Μια κυρία της αριστοκρατικής βρετανικής κοινωνίας, κόρη ναυάρχου βλέπετε, έμελλε να τσαλακωθεί όταν θα ερχόταν ο πόλεμος, αφήνοντας κληρονομιά μια από αυτές τις ιστορίες γενναιότητας που μόνο οι ένοπλες συγκρούσεις ξέρουν να πλάθουν.
Όταν οι Γερμανοί περικύκλωσαν λοιπόν συμμαχικό οχυρό στη Λιβύη, στο πλαίσιο της εκστρατείας της «Αλεπούς της Ερήμου» στη Βόρεια Αφρική, η Susan Travers αρνήθηκε να εγκαταλείψει με τις άλλες γυναίκες τη βάση.
Ήταν εξάλλου η μόνη γυναίκα μέλος της γαλλικής Λεγεώνας των Ξένων και θα καθόταν εκεί, να δέχεται τις βόμβες των Γερμανών, για 15 ολόκληρες μέρες.
Όταν προμήθειες και φαγητό σώθηκαν, η κόρη του βρετανού ναυάρχου και ερωμένη του γάλλου στρατηγού και διοικητή της εκεί δύναμης, Marie-Pierre Koenig, κατάλαβε πως ενισχύσεις δεν θα έρχονταν, κι έτσι ήταν και στα δικά της χέρια να σώσει τους πολιορκημένους.
Οδηγός της Λεγεώνας των Ξένων ήταν εξάλλου και έπιασε το τιμόνι του τζιπ σε κείνη την ηρωική έξοδο. Με τον καλό της να της λέει «αν δεν σταματήσουμε εμείς, οι άλλοι θα ακολουθήσουν», τέθηκε επικεφαλής της αυτοκτονικής φάλαγγας και κατάφερε να αποδράσουν στην έρημο μέσα στις ομοβροντίες των κανονιών του εχθρού.
Το δικό της όχημα θα έτρωγε 11 σφαίρες και βλήματα, εκεί όμως, ασταμάτητο. Ώσπου έφτασε με τους άλλους 2.500 φαντάρους στην αγγλική στρατιά και σώθηκαν. Κι αυτό δεν θα ήταν παρά ένα μόνο περιστατικό στη ζωή μιας πραγματικής μαχήτριας, που θα συνέχιζε τον πόλεμο οδηγώντας ένα «αυτοκινούμενο αντιαρματικό όπλο» και θα γινόταν αργότερα επίσημο μέλος της Λεγεώνας των Ξένων αποκρύπτοντας το φύλο της από την αίτηση!
Πολυπαρασημοφορημένη με τις υψηλότερες τιμές του γαλλικού στρατού, ήταν μια γυναίκα που δεν την τρόμαζε ο πόλεμος. Όταν τη ρώτησαν για την τολμηρή απόδραση, είπε ξερά: «Η μεγάλη μου ανησυχία ήταν ότι θα μας πρόδιδε η μηχανή. Τι ωραίο συναίσθημα που ήταν να τρέχεις όσο πιο γρήγορα μπορείς μέσα στο σκοτάδι!»…
Όταν έκλεισε τα μάτια της στο Παρίσι σε ηλικία 94 ετών (2003), όλοι τη μνημόνευαν από κείνο το τρικ που έκανε και έγινε επισήμως η μόνη ποτέ γυναίκα της Λεγεώνας των Ξένων. Ξεγέλασε δηλαδή το ένδοξο εθελοντικό σώμα αποκρύπτοντας από την αίτηση πως ήταν γυναίκα.
Βρετανή στην καταγωγή, η Susan Mary Gillian Travers γεννήθηκε το 1909 στο Λονδίνο ως κόρη του Francis Eaton Travers, ναυάρχου του Βασιλικού Ναυτικού της Αγγλίας, που είχε παντρευτεί τη γυναίκα του αποκλειστικά για τα λεφτά της (όπως δήλωσε η κόρη σε πολύ κατοπινή συνέντευξή της).
Μεγαλωμένη στις ανέσεις και την τρυφή που τόσο αρεσκόταν η υψηλή κοινωνία της Βρετανίας, ανατράφηκε με αυστηρότητα και πειθαρχία από τον πατέρα της. Γι’ αυτό και συνήθιζε να περνά μεγάλα διαστήματα στην Κορνουάλη, πλάι στην αριστοκράτισσα γιαγιά της που δεν της χαλούσε ποτέ χατίρι. Τίποτα δεν προμήνυε δηλαδή το αγρίμι που θα γινόταν όταν θα ξεσπούσε ο πόλεμος που είπαν Β’ Παγκόσμιο.
