Ήταν το είδος της υπόσχεσης πίστης που στην πραγματικότητα δίνει πολύ λίγες εγγυήσεις. «Όσο δεν με βλέπετε με τη φανέλα μιας άλλης ομάδας, είμαι παίκτης της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ», είπε ο Πολ Πογκμπά. «Πάντα θα υπάρχουν φήμες». Μια θεωρία είναι ότι ο μάνατζερ του, Μίνο Ραϊόλα, “καλωσορίζει” κάποιες και παράγει άλλες. Ο Πογκμπά, εν προκειμένω, δημιούργησε κάποιες (φήμες) τον προηγούμενο μήνα, όταν είπε ότι θα τιμωρηθεί αν πει όσα πραγματικά σκέφτεται. Μία από τις προηγούμενες μεταγραφές-ρεκόρ της Γιουνάιτεντ ήταν πιο ελεύθερος να μιλήσει. Ενώ ο Πεπ Γκουαρντιόλα ισχυρίστηκε ότι ο Ραϊόλα πρόσφερε τον Πογκμπά στη Μάντσεστερ Σίτι, ο Ντίμιταρ Μπερμπάτοφ ήταν δεδομένα στόχος και των δύο ομάδων του Μάντσεστερ το 2008. «Ο μάνατζερ μου μου το είπε αλλά του είπα “μη με ενοχλήσεις καν αναφέροντας μου άλλη ομάδα, πάω στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ”», αποκάλυψε ο Βούλγαρος αυτό τον μήνα στο FourFourTwo. «Λόγω της ιστορίας, των παικτών, της παράδοσης, τα πάντα». Η Σίτι, είπε ο μάνατζερ του, θα έδινε περισσότερα λεφτά αλλά δεν ήταν αυτό το θέμα. «Ημουν σαν ένα άλογο με παρωπίδες», πρόσθεσε ο Μπερμπάτοφ. Και η επιθυμία του έγινε πραγματικότητα. Ισως είναι απλά μια ιστορία δύο ξεχωριστών, πολύ παρεξηγημένων χαρακτήρων. Ο Πογκμπά, με τον πονηρό μάνατζερ του, την έμφυτη ανάγκη για περιπέτεια και τα φαινομενικά προβλήματα με τον Ζοσέ Μουρίνιο ίσως να μην είναι αντιπροσωπευτικό παράδειγμα μιας ομάδας, μιας γενιάς, ενός ήθους. Και ίσως δείχνει τη διαφορά που έχει κάνει μια δεκαετία. Ο Μπερμπάτοφ πήγε στην κάτοχο του Champions League. Ο Πογκμπά μπορεί τελικά να φύγει με στόχο να κατακτήσει το Champions League. Πριν δέκα χρόνια η Γιουνάιτεντ συνήθιζε να δημιουργεί σταρ. Τώρα τους αγοράζει. Αλλά αν ο Μπερμπάτοφ ήταν ένας ξεχωριστός ποδοσφαιριστής, η απόφαση του δεν ήταν… μοναδική. Τέσσερα χρόνια μετά, ο Ρόμπιν Φαν Πέρσι αντιμετώπισε ένα ίδιο δίλημμα ανάμεσα στις δύο ομάδες του Μάντσεστερ. Αναφέρθηκε τελικά στους παίκτες, στο γήπεδο και στον προπονητή, άκουσε “το μικρό παιδί μέσα μου” και κατέληξε: «Αυτό το παιδί φώναζε για τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ». Η Γιουνάιτεντ ήταν το σημείο άφιξης για τους ρομαντικούς και όχι μόνο για αυτούς τους δύο παίκτες, οι οποίοι τα… έλεγαν καλά εντός και εκτός γηπέδου. Ισως είναι ακόμη. Στο κάτω-κάτω, περισσότερα μεγάλα ονόματα υπέγραψαν τα τελευταία τέσσερα χρόνια σε σχέση με την περασμένη δεκαετία: Ο Πογκμπά είναι ένας από αυτούς, μαζί με τον Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς, τον Ρομελού Λουκάκου, τον Αλέξις Σάντσες και τον Ανχελ Ντι Μαρία. Ο Σάντσες μάλιστα, όπως και οι Μπερμπάτοφ και Φαν Πέρσι, ήταν στόχος και της Σίτι. Αλλά ενώ τόσο η Γιουνάιτεντ όσο και ο Χιλιανός δεν το παραδέχονται, τα λεφτά φαίνεται ότι έκριναν το πού θα καταλήξει, το κόστος ήταν ο λόγος που η Σίτι έκανε πίσω. Ο Σάντσες είναι τώρα, επομένως, ο πιο ακριβοπληρωμένος παίκτης της Premier League. Ο Ντι Μαρία παραδέχθηκε ότι ποτέ δεν ήθελε να φύγει από τη Ρεάλ Μαδρίτης. Το Old Trafford έμοιαζε -και αποδείχθηκε ότι έτσι