Μπορεί να είναι γνωστή για τις χιονισμένες βουνοκορφές, τις σοκολάτες, τους σουγιάδες και το χρηματοπιστωτικό της σύστημα, η Ελβετία παραμένει ωστόσο ορόσημο για το ιδιαίτερο δημοκρατικό της πολίτευμα.
Έναν προωθημένο τρόπο άμεσης δημοκρατίας, «ημι-άμεσης» σωστότερα, όπως ορίζεται από το Σύνταγμά της, ένα νομοθετικό πλέγμα που επιτρέπει σε κάθε ενήλικο πολίτη να αποφασίζει για το πώς θα κυβερνηθεί η χώρα.
Το μέτρο των δημοψηφισμάτων και των λαϊκών πρωτοβουλιών έχει μάλιστα και θιασώτες πολλούς παγκόσμιους ηγέτες. Ένα από τα πρώτα πράγματα που είπε πως θα ήθελε για τη χώρα του ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν αμέσως μετά την εκλογή του ήταν αυτές οι συνελεύσεις και οι αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες των Ελβετών.
Το να αποφασίζει ο λαός για τα πάντα έχει ωστόσο και τις αναποδιές του, όπως το βέτο που έθεσαν οι πολίτες στο να χτιστούν μιναρέδες στα καντόνια ή εκείνη την άλλη, την «τρελή», πρόταση να απαγορευτεί καθολικά η κίνηση των αυτοκινήτων τις Κυριακές!
Όταν μιλάμε ωστόσο για πολιτικό αυτοπροσδιορισμό και πραγματική λαϊκή εξουσία, το ιδιοσυγκρασιακό δημοκρατικό μόρφωμα της Ελβετίας δεν έχει δεύτερό του. Περισσότερα εξάλλου από το 1/3 των δημοψηφισμάτων που έχουν γίνει ποτέ στον δημοκρατικό πλανήτη έχουν λάβει χώρα στην Ελβετία.
Μπορεί η άμεση δημοκρατία να γεννήθηκε στην Αθήνα, η χώρα που την εξασκεί όμως και μάλιστα ήδη από τον Μεσαίωνα είναι η Ελβετία. Οι αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες είναι το αρχιμήδειο σημείο της ελβετικής δημοκρατίας, αν και η αντιπροσώπευση δεν λείπει. Είναι πράγματι το πιο περίεργο πολίτευμα της σύγχρονης εποχής, ένα υβρίδιο κοινοβουλευτισμού και αμεσοδημοκρατίας που έχει πολλά να διδάξει τον κόσμο.
Όπως το λέει εξάλλου ο πολιτικός αναλυτής και μέγας γνώστης των αμεσοδημοκρατικών διαδικασιών David Altman: «Οι διαδικασίες και οι αποφάσεις της άμεσης δημοκρατίας καταλήγουν αναγκαστικά σε μια επιπρόσθετη και καλύτερη κατανομή της δύναμης. Αυτοί που έχουν τη μεγαλύτερη δύναμη σε ένα πολιτικό σύστημα είναι αυτοί που αντιτίθενται συνήθως στην υιοθέτηση αμεσοδημοκρατικών διαδικασιών, όπως τα δημοψηφίσματα».
«Χρυσό ορόσημο άμεσης δημοκρατίας» αποκαλεί ο διαπρεπής επιστήμονας την Ελβετία, ένα παράδειγμα προς μίμηση όταν το ζητούμενο είναι να αποφασίζει ο λαός για τη ζωή του άμεσα, ανόθευτα και αδιαπραγμάτευτα…
Ημι-άμεσο αποκαλούμε εκείνο το δημοκρατικό μόρφωμα στο οποίο οι αντιπρόσωποι του έθνους εξασκούν την εκτελεστική εξουσία, η πραγματική νομοθετική δύναμη επαφίεται ωστόσο στους πολίτες. Αντιπροσωπευτική κυβέρνηση δηλαδή, αλλά με αμεσοδημοκρατικό πρόσημο.
Η πρωτοκαθεδρία του πολίτη έναντι της εκλεγμένης κυβέρνησης πέρασε στο ελβετικό Σύνταγμα ήδη από τη δεκαετία του 1830, ενώ ίσχυε στην πράξη ήδη από τον 13ο αιώνα. Η θεσμική κατοχύρωση είχε να ευχαριστεί σε πολλά τον Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος ήταν ο ιθύνων νους πίσω από τις πρώτες και εξαιρετικά προωθημένες δημοκρατικές παραχωρήσεις λίγα χρόνια πρωτύτερα (1813-1814), όταν το ομοσπονδιακό κράτος ήταν ακόμα σε εμβρυακό στάδιο και σίγουρα όχι η Ελβετία του 1830 και του 1848. Ο Καποδίστριας ήταν πίσω ακόμα και από το περίφημο καθεστώς της ουδετερότητας που εκχωρήθηκε στην Ελβετία το 1815 στη Διάσκεψη των Παρισίων.
