Ένα κτίριο που δεσπόζει ακόμη στην καρδιά της Αθήνας, στη Σταδίου, κρύβει μια ολόκληρη ιστορία προσφυγιάς, επιτυχίας και τελικά επεισοδιακής κατάρρευσης ενός ονόματος που μπήκε σε όλα τα Αθηναϊκά σπίτια. Αυτό τον καιρό συμπληρώθηκαν 20 χρόνια από τότε που έβαλε λουκέτο το διάσημο «Άκρον – Ίλιον – Κρυστάλ», το κατάστημα που ξεκίνησαν πρόσφυγες, πέρασε από χίλια κύματα και τελικά έβαλε λουκέτο μαζί με άλλα μεγάλα ελληνικά ονόματα του εμπορίου που κυριαρχούσαν στο κέντρο της Αθήνας. Ένα όνομα που γνωρίζουν καλά όλοι οι παλαιότεροι και ένα κτίριο στην καρδιά της Αθήνας, στην οδό Σταδίου, μπροστά από το οποίο έχουν περάσει οι νεότεροι. Το ιστορικό κατάστημα «Ακρον Ιλιον Κρυστάλ», παροπλισμένο εδώ και χρόνια, με συνολική επιφάνεια περί τα 5.000 τ.μ., σήμερα ανακαινίζεται πλήρως από τον εφοπλιστή Γιώργο Προκοπίου, σε μια επένδυση που θα φτάσει αρκετά εκατ. ευρώ.

Το καροτσάκι της οδού Αιόλου
Η ιστορία του «Άκρον – Ίλιον – Κρυστάλ» ξεκινάει πίσω στο ταραγμένο 1922. Τότε μαζί με χιλιάδες ακόμη Έλληνες της Μικράς Ασίας φτάνουν στην Αθήνα  Αναστάσιος Μεϊμαρίδης μαζί με τον αδελφό του Αντώνη και την Κατίνα Πιρπίρογλου. Εδώ βρίσκουν τον Αντισθένη Μεϊμαρίδη, τον τρίτο τους αδελφό της οικογένειας. Εκείνη την εποχή, σχεδόν έναν αιώνα νωρίτερα, η οικογένεια προσπαθούσε να επιβιώσει. Με ένα καροτσάκι φορτωμένο με διάφορα είδη διέσχιζαν την οδό Αιόλου πουλώντας την πραμάτια τους. Ανάμεσα στα προϊόντα που πουλούσαν ήταν και αυτά που τους έκαναν διάσημους. Τα υαλικά. Αυτό το προϊόν σε συνδυασμό με το εμπορικό τους δαιμόνιο τους έδειξε το δρόμο για τα επόμενα βήματά τους. Η διαπίστωση ήταν ξεκάθαρη. Η νέα τάση της εποχής ήταν η αντικατάσταση των γνωστών εμαγέ με υαλικά. Από εκείνη τη στιγμή στόχος τους έγινε να ανοίξουν ένα κατάστημα που να πουλάει υαλικά και το κατάφεραν μέσα σε τρία χρόνια. Οι τέσσερις νέοι πρόσφυγες άνοιξαν το πρώτους τους κατάστημα το 1925 στην οδό Αιόλου και μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα άνοιξαν ακόμη δύο, όλα στην Αιόλου και δίπλα – δίπλα. Ουσιαστικά η ίδια επιχείρηση έκανε την επέκτασή της. Η εμπορική δραστηριότητα των αδελφών Μεϊμαρίδη και της Πιρπίρογλου πήρε τη μορφή ομόρρυθμης εταιρείας, την οποία διατήρησε ως και το 1970. Η ανάπτυξη της εταιρείας είναι ραγδαία και η δραστηριότητά της εξαιρετικώς κερδοφόρα. Στη διάρκεια μάλιστα του πολέμου αγοράστηκε το ακίνητο της οδού Σταδίου 26, όπου βρισκόταν το ξενοδοχείο «Κεντρικόν».
Με τη λήξη του πολέμου ο Αντισθένης Μεϊμαρίδης διασχίζει τον Ατλαντικό και ιδρύει στη Νέα Υόρκη ένα νέο κατάστημα, το «Άκρον». Γρήγορα όμως επιστρέφει λόγω της σοβαρής ασθένειας του αδελφού του Αναστασίου. Κλείνει το κατάστημα της Νέας Υόρκης και επιστρέφει στην Αθήνα.
