Οι αδελφοί Έρικ και Λάιλ Μενέντεζ, οι οποίοι καταδικάστηκαν σε ισόβια κάθειρξη χωρίς δυνατότητα αποφυλάκισης για τους φόνους των γονιών τους το 1989 στο Μπέβερλι Χιλς, αναμένεται να βρεθούν ενώπιον του δικαστηρίου την Πέμπτη, σε ακρόαση που θα κρίνει αν είναι επιλέξιμοι για αναθεώρηση της ποινής τους με το ενδεχόμενο της πιθανής αποφυλάκισης.

Η ακρόαση διάρκειας δύο ημερών θα καθορίσει αν η ποινή ισόβιας κάθειρξης χωρίς δυνατότητα αποφυλάκισης μπορεί να τροποποιηθεί, ώστε να τους δοθεί η ευκαιρία απελευθέρωσης.

Η απόφαση του δικαστή θεωρείται κρίσιμη για τον κύκλο δικηγόρων, συγγενών και υποστηρικτών των αδελφών που τα τελευταία χρόνια έχουν αναζωπυρώσει την εκστρατεία για την απελευθέρωσή τους, με ώθηση από ένα ντοκιμαντέρ και μία μυθοπλαστική σειρά στο Netflix με την υπόθεσή τους.

Όπως αναφέρει το CNN, από το 2023 οι Έρικ και Λάιλ έχουν ξεκινήσει τριπλή νομική προσπάθεια για την απελευθέρωσή τους: αίτημα επαναπροσδιορισμού της ποινής, αίτημα απονομής χάριτος από τον κυβερνήτη της Καλιφόρνιας, Γκάβιν Νιούσομ, και αίτημα για νέα δίκη λόγω φερόμενων νέων αποδείξεων.

Ενώ μια νέα δίκη θα εστιάσει αποκλειστικά στα γεγονότα του εγκλήματος, η απόφαση για την ποινή επιτρέπει στον δικαστή να λάβει υπόψη και άλλους παράγοντες, όπως οι προσπάθειες αποκατάστασης των αδελφών.

Δεκάδες συγγενείς των Μενέντεζ υποστηρίζουν ότι οι δύο άνδρες έχουν δείξει ειλικρινή μεταμέλεια και έχουν επανενταχθεί θετικά στη φυλακή από τότε που πυροβόλησαν και σκότωσαν τους γονείς τους, Κίτι και Χοσέ Μενέντεζ, στο πολυτελές τους σπίτι. Επιπλέον, υποστηρίζουν ότι η αυστηρότητα της ποινής θα πρέπει να επανεξεταστεί βάσει της βαθύτερης κατανόησης που υπάρχει σήμερα για την παιδική σεξουαλική κακοποίηση, την οποία οι αδελφοί επικαλούνται ως αιτία για την πράξη τους, υποστηρίζοντας πως έδρασαν σε αυτοάμυνα μετά από χρόνια κακοποίησης από τον πατέρα τους.

Ωστόσο, ενώ ο πρώην εισαγγελέας της κομητείας του Λος Άντζελες είχε υποστηρίξει την αποφυλάκισή τους, ο διάδοχός του, Νέιθαν Χόχμαν, υιοθετεί πιο αυστηρή στάση, απειλώντας να ανακόψει τη θετική πορεία της υπόθεσης.

Ο Χόχμαν έχει εκφράσει την αντίθεσή του στο αίτημα για νέα δίκη και επιχείρησε να αποσύρει την υποστήριξη του προκατόχου του για την αναθεώρηση της ποινής, αίτημα που απορρίφθηκε από δικαστή την περασμένη εβδομάδα.

Λίγες ώρες πριν από την ακρόαση της Πέμπτης, η ομάδα του Χόχμαν υπέβαλε αίτημα αναβολής, επικαλούμενη την ολοκλήρωση «εκτεταμένων αξιολογήσεων κινδύνου» από το συμβούλιο αποφυλακίσεων, οι οποίες πρέπει να εξεταστούν από το δικαστήριο.

«Η Εισαγγελία θεωρεί ότι το δικαστήριο πρέπει να έχει στη διάθεσή του όλες τις πληροφορίες πριν λάβει μια τόσο σημαντική απόφαση. Αν απαιτείται επιπλέον χρόνος για να ληφθούν έγγραφα από το γραφείο του Κυβερνήτη, τότε ζητούμε αναβολή», αναφέρεται στο αίτημα της Τετάρτης.

