Όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα, τις τελευταίες ημέρες, στην επικείμενη συνάντηση Τραμπ – Πούτιν με θέμα το μέλλον της Ουκρανίας. Ήδη έχουν γίνει οι πρώτες επαφές στο Ριάντ, στη Σαουδική Αραβία, όπου αμερικανοί και ρώσοι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι συναντήθηκαν, για πρώτη φορά εδώ και τρία χρόνια, για να συζητήσουν τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, χωρίς ευρωπαϊκή ή ουκρανική εμπλοκή.

Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, κάθισε την Τρίτη με τον ρώσο υπουργό Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, ο οποίος δήλωσε ότι η συζήτηση είχε στόχο να τερματιστεί η «ανώμαλη περίοδος» στις σχέσεις μεταξύ των δύο «μεγάλων δυνάμεων».

Η συνάντηση διήρκεσε περισσότερο από τέσσερις ώρες και χαρακτηρίστηκε από μέλος της διαπραγματευτικής ομάδας της Μόσχας ως «θετική».

Ο υπουργός Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, δήλωσε ότι δημιουργήθηκε ένα πλαίσιο για τη διερεύνηση μιας ειρηνευτικής συμφωνίας και για την ευρύτερη βελτίωση των σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας.

«Ο στόχος είναι να τερματιστεί αυτή η σύγκρουση με τρόπο δίκαιο, διαρκή, βιώσιμο και αποδεκτό από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη», δήλωσε ο Ρούμπιο.

Ο ρεπόρτερ του CNN, Steph Collinson, ανέφερε πως η «μοίρα» της προσπάθειας του Τραμπ να τερματίσει τον πόλεμο θα εξαρτηθεί τελικά από το κατά πόσον ο γρήγορος ρυθμός του μπορεί να εξασφαλίσει μια ειρήνη που θα επιτρέπει στην Ουκρανία να επιβιώσει, να διασφαλίσει τα σύνορα και την ασφάλεια της Ευρώπης και δεν θα επιβραβεύσει την παράνομη εισβολή της Ρωσίας.

Ο αμερικανός πρόεδρος και συγγραφέας του βιβλίου «Η τέχνη της συμφωνίας», φαίνεται όμως να μην δίνει τόσο μεγάλη έμφαση σε αυτές τις λεπτομέρειες όσο στον ορυκτό πλούτο της Ουκρανίας και συγκεκριμένα στις σπάνιες γαίες.

Οι σπάνιες γαίες και η υπεροχή της Κίνας

Το Foreign Policy γράφει πως οι σπάνιες γαίες είναι μια ομάδα 17, όχι και τόσο σπάνιων στοιχείων, τα οποία όμως στηρίζουν τα πάντα, από όπλα υψηλής τεχνολογίας μέχρι ανεμογεννήτριες.

Η Κίνα ωστόσο κυριαρχεί συντριπτικά στις αλυσίδες εφοδιασμού που μετατρέπουν το μετάλλευμα σε ισχυρούς μόνιμους μαγνήτες, κατέχοντας το 85% της επεξεργασίας και το 92% της παραγωγής μαγνητών.

Το Πεκίνο φέρεται να επεξεργάζεται ανά τακτικά χρονικά διαστήματα την απαγόρευση εξαγωγών σε ορισμένους τύπους τεχνολογίας μαγνητών, κάτι που υπογραμμίζει περαιτέρω το γεγονός πώς η συγκεκριμένη βιομηχανία θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντικό σημείο πίεσης τόσο για την Ουάσινγκτον όσο και για τις αμερικανικές αμυντικές εταιρείες.

«Περισσότερο από το 95 τοις εκατό των υλικών ή των μετάλλων σπάνιων γαιών προέρχονται από την Κίνα ή υποβάλλονται σε επεξεργασία στην Κίνα. Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση», έχει δηλώσει στο παρελθόν ο επικεφαλής του αμυντικού γίγαντα Raytheon, Greg Hayes, προειδοποιώντας ότι «Αν έπρεπε να αποσυρθούμε από την Κίνα, θα μας έπαιρνε πολλά, πολλά χρόνια για να αποκαταστήσουμε αυτή τη δυνατότητα είτε στο εσωτερικό είτε σε άλλες φιλικές χώρες».

Η ρεπόρτερ του Foreign Policy, Christina Lu, αναφέρει ότι από τα σόναρ των υποβρυχίων έως τους κινητήρες των δίσκων των αεροσκαφών, ο στρατός των ΗΠΑ εξαρτάται σχεδόν εξ ολοκλήρου από τις εκτεταμένες αλυσίδες αξίας σπάνιων γαιών της Κίνας. Κάθε μαχητικό αεροσκάφος F-35 της Lockheed Martin, για παράδειγμα, κατασκευάζεται με 920 κιλά σπάνιων γαιών και ένα αντιτορπιλικό Aegis απαιτεί περίπου 5.200 κιλά.

«Η μεγάλη αδυναμία των Μογγόλων ήταν η έλλειψη πολιορκητικών μηχανών, το πρόβλημα της Αμερικής είναι ότι κατασκευάζονται από τον αντίπαλό της», γράφει η Lu.

Η «λύση» του Τραμπ

Ο Ντόναλντ Τραμπ προσπάθησε κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του να μειώσει αυτή την εξάρτηση των ΗΠΑ, εκδίδοντας ένα εκτελεστικό διάταγμα για τις σπάνιες γαίες και ενίσχυσε τη χρηματοδότηση των εγχώριων επιχειρήσεων.

