Για ακόμη μία χρονιά, το βράδυ της Ανάστασης, ο Βροντάδος της Χίου πλημμύρισε φως και ήχο με την εντυπωσιακή αναβίωση του ρουκετοπόλεμου, ενός από τα πιο ιδιαίτερα πασχαλινά έθιμα της χώρας.

Το φαντασμαγορικό θέαμα με τις αυτοσχέδιες ρουκέτες, που εκτοξεύτηκαν στον νυχτερινό ουρανό του νησιού, ήταν ορατό από κάθε γωνιά της Χίου, προσφέροντας μοναδικές εικόνες και συγκινήσεις.

Η κάμερα κατέγραψε στιγμές μαγικές, με τις φλεγόμενες ρουκέτες να διαγράφουν φωτεινές τροχιές και να δημιουργούν φλεγόμενα σχέδια πάνω από τις στέγες των σπιτιών. Όπως κάθε χρόνο, οι ρίψεις ξεκίνησαν δοκιμαστικά από το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου (19 Απριλίου), με τους παραδοσιακούς «ρουκετατζήδες» των ενοριών του Αγίου Μάρκου και της Παναγίας Ερειθιανής να παίρνουν θέση.

Φέτος, εφαρμόστηκαν αυξημένα μέτρα ασφαλείας και μειώθηκε ο αριθμός των εκτοξευόμενων ρουκετών, στο πλαίσιο της προσπάθειας για τη διασφάλιση της ασφάλειας τόσο των κατοίκων όσο και των πολυάριθμων επισκεπτών. Παρά τους περιορισμούς, το έθιμο κράτησε αμείωτο το ενδιαφέρον και ενίσχυσε τη μοναδική ατμόσφαιρα της χιώτικης Ανάστασης.

Από τα κανόνια στις ρουκέτες

Οι ρίζες του ρουκετοπόλεμου εντοπίζονται στην περίοδο της Τουρκοκρατίας. Τότε, οι Βρονταδούσοι χρησιμοποιούσαν μικρά κανόνια για να γιορτάσουν την Ανάσταση, όμως οι Οθωμανοί απαγόρευσαν τη χρήση τους, φοβούμενοι πιθανή εξέγερση. Έτσι, οι κάτοικοι αντικατέστησαν τα κανόνια με αυτοσχέδιες ρουκέτες, διατηρώντας το έθιμο ζωντανό μέχρι σήμερα.

Η προετοιμασία για τον ρουκετοπόλεμο ξεκινά μήνες πριν το Πάσχα. Οι ενορίτες, γνωστοί ως Παναγούσοι και Αγιομαρκούσοι, κατασκευάζουν τις ρουκέτες χρησιμοποιώντας μείγμα από κάρβουνο, νίτρο και θειάφι. Το βράδυ της Ανάστασης, οι ρουκέτες τοποθετούνται σε ειδικές βάσεις, τους ρουκετοσύρτες, και εκτοξεύονται με στόχο να πετύχουν τον τρούλο ή το ρολόι της αντίπαλης εκκλησίας. Η καταμέτρηση των επιτυχημένων χτυπημάτων γίνεται την Κυριακή του Πάσχα.

Ο ρουκετοπόλεμος δεν είναι απλώς ένα εντυπωσιακό θέαμα, αλλά αποτελεί σημαντικό στοιχείο της πολιτιστικής κληρονομιάς της Χίου. Παρά τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει, όπως ζητήματα ασφάλειας και περιβαλλοντικές ανησυχίες, το έθιμο συνεχίζει να ενώνει την τοπική κοινότητα και να προσελκύει επισκέπτες, συμβάλλοντας στην τουριστική ανάπτυξη του νησιού.