Παρασκευή μεσημέρι και η Σόνια Θεοδωρίδου μάς υποδέχτηκε με τον Αλέξανδρο, τον φωτογράφο, στο σπίτι της στο Κολωνάκι. Άνοιξε η ίδια την πόρτα και μας καλωσόρισε με μια απίστευτη εγκαρδιότητα και μια αγκαλιά, όπως η μάνα τα παιδιά όταν επιστρέφουν από το σχολείο.

Στο τραπέζι του σαλονιού, μας περίμεναν πιατέλες με σπιτικές πίτες και σπιτικό κέικ, με την ίδια να μη δέχεται να ξεκινήσουμε, αν δεν φάμε πρώτα κάτι, μιας και ήταν μεσημέρι και ήμασταν ήδη κουρασμένοι. Και όταν ήρθε η ώρα να φύγουμε, μας έφτιαξε ταπεράκια με φαγητό να πάρουμε μαζί μας. Μας χάρισε κι από ένα «μαξιλαράκι ονείρων» (dream pillow) που φτιάχνει η ίδια -ανήκει στη συλλογή της νεοϊδρυθείσας εταιρείας Chloris .gr– και τα γεμίζει με αρωματικά βότανα, για έναν ευεργετικό ύπνo και χαλάρωση. Εξάλλου, έχει σπουδάσει και βοτανολογία.

Η Σόνια Θεοδωρίδου δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Είναι κορυφαία ελληνίδα σοπράνο με μία εμβληματική διεθνή καριέρα στην όπερα. Ωστόσο, σε όλη τη διάρκεια της συνέντευξης, ούτε μια στιγμή δεν νιώσαμε ότι είχαμε απέναντί μας μια ντίβα στη συμπεριφορά. Η Σόνια Θεοδωρίδου είναι ντίβα μόνο στη σκηνή, στην καθημερινή της ζωή είναι μία από εμάς. Δεν την αποκαλούν τυχαία «σοπράνο του λαού».

Είναι το κορίτσι από τη Βέροια, με καταγωγή από τον Πόντο, τη Θράκη και την Κωνσταντινούπολη, που μέχρι και σήμερα έχει σαν φυλαχτό τη συμβουλή της Πόντιας γιαγιάς της, πριν ξεκινήσει το μακρύ και δύσκολο ταξίδι στον μαγικό κόσμο της κλασικής μουσικής: «Πουλί μου, να μην ξεχάσεις τις ρίζες σου». Και δεν τις ξέχασε. Στη συνέντευξη που παραχώρησε στο Newsbeast, η Σόνια Θεοδωρίδου αφηγείται τη συναρπαστική ιστορία της ζωής της: από την πόλη της που ξεκίνησε, μέχρι την κατάκτηση παγκόσμιων σκηνών, για τις δύσκολες στιγμές που πέρασε, για τον Χρήστο Λαμπράκη που στάθηκε για εκείνη σαν δεύτερος πατέρας, για τις στιγμές δόξας, την Ελλάδα που αγαπά, τις κλειστές πόρτες που συναντά στην ίδια της τη χώρα, για τα όνειρα και τον έρωτα.

Στη διάρκεια της συνέντευξης, γελάσαμε δυνατά, συγκινηθήκαμε, κλάψαμε….

Σόνια Θεοδωρίδου
«Υπήρχαν άνθρωποι που με στήριξαν… Και άλλοι που δεν με θέλανε».

– Πώς γίνεται ένα παιδί που μεγαλώνει στην επαρχία να ανακαλύψει την κλασική μουσική;

Όταν ήμουν παιδί, δεν είχαμε τηλεόραση, άκουσα, λοιπόν, μια μέρα στο ραδιόφωνο μία φωνή και μου είπε η μάνα μου ότι έδειξα με το χέρι μου και είπα: «Εγώ όταν μεγαλώσω, έτσι θέλω να γίνω».

– Η φωνή που ακούσατε ποια ήταν;

Ήταν η φωνή της Μαρίας Κάλλας. Εγώ βέβαια δεν το ήξερα, όμως υπήρχε κάτι στον ήχο αυτό που με συγκλόνισε.