Ο εισαγγελέας αποκάλεσε τους ισχυρισμούς των αδελφών περί αυτοάμυνας «κατασκευασμένους», υποστηρίζοντας ότι το έγκλημα ήταν προμελετημένο και αμφισβήτησε την εγκυρότητα των καταγγελιών περί σεξουαλικής κακοποίησης. Κάλεσε μάλιστα τους Έρικ και Λάιλ να παραδεχτούν ότι «είπαν ψέματα επί 30 χρόνια».

Η Αναμαρία Μπαράλτ, ξαδέρφη των αδελφών και επικεφαλής των προσπαθειών για την απελευθέρωσή τους, δήλωσε ότι δεν μπορεί να φανταστεί πως οι αδελφοί θα υπαναχωρήσουν στην υπεράσπισή τους.

«Δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να υποχωρήσουν ο Λάιλ και ο Έρικ στις απαιτήσεις του», δήλωσε τον περασμένο μήνα στο CNN. «Θα ήταν χαστούκι σε κάθε θύμα που έχουν υπερασπιστεί όλα αυτά τα χρόνια».

Οι δικηγόροι των αδελφών αναμένεται να καλέσουν ως μάρτυρες πρώην εισαγγελείς, συγκρατούμενους και προσωπικό σωφρονιστικών ιδρυμάτων, ίσως και συγγενείς, για να καταθέσουν υπέρ των προσπαθειών επανένταξης των Έρικ και Λάιλ στη φυλακή.

Αν εγκριθεί η αναθεώρηση της ποινής, το συμβούλιο αποφυλακίσεων θα εξετάσει την υπόθεσή τους και ενδέχεται να συστήσει την αποφυλάκισή τους. Η απόφαση θα μεταβιβαστεί στον κυβερνήτη Νιούσομ, ο οποίος έχει στη διάθεσή του 120 ημέρες για να την εγκρίνει, να την τροποποιήσει ή να την απορρίψει.

Παρότι η οικογένεια επιθυμεί την απελευθέρωσή τους, η Μπαράλτ εκφράζει ανησυχία πως το κοινό εξακολουθεί να βλέπει τους Έρικ και Λάιλ ως τους νεαρούς άνδρες με τα πουλόβερ από τις δίκες της δεκαετίας του ’90, που απεικονίζονταν ως οι αλαζονικοί κληρονόμοι της περιουσίας των 14 εκατομμυρίων δολαρίων των γονιών τους.

Αν απελευθερωθούν, θα επιστρέψουν στην κοινωνία ως πενηντάρηδες που έχουν περάσει σχεδόν όλη την ενήλικη ζωή τους στη φυλακή.

«Έχουν πολλούς υποστηρικτές στον κόσμο, αλλά δεν είναι όλοι υποστηρικτές», είπε η Μπαράλτ. «Δεν έχουν ζήσει ποτέ έξω από τη φυλακή στην εποχή των social media, που μπορεί να είναι ανελέητα και βάναυσα. Αυτό με ανησυχεί πολύ… Ελπίζω ότι θα βρουν τον δρόμο τους».

Πολλαπλές προσπάθειες για την ελευθερία

Ακόμα κι αν απορριφθεί η αναθεώρηση της ποινής, οι αδελφοί συνεχίζουν να επιδιώκουν την ελευθερία μέσω δύο επιπλέον οδών: νέας δίκης και απονομής χάριτος.

Ο κυβερνήτης Νιούσομ έχει τη δυνατότητα να απονείμει χάρη, που θα οδηγούσε σε άμεση αποφυλάκισή τους. Αν και μέχρι σήμερα δεν έχει λάβει απόφαση, έχει ζητήσει από το συμβούλιο αποφυλακίσεων να εξετάσει αν οι δύο άνδρες συνιστούν «υψηλό κίνδυνο» για την κοινωνία αν αποφυλακιστούν.

Το συμβούλιο αναμένεται να πραγματοποιήσει σχετική ακρόαση στις 13 Ιουνίου και στη συνέχεια θα αποστείλει τη σύστασή του στον κυβερνήτη.

Οι δικηγόροι των αδελφών έχουν επίσης καταθέσει αίτημα για νέα δίκη, γνωστό ως αίτηση habeas corpus, επικαλούμενοι νέα αποδεικτικά στοιχεία σεξουαλικής κακοποίησης από τον πατέρα τους που προέκυψαν μετά τις δίκες της δεκαετίας του ’90, μεταξύ των οποίων και μία επιστολή του 1988 του Έρικ προς συγγενή όπου αναφέρεται στην κακοποίηση.

