να αντιμετωπίσουν τρεις βασικές προκλήσεις.
Η επιλεκτική αποφυγή ειδήσεων. Κατά μέσο όρο, το 38% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι συχνά ή μερικές φορές αποφεύγουν ειδήσεις για ορισμένα θέματα -κυρίως πολιτική και COVID-19. Βρίσκουν αυτό το είδος δημοσιογραφίας καταθλιπτικό και επαναλαμβανόμενο.
Τα επίπεδα εμπιστοσύνης παραμένουν χαμηλά. Μόνο το 42% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι εμπιστεύεται τις περισσότερες φορές τις περισσότερες ειδήσεις. Όπως συνέβαινε και πριν από ένα χρόνο, οι Ηνωμένες Πολιτείες καταλαμβάνουν την τελευταία θέση μεταξύ των χωρών με μόλις 26% που εκφράζουν εμπιστοσύνη, μια πτώση τριών μονάδων από το 2021.
Η πρόοδος όσον αφορά το να πληρώνουν οι χρήστες για τις ψηφιακές ειδήσεις παραμένει στάσιμη. Στις ΗΠΑ, το 19% πληρώνει για τουλάχιστον κάποιες διαδικτυακές ειδήσεις, αλλά οι μεγάλες εθνικές εφημερίδες καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος αυτής της δράσης. Οι πληρωμένες ψηφιακές συνδρομές για περιφερειακούς τίτλους είναι πολύ πιο δύσκολο να πουληθούν.
Οι λόγοι που έχει δημιουργηθεί αυτό το φαινόμενο
Το εύρος των χωρών του δείγματος επιτρέπει να συμπληρωθεί ένα άλλο μέρος της εικόνας της αποφυγής ειδήσεων. Οι χώρες με υψηλό βαθμό πολιτικής αναταραχής -η Βραζιλία (54%), το Ηνωμένο Βασίλειο (46%) και οι ΗΠΑ (42%)- είχαν τα χειρότερα επίπεδα. Στις τελευταίες θέσεις της λίστας αποφυγής των ειδήσεων βρίσκονταν χώρες με πολύ λιγότερο ασταθές πολιτικό κλίμα όπως η Ιαπωνία, η Δανία και η Φινλανδία.
Διερευνώντας τους λόγους, οι ερευνητές του Reuters συνόψισαν ότι περίπου το 36% -ιδίως όσοι είναι κάτω των 35 ετών- δηλώνουν ότι οι ειδήσεις ρίχνουν τη διάθεσή τους. Άλλοι λένε ότι οι ειδήσεις οδηγούν σε διαφωνίες που θα προτιμούσαν να αποφύγουν (17%) ή οδηγούν σε αισθήματα αδυναμίας (16%).
Σημαντικό ποσοστό των νεότερων ανθρώπων δηλώνει ότι αποφεύγει τις ειδήσεις επειδή είναι δύσκολο να τις παρακολουθήσει κανείς, γεγονός που υποδηλώνει ότι τα ειδησεογραφικά μέσα θα μπορούσαν να κάνουν περισσότερα για να απλοποιήσουν τη γλώσσα και να εξηγήσουν πολύπλοκες ιστορίες. Αν και η έρευνα πραγματοποιήθηκε πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία, μεταγενέστερες δημοσκοπήσεις σε πέντε χώρες έδειξαν ότι η αποφυγή των ειδήσεων έχει, αν μη τι άλλο, αυξηθεί περαιτέρω.
Η δέσμευση για τη βιομηχανία ειδήσεων είναι σαφής, σχολίασε ο επικεφαλής συγγραφέας Nic Newman. «Τα θέματα που οι δημοσιογράφοι θεωρούν πιο σημαντικά, όπως οι πολιτικές κρίσεις, οι διεθνείς συγκρούσεις και οι παγκόσμιες πανδημίες, φαίνεται να είναι ακριβώς αυτά που απομακρύνουν ορισμένους ανθρώπους».
Στην ερώτηση του «τι θα μπορούσε να γίνει σχετικά με το φαινόμενο» του poynter.org ο Newman απάντησε πως «κάποια από αυτά είναι συνάρτηση της μετάβασης στην ψηφιακή τεχνολογία -οι άνθρωποι αισθάνονται ότι βομβαρδίζονται/υπερφορτώνονται συχνά όταν δεν το έχουν ζητήσει. Επίσης, η πληθώρα άλλων (πιο διασκεδαστικών) επιλογών σημαίνει ότι είναι ευκολότερο να αποφύγουν/επιλέξουν κάτι λιγότερο καταθλιπτικό».
Υπάρχουν τόσοι πολλοί τρόποι για να μείνετε ενημερωμένοι – γιατί να περιοριστείτε στο Facebook;
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν φέρει επανάσταση στην κατανάλωση ειδήσεων και στη διάδοση των πληροφοριών στο διαδίκτυο. Ωστόσο, μαζί με αυτά τα οφέλη έρχεται και ο άμεσος κίνδυνος της παραπληροφόρησης και των σοβαρών συνεπειών της, τόσο για όσους την καταναλώνουν όσο και για την κοινωνία στο σύνολό της.
Καθώς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κυριαρχούν όλο και περισσότερο στην καθημερινή μας ζωή, τα άτομα πρέπει να έχουν επίγνωση του περιεχομένου στο οποίο εκτίθενται. Εκτός από το να είναι επιφυλακτικοί με τις ειδήσεις που βρίσκουν μέσω των πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης, θα πρέπει να επιβεβαιώνουν τις πληροφορίες που λαμβάνουν με αξιόπιστες πηγές, αναφέρει η Daily Bruin.