– Και μεγαλώνοντας κάποια στιγμή κερδίσατε και την υποτροφία Μαρία Κάλλας.

Ναι, κατέκτησα το πρώτο βραβείο των υποτροφιών. Τελείωσα το σχολείο στη Βέροια, ήρθα στην Αθήνα και ήθελα πάρα πολύ να σπουδάσω κλασικό τραγούδι. Μετά πήρα το πρώτο βραβείο κι έφυγα στο εξωτερικό.

– Εδώ στην αρχή πώς σας αντιμετώπισαν;

Είχα μια τεράστια βοήθεια κατά τη διάρκεια των σπουδών μου. Αλλά πριν από αυτό, ήξερα πως, αν μείνω εδώ, δεν θα είχα στον ήλιο μοίρα. Γιατί δεν ανήκω σε κανένα κύκλωμα και είμαι πάρα πολύ ειλικρινής. Οπότε, ήξερα ότι έπρεπε να φύγω. Ένα μέρος του κόσμου με αντιμετώπιζε με πάρα πολλή αγάπη και θαυμασμό ως μια ανερχόμενη καλλιτέχνιδα. Υπήρχαν άνθρωποι που με στήριξαν… Και άλλοι που δεν με θέλανε.

– Βλέπω τώρα τη σειρά της ΕΡΤ για τη Μαρία Κάλλας και δείχνει αυτό ακριβώς που εσείς περιγράφετε, ότι και εκείνη δεν την πίστευαν και έφυγε στο εξωτερικό. Αυτό τι σημαίνει ότι στην Ελλάδα δεν εκτιμάνε τα ταλέντα;

Μάλλον δεν χωράνε στο στενό κύκλωμα των ανθρώπων που χωρίς αξία απέκτησαν θέσεις και αξιώματα. Ό,τι καλό ξεχωρίζει δεν το θέλουν; Και τώρα πια μιλάω με την ωριμότητα της ηλικίας μου και χωρίς να έχω κανένα είδος έπαρσης ή πικρίας. Όμως, σίγουρα, το καλό δεν το θέλουν. Όταν κάτι ξεχωρίζει, του κόβουν απλά το κεφάλι.

– Αυτό που λέμε «κύκλωμα»; Γιατί ο κόσμος σάς αγαπάει.

Το κύκλωμα ναι, ο κόσμος με λατρεύει.

Σόνια Θεοδωρίδου
«Η όπερα απευθύνεται στον άνθρωπο που έχει ανοιχτή την καρδιά του».

– Οι Έλληνες ακούνε όπερα;

Ναι, όλο και περισσότεροι. Κάποτε πίστευαν ότι είναι μια «ελιτίστικη» μουσική, αλλά δεν είναι έτσι. Η όπερα είναι ένα λαϊκό είδος τραγουδιού κατά βάθος, απλώς δεν είχαμε την παιδεία να το καλλιεργήσουμε και να το ακούσουμε.

– Εσείς πάντως την προωθείτε αυτή τη λαϊκή πλευρά της όπερας. Σας αποκαλούν «σοπράνο του λαού».

Ναι, πράγματι. Μου λένε ότι είμαι και η «σοπράνο της γειτονιάς». Πολύ τιμητικό αυτό για μένα. Είχα πάει πριν από λίγες ημέρες στην ψαραγορά και λέει ο ψαράς «ό,τι πάρει δικά μας» και μου λέει «εσύ είσαι δικιά μας». Συγκινήθηκα πάρα πολύ.

– Η αλήθεια είναι πως για την όπερα έχουμε στο μυαλό μας ότι απευθύνεται στην ελίτ, ότι είναι για μορφωμένους.

Λάθος. Απευθύνεται στον άνθρωπο που έχει ανοιχτή την καρδιά του. Σίγουρα μεγαλώσαμε με μια άλλη κουλτούρα, αλλά εγώ που έχω σπουδάσει κλασική μουσική, μπορώ να πω πως «ό,τι είναι η Ακρόπολη είναι και ο Μπετόβεν».