Το «μέγαρο» της Σταδίου
Στην οδό Σταδίου 26, όπου ήδη λειτουργεί στο ισόγειο το «Ακρον», απελευθερώνονται και οι υπόλοιποι όροφοι. Τότε η οικογένεια δημιουργεί ένα μεγάλο κατάστημα 7 ορόφων στο κτίριο της Σταδίου 26. Όταν πέθανε ο Αντισθένης η επιχείρηση διέθετε εκτός από το Άκρον της Σταδίου και το Ίλιον στην Ερμού, όπως και το παλαιό Κρυστάλ στην Αιόλου, ενώ υπήρχε επίσης το Domus στο Κολωνάκι. cvcbc Τα ηνία της επιχείρησης πέρασαν στους γιους του Αντισθένη, Γιώργο και Γιάννη Μεϊμαρίδη. Ο τελευταίος, γνωστός ραλίστας με το παρατσούκλι «Μαύρος», θα βρει τραγικό θάνατο σε «σιρκουί» της Ρόδου το 1971. Η Ρόδος φιλοξενούσε έναν από τους πιο σημαντικούς αγώνες που λάμβαναν χώρα σε πόλεις όπως η Κέρκυρα, η Νέα Σμύρνη και τα Χανιά. Εκείνη τη χρονιά και συγκεκριμένα στις 3 Οκτωβρίου, ο «Μαύρος» σκοτώθηκε όταν έχασε τον έλεγχο της Alfa Romeo GTAm και έπεσε πάνω σε τοίχο στο κάστρο της πόλης. Το δυστύχημα αυτό ήταν και η αφορμή να σταματήσουν από την επόμενη χρονιά οι αγώνες πόλεων. Ένα χρόνο αργότερα ο 1972 δημιουργείται στη Θεσσαλονίκη ένα νέο κατάστημα «Άκρον – Ίλιον – Κρυστάλ» και δημιουργείται η εμπορική εταιρεία ΑΤΕΝΑ ΑΕ με σκοπό τις εισαγωγές και το χονδρεμπόριο. Η δημιουργία νέων καταστημάτων συνεχίζεται, στον Πειραιά, στο Ψυχικό, στο Χαλάνδρι, στη Νέα Ιωνία και στη Νέα Ερυθραία. duafua
Εν τω μεταξύ στην ελληνική αγορά έχουν αρχίσει να κυριαρχούν τα σουπερμάρκετ και ταυτόχρονα πολλές ξένες επιχειρήσεις βλέπουν με καλό μάτι την είσοδό της τους στην Ελλάδα. Τα χρόνια που ακολουθούν, κυρίως στη δεκαετία του 80 και του 90 ένα μεγάλο μέρος των πωλήσεων που είχαν τα καταστήματα υαλικών και ειδών οικιακής χρήσης περνάει σε άλλα χέρια. Από το 1989 ο Γ. Μεϊμαρίδης «βλέπει» προς τη Σοφοκλέους. Πρέπει όμως η εταιρεία από ΟΕ να μετατραπεί σε ΑΕ. Και για να γίνει αυτό πρέπει να πεισθούν οι μέτοχοι, δηλαδή ο ευρύτερος κύκλος της οικογενείας. Όσοι έχουν οικογενειακή επιχείρηση γνωρίζουν καλά τις δυσκολίες που υπάρχουν σε τέτοιες επιχειρηματικές αποφάσεις… Η μετατροπή καθυστερεί δύο χρόνια και γίνεται το 1991, όμως έχει χάσει στις καθυστερήσεις. Στις 26 Ιουνίου 1991 η εταιρεία Μεϊμαρίδης – Πιρπίρογλου ΟΕ μετατρέπεται σε ΑΕ, αλλά η εισαγωγή της στο Χρηματιστήριο για άντληση κεφαλαίων δεν γίνεται εφικτή λόγω καθυστερημένης μετατροπής της. Από τότε οι εξελίξεις είναι ραγδαίες. Η οικονομική κατάσταση οριακή και η οικογένεια αναζητά ρευστό.
Ο Περικλής Παναγόπουλος και ο Κουτσογέωργας
Τη λύση δίνει αρχικά ο εφοπλιστής Περικλής Παναγόπουλος. Από 1ης Ιανουαρίου 1992 γίνεται ο νέος ιδιοκτήτης. Ο Γ. Μεϊμαρίδης διατηρεί το 29% των μετοχών και ο Παναγόπουλος, που διαθέτει το 71% των μετοχών, τον διατηρεί στη θέση του διευθύνοντος συμβούλου. Τα «Άκρον – Ίλιον – Κρυστάλ» δίνουν τη μάχη τους, αλλά τα χρόνια που ακολουθούν η επιχείρηση συνεχίζει να έχει αρκετά προβλήματα. Τότε εμφανίζεται ο ελληνοαμερικανός επιχειρηματίας από την Καλαμάτα, Γ. Κουτσογέωργας. Στη γενική συνέλευση της εταιρείας, φρόντισε να γνωριστεί με τον Περικλή Παναγόπουλο και να του προτείνει την αγορά τής «Μεϊμαρίδης – Πιρπίρογλου ΑΕ». Ο Παναγόπουλος πουλάει και τον Νοέμβριο του 1993 το 71% των μετοχών της εταιρείας «Μεϊμαρίδης – Πιρπίρογλου ΑΕ» πέρασε στα χέρια του ελληνοαμερικανού εμπόρου. sdfs Ο Γ. Μεϊμαρίδης παραμένει στην εταιρεία και ο Κουτσογέωργας, σε διάστημα πέντε μηνών, με δύο αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου, κατόρθωσε να μειώσει το ποσοστό του Μεϊμαρίδη στο 15%. Μέχρι εκείνο το σημείο η επιχείρηση μπορεί να έχει πολλά χρέη, όμως η κατάσταση φαινόταν διαχειρίσιμη. Από το 1995 ωστόσο, η κατάσταση επιδεινώνεται και από τις αρχές του 1996 ο Κουτσογέωργας μέσω τραπεζών αναζητεί νέο αγοραστή. Η επιδείνωση συνεχίζεται και στη διάρκεια του 1997, ώσπου η διοίκηση της εταιρείας αρχίζει να καθυστερεί την καταβολή του μισθού των 220 εργαζομένων, οι οποίοι ξεκινούν επίσχεση εργασίας. Η εφορία καραδοκεί και τα καταστήματα σταμάτησαν ουσιαστικά να λειτουργούν όταν αποφάσισε να μην τους χορηγεί πλέον θεωρημένες αποδείξεις εξαιτίας των υπέρογκων οφειλών και προς αυτή. Την ίδια χρονιά, τον Μάιο του 1997, υπάλληλοι της Ιονικής Τράπεζας κατάσχουν το εμπόρευμα της επιχείρησης για χρέη 120 εκατομμυρίων δραχμών. Αυτό ήταν και τέλος για μία από τις ιστορικότερες εμπορικές επωνυμίες της ελληνικής αγοράς.