«Εσύ είσαι η καινούρια;». Η φωνή προερχόταν από το διπλανό μπαλκόνι και με… καλωσόρισε με το που μπήκα στο νέο μου σπίτι. Πίσω από γλάστρες και κλουβιά με καναρίνια, φάνηκε μια κοντούλα γιαγιά, καλοκάγαθη μεν αλλά φουλ κουτσομπόλα όπως διαπίστωσα στη συνέχεια.
Όταν αποφασίζεις να μετακομίσεις, δύο είναι οι χειρότερες εποχές για να κουβαλάς βαλίτσες και κούτες. Μέσα στη βαρυχειμωνιά ή όταν σκάει ο τζίτζικας. Επέλεξα το δεύτερο…
Αρχές Ιουλίου και η ζέστη ήταν ανυπόφορη, όταν πρόκειται όμως για την πρώτη φορά που μένεις μόνη σου ο καύσωνας αποτελεί λεπτομέρεια. Στα 29 μου χρόνια αποφάσισα να φύγω από το πατρικό μου στα προάστια της Αττικής και να νοικιάσω μόνη μου ένα δυάρι στο Παγκράτι.
Ψάχνοντας για σπίτι μέσα από γνωστά και άγνωστα site διαπίστωσα σχετικά νωρίς ότι οι τιμές στα ενοίκια βρίσκονται ακόμη στα ύψη παρά την κρίση. Ακόμη ότι το σπίτι που φαίνεται τέλειο στις πρώτες τρεις φωτογραφίες, σου μοστράρει μια προπολεμική κουζίνα στη συνέχεια που σε κάνει να αναπολείς το σπίτι της γιαγιάς στο χωριό.
Φαίνεται όμως ότι είχα τελικά την τύχη με το μέρος μου. Νοίκιασα απευθείας και σε καλή τιμή, το πρώτο διαμέρισμα που βρήκα σε ένα ήσυχο στενό στο Παγκράτι.
Πέτυχα διπλό τζακποτ όταν η σπιτονοικοκυρά μου μερικές ημέρες αργότερα μου τηλεφώνησε για να μου ανακοινώσει ότι θα το ανακαινίσει πριν μπω. Φανερά συγκινημένη μάλιστα, τουλάχιστον όπως μου ακούστηκε στο τηλέφωνο, καθώς «είναι το πρώτο σου σπίτι και μου θυμίζεις εμένα».
Η δύσκολη υπόθεση ήταν να ξεδιαλύνω, να μαζέψω και να πακετάρω όλα μου τα πράγματα μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο. Πέρα από τα βασικά που σίγουρα θα πάρεις μαζί σου, έρχεται η στιγμή στη ζωή κάθε ανθρώπου που φεύγει από το πατρικό του, που πρέπει να αποφασίσει κάτι σημαντικό: τα αναμνηστικά από την πενθήμερη τι τα κάνεις;
Σύντομα διαπίστωσα ότι ένα σωρό μικροαντικείμενα από τη σχολική και φοιτητική ζωή δεν έχουν θέση στο νέο μου σπίτι και σίγουρα δεν χωράνε στα συρτάρια μου.
Το αμέσως επόμενο που διαπίστωσα πίνοντας το κρασί μου στο νέο μου μπαλκόνι, είναι τι κάνουμε από εδώ και πέρα. Και μπορεί να έχει περάσει ένα σύντομο χρονικό διάστημα από τη μετακόμιση, ωστόσο κάποια βασικά μαθήματα τα έχω ήδη αφομοιώσει.
Αρχικά ότι σχέδια και αν είχα κάνει για τη διακόσμηση του σπιτιού μου, ο προϋπολογισμός μου είχε αντίθετη άποψη. Και σίγουρα δεν είχα υπόψιν ότι έπρεπε να αγοράσω από πολύπριζα μέχρι φίλτρο του απορροφητήρα που μέχρι πριν δε γνώριζα καν την ύπαρξή του.
Δεύτερον, οι έξι διαφορετικοί κρίκοι για τις πετσέτες δε μου φάνηκαν ιδιαίτερα χρήσιμοι όταν στις 10 του μήνα είχα μείνει με 1,40 στην κάρτα.
Κι αφού το όνειρο για ένα σπίτι βγαλμένο από σελίδα περιοδικού πήγε περίπατο, αποφάσισα να επιστρατεύσω τα μεγάλα μέσα. Πλέον το σπίτι μου είναι ο ορισμός του mix and match. Ο τετραθέσιος εμπριμέ καναπές της γιαγιάς κάνει παρέα στα τραπεζάκια από μεγάλο πολυκατάστημα στο σαλόνι. Ένα τραπέζι βεράντας με την κατάλληλη μετατροπή και μπόλικη φαντασία έγινε το ιδανικό γραφείο ενώ οι παλιοί πολυέλαιοι της θείας μου με ένα βάψιμο με σπρέι έγιναν σαν καινούριοι.