– Παρόλο που η κλασική μουσική δεν έχει μεγάλη δημοφιλία στην Ελλάδα σε σχέση με άλλα είδη μουσικής, ωστόσο, ως χώρα έχουμε βγάλει τους πιο σπουδαίους καλλιτέχνες με παγκόσμιες διακρίσεις.

Ξέρεις γιατί συμβαίνει αυτό; Έφυγαν έξω και θριάμβευσαν.

– Κανείς δεν αγιάζει στον τόπο του….

Όχι, δεν αγιάζει.

Σόνια Θεοδωρίδου
«Πιστεύω ότι ο θάνατος δεν είναι το τέλος. Είναι μία μετάλλαξη».

– Επιστρέψατε, όμως, στην Ελλάδα.

Επέστρεψα για άλλους λόγους. Είχαμε ένα φρικτό δυστύχημα με την αδελφή μου που έφυγε από τη ζωή και για λόγους οικογενειακούς έπρεπε να επιστρέψω. Ήταν μονόδρομος αυτή η επιστροφή.

– Είστε πολύ δυνατή.

Σε κάνει η ίδια η ζωή δυνατή.

– Πιστεύετε στον Θεό;

Ναι. Και πιστεύω ότι ο θάνατος δεν είναι το τέλος. Είναι μία μετάλλαξη. Θα μου πεις εσύ δεν φοβάσαι; Όχι, φοβάμαι. Αλλά το έχω φιλοσοφήσει μέσα μου και ξέρω ότι όλοι θα πεθάνουμε, ίσως είναι και η μοναδική δικαιοσύνη της ζωής. Πλούσιοι, φτωχοί, όλοι θα φύγουμε. Προσπαθώ, όμως, να ζήσω κάνοντας το καλύτερο για μένα, την οικογένειά μου και τους γύρω μου. Να είμαι τίμια, δίκαιη, να έχω τους συνεργάτες μου ευτυχισμένους. Αγαπώ τους ανθρώπους και θέλω να με αγαπάνε. Οι γονείς μου μας έλεγαν να φροντίσουμε την υστεροφημία μας.

– Οι γονείς σας τι δουλειά έκαναν;

Η μητέρα μου ήταν νοικοκυρά και ο πατέρας μου είχε καφενείο και αργότερα το τουριστικό περίπτερο στη Βέροια.

– Μου κάνει θετική εντύπωση ότι είστε από την επαρχία, η οικογένειά σας δεν ήταν ευκατάστατη, ωστόσο ασχοληθήκατε με την κλασική μουσική.

Είχα μία μάνα που μου έλεγε: «Θέλεις το εκατό, θα ζητήσεις το 200». Μεγάλωσα με αυτή τη δύναμη κι επίσης είχα στο κύτταρό μου τη δύναμη των ανθρώπων που τα κατάφεραν, ενώ είχανε περάσει δυσκολίες.

Σόνια Θεοδωρίδου
«Όταν επέστρεψα, οι πόρτες ήταν ολόκλειστες».

– Όταν φύγατε από την Ελλάδα πήγατε στη Γερμανία;

Ναι, στο πανεπιστήμιο στην Κολωνία για ανώτατες σπουδές με υποτροφία Μαρία Κάλλας. Και μετά στο Λονδίνο όπου έμεινα χρόνια.

– Ήταν εύκολα τα χρόνια στο εξωτερικό;

Ήταν εύκολα, ξέρεις γιατί; Με αντιμετώπιζαν με θαυμασμό. Ξέρεις τι σημαίνει πρώτο «βραβείο Μαρία Κάλλας»; Παράλληλα, όμως, δούλευα και ήταν πάρα πολύ σκληρές δουλειές. Όμως, γιατί λέω ότι ήταν εύκολα: βρισκόμουν σε ένα περιβάλλον, όπου όλα μου τα όνειρα ήταν μέσα σε αυτό. Ό,τι ήλπιζα και περίμενα στη ζωή μου, το ζούσα. Επίσης, δεν υπήρχε περίπτωση να μην τα καταφέρω. Όσο πιο δύσκολο είναι ένα πράγμα, εγώ ορμάω πάνω του, γιατί ξέρω ότι θα τα καταφέρω. Γιατί όσες φορές δυσκολεύτηκα, άνοιξα τον δρόμο και πέρασα. Ήξερα ότι ήμουν φτιαγμένη γι’ αυτό. Χωρίς αυταπάτες όμως και με απίστευτη δουλειά. Θυμάμαι ως σπουδάστρια περίμενα το πρωί μέσα στην παγωνιά της Γερμανίας, να ανοίξει η Ακαδημία, να μπω να μελετήσω. Έμπαινα πρωί κι έφευγα νύχτα.