Στις ενέργειες αυτές βασίστηκε και η κυβέρνηση Μπάιντεν με την ενσωμάτωση έργων σπάνιων γαιών στον νόμο για την αμυντική παραγωγή και την επέκταση του αποθέματος σπάνιων γαιών.  

Τόσο ο ουκρανός πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, όσο και ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, έχουν δείξει μεγάλο ενδιαφέρον για την προοπτική μιας συμφωνίας, σχετικά με την εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της Ουκρανίας.

Ο αμερικανός πρόεδρος έχει δηλώσει ότι θέλει «το ισοδύναμο, περίπου, σπάνιων γαιών αξίας 500 δισεκατομμυρίων δολαρίων».

Οι συνομιλίες φάνηκε να προχωρούν την περασμένη εβδομάδα, καθώς ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, συναντήθηκε με τον Ζελένσκι στο Κίεβο, καθιστώντας έτσι τον εαυτό του ως τον πρώτο αξιωματούχο του υπουργικού συμβουλίου του Τραμπ που ταξίδεψε στη χώρα.

«Μια συμφωνία για τα μεταλλεύματα αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης ειρηνευτικής συμφωνίας που έχει κατά νου ο Τραμπ και θα παρέχει μια μακροπρόθεσμη ασπίδα ασφαλείας για την Ουκρανία», ανέφερε ο Μπέσεντ μετά τη συνάντηση.

Ο Ζελένσκι δήλωσε ότι η κυβέρνηση Τραμπ παρουσίασε ένα πρώτο σχέδιο συμφωνίας, το οποίο το Κίεβο σκόπευε να αξιολογήσει, και ότι ήλπιζε να οριστικοποιηθεί μια συμφωνία στη Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια.

Οι δύο πλευρές φαίνεται να αντάλλαξαν μερικά ακόμα προσχέδια μέσα στις ημέρες που ακολούθησαν, με τον ουκρανό πρόεδρο να απορρίπτει τελικά την περασμένη εβδομάδα το αίτημα της κυβέρνησης Τραμπ να παραδώσει στις ΗΠΑ το 50% των ορυκτών πόρων της Ουκρανίας.

Πρόκειται για ένα αίτημα που θα μπορούσε να επισκιάσει σημαντικά την αξία της βοήθειας που έχει σταλεί στην Ουκρανία.

Ο Ζελένσκι είπε στους δημοσιογράφους το περασμένο Σάββατο ότι δεν συμφώνησε με την πρόταση της κυβέρνησης Τραμπ «επειδή δεν είναι ακόμη έτοιμη». Ανέφερε ότι οι εγγυήσεις ασφαλείας δεν αποτελούσαν μέρος της αμερικανικής πρότασης και ότι η Ουκρανία το χρειαζόταν αυτό σε οποιαδήποτε συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

«Μπορούμε να εξετάσουμε τον τρόπο διανομής των κερδών, όταν οι εγγυήσεις ασφαλείας είναι σαφείς. Μέχρι στιγμής, δεν το έχω δει αυτό στο έγγραφο», δήλωσε στους δημοσιογράφους.

Φίλια πυρά

Το σκηνικό ωστόσο αλλάζει μέρα με τη μέρα, με τους δύο ηγέτες να ανταλλάζουν πυρά, σε μία κόντρα που έχει πάρει πλέον προσωπικό χαρακτήρα.

Στις 19/02, ο αμερικανός πρόεδρος σε μία ανάρτησή του στη διαδικτυακή πλατφόρμα του The Truth Social χαρακτήρισε τον Ζελένσκι ένα μέτριο κωμικό και δικτάτορα, με πολύ χαμηλά ποσοστά εμπιστοσύνης από τον ουκρανικό λαό, ο οποίος κατάφερε να πείσει τις ΗΠΑ να του δώσουν πάνω από 300 δισ. δολάρια.

Σχολιάζοντας τα λόγια του αμερικανού προέδρου, ο Ζελένσκι υπογράμμισε τα εξής: «Με όλο τον σεβασμό προς τον ηγέτη ενός έθνους που σεβόμαστε πολύ, αλλά ζει μέσα σε μια φούσκα παραπληροφόρησης».

«Υπερασπίζομαι την Ουκρανία, δεν μπορώ να πουλήσω τη χώρα μας. Αυτό είναι όλο», δήλωσε σχετικά με την αποτυχημένη συμφωνία, προσθέτοντας όμως ότι είναι έτοιμος για περαιτέρω διαπραγματεύσεις.

Στις 21/02 ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Λευκού Οίκου, Μάικ Γουόλτς, δήλωσε ότι ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι θα συμφωνήσει «πολύ σύντομα» να υπογράψει μια συμφωνία για την εξόρυξη ορυκτών της χώρας του.

Ο χρόνος δεν φαίνεται να είναι με το μέρος του ουκρανού προέδρου του οποίου το δυνατό διαπραγματευτικό χαρτί μοιάζει να βάλλεται. Το Reuters, και το We Build Ukraine, ένα think tank με έδρα το Κίεβο, εκτιμούν ότι η ρωσική εισβολή έχει καταστήσει απρόσιτο το 40% του μεταλλικού ορυκτού πλούτου της Ουκρανίας, με τον Ζελένσκι να έχει δηλώσει ότι κάτω από το 20 τοις εκατό των ορυκτών πόρων της χώρας βρίσκεται υπό ρωσική κατοχή.