ήταν- η τελευταία στάση στη μεγάλη ευρωπαϊκή περιοδεία του Ζλάταν, αλλά έγινε κι αυτός εκείνη την στιγμή ο πιο ακριβοπληρωμένος της Premier League, ενώ ο Ραϊόλα εισέπραξε 41 εκατ. λίρες για να διευκολύνει τη μεταγραφή του Πογκμπά από τη Γιουβέντους στη Γιουνάιτεντ. Το πιο καταθλιπτικό συμπέρασμα, όπως γράφει σε άρθρο του, το οποίο αναδημοσιεύει το FourFourTwo, ο βρετανός δημοσιογράφος Richard Jolly, για τη Γιουνάιτεντ μπορεί να είναι το γεγονός ότι ο λόγος για να υπογράψει πλέον κάποιος σε αυτή δεν είναι… ιδεολογικός αλλά οικονομικός. Από τις αρχές, στις λίρες. Από το να πραγματοποιήσεις ένα όνειρο, στο να γεμίσεις τον τραπεζικό λογαριασμό. Αλλοι, κάποτε, πήγαιναν στη Γιουνάιτεντ για να εκπληρώσουν μια φιλοδοξία. Αν ο Πογκμπά φύγει για την Μπαρτσελόνα, μπορεί να πει ότι είναι ένα προϊόν ακριβώς αυτού. Μέχρι τώρα, άλλωστε, έχει πετύχει λιγότερα στο Old Trafford από ό,τι στη Γιουβέντους ή στην εθνική Γαλλίας. Κάτι τέτοιο, θα άφηνε τη Γιουνάιτεντ με την εικόνα της ομάδας-σκαλοπάτι, μια θέση αναμφίβολα άβολη για ένα τέτοιο κλαμπ. Ναι, οι Ντέβιντ Μπέκαμ και Κριστιάνο Ρονάλντο την άφησαν για την Ρεάλ Μαδρίτης όταν ο Αλεξ Φέργκιουσον ήταν πιο δυνατός από ποτέ, αλλά έφυγαν αφού πρώτα κατέκτησαν το Champions League με τη Γιουνάιτεντ. Ακόμη πιο αξιοσημείωτη η περίπτωση του Κάρλος Τέβες, ο οποίος πήγε στη Μάντσεστερ Σίτι σε μια μεταγραφή που πολλοί θα θεωρούν πάντα ότι έγινε λόγω χρημάτων, όπως υπάρχουν και αυτοί στο Etihad που θα παραδεχτούν τώρα ότι κάποιοι υπέγραψαν για τα λεφτά στα πρώτα χρόνια της πολύ πλούσιας Σίτι. Ενώ σχεδόν όλα τα κλαμπ της ποδοσφαιρικής ελίτ έχουν πληρώσει κάποια τρελά ποσά, η Σίτι αισθάνεται τώρα αρκετά σίγουρη ώστε να υποστηρίζει ότι αποκτά μόνο αυτούς που πραγματικά θέλουν να πάνε. Ισως να έχουμε μια αντιστροφή ρόλων. Κάτι που μπορεί να προέρχεται από μια “ταυτότητα”. Η Γιουνάιτεντ ήταν απόδειξη αυτού κάποτε, ίσως η Σίτι είναι τώρα, ίσως η Λίβερπουλ είναι επίσης, αν υπολογίσουμε ότι παίκτες, από τον Τσάμπερλεν ως τον Βαν Ντάικ, έδειξαν αποφασισμένοι να υπογράψουν για τον Γιούργκεν Κλοπ. Αυτός ο συνδυασμός χαρισματικού προπονητή, επιθετικού στυλ ποδοσφαίρου και της πιθανότητας ατομικής βελτίωσης αποτέλεσε για πολλά χρόνια μέρος της γοητείας της Γιουνάιτεντ. Ο Μπερμπάτοφ υπέγραψε σε αυτή λόγω του μεγαλείου της, όχι για τον μισθό. Ολα αυτά, συμπεριλαμβάνονται στο μεγαλύτερο ερώτημα, αυτό του τι αντιπροσωπεύει τώρα η Γιουνάιτεντ, εκτός από τα λεφτά που μπορεί να δώσει στους παίκτες για τα συμβόλαια τους ή στις ομάδες τους για να τους αποκτήσει. Γιατί, ακόμη κι αν επέλεξαν να μην το κάνουν αυτό το καλοκαίρι, οι Red Devils μπορούν ακόμη να ξοδέψουν μεγάλα ποσά. Κι ενώ η ιστορία της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ συχνά περιλαμβάνει την καταβολή μεγάλων ποσών για την απόκτηση κάποιων παικτών, συμπεριλαμβανομένων των Μπερμπάτοφ και Φαν Πέρσι, το στάτους που είχε σαν destination club παρακίνησε αυτούς τους ποδοσφαιριστές να υπογράψουν σε αυτή και να νιώσουν ότι έφτασαν στο σημείο άφιξης μιας μακράς σταδιοδρομίας. Οχι σε έναν ενδιάμεσο σταθμό στο δρόμο για κάπου αλλού.