– Θυσιάσατε πράγματα για να τα καταφέρετε;

Δεν νιώθω ότι θυσίασα. Γεννήθηκα για αυτό… Τα έκανα όλα: και το φλερτ μου είχα, και τις βόλτες μου έκανα. Απλώς, είχα πρόγραμμα. Εμένα αυτός ήταν ο προορισμός μου. Πιστεύω πως για αυτό ήρθα στη ζωή: για να τραγουδάω. Μου έλεγε η εβραία δασκάλα μου: «Αν σου πρόσφεραν έναν ουρανοξύστη κι ένα συμβόλαιο, τι θα έπαιρνες;». Κι έλεγα εγώ «το συμβόλαιο». Και μου έλεγε γελώντας: «Είσαι αφελής, αλλά σε αγαπάω».

– Βρεθήκατε ποτέ σε τέτοιο δίλημμα;

Ναι, βέβαια. Ξέρεις πότε; Όταν κάποιος σου λέει «παράτα τα όλα» και ξέρεις ότι οικονομικά θα έχεις εξασφαλιστεί κι εγώ είπα όχι. Αλλά τώρα εμένα πώς με κόβεις, θα έκανα ποτέ τέτοια ζωή; Όταν ήμουν 18 χρονών και είχα πάει με τον Μάνο Χατζιδάκι στην Κρήτη στο φεστιβάλ στα Ανώγεια, με είδε ένας Κρητικός και ήθελε να με κλέψει και με κρύψανε στο σπίτι του Ξυλούρη και μετά με φυγάδευσαν. Όταν τα έβρισκα σκούρα, έλεγα: «Δεν με αφήναν εκεί να με πάρει ο Κρητικός;». Αλλά όταν έβγαινα στη σκηνή τα ξεχνούσα όλα. (Γέλιο)

Σόνια Θεοδωρίδου
«Όσο σκληρές είναι οι ταινίες του Οικονομίδη, τόσο τρυφερός και ευγενής είναι ο ίδιος».

– Συμμετείχατε και στην ταινία του Γιάννη Οικονομίδη το «Μικρό Ψάρι». Ανατρεπτική κίνηση