Κατά τη διάρκεια των αρχικών δικών, οι αδελφοί παραδέχτηκαν ότι σκότωσαν τους γονείς τους, αλλά υποστήριξαν ότι δεν επρόκειτο για προμελετημένο φόνο. Στην πρώτη δίκη, με ξεχωριστούς ενόρκους για κάθε αδελφό, κατέθεσαν ότι υπέστησαν εφ’ όρου ζωής σωματική και σεξουαλική κακοποίηση από τον πατέρα τους και ότι η μητέρα τους γνώριζε αλλά δεν έκανε τίποτα. Οι δικηγόροι τους υποστήριξαν ότι φοβούνταν για τη ζωή τους.

Η πρώτη δίκη έληξε χωρίς απόφαση, οδηγώντας σε δεύτερη δίκη, στην οποία ο δικαστής απαγόρευσε την παρουσίαση των περισσότερων αποδείξεων για την κακοποίηση. Και οι δύο καταδικάστηκαν για φόνο πρώτου βαθμού και καταδικάστηκαν σε ισόβια χωρίς αποφυλάκιση. Οι συνήγοροί τους υποστηρίζουν ότι, αν είχαν παρουσιαστεί οι αποδείξεις, η καταδίκη θα αφορούσε ανθρωποκτονία και όχι φόνο πρώτου βαθμού.

Η τελική απόφαση ανήκει στον δικαστή, αλλά ο Χόχμαν έχει ζητήσει την απόρριψη του αιτήματος, λέγοντας ότι η κακοποίηση δεν συνιστά αυτοάμυνα.

«Η σεξουαλική κακοποίηση είναι αποτρόπαια και θα την διώκουμε σε κάθε μορφή της», δήλωσε. «Όμως, σε αυτή την περίπτωση, παρότι μπορεί να ήταν κίνητρο για την πράξη τους, δεν συνιστά αυτοάμυνα», συμπλήρωσε.

Η οικογένεια των Μενέντεζ έχει χαρακτηρίσει τις δηλώσεις του Χόχμαν «ξεπερασμένες» και «επικίνδυνες».

Ζωή με νόημα μέσα στη φυλακή

Πολλοί συγγενείς των αδελφών έχουν σταθεί στο πλευρό τους ακόμα και κατά τη διάρκεια των ταραχωδών δικών της δεκαετίας του ’90, ακολουθώντας τους από την προσωρινή κράτηση έως τις φυλακές υψίστης ασφαλείας και τελικά, σε μια καινοτόμο δομή σωφρονισμού στο Σαν Ντιέγκο, όπου κρατούνται σήμερα.

Αφότου παρέμειναν χωρισμένοι επί δεκαετίες, ο Έρικ και ο Λάιλ επανενώθηκαν το 2018 στη φυλακή RJ Donovan στο Σαν Ντιέγκο, όπου οι κρατούμενοι ενθαρρύνονται να δημιουργούν και να ηγούνται προγραμμάτων για άλλους φυλακισμένους. Εκεί, οι αδελφοί ίδρυσαν διάφορες πρωτοβουλίες, όπως ομάδες υποστήριξης για ηλικιωμένους και άτομα με αναπηρίες, μαθήματα διαλογισμού και εργαστήρια για εναλλακτικές μορφές αντίδρασης στη βία.

Ο Λάιλ συνεστήσε επίσης το Green Space Project, ένα εκτεταμένο πρόγραμμα εξωραϊσμού της φυλακής, το οποίο συγκέντρωσε πάνω από 250.000 δολάρια για δεντροφύτευση και δημιουργία κοινοτικών χώρων. Το πρόγραμμα στοχεύει στη μείωση της υποτροπής, εξοικειώνοντας τους κρατούμενους με περιβάλλοντα που προσομοιάζουν στον έξω κόσμο.

Η Μπαράλτ επισημαίνει ότι τα περισσότερα από αυτά τα προγράμματα δημιουργήθηκαν προτού υπάρξει οποιαδήποτε προοπτική αποφυλάκισης.

«Η αποφυλάκιση δεν ήταν στο τραπέζι και παρ’ όλα αυτά το έκαναν. Αυτό είναι εκπληκτικό», δήλωσε. «Ήθελαν να δώσουν νόημα στη ζωή τους και το πέτυχαν. Κατά τη γνώμη μου, ζουν ήδη γεμάτες ζωές, με σκοπό και νόημα».

Αν αποφυλακιστούν, οι Έρικ και Λάιλ έχουν εκφράσει την πρόθεση να συνεχίσουν την υπεράσπιση της σωφρονιστικής αποκατάστασης των επιζώντων παιδικής κακοποίησης, όπως αναφέρει η Μπαράλτ.