Όταν έφτασε να θεωρεί δηλαδή τη Λεγεώνα των Ξένων ως τη μόνη πραγματική της οικογένεια, διαδραματίζοντας κεφαλαιώδη ρόλο σε μια από τις θαρραλέες αποδράσεις του πολέμου, την περιβόητη πολιορκία του Έρβιν Ρόμελ στο φρούριο Μπιρ Χακίμ το 1942.
Όταν ήρθε και τη βρήκε ο πόλεμος το 1939, η Travers ζούσε στη Νότια Γαλλία εδώ και αρκετά χρόνια. Ο πατέρας της ήταν επικεφαλής των συμμαχικών δυνάμεων στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και στρατοπέδευε στη Μασσαλία (όπου ο δικός του πατέρας ήταν ο βρετανός πρόξενος), αποφασίζοντας το 1921 να μεταφέρει εκεί όλη του την οικογένεια.
Η Γαλλική Ριβιέρα είχε αρχίσει μόλις να γίνεται δημοφιλής στη βρετανική αριστοκρατία και η Susan περνούσε πολύ καλά εκεί ως νεαρή κοσμική. Έπαιζε τένις όλη μέρα και, όπως έγραψε μετά, πέρασε μια «ανούσια δεκαετία» ως μέλος της τάξης της, με ταξίδια σε όλη την Ευρώπη και διασκεδάσεις που δεν ήταν για τους κοινούς θνητούς.
Εμφανώς αλλαγμένη όταν άρχισαν οι εχθροπραξίες, πρώτη της δουλειά ήταν να ενταχθεί στις τάξεις του Ερυθρού Σταυρού ως νοσοκόμα. Παρά το γεγονός ότι μέχρι τότε ζούσε ως κυρία της υψηλής κοινωνίας, ένιωσε το κάλεσμα, όπως είπε.
Έγινε πάντως σαφές από την αρχή πως δεν ήταν κομμένη και ραμμένη για νοσοκόμα. Φοβόταν άλλωστε και το αίμα και τις αρρώστιες. Κι έτσι είπε να βοηθήσει γινόμενη οδηγός ασθενοφόρου. Και έγινε. Και ήταν τόσο καλή που την έστειλαν αμέσως με το γαλλικό εκστρατευτικό σώμα να βοηθήσει τους Φινλανδούς στον Χειμερινό Πόλεμο με τους Σοβιετικούς το 1940…
Η Γαλλία έπεσε εντωμεταξύ στα χέρια του Άξονα όσο εκείνη έβλεπε καθημερινά πόλεμο στη Σκανδιναβία. Κι έτσι επέστρεψε στο Λονδίνο και έφυγε εθελοντικά να ενταχθεί στις Ελεύθερες Γαλλικές Δυνάμεις του στρατηγού Ντε Γκολ. Την τοποθέτησαν σε μεραρχία της Λεγεώνας των Ξένων και πριν το καταλάβει βρέθηκε στη Δυτική Αφρική, όπου έζησε την αποτυχημένη επίθεση στο Ντακάρ.
Κατόπιν τοποθετήθηκε στην Ερυθραία, ως οδηγός υψηλόβαθμων γάλλων αξιωματούχων. Η θέση επικίνδυνη, καθώς οι δρόμοι της ερήμου γέμιζαν μαγικά με νάρκες και ενέδρες του εχθρού. Επιβίωσε όμως και είχε αρκετές ιστορίες να διηγηθεί, με καταδιώξεις, ακόμα και τραυματισμό της από βλήμα.
«Μις» τη φώναζαν οι άλλοι Λεγεωνάριοι και τη δέχονταν ως ίση ανάμεσά τους, καθώς αποδεχόταν και τιμούσε τη θρυλική σιδερένια πειθαρχία της Λεγεώνας. Και έγινε με τους περισσότερους καλή φίλη, μεταξύ αυτών και ο σύντροφος Pierre Mesmer, κατοπινός πρωθυπουργός της Γαλλίας.
Και βέβαια ως μια γυναίκα ζωντανή που της άρεσε η ζωή, είχε και αρκετούς ερωτικούς δεσμούς να επιδείξει. Όπως με τον ρώσο πρίγκιπα και αντισυνταγματάρχη Dimitri Amilakhvari, διοικητή τμήματος των Ελεύθερων Γαλλικών Δυνάμεων του Ντε Γκολ. Αν και ο έρωτας που θα τα άλλαζε όλα θα ερχόταν τον Ιούνιο του 1941, όταν τοποθετήθηκε οδηγός του συνταγματάρχη Marie-Pierre Koenig, του διοικητή της Λεγεώνας των Ξένων!