Τα περισσότερα καντόνια που απάρτιζαν την Ελβετική Ομοσπονδία είχαν υιοθετήσει περισσότερες ή λιγότερες αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες. Όταν το 1848 η λεγόμενη «Ένορκη Συμμαχία» μετεξελίσσεται σε συνταγματικό ομοσπονδιακό κράτος και τα καντόνια εκχωρούν μέρος των αρμοδιοτήτων τους στο κεντρικό κράτος, αυτή ήταν η αποφασιστική στιγμή να ζητήσει ο λαός την καθιέρωση του δικαιώματος της ακόμα μεγαλύτερης πολιτικής συμμετοχής του.
Κι αυτό γιατί ο λαός, κυρίως η εργατιά και οι αγρότες, συνειδητοποίησαν πως το να έχουν απλώς το δικαίωμα να θέτουν βέτο στις αποφάσεις της κυβέρνησης δεν ήταν αρκετό. Κι έτσι λίγα χρόνια αργότερα, το 1874, καθιερώνεται και συνταγματικά τόσο το δημοψήφισμα όσο και οι συνελεύσεις.
Το 1891 ήταν ώρα για έναν ακόμα ακρογωνιαίο λίθο της λαϊκής εξουσίας, τη θεσμοθέτηση της λεγόμενης «λαϊκής πρωτοβουλίας» και της «πρωτοβουλίας αναθεώρησης του Συντάγματος». Οτιδήποτε προτείνει η κυβέρνηση σε νομοθετικούς όρους περνά πλέον από τον κόσμο.
Στα τελευταία 120 χρόνια, περισσότερες από 240 προτάσεις, σχέδια νόμου και τροπολογίες έχουν τεθεί σε λαϊκή διαβούλευση. Και καθώς το ελβετικό πόπολο ήταν πάντα συντηρητικό, μόλις το 10% αυτών των μέτρων έχει περάσει.
Η Ελβετική Συνομοσπονδία απαρτίζεται σήμερα από 26 καντόνια, 2.715 διοικητικές κοινότητες και 8,5 εκατομμύρια πληθυσμό. Παρά τις συμμετοχικές διαδικασίες σε όλα τα επίπεδα του πολιτεύματος, η Ελβετία παραμένει κοινοβουλευτική χώρα, λειτουργώντας με αντιπροσώπευση σε ομοσπονδιακό επίπεδο.
Αυτό που τη διακρίνει ωστόσο από τις άλλες δημοκρατικές χώρες είναι η δύναμη του κόσμου να θέτει σε λαϊκή διαβούλευση οποιονδήποτε νόμο προτείνει ή περάσει η κυβέρνηση! Για να συμβεί αυτό, πρέπει να συγκεντρωθούν 50.000 υπογραφές (το 1% περίπου του εκλογικού σώματος) μέσα σε 100 μέρες από την ψήφιση ή την πρόταση της επίμαχης νομοθεσίας.
Κι αν στους 96 από τους 100 νόμους που περνά η κυβέρνηση δεν γίνονται δημοψηφίσματα, αυτό έχει να κάνει με τα υψηλά επίπεδα αποδοχής που απολαμβάνουν οι κεντρικές κυβερνήσεις, που εκλέγονται εξάλλου με το σύστημα της απλής αναλογικής.
Η συμμετοχικότητα του συστήματος επιτρέπει επίσης στον λαό να προτείνει ακόμα και συνταγματικές αναθεωρήσεις (με 100.000 υπογραφές σε 18 μήνες), φτάνει να μην παραβιάζουν θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα ή δημοκρατικές διατάξεις. Το αμεσοδημοκρατικό μόρφωμα ολοκληρώνεται με τη λαϊκή εξουσία ελέγχου και αναθεώρησης οποιουδήποτε νόμου, τοπικού ή ομοσπονδιακού. Ακόμα και διεθνείς συμβάσεις που έχει υπογράψει η Ελβετία μπορούν να τεθούν στη λαϊκή ετυμηγορία!
Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; Ότι δεν μπορεί να περάσει τίποτα η κυβέρνηση αν δεν συμφωνεί ο λαός. Οτιδήποτε κρίνεται αντιλαϊκό απορρίπτεται δηλαδή στην πράξη από την ίδια τη λαϊκή βούληση. Δεν αντιπροσωπεύεται εδώ ο κόσμος, έχει δική του φωνή.
Την ίδια ώρα όμως, η παντοδυναμία της άμεσης δημοκρατίας του ελβετικού μοντέλου δεν εξασθενεί τις κοινοβουλευτικές διεργασίες ή την αντιπροσώπευση. Λαός νομοθέτης και εκτελεστής κυβέρνηση πάνε χέρι-χέρι. Και πώς θα μπορούσε εξάλλου να συμβεί διαφορετικά όταν τον τελευταίο λόγο τον έχει ο πολίτης;
Οι κυβερνήσεις σκέφτονται δυο και τρεις φορές να ψηφίσουν μέτρα, καθώς ξέρουν πως η βάση θα τους τα γυρίσει πίσω. Οι αποφάσεις του λαού έχουν δεσμευτική ισχύ και δεν είναι παίξε-γέλασε. Δεν έρχονται τα πάνω-κάτω εδώ. Οι εκλεγμένοι άρχοντες αναγκάζονται να νομοθετήσουν ακόμα και παρά τη θέλησή τους αν το πει ο λαός. Και θα το πει όπου χρειάζεται.
Αυτό το δικαίωμα του λαού να αμφισβητεί εκ των υστέρων αποφάσεις του Κοινοβουλίου είναι ο θεμέλιος λίθος της αμεσοδημοκρατικής συμμετοχικότητας. Πώς αποκαλείται κοινά η δυνατότητα του πολίτη να ελέγχει και να αναιρεί ομοσπονδιακούς νόμους, κοινοβουλευτικές τροπολογίες και κρατικές συμφωνίες μέσω δημοψηφισμάτων; «Φρένο στα χέρια του λαού»!
Η κυβέρνηση της Ελβετίας δεν νομοθετεί λοιπόν για τον κόσμο, αλλά νομοθετεί με τον κόσμο. Διαφοροποιήσεις υπάρχουν φυσικά στο σύστημα, καθώς κάθε καντόνι διατηρεί το δικαίωμα να τροποποιεί το σύστημά του, κάνοντάς το περισσότερο ή λιγότερο συμμετοχικό. Ενιαίο αμεσοδημοκρατικό σύστημα δεν έχει η χώρα, το πνεύμα του μοντέλου παραμένει ωστόσο κοινό στις ουσιαστικότερες διατάξεις του.
Μιλώντας βέβαια για ιδιοσυγκρασιακές παραξενιές του ελβετικού μοντέλου, δεν μπορεί να μην αναγνωρίσει κανείς την παντελή έλλειψη της γυναίκας στις άμεσες ή έμμεσες δημοκρατικές διαδικασίες. Πότε ψήφισαν οι γυναίκες για πρώτη φορά στο λίκνο της σύγχρονης άμεσης δημοκρατίας; Το 1971! Και στην περίπτωση ενός καντονιού, μόλις το 1991.
Ταυτοχρόνως, υπάρχουν και δυο καντόνια (Απενζέλ Ινερχόντεν και Γκλάρους) όπου η λαϊκή συνέλευση (Landsgemeinde) συνεχίζει να εκλέγει τους αντιπροσώπους της δι’ ανατάσεως της χειρός! Μερικές χιλιάδες πολίτες συρρέουν για να αποφασίσουν για το παρόν και το μέλλον τους και χωρίς τη μυστικότητα μάλιστα του παραβάν. Το παμπάλαιο αυτό σύστημα αμεσοδημοκρατικής ψηφοφορίας έχει και τα υπέρ και τα κατά του, όσο το θέλει όμως ο λαός δεν πέφτει σε κανέναν λόγος. Αν σταματήσει εξάλλου να το θέλει, θα το αλλάξει. Με την ίδια ανάταση του χεριού…
Η ανακατανομή δυνάμεων μεταξύ κοινοβουλευτισμού και άμεσης δημοκρατίας αλλάζει διαρκώς στην Ελβετία. Δεν είναι εξάλλου ένα παγιωμένο σύστημα που αποφασίστηκε κάποια στιγμή και «κλείδωσε», παρά μια δυναμική διαδικασία που υπόκειται στη φθορά και την αλλαγή. Ακόμα και το Σύνταγμα δεν αντιμετωπίζεται ως ρυθμιστικό άρθρο πίστης. Ένα κείμενο είναι που μπορεί να αλλάξει όταν τα ήθη το ξεπεράσουν.