Μαζί με τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έρχονται και οι απειλές των προσβλητικών εικόνων και μηνυμάτων, της παραβίασης της ιδιωτικής ζωής και των ψευδών πληροφοριών. Η παραπληροφόρηση διαδίδεται σε πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης όπως το Twitter με σημαντικά υψηλότερο ρυθμό από την αλήθεια, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Science.
Ωστόσο, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν μπορούν να είναι το απόλυτο και μοναδικό μέσο για τη λήψη πληροφοριών. Τα άτομα πρέπει να αφιερώνουν περισσότερο χρόνο στην έρευνα των εν λόγω θεμάτων και να ενημερώνονται από άλλες πλατφόρμες ειδήσεων.
Μια έρευνα της Wall Street Journal το Σεπτέμβριο του 2021 αποκάλυψε ότι το Facebook γνώριζε τους κινδύνους για την ψυχική υγεία που συνδέονται με τη χρήση της εφαρμογής Instagram, αλλά κράτησε τα ευρήματα αυτά μυστικά. Εσωτερική έρευνα του γίγαντα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης διαπίστωσε ότι το Instagram επιδείνωσε τα προβλήματα εικόνας του σώματος για ένα στα τρία έφηβα κορίτσια και όλοι οι έφηβοι χρήστες της εφαρμογής το συνέδεσαν με εμπειρίες άγχους και κατάθλιψης. Δεν είναι, ωστόσο, η πρώτη απόδειξη για τις βλάβες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Επιπλέον, ομάδες παρακολούθησης έχουν εντοπίσει το Facebook και το Instagram ως μέσα για διαδικτυακό εκφοβισμό, ενώ εκθέσεις έχουν συνδέσει το TikTok με επικίνδυνη και αντικοινωνική συμπεριφορά, συμπεριλαμβανομένων εξάρσεων βανδαλισμών σε σχολεία.
Ακόμη, το Forbes αναφέρει ότι σε έρευνά της η Pew Research καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι Αμερικανοί που λαμβάνουν τις ειδήσεις τους κυρίως μέσω των κοινωνικών δικτύων τείνουν να είναι λιγότερο καλά ενημερωμένοι, λιγότερο αφοσιωμένοι και περισσότερο εκτεθειμένοι σε παραπληροφόρηση και θεωρίες συνωμοσίας.
Το συμπέρασμα, ωστόσο, δεν αποτελεί έκπληξη και έχει πολλές επιπτώσεις. Μία από αυτές η ανάγκη να διδάξουμε στα παιδιά τις δεξιότητες που χρειάζονται για να είναι πλήρως ενημερωμένα: τα κοινωνικά δίκτυα είναι μια απλή, γρήγορη και αβίαστη πηγή ειδήσεων, αλλά όχι μόνο διευκολύνουν τη διάδοση ψευδών ειδήσεων, αλλά, επίσης, ενισχύουν τις προκαταλήψεις, ανάλογα με το ποιον ακολουθούμε. Το αποτέλεσμα είναι ότι όχι μόνο είμαστε λιγότερο καλά ενημερωμένοι, αλλά και ότι είναι πιο πιθανό να χειραγωγηθούμε για τη διάδοση ψευδών ειδήσεων.
Σύμφωνα με τον Enrique Dans, διδάσκοντα και σύμβουλο στον τομέα της καινοτομίας από το 1990, και όσα γράφει στο Forbes, η χρήση ενός κοινωνικού δικτύου για την ειδησεογραφική ενημέρωση συνεπάγεται, στη «δική μου περίπτωση», όπως αναφέρει, ότι «δεν χρησιμοποιώ το εν λόγω κοινωνικό δίκτυο για να ακολουθώ τους φίλους ή την οικογένειά μου, αλλά αντίθετα δίνω προτεραιότητα σε ορισμένους ανθρώπους που μου παρέχουν ενδιαφέρον περιεχόμενο: ηγέτες του κλάδου, δημιουργούς περιεχομένου ή άλλους που, κατά κάποιον τρόπο, καθορίζουν την ατζέντα σε θέματα που με ενδιαφέρουν».
Δε συστήνει το Facebook ως ένα μέρος για να βρει κάποιος πληροφορίες ή να διαβάσει ειδήσεις, ανεξάρτητα από το τι ισχυρίζεται ότι είναι και ότι δεν συμφωνεί με τους ιθύνοντες των social media, ότι τα μέσα ενημέρωσης ειδήσεων χωρίς παρουσία σε αυτά είναι καταδικασμένα σε εξαφάνιση. Για τον ίδιο το Facebook είναι ένα κοινωνικό δίκτυο για να κρατάει επαφή με τους φίλους και την οικογένεια, αν και προφανώς αυτό δεν ισχύει για ένα σημαντικό μέρος της κοινωνίας. Το ίδιο ισχύει και για την υπόλοιπη αυτοκρατορία των social media. «Tο Instagram ως πηγή ειδήσεων»; Ο ίδιος το βρίσκει εντελώς «γελοίο», όπως γράφει.
«Το να αφήνουμε το έργο της συλλογής πληροφοριών στο ίδιο εργαλείο που χρησιμοποιούμε για να συγχαρούμε ανθρώπους για τα γενέθλιά τους, να μοιραζόμαστε φωτογραφίες διακοπών ή να διασκεδάζουμε, είναι κάτι που, ειλικρινά, δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω. Και τώρα, επιπλέον, γνωρίζουμε ότι αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να παραπληροφορηθούμε», τονίζει κλείνοντας το κείμενό του.