Μου είπε τότε η βαφτισιμιά μου πως είναι ένας ρόλος, αντίθετος με εσένα -η γυναίκα ενός μαφιόζου-, αλλά λέω να δοκιμάσεις. Πέρασα κανονικά οντισιόν, κάθισα στην ουρά και περίμενα όπως οι άλλοι. Φτάνει η σειρά μου και με ρωτάει η κοπέλα που έκανε το casting: «Τη σοπράνο τι την έχετε;». Της λέω: «Εγώ είμαι». Σηκώνεται και μου λέει: «Γιατί ήσασταν στην ουρά;» και λέω: «Πού να είμαι; Δεν ξέρω, πώς γίνεται αλλιώς». Εκείνη την περίοδο ανέβαζα την «Όπερα της Πεντάρας» του Μπρεχτ στην Κολωνία. Με παίρνουν τηλέφωνο και μου λένε «σας πήραμε στην ταινία», πέταξα από τη χαρά μου. Πάω στην πρόβα, μου δίνουν το κείμενο, διαβάζω ένα σωρό βωμολοχίες. Του λέω: «Βρε Γιάννη πώς θα τα πω αυτά;». Μου λέει: «Θα τα πεις. Θα κάτσεις μπροστά στον καθρέφτη και θα αρχίσεις να τα ρίχνεις!». Επιστρέφω και εγώ στο Βερολίνο όπου κατοικούσα, πάω μπροστά στον καθρέπτη και αρχίζω… να βρίζω. Ξαφνικά ανοίγει η πόρτα και μπαίνει ο γιος μου, με κοιτάει έντρομος και μου λέει: «Μαμά, πήρες τίποτα;». Πάω στην πρώτη πρόβα, έρχεται ο Μουρίκης, ο οποίος έπαιζε τον ρόλο, αλλά εγώ δεν το κατάλαβα και μου έκανε μούτρα και μου λέει ο Οικονομίδης: «Σόνια, ρίχ’ τα τώρα» κι αρχίζω κι εγώ τις βωμολοχίες. Έρχεται η στιγμή του Γιώργου Γιαννόπουλου, του συζύγου μου στην ταινία, κι εγώ νόμιζα ότι συνεχίζαμε την πρόβα και τον βρίζω. Έξαλλος, πάει στον Οικονομίδη και του λέει: «Αυτή με βρίζει». Ήταν απλά υπέροχα. Και όσο σκληρές είναι οι ταινίες του Οικονομίδη, τόσο τρυφερός και ευγενής είναι ο ίδιος. Ξέρεις τι απελευθέρωση ήταν για εμένα όλη αυτή η εμπειρία;

– Δεν σκεφτήκατε τι θα πει ο καλλιτεχνικός κύκλος σας;

Δεν με ενόχλησε καθόλου. Καλά θα κάνουμε να μη δίνουμε σημασία στο τι λένε οι άλλοι για εμάς. Το χάρηκα πολύ, ήταν υψηλού επιπέδου ηθοποιοί και μία αξέχαστη εμπειρία.

– Θα λέγατε ξανά το ναι;

Άμα είναι τέτοιου επιπέδου, φυσικά.

– Όταν επιστρέψατε στην Ελλάδα, ήταν ανοιχτές οι πόρτες;

Ολόκλειστες. Γι’ αυτό και στράφηκα και σε πιο εναλλακτικό είδος τραγουδιού.

– Γιατί, όμως;

Αυτό να ρωτήσετε εκείνους που δεν τις άνοιξαν. Σίγουρα, δεν είχε να κάνει με την καλλιτεχνική μου αξία. Βέβαια, χτύπησα την πόρτα και μου είπαν ότι δεν έχουν κάτι για εμένα.

– Εσείς, όμως, βοηθάτε τους καλλιτέχνες. Έχετε συνεργαστεί με τον Αργυρό και με τον Ρουβά.

Είμαι μια αγκαλιά. Υπάρχει χώρος για όλους. Προσπάθησα να γνωρίσω ανθρώπους, να ενταχθώ, αλλά δεν ταίριαζα. Δεν μπορώ να κάνω εκπτώσεις. Ο Κωνσταντίνος είναι απλός, σεβαστικός. Ο Σάκης εργατικός και άξιος θαυμασμού.

Σόνια Θεοδωρίδου
«Η φωνή είναι στην υπηρεσία του καλλιτέχνη, όχι στην υπηρεσία του εγώ μας».

– Έχετε σπουδάσει βοτανολογία;

Κατά τη διάρκεια του κορονοϊού, χώρισα και βρέθηκα συναισθηματικά στον γκρεμό, τότε σπούδασα βοτανολογία. Μου άρεσε από μικρή. Δημιούργησα ένα λάδι προσώπου βιολογικό, και μετά η ιδέα μου ήταν να φτιάξω τα μαξιλαράκια βοτάνων που έχουν θεραπευτικές ιδιότητες, για να βοηθήσουν τον κόσμο. Δεν θα διαφήμιζα ποτέ, κάτι που είναι εναντίον της φύσης και της ανθρωπότητας. Εντωμεταξύ ξαναπαντρεύτηκα. Ο άνδρας μου με στηρίζει σε όλα αυτά που δημιουργώ. Και έτσι μαζί ιδρύσαμε την Chloris.gr. Δεν χρειάζεται να σου πει κάποιος σ’ αγαπώ, σ’ το δείχνει με άλλον τρόπο. Τα προïόντα μας είναι υψηλού επιπέδου και φτιαγμένα με πολύ μεράκι. Έβγαλα την προίκα μου, μάζεψα από φίλους μου κεντήματα κι έφτιαξα μαξιλαράκια και μέσα στη γέμιση υπάρχει ένας φάκελος με βότανα όλο μοσχοβολιά. Ένα μέρος των εσόδων πηγαίνει σε υποτροφίες για παιδιά που σπουδάζουν μουσική.

