Ας πάμε 44 χρόνια πίσω, στο 1977: στο Μετς της Γαλλίας ο συγγραφέας βιβλίων επιστημονικής φαντασίας Φίλιπ Κ. Ντικ δίνει μια διάλεξη αναλύοντας κάποιο από τα επιτυχημένα βιβλία του, όπως το μυθιστόρημα «Do Androids Dream Of Electric Sheep?», πάνω στο οποίο βασίστηκε η ταινία «Blade Runner».
Στην ομιλία του ο Ντικ αναφέρει χαρακτηριστικά: «Αν νομίζετε ότι αυτός ο κόσμος είναι κακός, τότε περιμένετε να δείτε και τους άλλους». Τι εννοούσε ο συγγραφέας; Ήθελε να μας προειδοποιήσει για κάτι;
Πάντως, η ιδέα αυτή του καρφώθηκε στο μυαλό τον Μάρτιο του 1974, όταν, και έχοντας πρώτα πάρει μια καλή δόση αναισθησίας για να του γίνει εξαγωγή ενός δοντιού, οραματίστηκε κάτι μέσα στην μέθη του αναισθητικού του. Σκέφτηκε ότι «ζούμε σε μια πραγματικότητα που ’χει φτιαχτεί απ’ το πρόγραμμα ενός υπολογιστή και το μόνο στοιχείο που έχουμε για να το αποδείξουμε είναι όταν συμβαίνει κάποια αλλαγή μεταβλητής».
Η ομιλία αυτή του Ντικ στάθηκε η αφορμή για το σενάριο του θρυλικού Matrix, της ταινίας του 1999 που «έσπασε» τα ταμεία όπου και αν προβλήθηκε και απέκτησε μύριους όσους οπαδούς. Κυρίως, συνωμοσιολόγους που πίστεψαν ότι όντως όλοι μας ζούμε μέσα σε ένα Matrix σαν και αυτό που περιγράφεται με ζοφερό τρόπο στην ταινία.
Φτάνουμε το σήμερα και η θεωρία αυτή έχει αποκτήσει ακόμη περισσότερους οπαδούς, όπως καταδεικνύει με γλαφυρό τρόπο το ντοκιμαντέρ «A glitch in the Matrix» (Σφάλμα στο Μάτριξ) του σκηνοθέτη Ρόντνεϊ Άσερ.
Το ντοκιμαντέρ ανοίγει με τη συνέντευξη ενός άνδρα, ονόματι Πολ Γκαντ που κάθεται στο γραφείο του, ανάμεσα σε βιβλία πεταμένα στο έδαφος και άπλυτα ρούχα παντού. Ο ίδιος ο Γκαντ, όμως, είναι ένας άνθρωπος πραγματικά αλλόκοτος, εκκεντρικός: έχει χάλκινο δέρμα, φορά πανοπλία και έχει μια τεράστια ουλή στο πρόσωπό του.
Είναι ένας άνθρωπος εμμονικός, συνωμοσιολόγος. Που πιστεύει ότι ζει μέσα στο Matrix και όλη του η ύπαρξη και η καθημερινότητα καθορίζεται από αυτή του την σκέψη.
Ο Γκαντ ανήκει σε μια κλειστή ομάδα ανθρώπων που πιστεύουν στη «θεωρία της προσομοίωσης», δηλαδή πιστεύουν σοβαρά ότι η πραγματικότητα γύρω μας είναι απλώς μια προβολή που το μικρό μας μυαλό αντιλαμβάνεται ως «πραγματικότητα» -όπως ακριβώς δηλαδή οι πρωταγωνιστές του Matrix.
O σκημοθέτης, πολύ έξυπνα, χρησιμοποιεί animation και άλλα ψηφιακά «κόλπα», όπως τα χαρακτηριστικά πράσινα πίξελ που πέφτουν στους τίτλους τέλους και αρχής του Matrix, προκειμένου να στηρίξει, οπτικοακουστικά, το μεγαλεπήβολο πρότζεκτ του. Και φυσικά τα καταφέρνει.