Παρά το γεγονός ότι εκείνος ήταν παντρεμένος, η έλξη υπήρξε κεραυνοβόλα. Εκείνος της πήγαινε καθημερινά (και κρυφά) ένα τριαντάφυλλο όταν εκείνη νοσηλευόταν χτυπημένη από ίκτερο. Και καθώς δεν μπορούσαν να εκδηλώσουν τον έρωτά τους δημοσίως, το έσκασαν για ένα διάστημα περνώντας μερικούς μήνες έρωτα στη Βηρυτό, όπου ζήτησε ο υψηλόβαθμος αξιωματούχος να τοποθετηθεί… εσπευσμένα.
Μόνο που οι ειδυλλιακές στιγμές καταμεσής του πολέμου θα έπαιρναν γρήγορα τέλος, όταν η Λεγεώνα των Ξένων προσαρτήθηκε στην 8η Στρατιά και την άνοιξη του 1942 στάλθηκαν να υπερασπιστούν το Μπιρ Χακίμ από την προέλαση του Ρόμελ. Ήταν το νοτιότερο τμήμα της συμμαχικής αμυντικής γραμμής στο Δυτικό Μέτωπο, ένα νευραλγικής σημασίας φρούριο που δεν έπρεπε να πέσει στον εχθρό.
Παρά το γεγονός ότι ο βρετανός στρατάρχης Claude Auchinleck κατάφερε με την 8η Στρατιά του να λύσει την πολιορκία του Τομπρούκ και να απωθήσει τον Ρόμελ ως την Ελ-Αγκέιλα στα τέλη του 1941, ανακτώντας εκ νέου την Κυρηναϊκή, το ξεκίνημα της νέας χρονιάς βρήκε τον Ρόμελ σε νέα έφοδο.
Στόχος του ήταν η κατάληψη της γραμμής Γκαζάλα – Μπιρ Χακίμ (26 Μαΐου – 10 Ιουνίου) και κατόπιν του Τομπρούκ (21 Ιουνίου), η πτώση του οποίου θεωρήθηκε εθνική καταστροφή στο Λονδίνο. Στις αρχές Μαΐου λοιπόν, οι δυνάμεις του Άξονα (Γερμανοί και Ιταλοί), ακούγοντας τον λόγο του Ρόμελ πως δεν θα χρειάζονταν παρά 15 λεπτά για να κάμψουν κάθε συμμαχική αντίσταση, περνούν στην αντεπίθεση.
Η 8η ευελπιστούσε πως το Μπιρ Χακίμ θα άντεχε λίγο περισσότερο, καμιά βδομάδα. Διαψεύστηκαν όλοι τους. Κάτω από τη στιβαρή διοίκηση του Koenig, η 1η Ελεύθερη Γαλλική Ταξιαρχία των 1.000 Λεγεωνάριων και άλλοι 1.500 στρατιώτες των Συμμάχων κατάφεραν να το κρατήσουν ζωντανό για 15 ολόκληρες μέρες.
Αναγκάζοντας τον Τσόρτσιλ να αποκαλέσει τους Ελεύθερους Γάλλους «Μαχόμενους Γάλλους» και τον Χίτλερ να τους ανακηρύξει ως τους δεύτερους καλύτερους στρατιώτες του πολέμου, μετά τους Γερμανούς!
Σύμβολο αντίστασης στους Ναζί αλλά και ορόσημο ελπίδας για την ανατροπή του κλίματος, το Μπιρ Χακίμ δεν μπορούσε όμως να αντέξει άλλο. Χωρίς τρόφιμα, πολεμοφόδια και νερό, ο Koenig αποφάσισε ηρωική έξοδο τη νύχτα, μέσα από τα ναρκοπέδια αλλά και τις τρεις διαδοχικές γραμμές των γερμανικών Πάντσερ που είχαν περικυκλώσει το οχυρό.
Η δουλειά της Travers αποφασιστικής σημασίας σε όλο αυτό, καθώς θα ήταν η οδηγός του διοικητή και του υποδιοικητή του (και πρώην συντρόφου της, Amilakhvari!). Η έξοδος έγινε, προδόθηκε όμως όταν ένα φορτηγό πάτησε σε νάρκη. Τα άρματα μάχης άρχισαν να ξερνούν φωτιές, η Travers σανίδωσε όμως το γκάζι και πίσω δεν κοίταξε, καθώς αποφασίστηκε πως η έξοδος έπρεπε να συνεχιστεί πάση θυσία.