– Στην όπερα η φωνή έχει ημερομηνία λήξης;

Θα πρέπει κανείς να φροντίζει τη φωνή του. Η φωνή που έχεις στα 20 δεν είναι ίδια στα 30 ή 40. Πρέπει να έχεις την εξυπνάδα να πας με αυτή όπως πάει. Δεν χρειάζεται να αντιστέκεσαι σε αυτή την φυσική εξέλιξη. Είναι σαν τη ρυτίδα… Να τη χαίρεσαι σε κάθε φάση της. Δεν χρειάζεται να αποδεικνύεις κάτι. Έκανα την Τραβιάτα στα 25, δεν χρειάζεται να την κάνω και στα 65. Η δασκάλα μου μου έλεγε: «Άσε την ψυχή να οδηγήσει τη φωνή». Είμαι απελευθερωμένη από αυτά τα πρέπει, γιατί δεν έχω να αποδείξω τίποτα. Και από την άλλη έχω την ευκαιρία να δοκιμάζω και άλλα πράγματα, να τραγουδάω ό,τι μου αρέσει, ακόμα και να τσαλακώνομαι. Γιατί η φωνή είναι στην υπηρεσία του καλλιτέχνη, όχι στην υπηρεσία του εγώ μας.

– Στον γιο σας τραγουδούσατε όπερα όταν ήταν μικρός;

Όταν ήταν μωρό το κοίμιζα με ελληνικά τραγούδια. Του τραγουδούσα «Θέλω τον γιο μου, το Ανεστάκι». Του μιλούσα και ποντιακά για να μην ξεχνάει τις ρίζες του. Το μεγαλύτερο παράσημο στη ζωή μου είναι ο γιος μου. Δεν τον άφησα ποτέ, ήμουν πάντα εκεί για το παιδί μου. Παντού μαζί.

– Είστε πολύ παραδοσιακή.

Ναι, είμαι.

Σόνια Θεοδωρίδου
«Ξέρω την καταγωγή μου, γιατί το να είσαι Ελληνίδα κι Έλληνας είναι ιδιότητα».

– Δεν «ψωνιστήκατε» από τη δόξα και το χρήμα;

Όταν θα έφευγα για το εξωτερικό, πήγα στη γιαγιά μου. Της φίλησα το χέρι και μου είπε στα ποντιακά: «Πουλί μου, να μην ξεχάσεις τις ρίζες σου». Και ήταν πολύ σημαντικό αυτό που μου είπε. Γιατί οι ρίζες μου είναι η δύναμή μου. Όταν πήγα στο Λονδίνο, δεν είχα πού να μείνω, κοιμόμουν στον σταθμό, έλεγα στον φύλακα εκεί κάθε βράδυ ότι έχασα το τρένο, έκανα μπάνιο στις ντουζιέρες που είχαν. Μια μέρα είδα στο δρόμο μια πινακίδα ενός ξενοδοχείου αστέγων, τους λέω δεν έχω πού να μείνω, είμαι φοιτήτρια και μου παραχώρησαν μία σοφίτα, την οποία μοιράστηκα με μία έγκυο κοπέλα από την Γκάνα. Όμως η αγάπη της δασκάλας μου Βέρας Ρόζα, καθώς και η αμέριστη συμπαράσταση και οικονομική βοήθεια του Χρήστου Λαμπράκη, με έκαναν να προχωρήσω, να θριαμβεύσω και να καταξιωθώ.