«Πρόκειται για παράξενη σύμπτωση, γιατί στην πραγματικότητα αρχίσαμε να γυρνάμε αυτές τις συνεντεύξεις από το 2019», εξηγεί ο ίδιος ο Άσερ στον Guardian. «Πίστευα ότι αυτή η μέθοδος των γυρισμάτων μέσα από την ψηφιακή διαμεσολάβηση ταίριαζε με τη θεματική αυτών των ιστοριών. Τη στιγμή που αλληλεπιδρούσαμε μεταξύ μας, από μια άποψη δεν ήμασταν παρά πίξελς, χρωματιστές κουκίδες και ήχος που μεταφερόταν από τον έναν στον άλλο. Έμοιαζε ταιριαστό και, για να είμαι ειλικρινής, μας επέτρεψε να εξοικονομήσουμε χρήματα. Το γεγονός ότι τοποθετήσαμε αυτά τα animations σε αυτά τα κάδρα, μοιάζει με σάτιρα του κόσμου του Zoom στον οποίο ζούμε εδώ και αρκετούς μήνες. Όμως αυτό δεν είναι παρά ένα παράξενο, αστείο δώρο της τύχης».
Ο Γκαντ και οι υπόλοιποι συνωμοσιολόγοι θεωρούν ότι οι συμπτώσεις που εμείς αντιλαμβανόμαστε ως τύχη, δεν είναι παρά ατέλειες του συστήματος στο οποίο είμαστε συνδεδεμένοι. Κατά την γνώμη τους, όλοι οι άνθρωποι πάνω στον πλανήτη, είτε είμαστε απλοί εγκέφαλοι μέσα σε δοχεία που δέχονται ηλεκτρικά ερεθίσματα μέσα από καλώδια, είτε είμαστε απλώς megabytes δεδομένων στον σκληρό δίσκο ενός ευφυέστερου, από εμάς, πλάσματος. Βασικά, ζούμε μέσα σε μια «ψευδαίσθηση».
«Ένας από τους τύπους που μου μίλησε για αυτή την ταινία νόμιζε ότι αυτό που του συνέβαινε στη διάρκεια της εμπειρίας της υπνικής παράλυσης, ήταν ότι έβλεπε τον κώδικα, τα μηδενικά και τους άσσους που μπορούσε να δει ο Νίο [σ.σ: ο χαρακτήρας του Κιάνου Ριβς στο Matrix]», επισημαίνει ο Άσερ στον Guardian. «Αμέσως άρχισα να διαβάζω όσες πληροφορίες μπορούσα να βρω για αυτή. Παρατήρησα ότι ήταν παντού γύρω μου, στις ειδήσεις, σε αστεία, σε tweets, σε εμφανίσεις του Έλον Μασκ, παντού. Μετά από λίγο καιρό, δεν μπορούσα να δω τίποτα άλλο», συνοψίζει ο σκηνοθέτης, καταλήγοντας με νόημα:
«Υπάρχουν δυο πράγματα που μπορώ να πω για το δικό μου ταξίδι στη θεωρία προσομοίωσης», σημειώνει συμπερασματικά ο Άσερ. «Σίγουρα δεν είμαι πιο κοντά στο να τη δεχτώ ως επιστημονική αλήθεια, όμως δεν είναι αυτό το ζήτημα στο οποίο εστιάζει η ταινία. Για μένα μοιάζει περισσότερο με ζήτημα πίστης. Η θεωρία της προσομοίωσης είναι ένας κοσμογονικός μύθος. Όσο χρήσιμοι και σημαντικοί και αν είναι ορισμένοι από αυτούς, δεν είναι απαραίτητο ότι επηρεάζουν και τόσο την καθημερινότητά σου. Το να πιστεύεις ότι ζεις σε έναν υπολογιστή φτιαγμένο από εξωγήινους ή από μελλοντικούς ανθρώπους δεν επηρεάζει τον τρόπο που μεγαλώνεις τα παιδιά σου ή πληρώνεις τους λογαριασμούς σου. Εξακολουθείς να κοιτάζεις τον καθρέφτη σου την ώρα που οδηγείς».