Το κεφάλαιο γείτονες είναι μια άλλη ιστορία, ιδιαίτερα όταν έχεις συνηθίσει να μένεις σε μονοκατοικία και κανείς δεν πρόκειται να σε ενοχλήσει αν στις 2 το βράδυ αποφασίσεις να δεις ταινία στη βεράντα, με τα ηχεία στο τέρμα.
Η απόλυτη ησυχία της «γερασμένης» πολυκατοικίας μου σχεδόν με κάνει να νιώθω ότι δεν έχω γείτονες. Μάλιστα λίγο πριν έρθω έμαθα ότι δύο ηλικιωμένοι ένοικοι είχαν ήδη προλάβει να μετακομίσουν σε άλλη «γειτονιά».
Αυτό τουλάχιστον μου είπε η γιαγιά από δίπλα που πλέον έχει γίνει η νέα μου φίλη, μιας και τις πρώτες δύο ημέρες είχα μάθει τα ενδοοικογενειακά όλης της πολυκατοικίας. Αναμένω στην άδεια να μάθω και τα τεκταινόμενα των απέναντι διαμερισμάτων.
Σχετικά γρήγορα έμαθα να μη δίνω σημασία στην περίεργη γειτόνισσα που με ρωτάει πότε θα αρραβωνιαστώ κάθε φορά που βλέπει το φίλο μου. Κάθομαι παραπάνω ώρα όμως στα σκαλοπάτια, όταν ο γλυκός παππούς από τον όροφο μου με πετυχαίνει στη βόλτα του σκύλου και μου λέει κάθε φορά την ίδια ιστορία για τη σκυλίτσα του, που μια φορά την έστειλε περίπτερο και του έφερε τσιγάρα.
Και έρχεται το μεγάλο ζήτημα των λογαριασμών. Πιστεύω αρκετοί έχουν νιώσει αυτό το σφίξιμο στο στομάχι όταν για πρώτη φορά έρχονται οι λογαριασμοί του νερού, της ΔΕΗ και τα κοινόχρηστα, όλα μαζί για το καλωσόρισμα.
Η κατάσταση είναι σοβαρή όταν πιάνω τον εαυτό μου μερικές φορές πριν κοιμηθώ, όχι να χαζεύω στο facebook αλλά να βάζω ξανά και ξανά στον υπολογιστή του κινητού τα πάγια έξοδα, μήπως κάτι μου έχει ξεφύγει. Πλέον αν με ρωτήσεις ξέρω τι είναι αυτό το τέλος στο λογαριασμό του νερού και γκρινιάζω κι εγώ για τις ακατανόητες χρεώσεις της ΔΕΗ.
Το μπαλκόνι μου όσο κι αν περίμενα δεν βάφτηκε τελικά από μόνο του οπότε βρήκα στο ίντερνετ ποιες μπογιές είναι κατάλληλες για το χειμώνα και έμαθα ότι οι στόκοι βγαίνουν σε διάφορα χρώματα.
Ορισμένες φορές όταν γυρνάω από τη δουλειά και πρέπει να μαζέψω το σπίτι, να σιδερώσω και να μαγειρέψω, η φωνή της μάνας μου κουδουνίζει στα αυτιά μου. Η κλασική ατάκα κάθε Ελληνίδας μάνας ότι «όταν πιάσεις το δικό σου σπίτι, θα δεις τι κάνω κάθε μέρα», μου φαίνεται πιο επίκαιρη από ποτέ.
Αυτός είναι κι ένας από τους λόγους που σπάω το κεφάλι μου να λύσω μόνη μου ότι πρόβλημα προκύψει πριν πληκτρολογήσω το σταθερό του πατρικού μου. Κι αν η Πούμπα γαβγίσει κάποιο βράδυ και ενοχλήσει τους γείτονες ή τα νερά από το μπαλκόνι πέσουν κατά λάθος στον από κάτω δεν θα βγει η μάνα μου «μπροστάρισσα» να με υποστηρίξει.
Μπορεί να γκρινιάζω για τα έξοδα που συνεχώς αυξάνονται και να λέω με ύφος βετεράνου στους φίλους μου, που μένουν ακόμη με τους γονείς τους να μην κάνουν το ίδιο λάθος. Τελικά όμως, η ελευθερία που μου προσφέρει το δικό μου σπίτι είναι σίγουρα ανεκτίμητη.