Τα τελευταία 150 χρόνια, η συμμετοχικότητα του κόσμου έχει εμπλουτιστεί και ραφιναριστεί, επιτρέποντας ακόμα μεγαλύτερη πολιτική εμπλοκή σε ολοένα και πιο σημαντικά ζητήματα. Ακόμα και για διεθνείς συμβάσεις (1921) έχει τη δυνατότητα να αποφασίσει ο κοσμάκης. Όχι ότι την εξασκεί πάντα, αν το θέλει πάντως, μπορεί.
Εξίσου σημαντική είναι και η φιλικότητα του συστήματος στον πολίτη. Ακόμα και να ψηφίσει μπορεί αρκετές εβδομάδες πριν την αποφασισμένη ημερομηνία του δημοψηφίσματος για τη μεγαλύτερη ευκολία του. Σήμερα μάλιστα περισσότερο από το 90% των ψήφων γίνονται μέσω ταχυδρομείου και ίντερνετ. Τα λίγα εκλογικά κέντρα που έχουν παραμείνει ανοιχτά φαντάζουν έρημα κατά τη μέρα της ψηφοφορίας.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί πως κάθε σύστημα έχει τα όριά του και η αυξημένη συμμετοχή του λαού στα πάντα εγκυμονεί τους δικούς της κινδύνους. Η αντίσταση εξάλλου στην αλλαγή είναι ευκολότερη στις μάζες. Η Ελβετία αντιστάθηκε όσο μπορούσε ας πούμε στη γυναικεία ψήφο, στην αντρική ισοπολιτεία, ακόμα και στο να ψηφίζουν οι πολίτες στα 18 τους.
Για τι έχουν αποφασίσει οι πολίτες της Ελβετίας όλα αυτά τα χρόνια; Για τα πάντα! Από τη μετανάστευση και τη χρηματοδότηση της δημόσιας υγείας μέχρι και το μπλοκάρισμα στα τεράστια μπόνους των στελεχών των δημόσιων επιχειρήσεων. Κι ενώ κάποια μέτρα έχουν αποτύχει, όπως η πρόταση να διαθέτει η Κεντρική Τράπεζα το 1/5 των περιουσιακών της στοιχείων της σε χρυσό, η κυβερνητική πορεία ανατρέπεται συχνά από τη λαϊκή ετυμηγορία.
Όπως η κοινοβουλευτική πρόταση να απελαύνονται οι ξένοι που καταδικάζονται για εγκλήματα, που μπλόκαρε ο λαός το 2016, αλλά και η πρωτοβουλία για ένα βασικό εισόδημα για όλους. Ή το υψηλότερο κατώτερο ωρομίσθιο του κόσμου. Κι ενώ η χώρα ήταν ανέκαθεν παράδεισος για την ελεύθερη οικονομία, από την κρίση του 2008 και μετά ο λαός εμφανίζεται ολοένα και πιο επιφυλακτικός να εγκρίνει μέτρα φιλελεύθερης οικονομίας.
Περισσότερα από 75 δημοψηφίσματα έχουν λάβει χώρα από το 2000 και μερικές ντουζίνες περιμένουν ακόμα στην ουρά ως το 2034, καθώς την τελευταία 20ετία ο λαός καταφεύγει πολύ περισσότερο στις κάλπες. Τέσσερις φορές τον χρόνο, οι πολίτες της Ελβετίας καλούνται να αποφασίσουν για τα πάντα. Μεταξύ Ιανουαρίου 1995 και Ιουνίου 2005, οι Ελβετοί ψήφισαν 31 φορές απαντώντας αποφασιστικά σε 103 ζητήματα. Στο ίδιο διάστημα, οι γείτονες Γάλλοι συμμετείχαν σε μόλις δύο δημοκρατικές διαδικασίες.
Αν είναι ένα πράγμα που υποδεικνύει η θεσμική αρχιτεκτονική της Ελβετίας και πρέπει να μείνει, αυτό είναι το πόσο έχει να κερδίσει ο πολίτης όταν η αντιπροσώπευση εμπλουτίζεται με την πραγματική συμμετοχή του στις αποφάσεις. Εδώ βλέπετε τα πιο σημαντικά αλλά λιγότερα σε αριθμό ζητήματα αποφασίζονται απευθείας από τον λαό, τα λιγότερο σημαντικά αλλά περισσότερα ζητήματα από τη Βουλή και τα εντελώς τετριμμένα και απείρως περισσότερα από την κυβέρνηση. Αυτό αποκαλούν στην Ελβετία δημοκρατία…