– Πώς είναι σαν συναίσθημα η επιτυχία; Όταν είστε στη σκηνή, σκέφτεστε όλα αυτά που περάσατε για να φτάσετε μέχρι εδώ;

Κάθε φορά που διασχίζω τον διάδρομο από τα καμαρίνια στη σκηνή, σκέφτομαι πάντα το ίδιο πράγμα: «Πού να ήξεραν τι τόξο τέντωσες για να φτάσεις μέχρι εδώ». Σκέφτομαι την Ελλάδα και την προσδοκία που έχουν από εμένα οι δικοί μου άνθρωποι και βγαίνω στη σκηνή κι έχω μια τεράστια δύναμη, γιατί ξέρω ότι η σκηνή είναι δική μου. Ξέρω την καταγωγή μου, γιατί το να είσαι Ελληνίδα κι Έλληνας είναι ιδιότητα.

– Οι γονείς σας πρόλαβαν να σας δούνε στη σκηνή;

Μόνο, όταν πήρα την υποτροφία. Δεν θα ξεχάσω τον πατέρα μου που ήρθε να με δει στο πρώτο κονσέρτο που έδωσα με την Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης. Κάθισε στην πρώτη σειρά κρατώντας ένα κόκκινο γαρίφαλο και δεν σταμάτησε να κλαίει που έβλεπε το παιδί του. Για τη μητέρα μου θα σου διηγηθώ μια ιστορία: όταν ήμουν μικρή, έπαιζα ακορντεόν στην ορχήστρα του Γιάννη Σπανού -μαζί ήταν ο Καλογιάννης, η Αρλέτα και η Πρωτοψάλτη-, πήγαμε και στη Βέροια στη διάρκεια της περιοδείας. Ο Γιάννης με έβγαζε και έλεγα την «Αριστοτέλους» και όταν την είπα έγινε χαλασμός από κάτω. Ήρθε η μάνα μου στα παρασκήνια και μου λέει: «Εγώ για αυτά σε έχω;». Κατάλαβες γιατί με είχε;

– Ξέρετε τι θαυμάζω σε εσάς; Αντί να κάθεστε και να μου μιλάτε για όλα αυτά τα μεγαλεία που ζήσατε και ζείτε, μου διηγείστε τις απλές στιγμές σας, τις δύσκολες, τις ανθρώπινες.

Αυτές έχουν σημασία. Γιατί προσπαθώ με τα λόγια μου να δώσω κουράγιο σε αυτούς που το έχασαν. Και το άλλο κομμάτι είναι αξιοζήλευτο, βρέθηκα στα μεγαλύτερα θέατρα, με τους μεγαλύτερους μαέστρους, με ανθρώπους που με χειροκροτούσαν, με θαύμαζαν. Αλλά ο άνθρωπος μετράει…

Σόνια Θεοδωρίδου
«Δεν είναι μόνο σαρκικός ο έρωτας, αλλά και ψυχικός».

– Έχει μοναξιά η κορυφή;

Έχει. Όταν είστε εσείς στα οικογενειακά τραπέζια, Χριστούγεννα, γιορτές, εγώ έχω εμφανίσεις. Πρέπει να προσέχω τη φωνή μου, η όπερα είναι πρωταθλητισμός, απαιτεί θυσίες.

– Το παιδί σάς έκανε ποτέ παράπονα;

Όχι. Μέχρι 5 χρονών τον είχα πάντα μαζί μου. Και όταν έλειπα εγώ από το σπίτι, ήταν πάντα μαζί με τον πατέρα του ή την πεθερά μου. Ερχόταν πάντα στην όπερα μαζί μου και θυμάμαι μία μέρα, ενώ ήμουν στη σκηνή, ξέφυγε από την νταντά κι ανεβαίνει με την πάνα στη σκηνή. Οι ακροατές ξέσπασαν σε χειροκροτήματα

– Ο έρωτας τι ρόλο παίζει στη ζωή σας;

Αγαπώ να είμαι ερωτευμένη. Η ομορφιά σε ένα αντρόγυνο είναι χωρίς λόγια να δείχνει ο ένας στον άλλον την αγάπη και τον θαυμασμό του. Χωρίς έρωτα, δεν είναι ωραία η ζωή. Υπάρχουν διακυμάνσεις στον έρωτα και στο τέλος αυτό που μετράει είναι η προσφορά και η αλήθεια σε μια σχέση. Μπορείς να είσαι ερωτευμένος σε όλες τις ηλικίες. Και μεγαλώνοντας δεν έχεις και τίποτα να φοβηθείς. Είναι η γλύκα του λυκόφωτος, ξέρεις προς τα πού πας και το ζεις. Δεν είναι μόνο σαρκικός ο έρωτας, αλλά και ψυχικός.