Πέρασαν μέσα από τις γερμανικές γραμμές, με κείνη να ανοίγει δρόμο και την υπόλοιπη φάλαγγα να ακολουθεί. Παρά το γεγονός ότι το τζιπ είχε γαζωθεί με σφαίρες, κατάφερε να φτάσει στις βρετανικές δυνάμεις.
Από τους 3.700 συνολικά στρατιώτες του Μπιρ Χακίμ, πάνω από 2.400 κατάφεραν να γλιτώσουν μαζί της. Οι 650 Λεγεωνάριοι που έζησαν έγιναν κι αυτοί σύμβολα, ο εραστής της Koenig εθνικός ήρωας των Γάλλων και εκείνη παρασημοφορήθηκε με ό,τι καλύτερο είχε να απονείμει ο γαλλικός στρατός, όπως ο Πολεμικός Σταυρός…
Με την καριέρα και τη φήμη του Koenig σε ιστορικά υψηλά, ο στρατιωτικός το πρώτο που έκανε ήταν να διακόψει το παράνομο ειδύλλιο με την Travers και να γυρίσει στη γυναίκα του, κάτι που τη βύθισε στη θλίψη. Μάζεψε ωστόσο τα κομμάτια της και ακολούθησε τη Λεγεώνα των Ξένων στις συμμαχικές επιχειρήσεις σε Ιταλία, Γαλλία και Γερμανία μέχρι και το τελευταίο δευτερόλεπτο του πολέμου.
Ως οδηγός και νοσοκόμα πια, καθώς και οι δύο υπηρεσίες της παραήταν πολύτιμες στο μέτωπο. Μέχρι τον Μάιο του 1945 «είχα γίνει ο άνθρωπος που πάντα ήθελα να είμαι». Και μιας και ήθελε να είναι αυτός ακριβώς ο άνθρωπος, έκανε αίτηση αμέσως μετά τη λήξη του πολέμου για να γίνει και επισήμως μέλος της Λεγεώνας των Ξένων. Φρόντισε βέβαια να ξεχάσει να γράψει στην αίτηση πως ήταν γυναίκα, κι έτσι έγινε δεκτή. Την τοποθέτησαν ανθυπασπίστρια στο Σώμα Εφοδιασμού και έγινε έτσι η μόνη γυναίκα που υπηρέτησε ποτέ στη θρυλική Λεγεώνα.
Και συνέχισε να βλέπει φυσικά πόλεμο, καθώς την έστειλαν τώρα στο Βιετνάμ να πολεμήσει στον Α’ Πόλεμο της Ινδοκίνας το 1945. Δύο χρόνια αργότερα παραιτήθηκε για να μεγαλώσει τα δύο παιδιά που απέκτησε από έναν συστρατιώτη της στη Λεγεώνα, που είχε γνωρίσει στην Τυνησία το 1945.
Ο Nicholas Schlegelmilch κόλλησε όμως μια τροπική ασθένεια το 1949 και αφού πέρασε 18 μήνες στο νοσοκομείο, βγήκε, αν και δεν θα ήταν ποτέ πια ο ίδιος άνθρωπος. Παρέμειναν πάντως μαζί ως τον θάνατό του το 1995. Εκείνη ζούσε πάντα στη Γαλλία, στα περίχωρα του Παρισιού, και ο κόσμος τη θυμόταν κάθε φορά που ο Γαλλικός Στρατός αποφάσιζε να την ξαναβραβεύσει για τον ρόλο της στο Μπιρ Χακίμ.
Το μετάλλιο που της έδωσαν μάλιστα το 1956 το καρφίτσωσε στη στολή της ο ίδιος ο Koenig, ο πρώην εραστής της που ήταν τώρα υπουργός Άμυνας της Γαλλίας. Σαράντα χρόνια αργότερα, το 1996, τιμήθηκε και με την ανώτερη διάκριση της Γαλλίας, το Παράσημο του Τάγματος της Λεγεώνας της Τιμής. Το 2000 έγραψε τα απομνημονεύματά της, όταν πέθαναν όλοι όσοι θα ιστορούνταν στο βιβλίο της.
Έφυγε από τον κόσμο τον Δεκέμβριο του 2003, αφήνοντας πίσω δύο γιους και μια από τις πλέον ηρωικές εξόδους του Β’ Παγκοσμίου.