Όταν το Συντηρητικό Κόμμα ανήλθε στην εξουσία το 2010 δεσμεύθηκε να σταματήσει τη μετανάστευση, να περιορίσει τις λίστες αναμονής στο εθνικό σύστημα υγείας και να βγάλει τη χώρα από την οικονομική κρίση.
Πέντε ηγέτες των Τόρις διαδέχθηκαν ο ένας τον άλλον στο νούμερο 10 της Ντάουνινγκ Στριτ στη διάρκεια 14 ετών ταραχώδους διακυβέρνησης, στα οποία κυριάρχησε το δημοψήφισμα του 2016 υπέρ του Brexit.
Ο Κιρ Στάρμερ, επικεφαλής των Εργατικών που, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, θα κερδίσουν στις εκλογές της 4ης Ιουλίου, καταγγέλλει τα 14 χρόνια «χάους» των Συντηρητικών.
Ακολουθούν μερικοί αριθμοί- κλειδιά της διακυβέρνησης των Συντηρητικών:
Η κατάσταση του εθνικού συστήματος υγείας (NHS) αποτελεί ένα σημαντικό ζήτημα για τις εκλογές και μελανό σημείο των Τόρις.
Ο νυν πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ, που ανέλαβε καθήκοντα το 2022 μετά τη θητεία εξπρές της Λιζ Τρας, είχε αναγάγει τη μείωση της λίστας αναμονής στα δημόσια νοσοκομεία σε βασική του δέσμευση. Όμως οι αριθμοί είναι κακοί: σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα δεδομένα του NHS, 7,57 εκατ. μη επείγουσες επεμβάσεις – όπως επεμβάσεις για καταρράκτη ή επεμβάσεις στο γόνατο– βρίσκονται σε αναμονή. Αριθμός τριπλάσιος σε σχέση με τον Μάιο του 2010 (2,6 εκατ.), όταν ο Συντηρητικός Ντέιβιντ Κάμερον είχε κερδίσει τις εκλογές.
Η μείωση της καθαρής μετανάστευσης -της διαφοράς μεταξύ του αριθμού των ανθρώπων που φτάνουν στη χώρα και αυτών που φεύγουν- ήταν μία ακόμη προτεραιότητα των Συντηρητικών. Μία από τις προεκλογικές δεσμεύσεις του Κάμερον το 2010 ήταν ο περιορισμός της ετήσιας καθαρής μετανάστευσης, που τότε εκτιμώταν σε 252.000, σε «δεκάδες χιλιάδες».
Όμως 14 χρόνια αργότερα ο αριθμός αυτός έχει υπερδιπλασιαστεί, φτάνοντας τις 685.000 το 2023, με βάση τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας. Και αυτό παρά τις μαζικές αποχωρήσεις πολιτών της ΕΕ μετά το Brexit.
Από το 2019 οι περισσότερες αφίξεις αφορούν πολίτες Ινδίας, Νιγηρίας, Κίνας και Πακιστάν, ενώ παράλληλα παρατηρείται άνοδος των αφίξεων από το Χονγκ Κονγκ και την Ουκρανία.
Στους αριθμούς αυτούς δεν περιλαμβάνεται η αύξηση στις αιτήσεις παροχής ασύλου.
Στην αρχή της δεκαετίας του 2020 υπήρχαν ελάχιστες τράπεζες τροφίμων στη Βρετανία.
Δεκατέσσερα χρόνια αργότερα υπάρχουν περισσότερες τράπεζες τροφίμων απ’ ό,τι νοσοκομεία στη χώρα, με το Trussel Trust – το μεγαλύτερο δίκτυο τραπεζών τροφίμων στη χώρα – να διαχειρίζεται 1.699 κέντρα ενώ υπάρχουν τουλάχιστον άλλα 1.172 ανεξάρτητα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Trussel Trust.
Ο αριθμός των επισιτιστικών πακέτων που μοιράστηκαν πέρασε από τις 61.000 το 2010/2011 στα 3,1 εκατομμύρια το 2023/2024. Τα πέντε τελευταία χρόνια ο αριθμός αυτός έχει σχεδόν διπλασιαστεί. Ωστόσο το ποσοστό ανεργίας στη Βρετανία είναι στο χαμηλότερο επίπεδο από τη δεκαετία του 1970. Στο τέλος του 2010 το ποσοστό ανεργίας ήταν 7,8%, ενώ σταδιακά έπεσε για να φτάσει το 4,4% την περίοδο Μαρτίου- Απριλίου 2024, με βάση τη στατιστική υπηρεσία.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για τις άλλες χώρες της G7, η Βρετανία βρίσκεται σε καλύτερη θέση από την Ιταλία (7,8%), τη Γαλλία (7,4%) και τον Καναδά (6,3%). Παρ’ όλα αυτά, όπως καταγγέλλουν οι Εργατικοί και συνδικάτα, πίσω από τον αριθμό αυτό κρύβεται αυξανόμενος αριθμός επισφαλώς εργαζόμενων ή κακοπληρωμένων εργαζόμενων.
Από το 2010 ως το 2020 η χρηματοδότηση τοπικών οργανισμών και οργανώσεων (κυρίως των κομητειών και των περιφερειών) από τη βρετανική κυβέρνηση μειώθηκε κατά 40%, με σοβαρές επιπτώσεις στις δημόσιες υπηρεσίες. Ο αριθμός των δημόσιων βιβλιοθηκών για παράδειγμα μειώθηκε κατά σχεδόν 20% από το 2010 ως το 2020, σύμφωνα με το βρετανικό ινστιτούτο Cipfa.
Η μείωση της χρηματοδότησης των τοπικών οργανισμών και οργανώσεων εντάσσεται στην πολιτική περικοπής δημόσιων δαπανών, προκειμένου να περιοριστεί το δημοσιονομικό έλλειμμα.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