– Πόσα χρόνια είστε με τον σύζυγό σας;

Τέσσερα. Με διεκδίκησε ο άντρας μου. Στην αρχή φοβόμουν πολύ, γιατί είχα ένα άσχημο διαζύγιο και φοβόμουν να ξαναδεσμευτώ. Βρέθηκε αυτός ο άνθρωπος που ήταν εκεί για εμένα, κερί αναμμένο.

– Σας τον χρωστούσε η ζωή τον σύζυγό σας;

Απόλυτα. Μου τα χρωστάει όλα η ζωή, και η πατρίδα μου.

– Η ζωή σάς τα έφερε πίσω.

Μου έφερε όλα τα όνειρα που είχα, μαζί και τον σύζυγό μου.

– Μένει να σας τα φέρει πίσω και η πατρίδα.

Έχω προσφέρει πολλά στην πατρίδα. Η πατρίδα μου είναι εκεί. Οι άνθρωποι της, αυτή η ιδέα του ελληνισμού.

«Πρώτα είναι η Κάλλας, μετά το απίστευτο κενό και ακολουθούν οι υπόλοιποι».

– Η Κάλλας τι είναι για εσάς;

Μία μουσική ιδιοφυΐα που βρέθηκε στην κατάλληλη στιγμή, τότε που ο κόσμος «διψούσε» ακριβώς για αυτό. Μια σπουδαία καλλιτεχνική προσωπικότητα. Τη θαυμάζω πάρα πολύ ως καλλιτέχνιδα. Ως προσωπικότητα φαινόταν πόση ανάγκη είχε να αγαπηθεί, να αυτοπραγματωθεί μέσα από την καταπίεση που είχε βιώσει από τη μητέρα της και από άλλους στη συνέχεια, αλλά αυτό την έκανε και την Κάλλας. Πρώτα είναι η Κάλλας, μετά το απίστευτο κενό και ακολουθούν οι υπόλοιποι.

Η μουσική σήμερα πώς είναι;

Τώρα ακούς με τα μάτια, όχι με τα αυτιά. Όταν βλέπω ένα ταλαντούχο πλάσμα, χαίρομαι πολύ, η τέχνη και το τραγούδι πρέπει να έχουν μια συνέχεια. Στην Ελλάδα υπάρχουν πολύ καλές φωνές και η νέα γενιά τα καταφέρνει περίφημα.

– Υπάρχει κάποια ιστορία ή απρόοπτο που να θυμάστε έντονα;

Είχα πάει στην Εύβοια σε φίλους, οι οποίοι είχαν εργάτες στο σπίτι για κάποιες εργασίες. Μου λέει η φίλη μου: «Δε λες μια άρια;». Ξεκίνησα εγώ και ξαφνικά σταμάτησαν τα σφυριά και μπαίνει μέσα ο αρχιμάστορας και μου λέει: «Κορίτσι μου, κατέβηκαν οι άγγελοι». Αυτές τις καρδιές θέλω να κατακτήσω.

– Κλείνοντας, ποια συμβουλή θα θέλατε να δώσετε;

Να μη χάσουμε την ανθρωπιά μας. Υπάρχουν καλλιτέχνες που φεύγουν από τη ζωή και που απλά πέρασαν χωρίς να προσφέρουν στον συνάνθρωπό τους. Και είναι άλλοι για τους οποίους λένε ήταν καλοί άνθρωποι. Έτσι, θέλω να μείνω στη συλλογική μνήμη. Αυτό…